Μια σκοτεινή υπόθεση (Μπαλζάκ)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μια σκοτεινή υπόθεση
Από εικονογράφηση της έκδοσης του 1841
ΣυγγραφέαςΟνορέ ντε Μπαλζάκ
ΤίτλοςUne ténébreuse affaire
ΓλώσσαΓαλλικά
Ημερομηνία δημοσίευσης1841
Μορφήμυθιστόρημα
ΣειράΗ Ανθρώπινη κωμωδία
ΧαρακτήρεςCorentin

Μια σκοτεινή υπόθεση είναι μυθιστόρημα του Ονορέ ντε Μπαλζάκ, που δημοσιεύτηκε το 1841. Περιλαμβάνεται στις Σκηνές της πολιτικής ζωής της Ανθρώπινης κωμωδίας.[1]

Αναφέρεται σε ένα σκοτεινό επεισόδιο της ναπολεόντειας εποχής, όταν οι αριστοκράτες προσπαθούσαν να ανατρέψουν την Επανάσταση και ο αρχηγός της αστυνομίας θέλει να εξαφανίσει τα ίχνη μιας αποτυχημένης συνομωσίας κατά του Ναπολέοντα.[2]

Υπόθεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η συνωμοσία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ηρωίδα της ιστορίας είναι η Λωράνς ντε Σενκ-Σιν, μια νεαρή αριστοκράτισσα που ζει στη Γαλλία στην περιοχή της Καμπανίας με ένα ηλικιωμένο ζευγάρι αριστοκρατών, τους ντ'Ωτεσέρ των οποίων οι γιοι, Ρομπέρ και Αντριάν, βρίσκονται στην εξορία για να πολεμήσουν εναντίον του Ναπολέοντα. Η ιστορία ξεκινά το 1803 όταν η Λωράνς συμμετέχει σε μια βασιλική συνωμοσία για την ανατροπή του Ναπολέοντα που ήταν τότε Πρώτος Ύπατος. Οι δίδυμοι εξάδελφοί της Σιμέζ, των οποίων οι γονείς εκτελέστηκαν κατά την Τρομοκρατία, και οι Ρομπέρ και Αντριάν ντ'Ωτεσέρ, που είναι όλοι εξόριστοι αριστοκράτες, επιστρέφουν κρυφά στη Γαλλία για να συμμετάσχουν στη συνομωσία και εκείνη τους βοηθά να κρυφτούν.[3]

Στον δρόμο για την Τρουά

Ωστόσο, η συνομωσία ανακαλύπτεται και πράκτορες του υπουργού της αστυνομίας Ζοζέφ Φουσέ, ταξιδεύουν στην περιοχή για να βρουν τους συνωμότες. Ο γερουσιαστής Μαλέν, ένας κορυφαίος πολιτικός που τώρα κατέχει την κατασχεμένη τεράστια περιουσία των αδελφών Σιμέζ στη Γκοντρεβίλ, ταξιδεύει επίσης εκεί για να καταστρέψει ενοχοποιητικά έγγραφα.

Ο Μαλέν συζητά με τον συμβολαιογράφο του για τη συνωμοσία, αλλά τον ακούει ο δασοφύλακας Μισού, ο οποίος παλαιότερα ήταν επιστάτης της οικογένειας Σιμέζ, όταν κατείχαν όλη την περιοχή της Γκοντρεβίλ, και παραμένει πιστός σ' αυτούς, αν και πλέον έχει γίνει Ιακωβίνος. Ο Μισού ενημερώνει τη Λωράνς ότι η συνωμοσία έχει ανακαλυφθεί και κρύβουν τους τέσσερις νεαρούς σε ένα ερειπωμένο μοναστήρι στο δάσος, οι κατάσκοποι δεν τους βρίσκουν. Ωστόσο, η συνωμοσία κατά του Ναπολέοντα αποτυγχάνει.

