Τζον Γουίκλιφ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Τζον Γουίκλιφ
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
John Wycliffe (Αγγλικά)
ΓέννησηΔεκαετία του 1320
Hipswell
Θάνατος31  Δεκεμβρίου 1384[1]
Lutterworth
Χώρα πολιτογράφησηςΒασίλειο της Αγγλίας
ΘρησκείαΠροτεσταντισμός
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςλατινική γλώσσα
Αγγλικά
Μέση αγγλική γλώσσα[2]
ΣπουδέςΚολλέγιο Μέρτον
Κολλέγιο Κουήνς
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταθεολόγος[3]
μεταφραστής
φιλόσοφος[3]
μεταφραστής της Βίβλου
συγγραφέας[4]
ΕργοδότηςΠανεπιστήμιο της Οξφόρδης
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Τζον Γουίκλιφ (αγγλικά: John Wycliffe, περ. 1328 – 31 Δεκεμβρίου 1384) ήταν Άγγλος σχολαστικός φιλόσοφος, θεολόγος, μεταρρυθμιστής της εκκλησίας, μεταφραστής, Καθολικός ιερέας και καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Χάρη στην ενθάρρυνσή του δημιουργήθηκε το 1382 η Βίβλος του Γουίκλιφ, η πρώτη ολοκληρωμένη μετάφραση της Βίβλου στα μεσαιωνικά αγγλικά. Υπήρξε ένας από τους διαφωνούντες με τη μεγαλύτερη επιρροή εντός του Καθολικού ιερατείου κατά τον 14ο αιώνα και θεωρείται πρόδρομος της Αγγλικής Μεταρρύθμισης και γενικότερα της Προτεσταντικής Μεταρρύθμισης.

Οι πολιτικο-εκκλησιαστικές θεωρίες που ανέπτυξε απαιτούσαν από τη Ρωμαιοκαθολική εκκλησία να εγκαταλείψει τα εγκόσμια υπάρχοντά της και από το 1377 άρχισε μια συστηματική επίθεση στις πεποιθήσεις και τις πρακτικές της εκκλησίας. Οι ιδέες του, συνήθως στις πιο ακραίες μορφές τους, υιοθετήθηκαν από το κίνημα των Λόλαρντ, μια αιρετική ομάδα που διέδωσε τις ριζοσπαστικές απόψεις του και εξαπλώθηκε γρήγορα μετά τον θάνατό του.[5]

Καριέρα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Γουίκλιφ γεννήθηκε στο Νορθ Ράιντινγκ του Γιόρκσερ και σπούδασε στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Το 1360 έγινε καθηγητής του κολεγίου Μπάλιολ, αλλά παραιτήθηκε το 1361 για να γίνει εφημέριος στο Φίλιγχαμ, της καλύτερης εκκλησιαστικής θέσης του κολεγίου. Έπαιρνε τον μισθό του εφημερίου ενώ διέμενε αλλού, μια πρακτική που καταδίκαζε σε άλλους. Το 1363 και το 1368 του δόθηκε άδεια από τον επίσκοπο του Λίνκολν να απουσιάσει από το Φίλιγχαμ προκειμένου να σπουδάσει στην Οξφόρδη και το 1368 αντάλλαξε το Φίλιγχαμ με το Λέτζερχωλ, μια ενορία πιο κοντά στο πανεπιστήμιο. Το 1369 πήρε το πτυχίο της Θεολογίας το 1372 το διδακτορικό δίπλωμα στη Θεολογία.[6]

Το 1374 το όνομά του εμφανίζεται δεύτερο, μετά από έναν επίσκοπο, σε μια επιτροπή που η Αγγλική Κυβέρνηση έστειλε στη Μπριζ για να συζητήσει με τους εκπροσώπους του Πάπα Γρηγορίου ΙΑ΄ μια σειρά από διαφωνίες μεταξύ του βασιλιά και του πάπα. Αμέσως μετά την επιστροφή του από την Μπριζ άρχισε να εκφράζει τις απόψεις του σε φυλλάδια και μεγαλύτερα έργα στα οποία επιτέθηκε στη διακυβέρνηση του κλήρου, στη συλλογή των φόρων που καταβάλλονταν στο παπικό θησαυροφυλάκιο δήθεν ως προσφερόμενη εισφορά στην εκκλησία, των συγχωροχαρτιών και της σιμωνίας. Μπήκε στην πολιτική της εποχής με το έργο του De civili dominio (Περί πολιτικής κυριαρχίας), το οποίο απαιτούσε την εκποίηση από τον βασιλιά όλης της εκκλησιαστικής περιουσίας.[7]

