Ομπλός

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 38°10′N 21°49′E / 38.167°N 21.817°E / 38.167; 21.817

Ομπλός
Χάρτης
Ύψος926 μέτρα
ΧώρεςΕλλάδα
Η Ζωητάδα του Ομπλού, όπως φαίνεται από την περιοχή της Κρήνης Πάτρών.

Ο Ομπλός είναι βουνό της Αχαΐας, νοτιοανατολικά της πόλης της Πάτρας, με υψόμετρο στα 860 μέτρα περίπου[1][2]. Είναι τμήμα ενός σύνολου/συμπλέγματος χαμηλών βουνών που αποτελούν προέκταση του Παναχαϊκού όρους στα δυτικά και νοτιοδυτικά του και διαχωρίζονται από τον κύριο όγκο του από τον ποταμό Γλαύκο.

Στις παρυφές του βρίσκονται τα χωριά Κρήνη, Σαραβάλι και Κεφαλόβρυσο, που παράλληλα αποτελούν προάστια της Πάτρας, ενώ στην νοτιοδυτική προέκταση του βουνού βρίσκεται το ορεινό χωριό Κρυσταλλόβρυση.

Από τον Ομπλό πηγάζουν: ο χείμαρρος Ξεροπόταμος, που αποτελεί παραπόταμο του Γλαύκου και εκβάλλει σε αυτόν ανάμεσα στον Άγιο Στέφανο Σαραβαλίου και την Περιβόλα Πάτρας, και ο χείμαρρος Παναγίτσα, που εκβάλλει στον Πατραϊκό κόλπο στην περιοχή της Παραλίας Πατρών.

Ο Ομπλός φημίζεται για την εξαιρετική θέα που προσφέρει αλλά και ως πόλος έλξης για πτήσεις με αλεξίπτωτο πλαγιάς (παραπέντε).

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στο βουνό βρίσκεται η ιστορική Μονή Ομπλού που χτίστηκε στα τέλη του 12ου αιώνα και συγκεκριμένα το 1189, ενώ πριν στην θέση εκείνη υπήρχε ένα εκκλησάκι.

Στην Ζωητάδα του Ομπλού και κοντά στην μονή βρίσκεται το Σιδηρόκαστρο, ένα κτίσμα των Φράγκων του Πριγκιπάτου Αχαΐας που χρησίμευε στην άμυνα της Πάτρας. Από το κάστρο σήμερα υπάρχουν ελάχιστα λείψανα σε δύσβατο σημείο στη κορυφή απρόσιτου λόφου και σε τοποθεσία που διατηρεί την ονομασία Σιδηρόκαστρο. Πρώτη φορά αναφέρεται σε κατάλογο κάστρων της Αχαΐας το 1364. Άγνωστη είναι και η ιστορία του παρόλο που βρισκόταν σε στρατηγικό σημείο και δίπλα στον παλιό αμαξιτό δρόμο προς Καλάβρυτα, τον δρόμο της Μακελαριάς όπως λεγόταν. Πιστεύεται ότι η σημερινή σιδερένια πύλη της μονής Ομπλού ήταν η πύλη του κάστρου.

Τοπωνύμιο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά τον ιστορικό Στέφανο Θωμόπουλο το εκκλησάκι που υπήρχε στην θέση που είναι η μονή, είχε κατασκευαστεί Αρβανίτες και ονομαζόταν «Ομπλίτ Παναγιά Κουκούρ», δηλαδή η «Γλυκιά Παναγιά του βουνού του Κούκου». Η λέξη Κουκούρ στην αρβανιτική διάλεκτο, αποδίδεται στην λέξη κούκος, από την οποία μάλιστα ονομαζόταν το βουνό, πριν την επικράτηση της ονομασίας Ομπλός.

Σε έγγραφο του Μεγάλου Σπηλαίου σημειώνεται πως το όνομα προέρχεται από το «Οπλούς καί χυδαιότερον Ομπλούς», δηλαδή από τη λέξη όπλο[3].

Άλλοι ιστορικοί και φιλόλογοι υποστήριξαν ότι μπορεί να προέρχεται από το «ομαλός» ή «Ομυαλός», συνηθισμένο τοπωνύμιο στην Ήπειρο για εδάφη με κατολισθήσεις.

Άλλη άποψη, τέλος, για την ονομασία ήταν πως έχει σχέση με τον πηλό, το μπηλό, «μπλός» στην Ήπειρο και «μπήλια» στη Ρόδο. Στην έρευνα του ονόματος συνέβαλε σημαντικά ο καθηγητής Ανδριώτης που, σε άρθρο του το 1972 στο επιστημονικό περιοδικό Ελληνικά, υποστήριξε πως στη λέξη οπλή (το νύχι του ζώου ή ανθρώπου, ίχνος ποδαριού, το μονοπάτι, όπως και στην Κύπρον «ομπλή») βρίσκεται πιθανώς η ρίζα της ονομασίας Ομπλός. Εξού και το όνομα έχει σχέση με μονοπάτι σε δασώδη έκταση, πέρασμα ζώων και ανθρώπων[2].

Στο Χρονικό του Μορέως επίσης υπάρχει η φράση «Σ’ το παραπόταμον το αλφαιος, εις τόν Ομπλόν τό λέγουν».

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]