Αλωπεκίς

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η Αλωπεκίς είναι μία αρχαία Ελληνική φυλή σκύλου. Η ονομασία της σημαίνει «μικρή αλεπού» ή «αλεποειδής». Αναφέρεται στα κείμενα αρχαίων Ελλήνων κλασσικών συγγραφέων (Αριστοτέλης, Ξενοφών, Αριστοφάνης κ.α.) και απεικονίζεται σε πολλά αρχαιολογικά ευρήματα όπως αγγεία, ανάγλυφα, επιτύμβια αναθήματα κλπ. 

Αλωπεκίς

Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Ζώα (Animalia)
Συνομοταξία: Χορδωτά (Chordata)
Ομοταξία: Θηλαστικά (Mammalia)
Οικογένεια: Κύνιδες

Ιστορικά στοιχεία – καταγωγή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η αρχαιότερη απεικόνιση προέρχεται από τη μεταπαλαιολιθική / νεολιθική εποχή (3000 π.Χ. Νεολιθική Ελλάδα). Πρόκειται για εγχάρακτο πίθο από τη Θεσσαλία που φέρει σκαρίφημα με τη χαρακτηριστική σιλουέτα της Αλωπεκίδος και βρίσκεται στο αρχαιολογικό μουσείο της Αθήνας. Το εύρημα αυτό τοποθετεί τη φυλή στην ίδια ιστορική περίοδο και γεωγραφική περιοχή με τους Πελασγούς. Πρόκειται για την αρχαιότερη απεικόνιση σκύλου στον ελλαδικό χώρο. Παρόμοιο εύρημα βρέθηκε και στο Ασκηταριό Ραφήνας [1] και χρονολογείται από την Πρώιμη Εποχή του Χαλκού (2500-2100 π.Χ.).

Η εξημέρωση του σκύλου στον Ελλαδικό χώρο χρονολογείται, από τα μέχρι στιγμής ευρήματα, ήδη πριν την Προκεραμική νεολιθική εποχή, δηλαδή 7 χιλιάδες χρόνια προ Χριστού. Οστά σκύλων που είναι παρόμοια με τα ευρήματα των «σκύλων της τύρφης» (επί λέξει από το λατινικό palustris: του έλους) της Κεντρικής Ευρώπης (Canis familiaris palustris,[2]) έχουν βρεθεί στα παλαιότερα στρώματα των νεολιθικών οικισμών στους Σιταγρούς και το Σέσκλο (Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού, Εποχή του Λίθου). Το γεγονός ότι αυτοί οι ελλαδικοί οικισμοί και τα ευρήματα είναι κατά πολύ παλαιότεροι των αντίστοιχων κεντροευρωπαϊκών[3]), επιτρέπει τη λογική υπόθεση ότι ο πρόγονος των Ευρωπαϊκών Σπιτς πρωτοεμφανίστηκε στην Ελλάδα. Επομένως η Αλωπεκίς θέτει σοβαρή υποψηφιότητα ως μία από τις αρχαιότερες φυλές, αν όχι ο αρχαιότερος τύπος σκύλου της Ευρώπης. Κάτι που θα ήταν πολύ ενδιαφέρον να μελετηθεί εργαστηριακά με σύγκριση DNA από τα νεολιθικά οστά και σημερινούς σκύλους.

Μία άλλη ονομασία που χρησιμοποιούνταν για τη φυλή στην αρχαία εποχή ήταν Κυναλώπηξ (οι αρχαίοι πίστευαν ότι οι Αλωπεκίδες προέρχονταν από διασταύρωση σκύλου με αλεπού). Μεταγενέστερες λαϊκές παραδοσιακές τοπικές ονομασίες που έχουν αναφερθεί στη νεότερη εποχή είναι Αλεπουδίτσα, Βενετάκι (Κρήτη), Ζαχαρόσκυλο (Σκιάθος), Μορόπα (Κρήτη), Μπόμπης, Μπουμπούδι (Σέρρες), κ.α. 

Αλωπεκίς μητέρα με κουτάβια (Σέρρες).

