Θέατρο του Πομπήιου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Θέατρο του Πομπήιου
Χάρτης
ΕίδοςΡωμαϊκός αρχαιολογικός χώρος και ρωμαϊκό θέατρο
Γεωγραφικές συντεταγμένες41°53′43″N 12°28′25″E
Διοικητική υπαγωγήΡώμη[1]
ΧώραΙταλία
Έναρξη κατασκευής55 π.Χ.
Ολοκλήρωση56[2]
Χρήσηθέατρο[1]
ΧρηματοδότηςΠομπήιος
Commons page Πολυμέσα

Το Θέατρο του Πομπήιου (λατινικά: Theatrum Pompeii‎‎, ιταλικά: Teatro di Pompeo‎‎) ήταν μία κατασκευή στην Αρχαία Ρώμη, που κτίστηκε κατά το τελευταίο μέρος της εποχής της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας από τον Γναίο Πομπήιο τον Μέγα (Gnaeus Pompeius Magnus). Ολοκληρώθηκε το 55 π.Χ. και ήταν το πρώτο μόνιμο θέατρο, που κτίστηκε στη Ρώμη. Τα ερείπιά του βρίσκονται στo Λάργκο ντι Τόρε Αρτζεντίνα.

Περικλείεται από τις μεγάλες με κίονες στοές· ήταν ένα εκτεταμένο συγκρότημα κήπων με κρήνες και αγάλματα. Κατά μήκος της σκεπαστής στοάς υπήρχαν δωμάτια αφιερωμένα στην έκθεση τεχνουργημάτων και άλλων έργων, που είχε συλλέξει ο Πομπήιος κατά τη διάρκεια των εκστρατειών του. Στην απέναντι άκρη του συγκροτήματος του κήπου ήταν η Curia του Πομπήιου για πολιτικές συναντήσεις. Η Σύγκλητος συχνά χρησιμοποιούσε αυτό το κτίριο μαζί με έναν αριθμό ναών και αίθουσών, που ικανοποιούσαν τις απαιτήσεις για τις επίσημες συνεδριάσεις τους. Η Curia είναι διάσημη, ως το μέρος όπου ο Ιούλιος Καίσαρας δολοφονήθηκε από τον Βρούτο και τον Κάσσιο κατά τη διάρκεια μίας συνόδου της Συγκλήτου στις 15 Μαρτίου 44 π.Χ.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Προέλευση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Πομπήιος πλήρωσε γι' αυτό το θέατρο, για να κερδίσει πολιτική δημοτικότητα κατά τη διάρκεια της δεύτερης υπατείας του. Η έμπνευση για το θέατρο έγινε μετά από την επίσκεψη του Πομπήιου το 62 π.Χ. στο θέατρο της Μυτιλήνης.[3][4] Η κατασκευή ξεκίνησε γύρω στο 61 π.Χ.[5] Πριν από την κατασκευή του, τα μόνιμα πέτρινα θέατρα εντός της πόλης είχαν απαγορευτεί, και έτσι για να παρακάμψει αυτό το ζήτημα, ο Πομπήιος έκανε την κατασκευή στο Άρεως Πεδίον (Campus Martius), έξω από το pomerium, το ιερό όριο, που χώριζε την πόλη από το ager Romanus (την περιοχή αμέσως έξω από την πόλη).[4][6] Ο Πομπήιος έκτισε επίσης έναν ναό στην Αφροδίτη Νικηφόρο (Venus Victrix) κοντά στην κορυφή του καθίσματος του θεάτρου. Ο Πομπήιος στη συνέχεια ισχυρίστηκε ότι «δεν [έkτισε] ένα θέατρο, αλλά μάλλον έναν ναό της Αφροδίτης, στον οποίο πρόσθεσα τα σκαλιά ενός θεάτρου».[7]

