Αγχεσμός

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ο όρος Αγχεσμός αναφέρεται στους λόφους βορειοανατολικά του κέντρου της Αθήνας, κατά κύριο λόγο στο Λυκαβηττό, αλλά και στο Λόφο του Στρέφη και στα Τουρκοβούνια. Οι ιστορικοί και αρχαιολόγοι του 19ου αιώνα προσπάθησαν να εντοπίσουν ποιος από τους σημερινούς λόφους των Αθηνών ήταν ο Άγχεσμος συχνά διαφωνώντας, οδηγώντας σύγχυση, η οποία, σε μεγάλο βαθμό, συνεχίζει ως σήμερα.

Η σημασία του όρου Αγχεσμός ή Άγχεσμος απασχόλησε ιδιαίτερα τους ιστοριογράφους της Αττικής από τον 19ο αιώνα μέχρι σήμερα και μπορεί να θεωρηθεί αμφιλεγόμενη, καθώς συχνά αποδίδεται σε έναν μόνο από τους παραπάνω λόφους. Η αιτία αυτής της σύγχυσης εντοπίζεται από τον Διονύσιο Σουρμελή στο γεγονός ότι στην αρχαιότητα ο όρος Άγχεσμος αναφερόταν στους λόφους που περικλείουν την πόλη των Αθηνών από το βορειοανατολικά ανεξαιρέτως[1]. Αναφέρεται, επίσης, από τον Α. Ραγκαβή, πως στην αρχαιότητα η μορφολογία της περιοχής ήταν τέτοια, ώστε ο σημερινός Λυκαβηττός, ο λόφος του Στρέφη και τα Τουρκοβούνια να θεωρούνται μία μοναδική λοφοσειρά με ομοιογενή χαρακτηριστικά και μία ονομασία.

"[...] Λυκαβητός δέ πάσα ή των λόφων σειρά, ή χωρούσα εγκαρσίως από του Ιλισσού πρός τον Κηφισόν, καί διερχομένη υπέρ τα Πατήσια, τόσω μάλλον καθ’ ίσον καί το άρχαίον όνομα διετήρησεν, ολίγον εις «Λυκοβούνι» παραφθαρέν. Άγχεσμος δ’ δτι εκαλείτο ή ταϊς Άθήναις εγγύτερα κορυφή του ορούς, ή του 'Αγίου Γεωργίου, ένίοτε όμως καί διά του γενικωτέρου ονόματος του Λυκαβητού μνημονευομένη."[2]

Όπως παρατηρεί ο Σουρμελής, κανένας από τους συγγραφείς που αποτελούν πρωτογενείς πηγές, δηλαδή τον Παυσανία, τον Αριστοφάνη, τον Πλάτωνα, τον Θεόφραστο, τον Ησύχιο, κ.α. δεν αναφέρει τον Άγχεσμο και κάποιον άλλο λόφο μαζί. Με τον ίδιο δηλαδή τρόπο που το Πεντελικό όρος ονομαζόταν και Βριλησσός και καθένας χρησιμοποιεί το ένα ή το άλλο όνομα, έτσι και ο όρος Άγχεσμος είναι ανταλλάξιμος με τον Λυκαβηττό, και οι δύο αυτοί όροι αναφέρονται σε ολόκληρη τη λοφοσειρά στα βόρεια του σημερινού κέντρου των Αθηνών[1]. Την ίδια άποψη αναπαράγει και ο Α. Ραγκαβής στα Τοπογραφικά των Αρχαίων Αθηνών[3]. Μάλιστα, ο Σουρμελής έχοντας επίγνωση του μπερδέματος χρησιμοποιεί τη φράση "[...] εις τας εσχατιάς της ανατολικής πλευράς του Λυκαβηταγχέσμου"[1]. Για την επιλογή της ονομασίας αυτής παραθέτει δεύτερο υπόμνημα, στο οποίο εξηγεί:

"Ηναγκάσθην να καλέσω ούτω το διώνυμον τούτο όρος προς αποφυγήν της μέχρι τούδε επικρατούσης αμφιλογίας περί της αληθούς θέσεώς του, διότι όλοι οι νεώτεροι αρχαιολόγοι, οι μεν λαμβάνοντας οδηγόν τον Παυσανίαν (εις τα Αττικά) και άλλους τινάς , και αυτήν την Μυθολογίαν , γνωμοδοτούσιν ότι το όρος τούτο είνε ο Άγχεσμος· διότι και το όνομα παρήχθη από τον φυσικόν σχηματισμόν και φυσικήν κατάστασιν του όρους, ως σύνθετον από του "Άγχι και του Εσμός, όπερ σημαίνει τον εγγύς της πόλεως πολλών παρακειμένων βουνών συναθροισμόν, οίον της Σχιστής Πέτρας (λατομηθείσης ήδη το πλείστον μέρος), των Πινακωτών (και τούτων λατομουμένων) του Αγίου Γεωργίου (εξ ού το όρος έλαβε την κλήσιν παρά τοις Χριστιανοίς), της όπισθεν ετέρας κορυφής προς τους Αμπελοκήπους, του απέναντι ετέρου βουνού προς την οδόν της Κηφισσίας, και του ετέρου εκτεινομένου προς το Κυψέλι, και επέκεινα μέχρι του χωρίου Γαλάκη, και του Ποδονίφτου, άπερ την σήμερον Λυκοβούνια παρ' Αθηναίοις καλείται, πιθανώς από του Λυκαβητού· παρά τινων δε και Τουρκοβούνια , εξομοιούντων τον Τούρκον με τον λύκον, διά το αρπακτικόν και φονικόν αμφοτέρων. “ Ότι δε το όρος σύγκειται αφ' όλων των παρακειμένων βουνών εξάγεται αναντιρρήτως από την εξής ρήσιν του Αριστοφάνους. «Εί ούν σύ λέγης Λυκαβητούς και Παρνασσών ημίν μεγέθη». (ίδε βατράχ· Δράμ. Δ'.) όπερ φανερώνει άθροισιν πολλών βουνών των συνιστώντων το όρος Λυκαβητόν. Έτι δε και διά το εφ ' αυτού του όρους εκκλησίδιον (Άγιος Γεώργιος) μεταποιηθέν από Ιερού του Διός, εφ' ού ίστατο το άγαλμα αυτού κατά τον Παυσανίαν· ώστε η κρίσις τούτων είνε ορθή και αλάνθαστος. Έτεροι δε ακολουθούντες τον Πλάτωνα (εις τον Κριτίαν του), και τον Θεόφραστον (εις τα μετεωρολογικά του) , και τον Στράβωνα εις την γεωγραφίαν της Αττικής, αλανθάστως κρίνουσιν ότι αυτό τούτο το όρος είνε ο Λυκαβητός. Επιβεβαιούται προσέτι και από την ετυμολογίαν του ονόματος· το γαρ Λυκαβητός συντίθεται από του λύκη όπερ σημαίνει το λυκαυγές, και του αβώ, όπερ σημαίνει την πρωΐαν δωρικώς, ή λακωνικώς· εν οίς συνεμίχθη και το Εω πολυσήμαντον ρήμα, εξ ού πλάττεται το ητός, και , εξ ου παρά γεται η Ηώς (ή αυγή)· διότι το λυκαυγές της πρωΐας αναφαίνεται εις την Πόλιν εξ αυτού του όρους κατά την Δυτικοβόρειον μάλιστα πλευράν (της Πόλεως) τον πλείστον χρόνον του έτους. Εκάτερα άρα τα μέρη επιτυγχάνουσι μεν της αληθείας, εκτοπίζουσιν όμως οι μεν Αγχεσμίται τον Λυκαβητόν, μην έχοντες που να θέσωσιν αυτόν· οι δε πάλιν λυκαβητίται εκτοπίζουσι τον Άγχεσμον, μετέωρον αυτόν παραλείποντες. Εις ό,τι λοιπόν έπρεπε να επιστήσωσι την προσοχήν, διά να μην εμφανίζωνται εις το Κοινόν με κολοβωμένην κρίσιν, ήτον να παρατηρήσωσιν ότι, κανένας των παλαιών συγγραφέων δεν αναφέρει δύο όρη, ένα τον Λυκαβητόν, και έτερον τον Άγχεσμον. Αλλ όστις όπου πραγματευόμενος περί των ορέων των Αθηνών, γράφει περί του ενός, αποσιωπά τον έτερον ώς να μην υπάρχη· και πάλιν ον τινα τις ιδίως λέγει Λυκαβητόν, τούτον έτερος ονομάζει Άγχεσμον. Καθώς το αυτό συμβαίνει και περί του Πεντελικού και του Βριληττού· διότι όστις μνημονεύει τον Βριληττόν, αποσιωπά το Πεντελικόν, και όστις μνείαν ποιείται της Πεντέλης, παραλείπει τον Βριληττόν. Ότι το Πεντελικόν και ο Βριλησσός είνε εν και το αυτό όρος, δεν δυνάμεθα να έχωμεν καμμίαν αμφιβολίαν [...] Επειδή λοιπόν μεταξύ Πάρνηθος και Υμηττού δεν υπάρχει κανένα άλλο όρος εκτός του Πεντελικού, διά να υποθέσωμεν ότι αυτό είνε ο Βριληττός· ωσαύτως επειδή δεν υπάρχει περί την Πόλιν έτερον τι όρος εκτός του Λυκαβητού, διά να είπωμεν, ίσως αυτό είνε ο Άγχεσμος. Άρα δια ταύτα ο Άγχεσμος και ο Λυκαβητός είνε έν και το αυτό όρος, καθώς το Πεντελικόν και ο Βριλησσός, υπό δύο ονόματα, ώς είνε και πόλεις διώνυμοι και τριώνυμοι, καθώς και ποταμοί."[1]

