Επιστημονική θεωρία

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Η γενική θεωρία της σχετικότητας του Άλμπερτ Άινσταιν είναι μία εκ των διασημότερων επιστημονικών θεωριών. Στην εικόνα αποδίδεται η καμπύλωση του χωροχρόνου ως αποτέλεσμα της μάζας της Γης.

Μια επιστημονική θεωρία συνιστά μια ερμηνεία κάποιας πτυχής του φυσικού κόσμου που είναι εφικτό να ελεγχθεί και να επιβεβαιωθεί επανειλημμένα σύμφωνα με την επιστημονική μέθοδο, και με βάση τα πρωτόκολλα παρατήρησης, μέτρησης και αξιολόγησης των αποτελεσμάτων. Όπου είναι δυνατόν, οι επιστημονικές θεωρίες δοκιμάζονται υπό ελεγχόμενες συνθήκες, στο πλαίσιο κάποιου πειράματος.[1][2] Για περιπτώσεις στις οποίες μια επιστημονική θεωρία δεν επιδέχεται πειραματική δοκιμή, η αξιολόγησή της γίνεται μέσω των αρχών του απαγωγικού συλλογισμού. Οι εδραιωμένες επιστημονικές θεωρίες έχουν περάσει από ενδελεχή έλεγχο και συνιστούν ενσάρκωση της επιστημονικής γνώσης.

Ορισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η επιστημονική θεωρία διαφέρει από τα επιστημονικά δεδομένα ή τον επιστημονικό νόμο στο ότι παρέχει μια ερμηνεία για τα αίτια ή τον τρόπο με τον οποίον συμβαίνει ένα φαινόμενο. Εν αντιθέσει, το επιστημονικό δεδομένο συνιστά μια απλή, βασική παρατήρηση, ενώ ένας επιστημονικός νόμος είναι μια έκφραση της σχέσης μεταξύ επιστημονικών δεδομένων ή/και άλλων επιστημονικών νόμων. Για παράδειγμα, ο νόμος της παγκόσμιας έλξης του Ισαάκ Νεύτωνα είναι μια μαθηματική εξίσωση που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την πρόβλεψη της έλξης μεταξύ των σωμάτων, αλλά δεν είναι μια θεωρία που εξηγεί το πώς λειτουργεί η βαρύτητα.[3] Ο αμερικανός εξελικτικός βιολόγος και ιστορικός της επιστήμης Στήβεν Τζέυ Γκουλντ διατύπωσε τη θέση ότι «...τα δεδομένα και οι θεωρίες είναι διαφορετικά πράγματα, όχι βαθμίδες σε μια ιεραρχία αυξανόμενης βεβαιότητας. Τα [επιστημονικά] δεδομένα είναι η πληροφορία του κόσμου. Οι θεωρίες είναι δομές ιδεών που εξηγούν και ερμηνεύουν τα δεδομένα».[4]

Η έννοια του όρου «επιστημονική θεωρία» όπως χρησιμοποιείται στους κλάδους της επιστήμης διαφέρει σημαντικά από την κοινή χρήση της λέξης «θεωρία».[5] Στον καθημερινό λόγο, η λέξη «θεωρία» μπορεί να αφορά μια εξήγηση που συνιστά μια αστήρικτη και υποθετική εικασία,[6] ενώ στο επιστημονικό πλαίσιο αφορά κυρίως μια εξήγηση που έχει ήδη ελεγχθεί και είναι ευρέως αποδεκτή ως έγκυρη.[1]