Οι πηγές για την αφιέρωση είναι αντιφατικές. Ο Πλίνιος αναφέρει την αφιέρωσή του το 55 π.Χ., το έτος της δεύτερης υπατείας του Πομπήιου. Ωστόσο ο Γέλλιος διασώζει μία επιστολή τού Τίρo, απελεύθερου του Κικέρωνα, που χρονολογεί την αφιέρωση στο 52 π.Χ.[8] Δύο παραστάσεις έγιναν κατά την αφιέρωση: Η Κλυταιμνήστρα τού Άκκιου, και ο Δούρειος Ίππος (Equos Troianus) τού Λίβιου Ανδρόνικου ή του Γναίου Ναίβιου.[9] Ο Κλόδιος Αίσωπος, ένας διάσημος τραγικός ηθοποιός που είχε αποσυρθεί λόγω ηλικίας, επανήλθε, για να παίξει στην εναρκτήρια παράσταση του θεάτρου. Η παράσταση συνοδεύτηκε επίσης από αγώνες μονομάχων με εξωτικά ζώα.[6]

Για 40 χρόνια το θέατρο ήταν το μόνο μόνιμο θέατρο, που βρισκόταν στη Ρώμη, έως ότου ο Λεεύκιος Κορνήλιος Βάλβος ο Νεότερος κατασκεύασε το Θέατρο του Βάλβου το 13 π.Χ. στο Άρεως Πεδίον. Ανεξάρτητα από αυτό, το Θέατρο του Πομπήιου συνέχισε να είναι η κύρια τοποθεσία για τα έργα, τόσο λόγω της μεγαλοπρέπειάς του όσο και λόγω του μεγέθους του. Στην πραγματικότητα, ο χώρος σε όλη του τη ζωή εθεωρείτο το θέατρο για πρεμιέρες. Αναζητώντας τη σύνδεση με το μεγάλο αυτό θέατρο, άλλοι κατασκεύαζαν το δικό τους μέσα και γύρω από την έκταση του Πομπήιου. Αυτό οδήγησε στην τελική ίδρυση μίας συνοικίας θεάτρου, με την κυριολεκτική έννοια.[6]

Μετά τον Πομπήιο. Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την ήττα του Πομπήιου και την επακόλουθη δολοφονία του το 48 π.Χ. κατά τη διάρκεια του Μεγάλου Ρωμαϊκού Εμφυλίου Πολέμου (49-45 π.Χ.), ο Καίσαρας χρησιμοποίησε το θέατρο, για να εορτάσει τον θρίαμβο επί των δυνάμεων του Πομπήιου στην Αφρική. Μετά το Θέατρο έγινε ο τόπος της δολοφονίας του Καίσαρα, καθώς ήταν ο προσωρινός χώρος συνάντησης της Ρωμαϊκής Συγκλήτου.

Οι στοές και το θέατρο διατηρήθηκαν για αιώνες. Ο Οκταβιανός Αύγουστος αποκατέστησε τμήματα τού συγκροτήματος το 32 π.Χ. και το 21 μ.Χ. Ο Τιβέριος ξεκίνησε μία ανακατασκευή τού τμήματος τού θεάτρου, που είχε καταστραφεί από πυρκαγιά· η ανακατασκευή ολοκληρώθηκε κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Καλιγούλα. Ο Κλαύδιος αφιέρωσε εκ νέου τον Ναό της Αφροδίτης Νικηφόρου. Ο Νέρων επιχρύσωσε το εσωτερικό τού ναού και ο Δομιτιανός και ο Σεπτίμιος Σεβήρος επισκεύασαν και άλλαξαν σημαντικά τη δομή.[10][11] Ένας κατάλογος που διαμορφώθηκε στα τέλη του 4ου αι., κατέγραφε ότι η χωρητικότητα τού θεάτρου ήταν 22.888 άτομα.[12]

Μετά την κατάληψη της Ιταλίας από τους Οστογότθους το 476 μ.Χ. το Θέατρο του Πομπήιου παρέμεινε σε χρήση. Όταν η πόλη της Ρώμης πέρασε στην κυριαρχία τού Οστρογοτθικού Βασιλείου, η κατασκευή ανακαινίστηκε και πάλι μεταξύ 507-511 μ.Χ.[13] Ωστόσο αυτή η ανακαίνιση θα ήταν η τελευταία. Μετά τον καταστροφικό Γοτθικό Πόλεμο (535–554) δεν χρειαζόταν ένα μεγάλο θέατρο, επειδή ο πληθυσμός της Ρώμης είχε μειωθεί δραστικά. Ως εκ τούτου, το θέατρο αφέθηκε να φθαρεί.[14]

Από τον Μεσαίωνα μέχρι σήμερα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σχέδιο της σύγχρονης Ρώμης σε γκρι και επάνω της το θέατρο σε λευκό χρώμα.

