Επαγγελματική τάξη

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Επαγγελματική τάξη, ή συνηθέστερα στον πληθυντικό επαγγελματικές τάξεις χαρακτηρίζονται εκείνες των κοινωνικών τάξεων που περιλαμβάνονται άτομα που ασκούν οποιοδήποτε επάγγελμα. Επίκεντρο του όρου είναι η άσκηση επαγγέλματος, σε διάκριση από την εργατική τάξη επίκεντρο προσδιορισμού της οποίας είναι η εργασία και ο περί αυτής συνδικαλισμός.

Ιστορικό εξέλιξης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Διάφορες κοινωνικές τάξεις παρατηρούνταν ανέκαθεν στις κοινωνίες των διαφόρων λαών από την αρχαιότητα, με την διαφορά ότι δεν είχαν την έκταση και την επίδραση των σημερινών αφού το εμπόριο τότε ήταν αρκετά περιορισμένο και ο καταμερισμός των έργων δεν είχε ακόμα αναπτυχθεί. Οι άνθρωποι της εποχής εκείνης φρόντιζαν από μόνοι τους να επαρκούν στις όποιες καθημερινές ανάγκες τους.

Πρώτη οργανωμένη επαγγελματική τάξη ήταν αυτή που αναφέρεται στην Ελληνική Μυθολογία, αλλά και σε προϊστορίες άλλων λαών, των λειτουργών ιερέων και ιέρειων των θεών, των μάντεων και μάλιστα με κληρονομική ιδιότητα δημιουργώντας έτσι κατ΄ έννοια και "επαγγελματικό γένος". Από δε τα πρώτα ιστορικά επαγγέλματα ήταν των ιατρών και των στρατιωτικών οι οποίοι αποζούσαν από το επάγγελμά τους χωρίς να προσφεύγουν στο εμπόριο ή σε χειρωνακτική βιοποριστική εργασία.

Κατά τους κλασικούς χρόνους στην αρχαία Αθήνα δεν παρατηρούνται οργανωμένες επαγγελματικές τάξεις. Οι κάποιες τάξεις που αναφέρονται είναι μόνο κατά διάκριση εισοδήματος αλλά όχι επί επαγγέλματος. Συνεπώς δεν μπορεί να γίνει κανένας λόγος περί οργανώσεων επαγγελματιών στη δημοκρατία της αρχαίας Αθήνας.

Αντίθετα στην αρχαία Ρώμη διαφαίνεται κάποια επαγγελματική εκδήλωση από εποχής δημοκρατίας και ιδιαίτερα επί Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Σύμφωνα με πινακίδες που έχει αποκαλύψει η αρχαιολογική σκαπάνη εντοπίζονται οι πρώτες επαγγελματικές τάξεις με το όνομα "ενώσεις", όπως π.χ. ενώσεις αυλητών, βαφέων, μεταλλουργών, υποδηματοποιών, χαλκουργών, χρυσοχόων κ.ά. και βεβαίως ιερέων.

Οι ενώσεις αυτές δεν ασκούσαν βέβαια καμιά εποπτεία επί των μελών τους και ούτε υπήρχαν οι σχέσεις των σημερινών οργανώσεων. Τα δε μέλη τους αποσκοπούσαν μέσω αυτών αφενός την ισχυροποίηση του επαγγέλματός τους και αφετέρου στην οικονομική συνεισφορά τους για διάφορα έργα προαγωγής συμφερόντων τους και σε αξιοπρεπείς κηδείες συναδέλφων τους. Μάλιστα περί τα τέλη της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας είχαν θεσπίσει την υποχρεωτική κληρονομικότητα του επαγγέλματός τους.

Κατά δε τον Μεσαίωνα οι ρωμαϊκές εκείνες επαγγελματικές "ενώσεις" αρχίζουν πλέον να διαμορφώνονται σε επαγγελματικά "σωματεία".

Κατά τη Γαλλική Επανάσταση τα υφιστάμενα επαγγελματικά σωματεία διαλύθηκαν δια νόμου στις 14 Ιουνίου του 1791 με την αιτιολογία ότι αντιτάσσονταν στην ατομική ελευθερία και στην εθνική ενότητα. Παρά ταύτα η κοινότητα των επαγγελματικών συμφερόντων συνασπίστηκε εντονότερα και στην ανάγκη προάσπισης και προαγωγής των επαγγελματικών μέχρι τότε κεκτημένων προχώρησε σε δραστήρια μαχητική πλέον οργάνωση αντίθετα με τον υφιστάμενο απαγορευτικό νόμο δημιουργώντας την πρώτη έννοια των "συνδικάτων" και μάλιστα με επαναστατικό χαρακτήρα. Τελικά το γαλλικό κράτος αν και στην αρχή στάθηκε με δυσπιστία προς τις ενώσεις αυτές, στη συνέχεια αναγκάστηκε να ενδώσει και να νομιμοποιήσει την κατάσταση όπως είχε ήδη διαμορφωθεί.

Από τότε οι επαγγελματικές τάξεις από οικονομικές άρχισαν σιγά - σιγά να μεταβάλλονται σε πολιτικές τείνοντας να καταστούν σημαντικοί πολιτικοί παράγοντες στις πολιτείες. Μεταξύ των κύριων αιτημάτων τους τον προηγούμενο αιώνα ήταν η κατάργηση του εκλογικού συστήματος και η αντιπροσώπευσή τους στο κοινοβούλιο.

Ελλάδα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μια τέτοια παρόμοια προσπάθεια - απόπειρα αντιπροσώπευσης συνέβη και στην Ελλάδα κατά την πρώτη συγκρότηση της Γερουσίας. Τότε δια του νόμου Ν. 3786 του από 14 Ιανουαρίου του 1929 "Περί συγκροτήσεως της Γερουσίας" καθορίστηκε εκ των 120 Γερουσιαστών οι 18 να εκλέγονται από τις επαγγελματικές οργανώσεις. Τρία χρόνια μετά ακολούθησε η πτώχευση της Ελληνικής Δημοκρατίας (1932).

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • "Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια" τομ.ΙΑ΄, σελ.294-295.
  • "Λεξικό Κοινωνικών Επιστημών UNESCO" τομ.2ος, σελ.255.