Ο Παυσανίας πράγματι αναφέρει τον Άγχεσμο ως "ὄρος [...] οὐ μέγα"[4], σε σύγκριση με το Πεντελικό, την Πάρνηθα και τον Υμηττό, στο οποίο υπήρχε άγαλμα του "Διὸς του Ἀγχεσμίου"[4]. Αναφορά στο συγκεκριμένο ιερό υπάρχει, μάλιστα, σε υπόμνημα του αρχαιολόγου Κωνσταντίνου Κοντόπουλου προς τον πρωθυπουργό Χαρίλαο Τρικούπη (1887)[5] σχετικά με την παράνομη λατόμηση των λόφων της Αθήνας. Σε αντίθεση, όμως, με αυτό που υποστηρίζει ο Σουρμελής, δηλαδή πως το ιερό αυτό του Δία μετατράπηκε στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, ο Κ. Κοντόπουλος αναφέρει πως το μνημείο αυτό καταστράφηκε λόγω της παράνομης λατόμησης[6], ενώ ο Κ. Μπίρης αποδίδει ευθέως την ονομασία Άγχεσμος στον Λόφο του Στρέφη[7].


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 Surmelēs, Dionysios (1846). Κατάστασις συνοπτική της πόλεως Αθηνών από της πτώσεως αυτής υπό των Ρωμαίων μέχρι τέλους της Τουρκοκρατίας. Typois P.V. Melachourē kai Karampinē. 
  2. Αλέξανδρος Ρίζος, Ραγκαβής (1888). Τοπογραφικά των Αθηνών. Αθήνα: εκ του τυπογραφείου των αδελφών Περρή, εν Αθήναις. σελ. 164-165. 
  3. Ραγκαβής, ΑΛέξανδρος Ρίζος (1888). Τοπογραφικά των Αρχαίων Αθηνών. Αθήνα: εκ του τυπογραφείου των αδελφών Περρή, εν Αθήναις. σελ. 162. 
  4. 4,0 4,1 «Παυσανίας, Αττικά». users.uoa.gr. Ανακτήθηκε στις 11 Απριλίου 2020. 
  5. Μπίρης, Κώστας (2005). Αι Αθήναι. Σκουφά 58 & Σίνα, 106 80, Αθήνα: Εκδοτικός Οίκος Μέλισσα. σελ. 427. Σελ. 193, α: Κ ω ν σ τ. Κ ο ν τ ο π ο ύ λ ο υ, "Υπόμνημα τω κ. Προθυπουργώ Χαριλάω Τρικούπη", 1887, σελ. 3. 
  6. Μπίρης, Κώστας (2005). Αι Αθήναι. Σκουφά 58 & Σίνα, 106 80, Αθήνα: Εκδοτικός Οίκος Μέλισσα. σελ. 193. Επί του Αγχέσμου ήν άγαλμα του Διός και μέχρι χθες εσώζετο κλίμαξ και επιγραφή ΔΙΟΣ ΑΓΧΕΣΜΙΟΥ λελαξευμέναι επί του βράχου, όπερ σημαίνει ότι ιστορικόν μνημείον υπό μόνου του Παυσανίου μνημονευόμενον, κατεστράφη ένεκα της αμαθείας, ή της αφροντισίας των προϋπαρξασών κυβερνήσεων. 
  7. Μπίρης, Κώστας (2005). Αι Αθήναι. Σκουφά 58 & Σίνα, 106 80, Αθήνα: Εκδοτικός Οίκος Μέλισσα. σελ. 192. Πλήθος συστηματικών λατομείων ήρχισαν έκτοτε να κατατρώγουν τον Λυκαβηττόν και όλα τα υψώματα του τοπίου των Αθηνών, λαθραίως δε, και των λόφων της Πνυκός, του Φιλοπάππου, των Νυμφών, του Κολωνού και του Αγχέσμου (Στρέφη). 

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Ραγκαβής, Α., (1888), Τοπογραφικά των Αρχαίων Αθηνών., Αθήνα: εκ του τυπογραφείου των αδελφών Περρή, σσ. 155-165 https://www.openbook.gr/topografika-twn-archaiwn-athinwn/ (ανακτήθηκε στις 11/4/2020)
  • Σουρμελής, Δ., (1846), Κατάστασις Συνοπτική τηε Πόλεως των Αθηνών από της Πτώσεως Αυτής υπό των Ρωμαίων Μέχρι Τέλους της Τουρκοκρατίας., Αθήνα: Τύποις Π. Β. Μελαχούρη και Φ. Καραμπίνη. https://play.google.com/books/reader?id=Q3hYAAAAcAAJ&hl=el&pg=GBS.PA49 (ανακτήθηκε στις 11/4/2020)
  • Κοντόπουλος Κ., (1887) Υπόμνημα προς τον Χαρίλαο Τρικούπη.
  • Παυσανίας, Αττικά http://users.uoa.gr/~nektar/history/tributes/pausanias/01_attica.htm (ανακτήθηκε στις 11/4/2020)
  • Μπίρης, Κ., (2005), Αι αθήναι., Αθήνα: Εκδοτικός Οίκος Μέλισσα.
  • https://www.galatsi.gov.gr/i-poli-mas/istoria-galatsiou/archea-chronia/ (ανακτήθηκε στις 11/4/2020)
  • https://tvxs.gr/news/blogarontas/stoy-strefi-tis-anifories%E2%80%A6 (ανακτήθηκε στις 11/4/2020)