Κατά τον Πρώιμο Μεσαίωνα η μαρμάρινη επένδυση του θεάτρου χρησιμοποιήθηκε ως υλικό για τη συντήρηση άλλων κτιρίων. Καθώς βρίσκεται κοντά στον Τίβερη, το κτίριο πλημμύριζε τακτικά, γεγονός που προκάλεσε περαιτέρω ζημιές.[14] Παρόλα αυτά, ο τσιμεντένιος πυρήνας τού κτιρίου παρέμεινε όρθιος ως τον 9ο αι., καθώς ένας οδηγός προσκυνητών εκείνης της εποχής εξακολουθεί να καταγράφει την τοποθεσία ως θέατρο.[14][15] Μέχρι τον 12ο αι. τα γύρω κτίρια είχαν αρχίσει να καταπατούν τα ερείπια. Στο σημείο κατασκευάστηκαν δύο εκκλησίες, η Σάντα Μπάρμπαρα και η Σάντα Μαρία ιν Γκρότα Πίντα, με την τελευταία να έχει κτιστεί πιθανώς επάνω από έναν από τους διαδρόμους πρόσβασης του θεάτρου.[15] Ωστόσο η κάτοψη του παλαιού θεάτρου ήταν ακόμη αναγνωρίσιμη.[14] Το 1140 μία πηγή ανέφερε τα ερείπια ως Theatrum Pompeium, ενώ μία άλλη τα ανέφερε ως «ναός του Cneus Pompeii». Το 1150 ο Γιοχάννες ντε Τσέκα φημολογείται, ότι πούλησε προς ένα τρισεκατομμύριο τη "στρογγυλή κατασκευή" (δηλαδή την καμπύλη του θεάτρου) σε έναν πρόγονο της οικογένειας Oρσίνι. Το 1296 ο χώρος του θεάτρου μετατράπηκε σε φρούριο από τους Ορσίνι.[15] Αργότερα τον Μεσαίωνα κτίστηκε η εκκλησία Κάμπο ντε Φιόρι και τα υπόλοιπα μέρη του θεάτρου εξορύσσοντο, για να προμηθεύσουν με πέτρα πολλά νεότερα κτίρια, που εξακολουθούν να υπάρχουν στη σύγχρονη Ρώμη.[14]

Σήμερα δεν έχουν απομείνει πολλά ορατά από το άλλοτε μεγαλοπρεπές θέατρο, καθώς τα απομεινάρια της κατασκευής έχουν τυλιχθεί εξ ολοκλήρου από τις οικοδομές, που βρίσκονται μεταξύ του Κάμπο ντε Φιόρι και του Λάργκο ντι Τόρε Αρτζεντίνα. Τα μεγαλύτερα άθικτα τμήματα του θεάτρου βρίσκονται στο Ανάκτορο της Καγκελλαρίας, το οποίο χρησιμοποίησε ένα μεγάλο μέρος του τραβερτίνη -στο χρώμα των οστών- για το εξωτερικό του. Οι μεγάλες κόκκινες και γκρι κολώνες που χρησιμοποιήθηκαν στην αυλή του, προέρχονται από τις στοές της επάνω σειράς στεγασμένων καθισμάτων του θεάτρου. Ωστόσο αρχικά τις είχαν πάρει από το θέατρο, για να κτιστεί η παλαιά Βασιλική του Σαν Λορέντζο.[16] Και ενώ το ίδιο το θέατρο δεν είναι πλέον ορατό, το αποτύπωμα τού ίδιου τού κτιρίου μπορεί ακόμη να ανιχνευθεί. Η ημικυκλική μορφή της δομής μπορεί να εντοπιστεί σήμερα περπατώντας ανατολικά από το Κάμπο ντε' Φιόρι μέσω του Παλάτσο Ορσίνι Πίο Ριγκέτι. Το μονοπάτι της Βία ντι Γκρότα Πίντα, κοντά στη Βία ντέι Κιαβάρι, ακολουθεί επίσης κατά προσέγγιση το περίγραμμα της αρχικής σκηνής του θεάτρου. Βαθιά μέσα στις εσοχές των υπογείων και των κελαριών κρασιών των κτιρίων που βρίσκονται στο Κάμπο ντε' Φιόρι, διακρίνονται ακόμη καμάρες και θραύσματα των τοίχων και των θεμελίων τού θεάτρου. Η κάτοψη του Παλάτσο Πίο αποκαλύπτει επίσης, ότι πολλές από τις ακτίνες στήριξης του θεάτρου επανατοποθετήθηκαν σε τοίχους για νέες αίθουσες.[17] Οι καμάρες που απέμειναν μετά την εγκατάλειψη του θεάτρου οδήγησαν ακόμη και στο όνομα της προαναφερθείσας Σάντα Μαρία ιν Γκρότα Πίντα (δηλαδή στο «ζωγραφισμένο σπήλαιο»).[11]