Ο ντ'Ωτεσέρ υποβάλλει αίτηση για να αποκατασταθούν τα δικαιώματα των γιων του και των Σιμέζ ως πολίτες. Η αίτηση γίνεται δεκτή και έτσι οι νεαροί βγαίνουν από την κρυψώνα και εγκαθίστανται στο σπίτι της Λωράνς. Ο ηλικιωμένος συγγενής της Λωράνς, ο μαρκήσιος ντε Σαρζμπέφ, τους προτρέπει να υπηρετήσουν στον στρατό του Ναπολέοντα για να κερδίσουν την εύνοια αλλά όλοι αρνούνται.[2]

Η απαγωγή - η δίκη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τρία χρόνια αργότερα, οι Σιμέζ, οι αδερφοί ντ'Ωτεσέρ και ο Μισού πηγαίνουν στο δάσος της Γκοντρβίλ για να ξεθάψουν σάκους με χρυσό και τιμαλφή της οικογένειας Σιμέζ που είχε κρύψει ο έμπιστος Μισού όταν η τεράστια περιουσία τους είχε κατασχεθεί κατά τη διάρκεια της επανάστασης. Την ίδια μέρα, η γερουσιαστής Μαλέν απάγεται από πέντε μασκοφόρους από το αρχοντικό του στη Γκοντρβίλ. Οι τέσσερις νεαροί αριστοκράτες και ο Μισού θεωρούνται ύποπτοι για την απαγωγή και δικάζονται όλοι στην Τρουά. Κατά τη διάρκεια της δίκης, ο Μαλέν κρύβεται από τους απαγωγείς του στο ίδιο εγκαταλελειμμένο μοναστήρι όπου κρύφτηκαν οι τέσσερις αριστοκράτες μετά την προηγούμενη αποτυχημένη συνωμοσία τους. Κάποιος παραπλανά τη σύζυγο του Μισού και αυτή μεταφέρει φαγητό στον Μαλέν, νομίζοντας ότι είναι μήνυμα του συζύγου της. Στη συνέχεια, ο Μαλέν ελευθερώνεται ενώ η δίκη βρίσκεται σε εξέλιξη. Η μαρτυρία του, καθώς επιβεβαιώνει ότι το άτομο που του έφερνε φαγητό ήταν η σύζυγος του Μισού, οδηγεί στην καταδίκη του Μισού σε θάνατο και των τεσσάρων ευγενών σε 20ετή φυλάκιση με καταναγκαστικά έργα.[4]

Η χάρη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Λωράνς ντε Σενκ-Σιν στον Ναπολέοντα

Ο μαρκήσιος ντε Σαρζμπέφ πηγαίνει στο Παρίσι για να ζητήσει βοήθεια από τον υπουργό Εξωτερικών Ταλεϋράνδο για να δοθεί χάρη στους καταδικασθέντες. Ο Ταλεϋράνδος γράφει ένα γράμμα για τον Ναπολέοντα ζητώντας χάρη, αλλά τους ανακοινώνει ότι η Λωράνς πρέπει να το προσκομίσει στον Ναπολέοντα αυτοπροσώπως. Αποκαλύπτει επίσης ότι οι κατάσκοποι του Φουσέ ήταν πίσω από την απαγωγή του Μαλέν. Στη συνέχεια, ο μαρκήσιος και η Λωράνς με την επιστολή του Ταλεϋράνδου ταξιδεύουν στην Πρωσία, όπου ο Ναπολέων ηγείται μιας στρατιωτικής εκστρατείας. Φτάνουν στην Ιένα τον Οκτώβριο του 1806, μια μέρα πριν από τη μάχη της Ιένας. Ο Ναπολέων δίνει χάρη στους τέσσερις ευγενείς, αλλά όχι στον Μισού.[5]

Οι τέσσερις ευγενείς κατατάσσονται ως αξιωματικοί στον στρατό του Ναπολέοντα. Στα χρόνια που ακολουθούν, όλοι σκοτώνονται στο μέτωπο εκτός από τον Αντριάν ντ'Ωτεσέρ που επιστρέφει τραυματισμένος. Αυτός και η Λωράνς αργότερα παντρεύονται.