Συγκρούσεις με Εκκλησία, Κράτος και Πανεπιστήμιο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η αμφισβήτηση της πολιτικής εξουσίας του Πάπα και οι ιδέες του για τον εκκλησιαστικό πλούτο προκάλεσαν την πρώτη του επίσημη καταδίκη το 1377 από τον Πάπα Γρηγόριο ΙΑ'. Ο Γουίκλιφ υποστήριξε ότι η Εκκλησία είχε πέσει στην αμαρτία και ότι έπρεπε να εγκαταλείψει όλη την περιουσία της και ότι ο κλήρος έπρεπε να επιστρέψει στην ευαγγελική πενία. Επίσης, ανώτεροι κληρικοί δεν θα έπρεπε να κατέχουν ταυτόχρονα ισχυρά κοσμικά αξιώματα.

Πορτρέτο του Τζον Γουίκλιφ που παρουσιάζει το κάψιμο των έργων του (1714)

Το 1377, κλήθηκε σε απολογία ενώπιον του επισκόπου του Λονδίνου αλλά το θέμα δεν εκδικάσθηκε χάρη στους ισχυρούς προστάτες του, κυρίως τον ισχυρό δούκα Ιωάννη της Γάνδης και άλλους ευγενείς που τον υποστήριζαν. Ο Πάπας Γρηγόριος ΙΑ' έστειλε πέντε παπικές βούλες εναντίον του, καταγγέλλοντας τις απόψεις του ως εσφαλμένες και επικίνδυνες για την Εκκλησία και την Πολιτεία. Στην Οξφόρδη, ο αντικαγκελάριος τον φυλάκισε για κάποιο διάστημα, αλλά οι προστάτες του πέτυχαν σύντομα την απελευθέρωσή του.[8]

Τα υψηλά πρόσωπα που τον προστάτευαν για καιρό, έπαψαν μετά τη δημοσίευση το 1380 της πραγματείας του για την Ευχαριστία, στο οποίο αμφισβήτησε το δόγμα της μετουσίωσης. Όσο οι επιθέσεις του περιορίζονταν στις καταχρήσεις και τον πλούτο της Εκκλησίας, μπορούσε να βασιστεί στην υποστήριξη της αριστοκρατίας, αλλά μόλις απέρριψε το παραδοσιακό δόγμα της μετουσίωσης, οι θέσεις του δεν μπορούσαν πλέον να υποστηριχθούν. Εν τω μεταξύ, το 1381 ξέσπασε η Εξέγερση των Χωρικών. Η εξέγερση πυροδοτήθηκε εν μέρει από τις απόψεις του Γουίκλιφ που μεταφέρθηκαν σε όλο το βασίλειο από «φτωχούς ιεροκήρυκες», οι οποίοι δεν περιόρισαν την κριτική τους στη συσσώρευση πλούτου και περιουσίας των μοναστηριών, αλλά συμπεριέλαβαν και περιουσίες που ανήκαν στους ευγενείς. Παρόλο που ο Γουίκλιφ αποδοκίμασε την εξέγερση, ορισμένοι από τους οπαδούς του, το κίνημα των Λόλαρντ, δικαιολόγησαν τη δολοφονία του αρχιεπισκόπου του Καντέρμπερι και αντιμετώπισαν για πρώτη φορά σοβαρές διώξεις.

Το 1382, κλήθηκε ενώπιον συνόδου στην Οξφόρδη. Στερήθηκε τη θέση του διδάσκοντος στην Οξφόρδη, αλλά δεν αφορίστηκε ούτε χαρακτηρίστηκε επίσημα αιρετικός και συνέχισε να γράφει και να κηρύττει μέχρι το θάνατό του το 1384. Τα θεολογικά έργα του Γουίκλιφ καταδικάστηκαν ως αιρετικά από τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία το 1382.

