Χοπ-Φρογκ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Χοπ-Φρογκ
Ο Χοπ-Φρογκ, η Τριπέτα, ο βασιλιάς και οι σύμβουλοί του, εικονογράφηση του Άρθουρ Γκράκχαμ (1935)
ΣυγγραφέαςΈντγκαρ Άλλαν Πόε
ΤίτλοςHop-Frog
ΓλώσσαΑγγλικά
Ημερομηνία δημοσίευσης1849
Μορφήδιήγημα
Δημοσιεύθηκε στοTales of the Grotesque and Arabesque
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Χοπ-Φρογκ (αγγλικός τίτλος:Hop-Frog) ή Σαλταπήδας[1] είναι διήγημα του Έντγκαρ Άλαν Πόε. Δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στις 17 Μαρτίου 1849 (το έτος θανάτου του συγγραφέα) στην εβδομαδιαία εφημερίδα της Βοστώνης The Flag of Our Union.[2]

Η πλοκή αναφέρεται σε ένα μακάβριο παιχνίδι που σκαρφίστηκε ο γελωτοποιός Χοπ-Φρογκ[3] για να εκδικηθεί τον βασιλιά του.[4]

Υπόθεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Χοπ-Φρογκ είναι ένας νάνος που τον απήγαγαν από την πατρίδα του μετά από στρατιωτική εκστρατεία και τον έστειλαν ως δώρο στον βασιλιά. Ο βασιλιάς, που αγαπά ιδιαίτερα τις φάρσες και άλλα αστεία, τον έκανε γελωτοποιό του και συχνά τον κακομεταχειρίζεται. Ο Χοπ-Φρογκ είναι επίσης κουτσός, αλλά εξαιρετικής δύναμης στα χέρια και πολύ επιδέξιος στην αναρρίχηση, οφείλει δε το όνομά του στον ιδιαίτερο πηδηχτό βηματισμό του. Το μόνο πρόσωπο με το οποίο συνδέεται φιλικά είναι μια όμορφη κοπέλα, νάνος επίσης, η Τριπέτα, την οποία επίσης απήγαγαν από τη χώρα της.

Μια μέρα, ο βασιλιάς τον καλεί για να του ζητήσει μια ιδέα για τον χορό μεταμφιεσμένων που διοργανώνει. Ο βασιλιάς γνωρίζει ότι ο γελωτοποιός του αντιδρά πολύ άσχημα στο αλκοόλ, ωστόσο τον αναγκάζει να πιει κρασί για να τον κοροϊδέψει. Η Τριπέτα επεμβαίνει για λογαριασμό του φίλου της και ο βασιλιάς τη χτυπά και της ρίχνει το κύπελλο του κρασιού του στο πρόσωπο, προς μεγάλη διασκέδαση των επτά βασιλικών συμβούλων.[5]

Η εκδίκηση του Χοπ-Φρογκ, εικονογράφηση του 1898

Ο Χοπ-Φρογκ, κρύβοντας τον θυμό του, προτείνει στον βασιλιά και τους συμβούλους να ντυθούν για τον χορό ουρακοτάγκοι αλυσοδεμένοι μεταξύ τους. Ο βασιλιάς, που του αρέσει η ιδέα να τρομάξει τους άλλους καλεσμένους, συμφωνεί με ενθουσιασμό. Οι στολές θα είναι στενά πουκάμισα και παντελόνια αλειμμένα με πίσσα και βαμπάκι. Το βράδυ του χορού, ο βασιλιάς και οι σύμβουλοί του εμφανίζονται τα μεσάνυχτα με τα κοστούμια τους και όλοι μαζί αλυσοδεμένοι, προς μεγάλη φρίκη όλων των καλεσμένων.

