Κουβεντιάζοντας με μια μούμια

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Κουβεντιάζοντας με μια μούμια
ΣυγγραφέαςΈντγκαρ Άλλαν Πόε
ΤίτλοςSome words with a Mummy
ΓλώσσαΑμερικανικά αγγλικά
Ημερομηνία δημοσίευσης1845
Μορφήδιήγημα
Δημοσιεύθηκε στοThe American Review: A Whig Journal

Κουβεντιάζοντας με μια μούμια (πρωτότυπος τίτλος:Some Words with a Mummy) είναι σατιρικό διήγημα του Αμερικανού συγγραφέα Έντγκαρ Άλαν Πόε, που δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο περιοδικό της Νέας Υόρκης The American Review τον Απρίλιο του 1845.[1]

Μια ομάδα φίλων πειραματίζεται σε μια μούμια. Η μούμια ξυπνά και εξηγεί στους δύσπιστους ακροατές ότι η ταρίχευση περιλαμβάνει μόνο την αναστολή ζωτικών δραστηριοτήτων και όχι τον θάνατο. Στη συνέχεια, αναπτύσσεται διάλογος και σύγκριση των δύο διαφορετικών πολιτισμών: του αρχαίου αιγυπτιακού και του σύγχρονου αμερικανικού.[2]

Όλο το διήγημα θα μπορούσε κάλλιστα να είναι το μεθυσμένο όνειρο του αφηγητή, γιατί αρχίζει όταν είναι μεθυσμένος, έχει πονοκέφαλο και νυστάζει και τελειώνει όταν ξυπνάει.[3]

Υπόθεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο ανώνυμος πρωτοπρόσωπος αφηγητής, μετά από μια συνεστίαση της προηγούμενης βραδιάς που αναφέρει ότι «είχε πέσει λίγο βαριά για τα νεύρα μου», αποφάσισε να κοιμηθεί νωρίς μετά από ένα λιτό δείπνο, που στην πραγματικότητα είναι ιδιαίτερα βαρύ, έφαγε υπερβολική ποσότητα τυριού που συνοδεύονταν από πέντε μπουκάλια μπύρα. Αλλά τον ξυπνάει το κουδούνι της πόρτας. Έχει φθάσει ένα μήνυμα από τον φίλο του δρ. Πόνονερ, [4] γράφει ότι έλαβε τελικά την άδεια να εξετάσει μια αιγυπτιακή μούμια και τον προσκαλεί στο σπίτι του για να παραστεί, μαζί με μια επιλεγμένη ομάδα φίλων, στην αφαίρεση των επιδέσμων.[5] Όταν ανοίγουν την πρώτη σαρκοφάγο ανακαλύπτουν το όνομα της μούμιας γραμμένο με ιερογλυφικά: Ολεμιστέικο (=Όλα είναι λάθος). Η δεύτερη και η τρίτη σαρκοφάγος αφαιρούνται και εκτίθεται το σώμα το οποίο, προς έκπληξη όλων των παρευρισκομένων, δεν είναι τυλιγμένο σε επίδεσμους ή λινές ζώνες αλλά σε ένα είδος θήκης από πάπυρο καλυμμένης με ένα στρώμα επιχρυσωμένου και ζωγραφισμένου υλικού. Αποκαλύπτουν ότι πρόκειται για μια πολύ ιδιαίτερη μούμια: μουμιοποιήθηκε χωρίς να αφαιρεθούν πρώτα τα εντόσθια ή ο εγκέφαλος της, στην πραγματικότητα βρέθηκε σε κατάσταση ταριχευμένου-ζωντανού.

Εξέταση μούμιας - ιέρειας του Άμμωνα, Πολ Φιλιποτό (1890)

Η μούμια αντιμετωπίζεται πειραματικά με ηλεκτροσόκ - και ζωντανεύει. Χαιρετάει με χειραψία τους συγκεντρωμένους επιστήμονες – ο δρ. Πόνονερ, ο αρχαιολόγος Σιλκ Μπάκινχαμ, ο αιγυπτιολόγος Γκλίντον, ο αφηγητής και μερικοί που παραμένουν ανώνυμοι - τον ντύνουν με κατάλληλα ρούχα και όλοι κάθονται κοντά στο τζάκι πίνοντας κρασί και καπνίζοντας πούρα, επικοινωνούν με τη μούμια στα αρχαία αιγυπτιακά. Ο Ολεμιστέικο, που τον προσφωνούν «κόμη», τους εξηγεί ότι στην αρχαία Αίγυπτο οι άνθρωποι ζούσαν για πάνω από χίλια χρόνια και κατά διαστήματα μπορούσαν να ταριχευτούν και να ξαναζήσουν εκατοντάδες χρόνια αργότερα.