Ανασκαφή και μελέτη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ένα από τα πρώτα άτομα που σχεδίασαν τα ερείπια του θεάτρου, ήταν ο Τζ.-Μπ. Πιρανέζι, ο οποίος έκανε δύο αξιοσημείωτα χαρακτικά, που απεικόνιζαν το θέατρο στα μέσα του 18ου αι. Το πρώτο με τίτλο "Επίδειξη των τωρινών ερειπίων του Θεάτρο του Πομπηίου" (Dimonstrazione del Odierno Avanzo del Teatro di Pompeo) απεικονίζει, τόσο από επάνω προς τα κάτω όσο και με κατόψεις, μία άποψη των ερειπίων. Αυτή η απεικόνιση υποδηλώνει, ότι τα μόνα απομεινάρια τής κάποτε μεγάλης κατασκευής τον 18ο αι. ήταν τμήματα των καθισμάτων, που βρίσκονται πιο κοντά στην ορχήστρα (ima cavea). O Πιρανέζι σημειώνει συγκεκριμένα, ότι διατηρήθηκαν ακόμη τέσσερις από τις μεγάλες θύρες (vomitoria), από τις οποίες θα εισέρχοντο οι θεατές στο συγκρότημα. Ωστόσο μεγάλο μέρος τού ύψους τού κτιρίου είχε προ πολλού απογυμνωθεί.[18]

Ένα άλλο χαρακτικό, με τίτλο «Τα απομεινάρια του θεάτρου του Πομπήιου», δείχνει μία πιο καλλιτεχνική άποψη της κατασκευής. Αυτή η απεικόνιση, στραμμένη προς τα νοτιοανατολικά, υποθέτει ότι το υπόλοιπο ima cavea ήταν χωρισμένο στη δυτική πλευρά, όπου θα βρίσκοντο οι αρχαίες σκάλες προς τον Ναό της Αφροδίτης. Η εικόνα δείχνει επίσης ευδιάκριτα ένα εναπομείναν τόξο υποδομής, που αρχικά θα υποστήριζε το media και το summa caveae.[19] Ο Πιρανέζι φαίνεται ότι βασίζει τα σχέδιά του σε μεγάλο βαθμό, σε αυτό που μπορούσε να φανταστεί, καθώς στις λεζάντες της "Επίδειξης των τωρινών ερειπίων του Θεάτρου του Πομηηίου", αναφέρει ρητά, ότι αυτά τα χαρακτικά απεικονίζουν, πώς θα έμοιαζε το θέατρο, αν οι σύγχρονες οικοδομές αφαιρούντο από την τοποθεσία ("protratta secondo il giro delle moderne fabbriche situate sullo rovine della medesima").[18][19]

Το αρχαιολογικό σχέδιο του θεάτρου του Βικτουάρ Μπαλτάρ το 1837. Στο κέντρο υπάρχει μία όψη από επάνω προς τα κάτω των υπολειμμάτων. Στην κορυφή υπάρχουν δύο τομές, που δείχνουν ό,τι έχει απομείνει από το θέατρο.