Ο επίλογος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σε έναν επίλογο που διαδραματίζεται το 1833, η Λωράνς και ο Μαλέν συναντιούνται τυχαία σε μια εκδήλωση. Η Λωράνς φεύγει αμέσως θυμωμένη μόλις τον βλέπει και ο Μαλέν επίσης φεύγει σύντομα ταραγμένος. Ο Ανρί ντε Μαρσαί που είναι παρών στην εκδήλωση εξηγεί στους άλλους καλεσμένους τον λόγο και δίνει λεπτομέρειες για την εμπλοκή του Μαλέν σε μια αποτυχημένη πολιτική συνωμοσία με τον Ταλεϋράνδο, τον Φουσέ και άλλους εναντίον του Ναπολέοντα το 1800 πριν τη μάχη του Μαρένγκο, και πώς οι προσπάθειές του να την καλύψει είχαν οδηγήσει στις περιπέτειες που αντιμετώπισε η Λωράνς.[6]

Ιστορικό υπόβαθρο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα ιστορικά στοιχεία στα οποία βασίζεται το μυθιστόρημα είναι μια διάσημη υπόθεση που έλαβε χώρα το 1800: η απαγωγή του γερουσιαστή Κλεμάν ντε Ρι, και μια συνωμοσία εναντίον του Ναπολέοντα.

  • Η απαγωγή του Μαλέν βασίστηκε σε ένα πραγματικό περιστατικό, την απαγωγή του Κλεμάν ντε Ρι το 1800 από τον πύργο του στο Μπωβαί. Ήταν ένας γερουσιαστής που συμμετείχε σε μια συνωμοσία εναντίον του Ναπολέοντα, μαζί με τον Ταλεϋράνδο και τον Φουσέ. Ο γερουσιαστής είχε απαχθεί από πέντε μασκοφόρους για τρεις εβδομάδες και βρέθηκε σώος και αβλαβής από τρεις μυστικούς πράκτορες που στάλθηκαν σε αποστολή από τον Υπουργό Αστυνομίας Φουσέ. Για την απαγωγή του συνελήφθησαν δύο νεαροί αριστοκράτες και ο συνεργός τους, δικάστηκαν στην Τουρ και αθωώθηκαν αλλά μια δεύτερη δίκη ενώπιον ενός «ειδικού δικαστηρίου» τους καταδίκασε και εκτελέστηκαν το 1801 στην Ανζέ, γεγονός που θεωρήθηκε δικαστική πλάνη που συζητήθηκε πολύ στην εποχή της. Ο πατέρας του Μπαλζάκ, ο οποίος ήταν αξιωματούχος στην Τουρ εκείνη την εποχή, γνώριζε τον νομάρχη και θεωρείται ότι έδωσε πληροφορίες για το περιστατικό στον γιο του.[5]
  • Η συνωμοσία στην οποία συμμετείχαν οι χαρακτήρες του μυθιστορήματος ήταν πραγματική και διοργανώθηκε το 1800 πριν τη μάχη του Μαρένγκο. Καθώς πιθανολογούσαν γαλλική καταστροφή στο Μαρένγκο, οι συνωμότες δρομολόγησαν την αντικατάσταση του Βοναπάρτη με μια νέα Υπατεία υπό τον Ταλεϋράνδο, τον Φουσέ και τον Κλεμάν ντε Ρι. Η νίκη της 14ης Ιουνίου 1800 έβαλε τέλος στη συνωμοσία. Το μυθιστόρημα την περιγράφει εν συντομία και αναφέρει τις συλλήψεις των ηγετών της Ζωρζ Καντουντάλ, Σαρλ Πισεγκρύ και Ζαν Βικτόρ Μορό.

Το μυθιστόρημα αναφέρεται στα ιστορικά στοιχεία με αναδρομές στο παρελθόν, ιστορικές εξηγήσεις, πληροφορίες για τους χαρακτήρες, το παρελθόν τους, τους δεσμούς τους, την προσωπικότητά τους.[4]

Διασκευές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • 1975: Une ténébreuse affaire, γαλλική τηλεταινία σε σκηνοθεσία Αλαίν Μπουντέ.[7]

Μετάφραση στα ελληνικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Μια σκοτεινή υπόθεση - μετάφραση: Νάγια Παπασπύρου-Υφαντή, εκδόσεις Κριτική, 1988 [8]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]