Κατάταξη τύπου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κυνολογικά, σύμφωνα με την πλέον ευρείας αποδοχής ταξινόμηση (της Διεθνούς Κυνολογικής Ομοσπονδίας), οι Αλωπεκίδες, βάσει φαινοτύπου, κατατάσσονται στους πρωτόγονους σκύλους: έχουν όρθια αυτιά, σφηνοειδές σχήμα κεφαλής, κανονική οδοντοστοιχία και μεσόμορφη, συμμετρική κατασκευή - σωματότυπο, με ουρά που σχηματίζει τόξο ή ημικύκλιο. Τα τυπικά άτομα δεν εμφανίζουν φαινόμενα νανισμού. Το σώμα τους είναι εύρωστο και τα σκέλη τους δεν είναι οστεοχονδροδυσπλαστικά, ούτε εμφανώς επιβραχυμένα (και οι επίκτητες ραιβοποδίες είναι ανεπιθύμητο χαρακτηριστικό). Οι αναλογίες της φυλής υποδεικνύουν ένα μοντέλο προοδευτικής μείωσης μεγέθους μέσω εξέλιξης, προσαρμογής και επιλογής από τον άνθρωπο.[4] Η μορφολογία τους υποδεικνύει ένα φυσικό – αρχαϊκό τύπο σκύλου, προγονικό/αρχετυπικό των μεταγενέστερων κεντροευρωπαϊκών σπιτζ και τεριέ (φωλεοδυτών) μικρού-μεσαίου μεγέθους. Ο σκύλος της Πομερανίας που αναφέρεται ως καταγόμενος από σκύλους της αρχαίας Δαλματίας - Ιλλυρίας και της νήσου Μελίτης (Mljet / Μλιετ) στην Αδριατική,[5] η οποία ήταν ελληνική μέχρι τον 12ο αιώνα, είναι κατά πάσα πιθανότητα απόγονος Αλωπεκίδων και Μελιταίων Κυνιδίων. Η κυνηγετική ικανότητα των Αλωπεκίδων είναι επιπλέον ένδειξη συγγένειας με τα μικρόσωμα πρωτόγονα σκυλιά αυτής της κατηγορίας [πέμπτη ομάδα, Σπιτς & Πρωτόγονοι Σκύλοι, υποομάδα έκτη, Πρωτόγονου τύπου, στην κατάταξη της Διεθνούς Κυνολογικής Ομοσπονδίας (Δ.Κ.Ο)], τα οποία καλλιεργήθηκαν σε άλλες μεσογειακές περιοχές μετά την άνθηση των ελληνικών αποικιών (Δεύτερος ελληνικός αποικισμός) στη νότια Ιταλία, τη Σικελία, τη Μάλτα, την Κυρηναϊκή, την Κορσική, την Ιβηρική Χερσόνησο και τις Βαλεαρίδες νήσους [η ονομασία του μικρόσωμου coniller de menorca ή Ca de conills, που καλλιεργήθηκε στις Βαλεαρίδες, τις οποίες οι αρχαίοι Έλληνες ονόμαζαν Γυμνήσιες & Πιτυούσες (πευκώδεις) νήσους, προερχόμενη από την ελληνική λέξη κόνικλος (κουνέλι), είναι ενδεικτική], προφανώς και με τη συμβολή μεγαλύτερων σε μέγεθος σκύλων δίωξης σαν τον Κρητικό Λαγωνικό,[6] όπως υποδηλώνεται και από την παρουσία στην Κρήτη ενός μικρόσωμου Αλωπεκοειδούς λαγοθήρα-σκύλου γενικής χρησιμότητας που στη νεότερη εποχή ονομάζεται Βενετάκι [7] (πιθανότατα από τον λατινικό όρο venaticus = κυνηγετικός, δεδομένης της Ενετικής κατοχής του νησιού από το 1212 μέχρι το 1669 και στα αρχαία χρόνια ίσως ταυτιζόταν με το είδος σκύλου που αποκαλούνταν Κυναμολγός κύων.[8]