Ισχύς[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ισχύς μιας επιστημονικής θεωρίας σχετίζεται με την ποικιλία των φαινομένων που μπορεί να εξηγήσει και με την απλότητά της. Καθώς συγκεντρώνονται περισσότερα επιστημονικά στοιχεία, μια επιστημονική θεωρία μπορεί να τροποποιηθεί και τελικά να απορριφθεί, εάν τελικά δεν είναι εφικτό να προσαρμοστεί στα νέα ευρήματα. Σε τέτοιες περιπτώσεις, απαιτείται μια ακριβέστερη θεωρία. Ορισμένες θεωρίες είναι εδραιωμένες κατά τρόπο τέτοιον ώστε να είναι απίθανο να αλλάξουν ποτέ άρδην. Επί παραδείγματι, επιστημονικές θεωρίες όπως η Εξέλιξη, ο ηλιοκεντρισμός, η κυτταρική θεωρία, η θεωρία των τεκτονικών πλακών, η μικροβιακή θεωρία της νόσου κ.α. Σε ορισμένες περιπτώσεις, μια επιστημονική θεωρία ή ένας επιστημονικός νόμος που αποτυγχάνει να συμπεριλάβει όλα τα δεδομένα ενδέχεται να χρησιμεύουν λόγω της απλότητάς τους ως προσέγγιση, υπό συγκεκριμένες συνθήκες. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι οι νόμοι της κίνησης του Νεύτωνα, μια σημαντικά ακριβής προσέγγιση της Ειδικής Σχετικότητας για ταχύτητες μικρές εν συγκρίσει με την ταχύτητα του φωτός.[7][8]

Εφαρμογή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι επιστημονικές θεωρίες είναι ελέγξιμες και επιτρέπουν επαληθεύσιμες προβλέψεις.[9] Περιγράφουν τις αιτίες ενός συγκεκριμένου φυσικού φαινομένου και χρησιμοποιούνται για την ερμηνεία και την πρόβλεψη φαινομένων του φυσικού κόσμου και συγκεκριμένων πεδίων έρευνας όπως ο ηλεκτρισμός, η χημεία και η αστρονομία. Όπως και με άλλες μορφές επιστημονικής γνώσης, οι επιστημονικές θεωρίες χρησιμοποιούν τον παραγωγικό και τονεπαγωγικό συλλογισμό,[10] στοχεύοντας στην πρόγνωση και την επεξήγηση. Οι επιστήμονες χρησιμοποιούν θεωρίες για τη διεύρυνση της επιστημονικής γνώσης, και για τη διευκόλυνση της προόδου σε εφαρμογές όπως η τεχνολογία και η ιατρική.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 National Academy of Sciences (US) (1999). Science and Creationism: A View from the National Academy of Sciences (στα Αγγλικά) (2nd έκδοση). National Academies Press. σελ. 2. ISBN 978-0-309-06406-4. 
  2. «The Structure of Scientific Theories» (στα αγγλικά). The Structure of Scientific Theories. Metaphysics Research Lab, Stanford University. http://plato.stanford.edu/entries/structure-scientific-theories/. 
  3. Bradford, Alina· Hamer, Ashley (Ιουλίου 2017). «What Is a Scientific Theory?» (στα Αγγλικά). Live Science. Ανακτήθηκε στις 17 Ιανουαρίου 2021. 
  4. Sosa, Ernest· Kim, Jaekwon. Epistemology: An Anthology (στα Αγγλικά). John Wiley & Sons. σελ. 583. ISBN 978-1-4051-6966-0. 
  5. «What Is a Theory?». amnh.org (στα Αγγλικά). American Museum of Natural History. 
  6. «Is Evolution a Theory or a Fact?» (στα Αγγλικά). National Academy of Sciences. 2008. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Σεπτεμβρίου 2019. 
  7. Misner, Charles W.; Thorne, Kip S.; Wheeler, John Archibald (1973). Gravitation (στα αγγλικά), σελ. 1049. Νέα Υόρκη: W. H. Freeman and Company. (ISBN 0-7167-0344-0).
  8. Weinberg S (1993). Dreams of a Final Theory: The Scientist's Search for the Ultimate Laws of Nature (στα αγγλικά)
  9. Καρλ Πόπερ (1963), Conjectures and Refutations, Routledge and Kegan Paul, Λονδίνο. Επανεκτύπωση στο Theodore Schick (έκδοση 2000), Readings in the Philosophy of Science, Mayfield Publishing Company, Καλιφόρνια
  10. Andersen, Hanne; Hepburn, Brian (2015). «Scientific Method». Στο: Edward N. Zalta, επιμ (στα αγγλικά). The Stanford Encyclopedia of Philosophy. http://plato.stanford.edu/archives/win2015/entries/scientific-method/.