Πρώτη δυναστεία Φαραώ της Αιγύπτου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Δυναστείες της Αρχαίας Αιγύπτου

π  σ  ε

Η Πρώτη δυναστεία Φαραώ της Αιγύπτου, ή Δυναστεία Ι[1], ήταν η πρώτη σειρά βασιλέων που κυβέρνησε τη χώρα, μετά τη συνένωση της Άνω με την Κάτω Αίγυπτο, πιθανώς από τον Ναρμέρ (ο οποίος συνήθως ταυτίζεται με τον Μήνη). Κέντρο εξουσίας κατά τη δυναστεία αυτή ήταν η Μέμφιδα αλλά οι βασιλείς της, όπως και αυτοί τη 2ης Δυναστείας, κατάγονταν από τη Θίνιδα, γι' αυτό και στην κλασική αρχαιότητα αναφέρονταν ως «Θινίτες» βασιλείς.[2]

Πολύ λίγα ξέρουμε για τη συγκεκριμένη δυναστεία, από τον κατάλογο ονομάτων των Φαραώ στη Στήλη του Παλέρμο, τον βασιλικό κατάλογο της Αβύδου, τα Αιγυπτιακά του Μανέθωνα, όπως έχουν διασωθεί από μεταγενέστερους συγγραφείς, και από τα μνημεία της περιόδου που έχουν ανασκαφεί. Η χρονολόγηση της περιόδου αυτής είναι αντικείμενο διαφωνίας μεταξύ των ειδικών. Ανήκει στην πρώιμη Εποχή του χαλκού, και έχουν προταθεί διάφορες χρονολογίες για την έναρξή της, μεταξύ του 34ου και του 30ου αι. π.Χ. Το 2013, χρονολόγηση βασισμένη στη μέθοδο ραδιενεργού άνθρακα τοποθέτησε την έναρξη της δυναστείας (αν αυτή ταυτιστεί με την ενθρόνιση του Χορ-Αχά) γύρω στο 3100 π.Χ.[3]

Βασιλείς[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι γνωστοί βασιλείς της 1ης Δυναστείας είναι οι εξής:

Ωρικό Όνομα Προσωπικό όνομα[4] Όνομα,

κατά τον Μανέθωνα[4]

Χρονολογία / διάρκεια βασιλείας Σημειώσεις
Ναρμέρ Μεν (;) Μήνης περί τον 31ο αι. Η επικρατούσα άποψη ταυτίζει τον Ναρμέρ με τον Μήνη[5][6][7][8], ωστόσο μερικοί ειδικοί τοποθετούν τον Ναρμέρ στη λεγόμενη «Δυναστεία 0», ταυτίζοντας τον Μήνη με τον Χορ-Αχά[9][10][11]
Χορ-Αχά Ιτί (;) Άθωθις (;) έναρξη 3080 ± 30 π.Χ.[12]
Ντζερ Ιτί (;) Άθωθις (;) 41[13] ή 47 έτη[4]
Ντζετ Ιτερτί (Iterty)
Μερνεΐτ πιθανώς μητέρα του Ντεν και αντιβασιλέας μέχρι εκείνος να ενηλικιωθεί[11]
Ντεν Καστί (Khasty) πάνω 32[14] ή 55-60 έτη[4]
Ανετζίμπ Μερπεμπιά Μιέβης 7[4] ή περί τα 10 έτη[15]
Σεμερκέτ Ιρινετζέρ 8 έτη[4][16]
Κά'α Κά'α 25 έτη[4]

Το πιο σημαντικό μνημείο αυτής της περιόδου το οποίο φέρει βασιλικό όνομα είναι η πινακίδα και η λίθινη κεφαλή ροπάλου του Ναρμέρ καθώς και οι βασιλικοί κατάλογοι των φαραώ Ντεν και Κα'α.[17] Εκτός από τους συνοπτικούς καταλόγους της στήλης του Παλέρμο, δεν έχουν διασωθεί άλλα λεπτομερή αρχεία των δύο πρώτων δυναστειών. Η αφήγηση του Μανέθωνα, στα Αιγυπτιακά, έρχεται σε αντίθεση με τα αρχαιολογικά δεδομένα και τα άλλα ιστορικά στοιχεία: δίνει τα ονόματα 9 φαραώ, παραθέτοντας στοιχεία μόνο για τους 4 από αυτούς, και απο αυτά τα ονόματα μόνο ένα επαληθεύεται από άλλα ιστορικά στοιχεία[18] .

Κατά την άνοδο της δυναστείας, η ιερογλυφική γραφή είχε ήδη παγιωθεί και τα σύμβολά της θα συνέχιζαν να χρησιμοποιούνται, με μικρές μόνο αλλαγές, για περισσότερο από τρεις χιλιάδες χρόνια.

