Το τάβλι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Το τάβλι
ΣυγγραφέαςΔημήτρης Κεχαΐδης
Παγκόσμια πρώτη παράσταση25  Φεβρουαρίου 1972
Τοποθεσία πρώτης παράστασηςΘέατρο Τέχνης Κάρολος Κουν - Υπόγειο
ΡόλοιΦώντας και Κόλιας
Σκηνικόαυλή σπιτιού στο Θησείο
Γλώσσα πρωτότυπουΕλληνικά
Είδοςδράμα

Το τάβλι είναι μονόπρακτο θεατρικό έργο του Έλληνα θεατρικού συγγραφέα Δημήτρη Κεχαΐδη, που γράφτηκε το 1971 και παραστάθηκε πρώτη φορά το 1972 από το Θέατρο Τέχνης Κάρολος Κουν, σε σκηνοθεσία του ίδιου, και με πρωταγωνιστές τους Νικήτα Τσακίρογλου και Γιάννη Μόρτζο.

O Κεχαΐδης είχε γράψει για το έργο του: «...Αισθάνομαι την ανάγκη να γράψω για τον λαϊκό έλληνα γενικά. Για τις χαρές και τις πίκρες του, για τα προβλήματά του καθώς και την προσπάθειά του να βγει από το κοινωνικό και οικονομικό αδιέξοδο. Και πιο πέρα για τη σπαραχτική αισιοδοξία του πως, αν πάρει το δρόμο της πρωτεύουσας ή της ξενιτιάς, θα δημιουργήσει μια καλύτερη ζωή. Για τον Έλληνα που δεν έχει συνειδητοποιήσει την κατάστασή του και τη θέση του μέσα στον κοινωνικό του περίγυρο και προσπαθεί να δώσει λύση στα προβλήματά του με τη «φυγή»..»

Το έργο - εμπνευσμένο από μια παρόμοια σκηνή (δυο άνθρωποι που παίζουν τάβλι ένα καλοκαιρινό απόγευμα στο Θησείο) που είδε ο συγγραφέας -είναι μια λαϊκή κωμωδία χαρακτήρων που αναδεικνύει την νοοτροπία του Νεοέλληνα για εύκολο πλουτισμό, νοοτροπία που ο συγγραφέας "προφητικά" διείδε ήδη από την δεκαετία του 1970, καθώς αυτή ξεφεύγει από την σφαίρα της πραγματικότητας και μετατρέπεται σε φαντασίωση.[1]

Το έργο θεωρείται από τα εμβληματικότερα της μεταπολεμικής ελληνικής δραματουργίας, αφού πέτυχε να παρουσιάσει και να καυτηριάσει με τρόπο λιτό αλλά γλαφυρό, την νοοτροπία του Νεοέλλληνα, ανοίγοντας το δρόμο για τους μετέπειτα Έλληνες θεατρικούς συγγραφείς να ασχοληθούν πάμπολλες φορές με το θέμα αυτό.[2]
Όπως επισημαίνει και ο Ιεροκλής Μιχαηλίδης, πρωταγωνιστής σε μια από τις πρόσφατες παραστάσεις του έργου, «Είναι από τα πιο ενδιαφέροντα έργα και από άποψη χαρακτηριολογίας και από τα πιο σημαντικά μεταπολεμικά έργα του ελληνικού θεάτρου. Γιατί είναι κι ένα έργο που έχει ιδιαίτερο χιούμορ, έχει έντονο το λαϊκό στοιχείο, την αρνητική πλευρά των χαρακτήρων οι οποίοι ταυτόχρονα είναι και λαμόγια, αλλά και συμπαθείς κι έχει και μια πικρή αλήθεια κάτω από το χιούμορ. Νομίζω ότι είναι από τα εμβληματικότερα έργα της νεοελληνικής δραματουργίας». [3]

