Το χαμένο γράμμα (Γκόγκολ)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Το χαμένο γράμμα
Εικονογράφηση του 1903
ΣυγγραφέαςΝικολάι Γκόγκολ
ΤίτλοςПропавшая грамота
ΓλώσσαΡωσικά
Ημερομηνία δημιουργίας1828
Ημερομηνία δημοσίευσης1831
Μορφήδιήγημα
ΠροηγούμενοΝύχτα του Μάη ή η πνιγμένη κόρη
ΕπόμενοΝύχτα Χριστουγέννων
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Το χαμένο γράμμα (ρωσικός τίτλος: Пропавшая грамота) με υπότιτλο Μια αληθινή ιστορία που αφηγείται ο διάκονος της *** Εκκλησίας (Быль, расска́занная дьячко́м ***ской це́ркви) είναι διήγημα του Ρώσου συγγραφέα Νικολάι Γκόγκολ, γράφτηκε το 1829-1831 και είναι το τέταρτο έργο της συλλογής Βραδιές σε ένα αγρόκτημα κοντά στη Ντικάνκα που εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1831.[1]

Ο αφηγητής αυτής της ιστορίας, ο Φομά Γκριγκόριεβιτς, είναι ο ηλικιωμένος διάκος της εκκλησίας της Ντικάνκα και εμφανίζεται επίσης ως αφηγητής σε δύο άλλα διηγήματα της ίδιας συλλογής του Γκόγκολ, το Η μαγεμένη γη και το Η νύχτα του Άι-Γιάννη, όπου διακόπτει τον αφηγητή Ρούντι Πάνκο και διηγείται την ιστορία όπως την άκουσε από τον παππού του.[2] [3]

Υπόθεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η αφήγηση ξεκινά με τον αφηγητή Φομά Γκριγκόριεβιτς, να παραπονιέται για κάποιους που του ζητούν τρομακτικές ιστορίες και μετά τρέμουν κάτω από τα σκεπάσματα τους όλη τη νύχτα. Στη συνέχεια αφηγείται με χιούμορ την ιστορία για την περιπέτεια του παππού του στην Κόλαση.[4]

Κάποτε, όταν ο παππούς του ανέλαβε την αποστολή να παραδώσει ένα γράμμα στην Τσαρίνα (προφανώς την αυτοκράτειρα Ελισάβετ), αποχαιρέτησε τη γυναίκα του και τα παιδιά του και το επόμενο πρωί βρέθηκε στο Κόνοτοπ, όπου υπήρχε πανηγύρι. Με το γράμμα ραμμένο στο καπέλο του, ο παππούς συνάντησε έναν γλεντζέ Κοζάκο. Γρήγορα έγιναν φίλοι, σταμάτησαν στην πλησιέστερη ταβέρνα και άρχισαν να πίνουν ο ένας στην υγεία του άλλου ενώ στην παρέα προστέθηκαν κι άλλοι. Ο Κοζάκος, διασκεδάζοντας τους φίλους του με παράξενες ιστορίες όλο το βράδυ, τελικά αποκάλυψε ότι είχε πουλήσει την ψυχή του στον διάβολο και αυτή η νύχτα ήταν η ώρα του απολογισμού. Σύντομα οι άλλοι σύντροφοι αποκοιμήθηκαν αλλά ο παππούς υποσχέθηκε να μείνει ξύπνιος και να τον προσέχει κατά τη διάρκεια της νύχτας σαν αληθινός φίλος για να παραμείνει ασφαλής.[5]

Όπως μπορούσε, ο παππούς πάλεψε με τον ύπνο, αλλά τελικά αποκοιμήθηκε. Ξύπνησε αργά το πρωί και ο Κοζάκος ήταν άφαντος. Είχε εξαφανισθεί και το καπέλο του παππού με το γράμμα, καθώς από βραδύς οι δύο φίλοι είχαν ανταλλάξει τα καπέλα τους. Επιπλέον, έλειπε και το άλογό του, και εξηγεί ότι ο διάβολος, επειδή ήταν τόσο μακρύς ο δρόμος με τα πόδια πίσω για την Κόλαση, έκλεψε το άλογό του για να κάνει πιο γρήγορα το ταξίδι.