Ο Λουίτζι Κανίνα (1795–1856) ήταν ο πρώτος, που ανέλαβε σοβαρή έρευνα για το θέατρο. Ο Κανίνα εξέτασε όποια ερείπια μπορούσε και στη συνέχεια συνδύασε αυτές τις πληροφορίες με την περίφημη περιγραφή ενός ρωμαϊκού θεάτρου του Βιτρούβιου, δημιουργώντας έτσι ένα σχέδιο εργασίας του θεάτρου. Αργότερα το 1837 ο Βικτουάρ Μπαλτάρ χρησιμοποίησε το έργο του Κανίνα, καθώς και πληροφορίες που αντλήθηκαν από το Forma Urbis Romae για να κατασκευάσει ένα πιο εκλεπτυσμένο σχέδιο.[20] Όπως και ο Πιρανέζι πριν από αυτόν, ο Μπαλτάρ δημιούργησε επίσης ένα σκίτσο, για το πώς θα έμοιαζαν τα ερείπια, αν είχαν ανασκαφεί πλήρως.[21]

Περιγραφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η κατασκευή και το συνδεδεμένο τετράστοο είχαν πολλαπλές χρήσεις. Το κτίριο είχε τη μεγαλύτερη «Κρύπτη» από όλα τα ρωμαϊκά θέατρα. Αυτή η περιοχή, που βρισκόταν πίσω από τη σκηνή και μέσα σε έναν περίβολο, χρησιμοποιήθηκε από τους θαμώνες μεταξύ πράξεων ή έργων για να κάνουν περίπατο, να αγοράσουν αναψυκτικά ή απλώς να δραπετεύσουν από τον ήλιο ή τη βροχή στις σκεπαστές στοές.[22]

Η Στοά (Porticus) του Πομπηίου περιείχε αγάλματα μεγάλων καλλιτεχνών και ηθοποιών. Οι μακριές στοές εξέθεταν συλλογές ζωγραφικής και γλυπτικής, καθώς και έναν μεγάλο χώρο κατάλληλο για δημόσιες συγκεντρώσεις και συναντήσεις, έτσι έκαναν την εγκατάσταση πόλο έλξης για τους Ρωμαίους για πολλούς λόγους. Πλούσιες κρήνες τροφοδοτούντο από νερό, που είχε αγοραστεί από ένα κοντινό υδραγωγείο και είχε αποθηκευτεί. Δεν είναι γνωστό εάν η παροχή νερού θα ήταν αρκετή, για να λειτουργήσει η υδροδότηση για περισσότερες από μερικές ώρες την ημέρα ή εάν κάποια άλλη παροχή επέτρεπε στις κρήνες να λειτουργούν σχεδόν ασταμάτητα.[16]

Τα ερείπια της ανατολικής πλευράς του τετράστοου (quadriporticus) και τρεις από τους τέσσερις ναούς από μία παλαιότερη περίοδο που συχνά συνδέονται με το θέατρο, μπορούν να ιδωθούν στο Λάργκο ντι Τόρε Αρτζεντίνα.[23] Ο τέταρτος ναός παραμένει σε μεγάλο βαθμό καλυμμένος από τους σύγχρονους δρόμους της Ρώμης. Αυτός ο αρχαιολογικός χώρος ανασκάφηκε με εντολή του Μουσολίνι τις δεκαετίες του 1920 και του 1930.[24] Τα λιγοστά απομεινάρια του ίδιου του θεάτρου βρίσκονται στον υπόγειο σιδηρόδρομο Βία ντι Γκρότα Πίντα.[25] Θόλους από το αρχικό θέατρο θα βρείτε στα κελάρια των εστιατορίων έξω από αυτόν τον δρόμο, καθώς και στους τοίχους του ξενοδοχείου Albergo Sole al Biscione.[26] Τα θεμέλια του θεάτρου, καθώς και μέρος του πρώτου επιπέδου και του κοίλου παραμένουν, αλλά καλυμμένα, αφού έχουν επάνω τους οικοδομές και έχουν επεκταθεί. Η από επάνω οικοδόμηση ανά τους αιώνες είχε ως αποτέλεσμα, τα σωζόμενα ερείπια της κύριας κατασκευής του θεάτρου να ενσωματωθούν σε σύγχρονες οικοδομές.[16]

Αρχιτεκτονική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Θραύσμα του χάρτη του Σεβήρου για τη Ρώμη, που δείχνει το Θέατρο του Πομπήιου.