Το έργο όπως τονίζει ο συγγραφέας του, πρέπει να παίζεται μαζί με το άλλο μονόπρακτό του, «Τη Βέρα» καθώς αποτελούν ένα δίπτυχο, δείχνοντας τις δυο όψεις που παίρνει η τάση της φυγής του Νεοέλληνα από την πραγματικότητα: από τη μια, στο παιχνίδι, Το τάβλι - από την άλλη στην ερωτική κατάκτηση «Η Βέρα».[4] Συγκεκριμένα, ο θεατρικός κριτικός, Θόδωρος Κρητικός γράφει το 1972, σε κριτική του στην εφημερίδα Ακρόπολις: «Τα δυο μονόπρακτα αποτελούν την ουσιαστικότερη μέχρι σήμερα συμβολή για την δημιουργία οργανικής θεατρικής τέχνης στον τόπο μας. Η τερατολογική ευφορία του κειμένου, η συνειρμική λογική του, η βέβηλη σάτιρα και το πνεύμα της σύγχρονης ασυμβίβαστης αμφισβήτησης που αυτή εκφράζει, η αχαλίνωτη ζωϊκή ενέργεια του διαλόγου και η καραγκιοζίστικη πολλές φορές χυδαιότητά του, κάνουν τα δίδυμα μονόπρακτα του Δημήτρη Κεχαΐδη, έργα πρωτοποριακά για το θέατρό μας - μη την ουσιαστικότερη σημασία της λέξης "πρωτοποριακός" ». [5]

Υπόθεση του έργου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δυο συγγενείς εξ αγχιστείας, ο Φώντας και ο Κόλλιας, κάθονται ένα καλοκαιρινό Κυριάτικο απομεσήμερο στην αυλή του σπιτιού τους στο Θησείο, να παίξουν μια παρτίδα τάβλι. Ο Φώντας, που είναι γαμπρός του Κόλλια, είναι ο τύπος του "αεριτζή", που επειδή θέλει να πετύχει γρήγορα και εύκολα "την καλή", προσπαθεί πάντα να "στήσει" δουλειές, ενώ τα προς το ζήν τα κερδίζει από τα χρήματα των στοιχημάτων που κερδίζει παίζοντας σχεδόν όλη μέρα τάβλι. Ο Κόλλιας από την άλλη, είναι λαχειοπώλης που παντρεύτηκε την αδερφή του Φώντα, την Καλλιόππη, ενώ γράφει τα απομνημονεύματά του από την περίοδο της Κατοχής και της Αντίστασης, που ελπίζει, όταν θα βρει τα χρήματα, να καταφέρει να τα εκδώσει. Κατά την διάρκεια του έργου, ο Φώντας αναλώνεται στην προσπάθεια να πείσει τον Κόλλια να συμμετάσχει στο τελευταίο "μεγάλο σχέδιο" που έχει σκεφτεί.
Συγκεκριμένα, σκέφτεται ότι αν ναυλώσει ένα καράβι και πάει στην Μπιάφρα, που είναι γεμάτη πεινασμένους μαύρους, θα καταφέρει να τους προσελκύσει, να τους μεταφέρει στην Ελλάδα και να τους μισθώνει σε κτήματα προκειμένου να δουλεύουν στα χωράφια. Εκείνο που του χρειάζεται μόνο είναι το αρχικό κεφάλαιο να ναυλώσει το καράβι, που σύμφωνα με τις πληροφορίες που πήρε, ανέρχεται στο ποσόν των 50.000 δραχμών. Αλλά και γι' αυτό έχει σκεφτεί την πιο "εύκολη και γρήγορη λύση": με δόλωμα την αδερφή του και γυναίκα του Κόλλια, Καλλιόπη, την οποία θα στείλει να δουλέψει και να ξελογιάσει έναν τυφλό, γέρο, πλούσιο και μόνο του, γνωστό τους, τον κ. Συμεωνίδη, θα εξαναγκάσει τον κ. Συμεωνίδη να δώσει το αναγκαίο κεφάλαιο.
Κατά την διάρκεια του έργου, ο Φώντας ξετυλίγει το σχέδιο προσπαθώντας να πείσει τον πολύ διστακτικό γαμπρό του. Ο Κόλλιας που ήταν συμμέτοχος και σε προηγούμενες τέτοιες "δουλειές", όπως οι δουλειές με τους "σωλήνες" και με "τα γουρούνια", επίσης ευφάνταστα σχέδια του Φώντα που απέτυχαν παταγωδώς, αρνείται να συμμετάσχει αυτή τη φορά - πολύ δε περισσότερο που ο κουνιάδος του, του ζητάει τώρα να επιτρέψει και την "εκπόρνευση" της γυναίκας του.
Κατά την διάρκεια της κουβέντας θυμώνουν, κοροϊδεύουν, βρίζουν, απειλούν ο ένας τον άλλο, -καθώς βρίσκουν την ευκαιρία να εκφράσουν την πραγματική γνώμη που έχει ο ένας για τον άλλο- αλλά στο τέλος, -και αφού ο Φώντας με επιδεξιότητα πατάει πάνω στο αδύνατο σημείο του Κόλλια, τα χρήματα για την έκδοση του βιβλίου του - φιλιώνουν, ο Κόλλιας συμφωνεί, και φεύγουν μαζί με προορισμό το καφενείο να παίξουν μια παρτίδα τάβλι, να οικονομήσουν τα χρήματα που χρειάζονται για το λεωφορείο.

Παραστασιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

η παράσταση ξανα-παρουσιάστηκε το 2016 στο Θέατρο Μουσούρη

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βιβλίο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • «Το πανηγύρι - Η βέρα - Το τάβλι», τα κείμενα των τριών θεατρικών έργων του Δημήτρη Κεχαΐδη, εκδόσεις "Κέδρος", 2005
  • «Η βέρα - Το τάβλι», εκδόσεις "Ερμής", 1973
  • "Modern Griechishe Eienakter"- «Το τάβλι» μεταφράστηκε στα γερμανικά και συμπεριλήφθηκε στο βιβλίο με τα σημαντικότερα ελληνικά μονόπρακτα, Verlag der Buchhandlung Moll & Eckardt, 1982
  • "The Charioteer" αγγλικό περιοδικό. Το έργο μεταφράστηκε στ' αγγλικά, και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό, στο τεύχος με θέμα "An Annual Review of Modern Greek Culture", 1984

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Ο Φώντας είναι ταβλαδόρος. Ο Κόλλιας λαχειοπώλης. Μέσα σε ένα απόγευμα θα στήσουν την κομπίνα του αιώνα, προκειμένου να «βγουν και αυτοί επιχειρηματίες στην κοινωνία, να πιάσουν την καλή». Η κομπίνα στήνεται, τινάζεται στον αέρα, ξαναστήνεται, και μέσα από τον ολοζώντανο και ξεκαρδιστικό διάλογο των δύο ηρώων, ο Δημήτρης Κεχαΐδης σατιρίζει ένα κομμάτι της νεοελληνικής νοοτροπίας, που παραμένει ανατριχιαστικά αναλλοίωτο μέχρι σήμερα.»https://www.townsendia.gr/2018/01/enigma.html[νεκρός σύνδεσμος]
  2. http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=288704
  3. https://magnesianews.gr/slider/ieroklis-michailidis-sto-radio-ena-dechtika-protasi-na-paixo-ton-riga-feraio.html
  4. ΔΗΠΕΘΕ Βόλου, θεατρικό πρόγραμμα των παραστάσεων «Το τάβλι» και «Η Βέρα», Μάρτιος 2000
  5. Θεατρικό πρόγραμμα ΔΗΠΕΘΕ Βόλου, σελ.22
  6. https://www.ntng.gr/default.aspx?lang=el-GR&page=2&production=4158
  7. https://www.in.gr/2018/09/20/entertainment/o-peris-mixailidis-milaei-sto-gr-gia-tavli/
  8. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 Νοεμβρίου 2020. Ανακτήθηκε στις 11 Μαρτίου 2021. 
  9. https://www.monopoli.gr/2020/06/30/showtimes/theatre/398386/to-tavli-tou-dimitri-kexaidi-se-kalokairini-periodeia/