Μαμούκα του Ιμερέτι (γιος του Γεωργίου Γ΄)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μαμούκα του Ιμερέτι (γιος του Γεωργίου Γ΄)
Ο πρίγκιπας Mαμούκα τού Ιμερέτι παίζει πόλο. Ένα σχέδιο από το ταξιδιωτικό άλμπουμ του Κριστόφορο Καστέλι, που έζησε στη Γεωργία από το 1627 έως το 1654.
Γενικές πληροφορίες
Θάνατος1654
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταπολιτικός
Οικογένεια
ΓονείςΓεώργιος Γ΄ της Ιμερετίας
ΟικογένειαΔυναστεία των Μπαγκρατιόνι
Θυρεός
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Mαμούκα, γεωργιανά: მამუკა, (απεβ. το 1654) ήταν μέλος τού Οίκου των Μπαγκρατιόνι τού Ιμερέτι, ενός βασιλείου στη δυτική Γεωργία. Γιος τού βασιλιά Γεωργίου Γ΄ του Ιμερέτι, ήταν ηγετικός διοικητής σε μία σειρά πολέμων με τον Λέβαν Β΄ Νταντιάνι, πρίγκιπα της Μινγκρελία, ο οποίος συνέλαβε τον Μαμούκα το 1647 και τον τύφλωσε. Ο Μαμούκα απεβίωσε ως κρατούμενος τού Νταντιάνι. Κάποια στιγμή στη δεκαετία του 1630, ο Μαμούκα είχε θεωρηθεί από τον άτεκνο βασιλιά Ροστόμ του Κάρτλι ως κληρονόμος του.

Πρώιμη ζωή και οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Μαμούκα ήταν γιος του βασιλιά Γεωργίου Γ΄ τού Ιμερέτι (βασ. 1605-1639) από τη σύζυγό του Τάμαρ, και νεότερος αδελφός τού διαδόχου τού Γεωργίου, Αλέξανδρου Γ΄ (βασ. 1639-1660). Και οι δύο αυτοί βασιλιάδες παρενοχλούνταν διαρκώς από τον επεκτατικό γείτονά τους, τον Λέβαν Β΄ Νταντιάνι, πρίγκιπα της Μινγκρελία. Ένας ικανός στρατιωτικός, που επαινείται από τους γεωργιανούς χρονικογράφους για τη γενναιότητά του, ο Mαμούκα έπαιξε εξέχοντα ρόλο στον πόλεμο με τον Νταντιάνι. Ο Λέβαν προσπάθησε να κερδίσει τον Μαμούκα παντρεύοντας τον πρίγκιπα με την κόρη του. Αλλά ο Mαμούκα παντρεύτηκε μία Ιμερετία πριγκίπισσα από την οικογένεια Τσχέιντζε. [1] Απέκτησε έναν γιο, τον Αρτσίλ (άκμασε 1675-1683), τού οποίου ο γιος, ο Mαμούκα (π. 1685–1687), ήταν ο τελευταίος γνωστός απόγονος αυτής της οικογένειας. [2]

Επίδοξος διάδοχος του Κάρτλι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1634, ο Γεώργιος Γ΄ έπεσε στα χέρια των Μινγκρελιανών και ο Αλέξανδρος έπρεπε να πληρώσει λύτρα. Ο πρίγκιπας Mαμούκα και ο πεθερός του Μπεζάν Τσχέιντζε κατέφυγαν στον Γιουσούφ Α΄, έναν Οθωμανό πασά τού Αχαλτσίχε, και έζησαν εκεί, κατά καιρούς κάνοντας επιδρομές στο Ιμερέτι και τη Γκουρία, μέχρι που κλήθηκαν από τον Ροστόμ, τον άτεκνο βασιλιά τού Κάρτλι, να τους υιοθετήσει ως γιους και κληρονόμους. Ωστόσο, μία ομάδα ευγενών του Κάρτλι, που είχε πείσει τον Ροστόμ να υιοθετήσει τον Μαμούκα λόγω της γενναιότητάς του, της βασιλικής καταγωγής του και της δυναστικής του συγγένειας, συνωμότησαν με τον Τσκέιντζε για να δολοφονήσουν τον Ροστόμ και να κάνουν τον Μαμούκα βασιλιά τού Κάρτλι. Η συνωμοσία κατέρρευσε, όταν ένας δολοφόνος μπέρδεψε έναν υπηρέτη τού βασιλικού λουτρού με τον βασιλιά και έπρεπε να διαφύγει, αφήνοντας τον υπηρέτη τραυματισμένο. Ο Ροστόμ απέφυγε να δημοσιοποιήσει το περιστατικό και, μέσω ιδιωτικής επιστολής, ανάγκασε υπομονετικά τον Mαμούκα να επιστρέψει στην εξορία του στην Aχαλτσίχε. Ο Τσχέιντζε και οι ακόλουθοί του παρέμειναν στο Kάρτλι, για να συνεχίσουν τον αγώνα τους με τον Ροστόμ. [1]