Τα χαρακτηριστικά των ρωμαϊκών θεάτρων είναι παρόμοια με εκείνα των προγενέστερων ελληνικών θεάτρων, στα οποία βασίζονται. Ωστόσο τα ρωμαϊκά θέατρα έχουν συγκεκριμένες διαφορές, όπως να είναι κτισμένα επάνω στα δικά τους θεμέλια -αντί να θεμελιώνονται σε επιχωματώσεις ή σε μία πλαγιά- και να είναι εντελώς κλειστά από όλες τις πλευρές.[27]

Η Ρώμη δεν είχε μόνιμα θέατρα μέσα στα τείχη της πόλης μέχρι αυτό του Πομπήιου. Τα θέατρα και τα αμφιθέατρα ήταν προσωρινές, ξύλινες κατασκευές, που μπορούσαν να συναρμολογηθούν και να αποσυναρμολογηθούν γρήγορα. Οι προσπάθειες να κτιστούν μόνιμες πέτρινες κατασκευές σταματούσαν πάντα από πολιτικά πρόσωπα ή απλώς δεν καρποφόρησαν πλήρως.[28]

Ο Πομπήιος λέγεται ότι εμπνεύστηκε την κατασκευή του θεάτρου του από μία επίσκεψη στο θέατρο της Μυτιλήνης στη Λέσβο.[29] Η κατασκευή μπορεί να ήταν αντίστοιχη της Ρωμαϊκής Αγοράς. Η ολοκλήρωση αυτής της κατασκευής μπορεί επίσης να οδήγησε στην οικοδόμηση των Αυτοκρατορικών Αγορών.[29][30] Ο Ιούλιος Καίσαρας θα ερχόταν να αντιγράψει τη χρήση των λαφύρων τού πολέμου από τον Πομπήιο, για να απεικονίσει και να δοξάσει τους δικούς του θριάμβους κατά την κατασκευή της Αγοράς του, η οποία με τη σειρά της θα αντιγραφόταν από τους Αυτοκράτορες.[30] Η χρήση του δημόσιου χώρου που ενσωματώνει την αρχιτεκτονική ναών για προσωπικές πολιτικές φιλοδοξίες, πάρθηκε από παλαιότερο πρότυπο του Σύλλα και τους προγενέστερους τού δικτάτορα. Η χρήση θρησκευτικών ενώσεων και τελετουργικών για προσωπική εξύμνηση και πολιτική προπαγάνδα ήταν μία προσπάθεια προβολής μίας δημόσιας εικόνας.[30]

Η χρήση θεμελίων από σκυρόδεμα και πέτρα επέτρεψε ένα ρωμαϊκό θέατρο και αμφιθέατρο.[31][32]

Η σκηνή και το προσκήνιο (scaenae frons) του θεάτρου είναι συνδεδεμένα απευθείας με το κοίλο (auditorium), δημιουργώντας μiα ενιαία δομή ολόγυρα κλειστή, ενώ τα ελληνικά θέατρα διαχωρίζουν τα δύο.[33] Αυτό δημιούργησε ακουστικά προβλήματα, που απαιτούσαν διαφορετικές τεχνικές για να ξεπεραστούν.[34]

Αυτή η αρχιτεκτονική ήταν το πρότυπο για όλα σχεδόν τα μελλοντικά θέατρα της Ρώμης και σε ολόκληρη την Αυτοκρατορία. Αξιοσημείωτες κατασκευές που χρησιμοποίησαν παρόμοιο στυλ είναι το Θέατρο του Μάρκελλου και το Θέατρο του Βάλβου, τα οποία φαίνονται και τα δύο στη μαρμάρινη κάτοψη της πόλης.[35]

Το συνδεδεμένο συγκρότημα ναών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Για να κτιστεί το θέατρο ως μόνιμη πέτρινη κατασκευή, έγιναν μία σειρά από πράγματα, συμπεριλαμβανομένης της οικοδόμησης έξω από τα τείχη της πόλης. Αφιερώνοντας το θέατρο στην Αφροδίτη Νικηφόρο και κτίζοντας τον ναό στο κέντρο του κοίλου, ο Πομπήιος έκανε την κατασκευή ένα μεγάλο ιερό για την προσωπική του θεότητα. Ενσωμάτωσε επίσης τέσσερις επί Δημοκρατίας ναούς από μία παλαιότερη περίοδο, σε ένα τμήμα που ονομάζεται «Ιερή Περιοχή», που σήμερα είναι γνωστό ως Λάργκο ντι Τόρε Αρτζεντίνα. Ολόκληρο το συγκρότημα είναι κτισμένο έξω από το παλαιότερο τμήμα, που κατευθύνει τη διάταξη της δομής. Με αυτόν τον τρόπο, η δομή είχε ένα καθημερινό θρησκευτικό πλαίσιο και ενσωματώνει μία παλαιότερη σειρά ναών στη νεότερη δομή.