Μετά τον αρχικό φόβο, οι καλεσμένοι κατάλαβαν ότι επρόκειτο για αστείο και άρχισαν να διασκεδάζουν, ενώ ο βασιλιάς χάρηκε για την επιτυχία της έξυπνης ιδέας. Μέσα στο χάος, ο γελωτοποιός συνδέει την αλυσίδα του πολυελαίου στις αλυσίδες των οκτώ ανδρών, οι οποίοι στη συνέχεια ανυψώνονται και αιωρούνται πολύ πάνω από το έδαφος (από την Τριπέτα που ήταν υπεύθυνη της διακόσμησης και μάλλον χρησιμοποιεί ένα σύστημα βαρούλκου). Ο γελωτοποιός σκαρφαλώνει στους οκτώ αιωρούμενους άντρες και τους πλησιάζει με έναν πυρσό με το πρόσχημα να τους αναγνωρίσει. Βάζει φωτιά στις εύφλεκτες στολές τους και σύντομα και οι οκτώ καίγονται ζωντανοί και οι κραυγές τους αναμειγνύονται με αυτές των καλεσμένων που τους κοιτάζουν από κάτω, τρομοκρατημένοι και ανήμποροι να τους παράσχουν την παραμικρή βοήθεια.

Ο γελωτοποιός, ανακοινώνοντας ότι αυτό ήταν το τελευταίο αστείο του, δραπετεύει από τον φεγγίτη της οροφής και εξαφανίζεται για πάντα μαζί με την Τριπέτα.[6]

Σχόλια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Χορός των καιόμενων αναφέρεται στα Χρονικά του Ζαν Φρουασάρ. Εικονογραφημένο χειρόγραφο περίπου 1475
  • Ο Πόε πιθανόν εμπνεύστηκε την ιστορία από ένα ατύχημα σε χορό που συνέβη στην αυλή του Καρόλου ΣΤ' της Γαλλίας τον Ιανουάριο του 1393. Μετά από πρόταση ενός Νορμανδού αρχιπλοίαρχου, ο βασιλιάς και πέντε άλλοι θα έδιναν μια χορευτική παράσταση ντυμένοι «άγριοι» φορώντας εύφλεκτα κοστούμια φτιαγμένα από λινό ύφασμα εμποτισμένο με ρητίνη και από πάνω πούπουλα. Μάσκες από τα ίδια υλικά κάλυπταν τα πρόσωπα των χορευτών και έκρυβαν την ταυτότητά τους από το κοινό. Όταν ο αδελφός του βασιλιά Λουδοβίκος κρατώντας μια δάδα πλησίασε κατά λάθος στη σκηνή όπου δινόταν η παράσταση, η φωτιά εξαπλώθηκε γρήγορα στους μεταμφιεσμένους, τέσσερις από τους οποίους πέθαναν από τα εγκαύματα, ο βασιλιάς σώθηκε μόνο χάρη στην έγκαιρη επέμβαση της Γαλλίδας αρχόντισσας Ιωάννας Β΄ της Ωβέρνης που τον προστάτευσε από τις φλόγες κάτω από τις πτυχές του φορέματός της.[7]
  • Το διήγημα θεωρείται ότι αντιπροσωπεύει την προσπάθεια του Πόε για λογοτεχνική εκδίκηση εναντίον της ποιήτριας Ελίζαμπεθ Έλετ και άλλων μελών λογοτεχνικών κύκλων της Νέας Υόρκης που διέδιδαν φήμες και υποκίνησαν σκάνδαλο για υποτιθέμενες ανάρμοστες πράξεις του συγγραφέα. [8]
  • Το διήγημα συμπεριλαμβάνεται στις ιστορίες εκδίκησης του Πόε, μαζί με το Το βαρέλι του Αμοντιλάδο. Όπως και στο τελευταίο, ο δολοφόνος δραπετεύει χωρίς να τιμωρηθεί για το αποτρόπαιο έγκλημά του.

Μεταφράσεις στα ελληνικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Χοπ-Φρογκ, μετάφραση: Νικόλαος Σπανδώνης, εκδόσεις Νίκας, 2018 [9]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Έντγκαρ Άλλαν Πόε - Χοπ Φρωγκ - Ηχητικό βιβλίο

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]