Τελευταία χρόνια και το τέλος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μέχρι το 1647, ο Μαμούκα βρισκόταν ξανά στο Ιμερέτι, οδηγώντας την αντίσταση στην ανανεωμένη επίθεση τού Λέβαν Β΄ Νταντιάνι. Ιππεύοντας το αγαπημένο του άλογο, σκόρπισε τον τρόμο στους Μινγκρελιανούς. Σε μία από τις επιθέσεις τού Νταντιάνι στο Ιμερέτι, ο Αλέξανδρος Γ΄, ο βασιλεύων αδελφός τού Mαμούκα, έκρυψε το άλογο τού πρίγκιπα για να τον αποτρέψει από το να πάει στη μάχη, είτε από φόβο μήπως χάσει τον αδελφό του είτε, όπως φημολογείται, από φθόνο για τη στρατιωτική του ικανότητα. Ο Μαμούκα, που ακόμη επιθυμούσε να επιτεθεί τους Μινγκρελιανούςς, τους έτρεψε σε φυγή. Το άλογό του σκόνταψε, όταν ο Μαμούκα έπληξε με δόρυ έναν εχθρικό ιππέα που διέφευγε, και ο πρίγκιπας έπεσε στο έδαφος, όπου αιχμαλωτίστηκε και τον έφεραν με αλυσίδες στον Νταντιάνι. Ο Τεϊμουράζ Α΄, ο εξόριστος βασιλιάς των Καχετίων, ο οποίος είχε συγγένεια τόσο με τον βασιλιά τού Ιμερέτι, όσο και με τον πρίγκιπα Νταντιάνι, προσπάθησε να διαπραγματευτεί την απελευθέρωση τού Μαμούκα, αλλά ο Λέβαν αρνήθηκε. [1] Κατά τη διάρκεια ενός ακόμη ξεσπάσματος εχθροπραξιών με το Ιμερέτι, ο Νταντιάνι τύφλωσε τον Μαμούκα στη φυλακή. Ο Αλέξανδρος Γ΄ παραπονέθηκε στον Ροστόμ και ο τελευταίος, με τη συγκατάθεση της συζύγου του Μαριάμ, αδερφής του Λέβαν Νταντιάνι, καταράστηκε τον πρίγκιπα της Μινγκρελίας. [3] Ο Μαμούκα έμεινε αιχμάλωτος και το 1654 απεβίωσε, θρηνούμενος στο Ιμερέτι και στο Κάρτλι. [1]

Βιβλιογραφικές αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 Brosset, Marie-Félicité (1856). Histoire de la Géorgie depuis l'Antiquité jusqu'au XIXe siècle. IIe partie. Histoire moderne (στα French). S.-Pétersbourg: A la typographie de l'Academie Impériale des Sciences. σελίδες 179, 271–272, 373. CS1 maint: Μη αναγνωρίσιμη γλώσσα (link)
  2. Metreveli, Roin, επιμ. (2003). ბაგრატიონები. სამეცნიერო და კულტურული მემკვიდრეობა (στα Georgian και English). Tbilisi: Neostudia. σελ. Table 7. ISBN 99928-0-623-0. CS1 maint: Μη αναγνωρίσιμη γλώσσα (link)
  3. Rayfield, Donald (2012). Edge of Empires: A History of Georgia. London: Reaktion Books. σελ. 208. ISBN 978-1780230306.