Ο παππούς ζήτησε βοήθεια και τελικά ο ταβερνιάρης του έδωσε οδηγίες πώς να βρει αυτά που έχασε. Μέσα στη νύχτα, ο παππούς πήρε το μονοπάτι στο δάσος που του υπέδειξε ο ταβερνιάρης. Ακολουθώντας τις οδηγίες, πέρασε μέσα από βράχους και αγκάθια, και σε ένα ξέφωτο βρήκε μια ομάδα «γουρουνοφόρων ανδρών» (διαβόλων) να κάθεται γύρω μια φωτιά. Ο παππούς τους είπε για την υπόθεσή του, τους έταξε χρήματα, κανείς δεν απαντούσε. Ακολούθησε μια τεράστια αναταραχή και ξαφνικά βρέθηκε σε μια μεγάλη συγκέντρωση παράξενων πλασμάτων με πρόσωπα σκυλιών, γουρουνιών και άλλα παρόμοια, ήταν στην κόλαση και καθόταν στο ίδιο τραπέζι με μάγισσες, τέρατα και διαβόλους.[6]

Μία από τις μάγισσες του είπε ότι μπορεί να πάρει πίσω το καπέλο του αν κερδίσει ένα από τρία παιχνίδια με χαρτιά, αν χάσει όμως, θα παραμείνει στην κόλαση. Στα δύο πρώτα παιχνίδια ο παππούς έχασε. Καθώς έπαιζε, κατάλαβε ότι η τράπουλα είναι μαγεμένη, γιατί κάθε χαρτί που κρατούσε, ανεξάρτητα από το πόσο καλό ήταν, γίνονταν άχρηστο όταν το πετούσε στο τραπέζι. Έξαλλος, και ξεχνώντας τον φόβο του, χτυπά τη γροθιά του στο τραπέζι, ξαφνιάζοντας την ομάδα, και κρυφά χωρίς να τον δουν έκανε το σημάδι του σταυρού στην τράπουλα, που έτσι έχασε τη μαγική της δύναμη και ο παππούς κέρδισε την τελευταία παρτίδα. Οι μάγισσες εξαφανίστηκαν σε μανία.

Ξαφνικά, το καπέλο βρέθηκε μπροστά του, αλλά απαίτησε και το άλογό του, έτσι του έδωσαν ένα δαιμονικό άλογο που τον έβγαλε από την κόλαση πηδώντας πάνω από τεράστιες χαράδρες και περιοχές που δεν μπορεί περιγράψει ποτέ σε κανέναν. Ξύπνησε στη στέγη μιας καλύβας αιμόφυρτος και τελικά κατάφερε να παραδώσει το γράμμα στην Τσαρίνα.

Μετά από αυτή την περιπέτεια, «ακριβώς κάθε χρόνο και ακριβώς την ίδια εποχή», η γυναίκα του καταλαμβάνονταν από μια ανεξέλεγκτη επιθυμία να χορεύει παρά τη θέλησή χωρίς κανείς να μπορεί να τη σταματήσει και κάθε λογής διαβολισμός γινόταν μέσα στο σπίτι.[7]

Μετάφραση στα ελληνικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Το διήγημα περιλαμβάνεται στη συλλογή Βραδιές στο μετόχι, μετάφραση: Ελένη Δ. Λογαρά, εκδόσεις Φρυδά, 2003[8]

Διασκευές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • 1945 - ταινία κινουμένων σχεδίων Το χαμένο γράμμα.[9]
  • 1972 - ταινία μεγάλου μήκους Το χαμένο γράμμα σε σκηνοθεσία Boris Ivchenko, ουκρανική ταινία σοβιετικής εποχής βασισμένη στην ιστορία του Γκόγκολ. [10] [11]


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]