Κυνολογικά στοιχεία και συγγένειες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Αλωπεκίδες αποτελούν ένα τύπο σκύλου που ανάγεται στην προ ειδίκευσης εποχή, αφού συνδυάζουν άριστα την κυνηγετική με την ποιμενική ικανότητα και άλλα πρωτόγονα χαρακτηριστικά διάπλασης και συμπεριφοράς. Η αναφορά του ΚτησίαΠολυδεύκους... ό.π. στις Κυναμολγούς κύνες είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα επειδή αφορά σκύλους που συμβίωναν με κοπάδια βοοειδών, θήλαζαν μάλιστα από τις γαλατοτροφούσες αγελάδες και αντιμετώπιζαν ταύρους. Πιθανόν απόγονοι αυτών των σκύλων που μεταφέρθηκαν στη Βόρεια Ευρώπη από τους Έλληνες, τους Ρωμαίους, τους Κέλτες και αργότερα τους Ρομά (σύμφωνα με λαϊκές παραδόσεις) να συντέλεσαν στη μορφοποίηση φυλών όπως τα Ουαλλικά Κόργκι και τα Λάνκασάιρ Χήλερ. Υπάρχουν αναφορές ότι τους προγόνους των τελευταίων μετέφεραν στη Βρετανία οι Ρομά και Ιρλανδικοί μετακινούμενοι πληθυσμοί από τη Μεσόγειο. (Η αναφορά αυτή εξηγεί πιθανόν και τη μεγάλη ομοιότητα μεταξύ των Ιρλαδικών Ιχνηλατών Kerry Beagle, οι οποίοι στην παράδοση αναφέρεται αόριστα ότι έχουν νότια καταγωγή, με τους Ελληνικούς Ιχνηλάτες). Το γεγονός ότι αυτές οι μικρόσωμες βρετανικές ποιμενικές φυλές είναι οι μόνες, εκτός των Αλωπεκίδων, σημερινές μικρόσωμες φυλές σκύλου στην Ευρώπη, που ειδικεύονται στη συνοδεία και καθοδήγηση βοοειδών (οι ποιμενικοί βοοειδών είναι στη συντριπτική πλειοψηφία τους μεγαλόσωμοι σκύλοι μολοσσοειδούς τύπου), είναι αξιοσημείωτο και ίσως αποτελεί ακόμα μία ένδειξη, επιπλέον των κάποιων παρόμοιων φαινοτυπικών χαρακτηριστικών, μακρινής συγγένειας και κοινής μεταξύ τους, αρχαίας γενετικής προσαρμογής του ποιμενικού ενστίκτου, πού πιθανόν ξεκίνησε στην ανατολική Κρήτη (όπου υπήρχαν ελώδεις βιότοποι κατάλληλοι για την ανάπτυξη του νεροβούβαλου), δεδομένης της ιδιαίτερης λατρευτικής σημασίας του βοός στην αρχαία ιστορία του νησιού. Η αναφορά του Κτησία δημιουργεί το εύλογο ερώτημα αν συμπεριλαμβάνονταν, τρόπον τινά, και τέτοιοι σκύλοι στα Ταυροκαθάψια ή στις προπονήσεις που προηγούνταν, για τον έλεγχο ταύρων που ίσως παρουσίαζαν ιδιαίτερη επιθετικότητα κατά τη διάρκεια των αγωνισμάτων. (Ο συσχετισμός αυτός τονίζει ακόμα περισσότερο την πιθανότατη γενετική αλληλεπίδραση μεταξύ Αλωπεκίδων και Κρητικών Λαγωνικών στα αρχαία χρόνια). Σύμφωνα με μια πολύ ενδιαφέρουσα αναφορά που κατέγραψε η Ελληνική Εταιρεία Προστασίας και Διάσωσης των Αυτοχθόνων Φυλών (Αγροτικών και Οικόσιτων) Κατοικιδίων Ζώων «Αμάλθεια», υπάρχει ή υπήρχε μέχρι πολύ πρόσφατα ένας πληθυσμός Αλωπεκίδων που συνόδευε κοπάδια νεροβούβαλων στη Β. Ελλάδα. Μία από τις περιοχές όπου ακόμη συγκατοικούν πληθυσμοί Αλωπεκίδων και ελληνικών νεροβούβαλων από την αρχαία εποχή (οι βούβαλοι μεταφέθηκαν στην Ελλάδα από την Ασία την εποχή των Περσικών Πολέμων, τον 5ο αι. π.Χ.[9] είναι οι Σέρρες. Συνεχίζεται δε μέχρι τις μέρες μας η παρουσία της φυλής σε κοπάδια βοοειδών, αλλά και αιγοπροβάτων σε διάφορες άλλες περιοχές της Ελλάδας.