Πολύ μετά τον θάνατό του, το συμβούλιο της Κωνσταντίας το 1415 τον ανακήρυξε αιρετικό, τον αφόρισε και διατάχθηκε να καούν τα βιβλία του. Το 1428, το σώμα του αφαιρέθηκε από καθαγιασμένο έδαφος, κάηκε και οι στάχτες διασκορπίστηκαν στον ποταμό Σουίφτ.[9]

Ο Τζον Γουίκλιφ διαβάζει τη μετάφραση της Βίβλου στον δούκα Ιωάννη της Γάνδης. Απεικονίζονται επίσης η γυναίκα και το παιδί του Ιωάννη, μαζί με τους ποιητές Τζέφρι Τσώσερ και Τζον Γκάουερ.

Η Βίβλος του Γουίκλιφ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μεταξύ των μεγαλύτερων συνεισφορών του στην αγγλική λογοτεχνία ήταν η έμπνευσή του για τη μετάφραση της Βουλγάτας (1382-1384) - η πρώτη ολοκληρωμένη μετάφραση σε μια κατανοητή γλώσσα, τα μεσαιωνικά αγγλικά, με αξιοσημείωτη επιρροή στην ίδια τη γλώσσα - γνωστή ως Βίβλος του Γουίκλιφ, την οποία ενθάρρυνε και συντόνισε και του αποδίδεται ευρέως, αν και δεν είναι δυνατό να προσδιοριστεί ακριβώς η συμμετοχή του, εάν υπάρχει, στις μεταφράσεις.[10]

Μεταθανάτια επιρροή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι ιδέες του Γουίκλιφ εξαπλώθηκαν στην Αγγλία, οι οπαδοί του, που ονομάζονταν υποτιμητικά κίνημα των Λόλαρντ, συνέχισαν το έργο του, στοχαζόμενοι ιδέες όπως οι χριστιανικές αρετές, ο προορισμός, η εικονομαχία και η έννοια του Καισαροπαπισμού, αμφισβήτησαν τη λατρεία των αγίων, τα μυστήρια, τις λειτουργίες για τους νεκρούς, τη μετουσίωση, την ύπαρξη του μοναχισμού κλ. έως το 1401 που ψηφίστηκε το πρώτο αγγλικό καταστατικό για το κάψιμο των αιρετικών, που σήμανε το τέλος της δράσης τους. [11]

Το κίνημα των Λόλαρντ προανήγγειλε ορισμένες ιδέες της Μεταρρύθμισης και επηρέασε την κοινή γνώμη υπέρ του διαχωρισμού της Αγγλικής Εκκλησίας από τη Ρώμη, απόφαση που έλαβε ο Ερρίκος Η' το 1534.[12]

Στην κεντρική Ευρώπη, ιδιαίτερα στην Πράγα, ενέπνευσαν και επηρέασαν τη φιλοσοφία και τις διδασκαλίες του Τσέχου μεταρρυθμιστή Γιαν Χους, του οποίου ο μαρτυρικός θάνατος το 1415 πυροδότησε εξέγερση και οδήγησε στους πολέμους των Χουσιτών του 1419–1434. Μεταγενέστεροι μεταρρυθμιστές όπως ο Μαρτίνος Λούθηρος, προχώρησαν περισσότερο, πυροδοτώντας την Προτεσταντική Μεταρρύθμιση (1517). [9]

Έργα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Γουίκλιφ έγραψε περίπου 200 έργα στα λατινικά και στη μέση αγγλική γλώσσα. Υπάρχουν λίγοι Λατινιστές που είναι ειδικοί στα σχολαστικά λατινικά του 14ου αιώνα, έτσι λίγα από τα λατινικά έργα έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, αφήνοντας μεγάλο μέρος της σκέψης του άγνωστο ακόμη και στους ιστορικούς. Τα θεολογικά και πολιτικά του έργα περιλαμβάνουν πολυάριθμα βιβλία και φυλλάδια:[13]

  • The Last Age of the Church (1356)
  • De Logica (1360)
  • De Universalibus (1368)
  • De Dominio Divino (1373)
  • De Mandatis Divinis (1375)
  • De Statu Innocencie (1376)
  • De Civili Dominio (1377)
  • Responsio (1377)
  • De Ecclesia (1379)
  • De veritate sacrae scripturae (1378)
  • On the Pastoral Office (1378)
  • De apostasia (1379)
  • De Eucharistia (1379)
  • Objections to Friars (1380)

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]