Οι μεγάλοι τάφοι των φαραώ στην Άβυδο και τη Νακάντα, καθώς και τα νεκροταφεία στη Σακκάρα και τη Χελουάν, κοντά στη Μέμφιδα, αποκαλύπτουν κατασκευές κυρίως από ξύλο και τούβλα, με ελάχιστη χρήση πέτρας, στους τοίχους και τα δάπεδα. Αντιθέτως, η πέτρα χρησιμοποιούνταν ευρέως στην κατασκευή διακοσμητικών στοιχείων, δοχείων και, περιστασιακά, αγαλμάτων. Για τις βάρκες, όπως αυτές που βρέθηκαν στην Άβυδο, χρησιμοποιούσαν ξύλο από αλμυρίκι.

Ταφές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι βασιλεις των δύο πρώτων δυναστειών θάβονταν στην Άβυδο, η οποία βρίσκεται κοντά στον τόπο καταγωγής τους, τη Θίνιδα[2].

Κατά τη διάρκεια των τελετών ενταφιασμού των φαραώ της 1ης Δυναστείας, τελούνταν ανθρωποθυσίες. Το έθιμο πρωτοεμφανίζεται στον τάφο του Χορ-Αχά, όπου εντοπίστηκαν 36 δευτερεύουσες ταφές, συμπεριλαμβανόμενων ακόμη και νεαρών λιονταριών τα οποία είχαν μεγαλώσει στην αιχμαλωσία[19], ο δε τάφος του Ντζερ συνδέεται με τις ταφές 338 ατόμων.[20] Οι άνθρωποι και τα ζώα που θυσιάζονταν, όπως γαϊδούρια, αναμενόταν να υπηρετούν τον φαραώ στη μεταθανάτια ζωή, Για άγνωστους λόγους, η πρακτική αυτή σταμάτησε με το τέλος της δυναστείας και ομοιώματα (σάμπτι) πήραν τη θέση των πραγματικών ανθρώπων.[20]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Kuhrt 1995, σελ. 118.
  2. 2,0 2,1 Seidlmayer 1998, σελίδες 32-33.
  3. Michael Dee, David Wengrow, Andrew Shortland, Alice Stevenson, Fiona Brock, Linus Girdland Flink and Christopher Bronk Ramsey, 'An absolute chronology for early Egypt using radiocarbon dating and Bayesian statistical modelling' στο Proceedings of the Royal Society A (8 November 2013) vol. 469 no. 2159, doi: 10.1098/rspa.2013.0395.
  4. 4,0 4,1 4,2 4,3 4,4 4,5 4,6 Edwards 1971, σ. 994.
  5. Lloyd 1994, σελ. 7.
  6. Edwards 1971, σελ. 13.
  7. Cervelló-Autuori 2003, σελ. 174.
  8. Heagy 2014, σελίδες 59–92.
  9. βλ. Dee et al. (2013): "For this study, we take the foundation date to refer to the accession of king Aha of the First Dynasty, although his predecessor, Narmer, most probably held political control over the whole state. Historical foundation dates vary widely and recent estimates range from 3400 to 2900 BCE."
  10. Seidlmayer 1998, σελ. 25.
  11. 11,0 11,1 Shaw 2000, σελ. 67.
  12. Dee et al. 2013: " our analysis generates a chronometric date for the foundation of Egypt (accession of king Aha) of 3111–3045 BCE (68% hpd range; median 3085 BCE) or 3218–3035 BCE (95% hpd range)."
  13. Για τη διάρκεια της βασιλείας του, βλ. Toby Wilkinson, Royal Annals of Ancient Egypt: The Palermo Stone and Its Associated Fragments, Kegan Paul International, 2000. σ.79., ο οποίος θεωρεί περισσότερο αξιόπιστο τον αριθμό ετών που δίνει η στήλη του Παλέρμο (41 έτη) από αυτό του Μανέθωνα (57 έτη).
  14. Toby Wilkinson, Royal Annals of Ancient Egypt: The Palermo Stone and Its Associated Fragments, Kegan Paul International, 2000. σ. 79.
  15. Wilkinson, Toby A. H. Royal Annals of Ancient Egypt: The Palermo Stone and Its Associated Fragments. Kegan Paul International 2000, ISBN 0-415-18633-1, σ. 258.
  16. Toby Wilkinson, Royal Annals of Ancient Egypt: The Palermo Stone and Its Associated Fragments, (Kegan Paul International), 2000, σ. 78 & 258.
  17. «Qa'a and Merneith lists», Xoomer, Virgilio, http://xoomer.virgilio.it/francescoraf/hesyra/Egyptgallery03.html .
  18. Μανέθωνας, αποσπάσματα 6, 7a, 7b, μτφ στα αγγλικά W.G. Waddell, Harvard University, 1940, σσ. 27-35
  19. Seidlmayer 1998, σελ. 30.
  20. 20,0 20,1 Shaw 2000, σελ. 68.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]