Παραδοσιακός ρόλος και ιδιότητες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πληθυσμοί Αλωπεκίδων υπήρχαν μέχρι πρόσφατα σε όλη την Ελλάδα και μία ακόμα από τις παραδοσιακές τους χρήσεις ήταν η εξόντωση επιβλαβών τρωκτικών όπως αρουραίων και ποντικών, καθώς και η προστασία οικόσιτων πουλερικών από αλεπούδες και κουνάβια. Με το μικρό τους μέγεθος οι Αλωπεκίδες άνετα φωλιάζουν μαζί τις κότες και τις πάπιες στο κοτέτσι της αυλής και συνεργάζονται άριστα επίσης με τα πιο μεγαλόσωμα τσοπανόσκυλα στο αγρόκτημα και στο μαντρί. Η φυλή είναι εξαιρετικός φύλακας με ιδιαίτερη γενναιότητα και δύναμη παρά το μικρό της μέγεθος. Πριν να αρχίσει η μαζική εισαγωγή ξένων φυλών στην Ελλάδα, στα τέλη της δεκαετίας του 1970 – αρχές της δεκαετίας του 1980, οι μικρόσωμες φυλές που επικρατούσαν στις αστικές και τις αγροτικές περιοχές ήταν οι Αλωπεκίδες και τα Μελιταία Κυνίδια [10] ή Κοκόνια[11]

κουτάβια Αλωπεκιδών στις Σέρρες.

Η Αλωπεκίδα σήμερα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Προβλήματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αυτή η χαρισματική, πολυτάλαντη και αξιοθαύμαστη φυλή με την αρχαιότατη ιστορία, που αποτελεί ζωντανό κυνολογικό μνημείο εξέλιξης των ευρωπαϊκών φυλών και πολύτιμη πολιτιστική κληρονομιά, εκπροσωπεί ένα πολύ ιδιαίτερο πληθυσμό σκύλων με αξιοσημείωτη υγεία και ξεχωριστή γενετική σύσταση. Στη σύγχρονη εποχή όμως, η έλλειψη, μέχρι σχετικά πρόσφατα, Κυνολογικού οργανισμού καταγραφής των αυτόχθονων φυλών της Ελλάδας, η αδιαφορία των θεσμών, η αστυφιλία και η μείωση της γεωργίας και κτηνοτροφίας, η αθρόα εισαγωγή ξένων μικρόσωμων φυλών και η επακόλουθη μιγαδοποίηση των εντόπιων, αλλά και η μετατόπιση των προτιμήσεων του κοινού σε ξένες φυλές συντροφιάς, τα γεωργικά δηλητήρια, οι «φόλες», τα γεωργικά ατυχήματα, ίσως σε κάποιο βαθμό η επιδημική εξάπλωση της λεϊσμανίασης (αν και δεν έχουμε στοιχεία για ευπάθεια των Αλωπεκίδων στη νόσο, οι ημιδεσποζόμενοι / αγροτικοί πληθυσμοί σκύλων που ζουν στο ύπαιθρο εκτίθενται περισσότερο σε αυτήν), η ραγδαία αύξηση των αδέσποτων και η επακόλουθη εκστρατεία στειρώσεων χωρίς διάκριση, σε συνδυασμό με τον φυσικά μικρό αριθμό κουταβιών ανά γέννα, λόγω μεγέθους του σκύλου, το γεγονός ότι οι θηλυκές Αλωπεκίδες έμφανίζουν οίστρο μόνο μια φορά το χρόνο, καθώς και η παραδοσιακή συνήθεια κάποιων κτηνοτρόφων να μην παρέχουν κτηνιατρική φροντίδα και εμβολιασμούς στους σκύλους τους, και τέλος η χαμηλή πυκνότητα του πληθυσμού σε εκτεταμένες αγροτικές περιοχές, με αποτέλεσμα την έλλειψη διαθέσιμων συντρόφων για αναπαραγωγή ή τη μιγαδοποίηση με οποιοδήποτε διαθέσιμο σκύλο άλλης φυλής ή ημίαιμο, είναι τα αίτια που απειλούν την επιβίωση των Αλωπεκίδων. Μια ομάδα επιστημόνων (κτηνιάτρων) με επικεφαλής τον δόκτορα Σπύρο Χλειουνάκη παρακολουθεί και καταγράφει την παρουσία της φυλής σε μια συγκεκριμένη περιοχή της Β. Ελλάδας από το 2005. Με την ανακοίνωση της μελέτης τους τον Φεβρουάριο του 2013 έκρουσαν τον κώδωνα του κινδύνου για τον κίνδυνο εξάλειψης που απειλεί τις τελευταίες γνήσιες Αλωπεκίδες οι οποίες έχουν απομείνει στην ελληνική ύπαιθρο. 