Στη συζήτηση, οι παρευρισκόμενοι εντυπωσιάζονται από τις γνώσεις του για τη θρησκεία, γνώριζε ακόμη και για τη δημιουργία του σύμπαντος. Στη συνέχεια, οι επιστήμονες προσπαθούν να επιβεβαιώσουν την ανωτερότητα του πολιτισμού της εποχής τους σε σχέση με τον πολιτισμό των αρχαίων Αιγυπτίων, αλλά χωρίς αποτέλεσμα, ο Ολεμιστέικο διαψεύδει όλες τις θέσεις τους: Ακόμη και πριν από 5000 χρόνια, μπορούσαν να υπολογίσουν τις ουράνιες εκλείψεις, να αξιοποιήσουν τη δύναμη του ατμού, να κατασκευάσουν μεγαλύτερα και πιο επιβλητικά κτίρια από το Καπιτώλιο και πιο ανθεκτικούς δρόμους από τον σιδηρόδρομο, η μόδα δεν ήταν σε καμία περίπτωση οπισθοδρομική, ναι, ακόμη και το πολιτικό σύστημα των Ηνωμένων Πολιτειών είχε ήδη εφαρμοσθεί στην Αίγυπτο: και εκεί, 13 επαρχίες είχαν ενωθεί, είχαν αποκτήσει σύνταγμα, ενώθηκαν με άλλες 20, αλλά όλα είχαν καταλήξει σε τρομερό δεσποτισμό, και το όνομα του Δεσπότη ήταν Όχλος. Μόνο όταν ο δρ. Πόνορερ αναφέρει τις παστίλιες που δημιούργησε, η μούμια παραδέχεται ότι δεν υπήρχε τίποτα τόσο σπουδαίο στην αρχαία Αίγυπτο.

Ο αφηγητής επιστρέφει στο σπίτι και στο κρεβάτι του (ή ονειρεύεται ότι επέστρεψε). Ξυπνώντας το πρωί, καταγράφει όσα βίωσε και αποφασίζει ότι δεν είναι ευχαριστημένος με τη ζωή του και τις συνθήκες που τον περιβάλλουν, γι' αυτό αποφασίζει να πάει να δει τον δρ Πόνονερ για να ταριχευτεί για 200 χρόνια, καθώς θέλει να μάθει ποιος θα είναι Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών το 2045 (ακριβώς 200 χρόνια μετά τη συγγραφή της ιστορίας).[6]

Θέματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στο σατιρικό αυτό διήγημα, ο Πόε σατιρίζει τον θετικισμό της εποχής του και τις υποτιθέμενες τεχνολογικές, πολιτικές και επιστημονικές προόδους της σύγχρονης κοινωνίας. [7]Οι ερασιτέχνες Αιγυπτιολόγοι επιβεβαιώνουν την αλαζονεία τους με την άγνοια, την έλλειψη μεθοδολογίας και τη ροπή τους στην κατανάλωση αλκοόλ. Διακωμωδεί επίσης το μεγάλο ενδιαφέρον για την Αιγυπτιολογία και τις μούμιες κατά την περίοδο που γράφτηκε το διήγημα. [8]

Ο Τζέιμς Σιλκ Μπάκιγχαμ [9]ήταν ένας Βρετανός ταξιδιωτικός συγγραφέας και σύγχρονος του Πόε, όπως και ο Αμερικανός αιγυπτιολόγος Τζορτζ Γκλίντον.[10]

Μεταφράσεις στα ελληνικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Κουβεντολόι με μια μούμια, σε συλλογή διηγημάτων του Πόε, μετάφραση: Γιάννης Ευαγγελίδης, εκδόσεις Γράμματα, 1982
  • Κουβεντιάζοντας με μια μούμια, μετάφραση: Κώστας Μηλτιάδης, εκδόσεις Κοροντζής, 2005. [11]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]