Προσπάθεια ανασυγκρότησης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Συγχρόνως, μία μικρά ομάδα κυνοφίλων η οποία παρακολουθεί τις ελληνικές μικρόσωμες φυλές σκύλων από τη δεκαετία του 1970 - 1980 και κατόρθωσε, το 2004, να αναγνωριστεί από τον Κυνολογικό Όμιλο Ελλάδος η πρώτη από αυτές ως Κοκόνι [1] Αρχειοθετήθηκε 2013-12-03 στο Wayback Machine., σε συνεργασία με την Αμάλθεια [2], προσπαθεί να ευαισθητοποιήσει και να ενημερώσει το κοινό για τη ύπαρξη των Αλωπεκίδων και για τους κινδύνους που τις απειλούν. Τα αμέσως επόμενα χρόνια θα είναι κρίσιμα για την επιβίωση αυτής της ιστορικής φυλής σκύλου.

Φυσικά χαρακτηριστικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σπάνιο δείγμα με συρματοειδές τρίχωμα, ενώ συνόδευε κοπάδι βοοειδών στη Θεσσαλία.

Τρίχωμα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η φυλή συναντάται σε τρεις τύπους μανδύα (όλοι απαραιτήτως με υπομανδύα): α) κοντό, σκληρό και λείο τρίχωμα, β) ημίμακρο, φουντωτό, τραχύ τρίχωμα και γ) ημίμακρο, σκληρό, συρματοειδές τρίχωμα. Το τρίχωμα ποτέ δεν πρέπει να είναι λεπτό, αραιό, μαλακό και μεταξένιο, ούτε να λείπει ο προστατευτικός – μονωτικός υπομανδύας, γιατί πρόκειται για μια εύρωστη μικρόσωμη φυλή γενικής χρησιμότητας που πρέπει να είναι ικανή να διαβιώνει και στο ύπαιθρο χωρίς πρόβλημα. Ο μανδύας είναι εύκολος στην περιποίηση και η υφή & ποιότητα του τριχώματος βοηθά να διατηρείται καθαρό. Οι Αλωπεκίδες είναι πολύ καθαρές από τη φύση τους και καθαρίζουν τον εαυτό τους συχνά με επιμέλεια. Η φυλή δεν φαίνεται να προσελκύει τα εξωπαράσιτα τόσο πολύ όσο άλλες φυλές σκύλων.

Χρώμα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όλα τα χρώματα και συνδυασμοί χρωμάτων είναι αποδεκτά, εκτός από την απουσία χρωστικής (αλμπίνο). Τα πιο συχνά χρώματα είναι το άσπρο, το μαύρο, το καφέ και το δίχρωμο (ασπρόμαυρο, άσπρο με μαύρα ή καστανά μπαλώματα, μαύρο με άσπρα σημάδια, καστανό με πύρινα σημάδια) και λιγότερο συχνά το υπόλευκο, το υποκίτρινο και άλλα χρώματα.

Διαστάσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το μέγεθος κυμαίνεται από 20 μέχρι 30 εκατοστά ύψος στο ακρώμιο και βάρος από 3,5 έως 7,5 κιλά.

Χαρακτήρας & Ικανότητες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Αλωπεκίς σαν σκύλος του σπιτιού είναι συντροφικός, πολύ συνεργάσιμος, πιστός και αφοσιωμένος, υπάκουος και ζωηρός, άγρυπνος και δραστήριος σκύλος, χωρίς να είναι νευρικός. Έχει αυτοπεποίθηση και είναι εξωστρεφής, φιλικός, κοινωνικός, χαρούμενος. Προστατευτικός και στοργικός με τα άλλα ζώα του χώρου του, αμείλικτος εχθρός των επιβλαβών, εργατικός, εξαιρετικά εκπαιδεύσιμος, με έντονο κυνηγετικό ένστικτο ([3]) και διάθεση για παιχνίδι. Έχουν επίσης πολύ καλή συμπεριφορά με τα παιδιά. Σε καθήκοντα σκύλου φύλακα και γενικής χρησιμότητας είναι εργατικός, θαρραλέος, πάντοτε έτοιμος για δράση, οξύνους, εναργής, άφοβος, ικανός να καλύπτει μεγάλες αποστάσεις ακούραστα, ταχύς, εύστροφος, προσαρμόσιμος, θετικός, αθλητικότατος και με αστραπιαίες αντιδράσεις. Στο αγρόκτημα ή στην πόλη είναι ένας πολλαπλά χρήσιμος φίλος και συνεργάτης του ανθρώπου που ταιριάζει σε οποιοδήποτε περιβάλλον, αστικό ή υπαίθριο και γίνεται απολαυστικός σύντροφος για όλες τις ηλικίες και τις ιδιαίτερες συνθήκες ζωής των ανθρώπων.

Αλωπεκίς που εργάζεται σαν ποιμενικός σκύλος (Ανάβρα Φθιώτιδας).

Υγεία και διάρκεια ζωής[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Αλωπεκίδες, σε αντίθεση με άλλες, σύγχρονες, φυλές, έρχονται σε οίστρο μία φορά το χρόνο και γεννούν 3 έως 4, συνήθως, το πολύ μέχρι 5 μικρά. 

Η φυλή έχει εξαιρετική υγεία και ζωτικότητα, χωρίς γνωστές ευπάθειες. Αντιθέτως είναι εύρωστα σκυλάκια, μετριοπαθή στις απαιτήσεις τους, χωρίς να είναι ιδιότροπα ή μίζερα στο φαγητό. Η προσδόκιμη διάρκεια ζωής τους είναι γύρω στα 12-15 χρόνια ή και περισσότερο. Κληρονομικές παθήσεις δεν έχουν αναφερθεί. 

Αναγνώριση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η φυλή δεν είναι ακόμη αναγνωρισμένη από κανένα Κυνολογικό Οργανισμό σε Εθνικό ή Διεθνές επίπεδο.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, Νεολιθικές Αρχαιότητες». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Φεβρουαρίου 2017. Ανακτήθηκε στις 11 Μαΐου 2013. 
  2. SciELO Brazil: Genet. Mol. Biol. vol.22 n.1 São Paulo Mar. 1999 Comparative analysis of morphological and behavioral characters in the domestic dog and their importance in the reconstruction of phylogenetic relationships in canids
  3. SwissInfo: Lake dwellings reveal hidden past
  4. Science magazine: A Single IGF1 Allele Is a Major Determinant of Small Size in Dogs
  5. «Pomeranian Project». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 15 Νοεμβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 10 Μαΐου 2013. 
  6. «Κυνολογικός Όμιλος Ελλάδος: Κρητικός Λαγωνικός». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Δεκεμβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 10 Μαΐου 2013. 
  7. «Dog Park: Ελληνικές Φυλές Σκύλων». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 9 Δεκεμβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 10 Μαΐου 2013. 
  8. Ιουλίου Πολυδεύκους: "Ονομαστικόν" εν βιβλίοις δέκα, Amsteleadami, Ex Officina Wetsteniana στο Google books
  9. Κτηνοτροφικός Συνεταιρισμός Βουβαλοτρόφων Ελλάδος: Πληροφορίες για το βουβάλι
  10. «DogPark». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Δεκεμβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 10 Μαΐου 2013. 
  11. «Κυνολογικός Όμιλος Ελλάδος: Κοκόνι». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Δεκεμβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 10 Μαΐου 2013. 

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Μικρόσωμοι Σκύλοι [4]
  • Σπιτς [5]
  • Πέμπτη ομάδα Δ.Κ.Ο. [6] Αρχειοθετήθηκε 2013-06-13 στο Wayback Machine
  • Ταξινόμηση Δ.Κ.Ο. [7] 
  • Κρητικός Λαγωνικός [8] Αρχειοθετήθηκε 2013-12-03 στο Wayback Machine
  • Βενετάκι Ι [9] 
  • Βενετάκι ΙΙ [10] 
  • Ο Ιούλιος Πολυδεύκης, Έλλην ρήτωρ, φιλόσοφος και συγγραφεύς, 2ος αι. μ. Χ., γράφει στο μοναδικό σωζόμενο από τα έργα του, το Ονομαστικόν: "των δε γε Κρητικών κυνών οι μεν διάπονοι οι δε πάριπποι καλούνται, διάπονοι μεν ους φάσι και ταις νύκταις και ταις ημέραις εν ταις προς τα θηρία μάχαις επιλαμβάνειν, και πολλάκις παρευνασθέντας τοις θηρίοις μεθ' ημέραν άρχεσθαι της μάχης. οι δε πάριπποι τοις ίπποις συνθέουσιν, ούτε προθέοντες, ούτε μην απολειπόμενοι. Οι δε κυναμολγοί κύνες περί τα έλη τα μεσημβρινά, γάλα δε βοών ποιούνται την τροφήν, και τους επιόντας του θέρους τω έθνει βους Ινδικούς καταγωνίζονται, ως ιστορεί Κτησίας. " ([11])
  • Ελληνικός Βούβαλος [12] 
  • Επιστημονική Ανακοίνωση για την Αλωπεκίδα [13] 
  • Κοκόνι [14] Αρχειοθετήθηκε 2013-12-03 στο Wayback Machine

Ελληνικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το μορφολογικό Πρότυπο της Αλωπεκίδος (με φωτογραφίες τυπικών δειγμάτων της φυλής): [15] 

Ενημερωτικό φυλλάδιο για τη φυλή: [16] 

Σελίδα για τις Αλωπεκίδες: [17] 

Εταιρεία προστασίας αυτόχθονων ζώων “Αμάλθεια”: [18] 

Κυνολογικός Όμιλος Ελλάδος: [19] 

Αλωπεκίς (ελληνικός ιστότοπος): 20

Σχετικά στοιχεία και δημοσιεύσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Dogs from the Ig pile dwellings in the National Museum of Slovenia, Lazslo Bartosiewicz  [20]

  2. Comparative analysis of morphological and behavioral characters in the domestic dog and their importance in the reconstruction of phylogenetic relationships in canids. J.Jordana, X. Manteca & O. Ribo [21]

  3. On the Question of the Origin of the European Races of Dogs. By Prof. J. N. Woldrich [22] Αρχειοθετήθηκε 2013-07-03 at Archive.is

  4. Η εποχή του Λίθου στην Ελλάδα - Προκεραμική Νεολιθική (Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού[23]

5. " Η εποχή του Λίθου στην Ελλάδα - Οικονομία - Κτηνοτροφία (Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού[24]

6. " Η εποχή του Λίθου στην Ελλάδα - Κτηνοτροφία (Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού[25]

7. Penelope's Geese, Pets of the Ancient Greeks, by Kenneth Kitchell [26] Αρχειοθετήθηκε 2014-05-13 στο Wayback Machine.

8. The Melitan Miniature Dog: The most popular lapdog in antiquity, Carla Schodde [27]

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Γκινάλα Μαρία, Αλωπεκίς & Μελιταίο Κυνίδιο, Περιοδικό «Dog's Ο Κόσμος του Σκύλου», τ. 12, Ιανουάριος 2000, σελ. 44-50.
  • Τσακνάκης Α., Ο σκύλος στην Αρχαία Ελλάδα, Anima/45, 2001.
  • Πλασαρά Κατερίνα, Τα Ελληνικά ζώα χάνονται, Εκδόσεις ERGO, 2005.
  • Χλειουνάκης Σ., Φούντα Α., Βαρούδης Λ., Άμπας Ζ. και Ράγκος Α., Συμβολή στη μελέτη της σπάνιας αρχαιοελληνικής φυλής σκύλων «Αλωπεκίς» (μία πρώτη προσέγγιση), Εργασία, Επιστημονική Ανακοίνωση, 4ο Πανελλήνιο Συνέδριο Τεχνολογίας Ζωικής Παραγωγής, Θεσσαλονίκη 2013.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

σημ.: κάποιες απεικονίσεις (φωτογραφίες) δεν απεικονίζουν τυπικές Αλωπεκίδες [28]

Molosser Dogs - Alopekis [29]

Εικόνες από την Αρχαιότητα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

[30]