Οι ναοί στην «Ιερή περιοχή».

Ο ναός Α κτίστηκε τον 3ο αι. π.Χ. και είναι πιθανώς ο ναός της Juturna, που έκτισε ο Γάιος Λουτάτιος Κάτουλος μετά τη νίκη του εναντίον των Καρχηδονίων το 241 π.Χ.[36] Αργότερα ξανακτίστηκε μέσα σε εκκλησία, της οποίας η αψίδα σώζεται μέχρι σήμερα.

Ο ναός Β, ένας κυκλικός ναός με έξι σωζόμενους κίονες, κτίστηκε από τον Κόιντο Λουτάτιο Κάτουλο το 101 π.Χ., για να εορτάσει τη νίκη του επί των Κιμβρίων. Ήταν ένας ναός αφιερωμένος στην «Τύχη της Σημερινής ημέρας» (aedes Fortunae Huiusce Diei). Το κολοσσιαίο άγαλμα που βρέθηκε κατά τις ανασκαφές και τώρα φυλάσσεται στα Μουσεία Καπιτωλίου, ήταν το άγαλμα της ίδιας της θεάς. Μόνο το κεφάλι, τα χέρια και τα πόδια ήταν από μάρμαρο: τα άλλα μέρη, καλυμμένα από το φόρεμα, ήταν από μπρούτζο.

Ο ναός Γ είναι ο αρχαιότερος από τους τέσσερις, που χρονολογείται από τον 4ο ή τον 3ο αι. π.Χ. και πιθανότατα ήταν αφιερωμένος στη Φερόνια, την αρχαία Ιταλική θεά της γονιμότητας. Μετά την πυρκαγιά του 80 μ.Χ., αυτός ο ναός αναστηλώθηκε και το άσπρο και μαύρο ψηφιδωτό τουύ εσωτερικού τού ναού χρονολογείται από αυτήν την αποκατάσταση.

Ο ναός Δ είναι ο μεγαλύτερος από τους τέσσερις. Χρονολογείται στον 2ο αι. π.Χ. με αναστηλώσεις της Ύστερης Δημοκρατίας και ήταν αφιερωμένος στις Lares Permarini, αλλά μόνο ένα μικρό τμήμα του έχει ανασκαφεί (ένας δρόμος καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος του).

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βιβλιογραφικές αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 www.romasegreta.it/parione/piazza-del-biscione.html.
  2. (Αγγλικά, Τσεχικά, Σλοβακικά, Σλοβενικά, Πολωνικά, Ουγγρικά, Γερμανικά, Ιταλικά, Σουηδικά, Κροατικά, Ισπανικά, Πορτογαλικά) European Theatre Architecture. Arts and Theatre Institute. 989. Ανακτήθηκε στις 11  Φεβρουαρίου 2020.
  3. Plutarch, Parallel Lives, 42.4.
  4. 4,0 4,1 Boëthius et al. (1978), p. 206.
  5. Kuritz (1987), 48.
  6. 6,0 6,1 6,2 Erasmo (2010), p. 83.
  7. Erasmo (2010), p. 84.
  8. Russell, Amy (2015). The Politics of Public Space in Republican ..Rome (στα Αγγλικά). Cambridge University Press. ISBN 9781107040496. 
  9. Erasmo (2010), p. 86.
  10. Erasmo (2010), pp. 84–85.
  11. 11,0 11,1 Gagliardo & Packer (2006), p. 96.
  12. Gregorovius, Ferdinand, History of the City of Rome in the Middle Ages, Vol. 1, (1894), pg. 45
  13. Gagliardo & Packer (2006), p. 95.
  14. 14,0 14,1 14,2 14,3 14,4 Sandys (1910), p. 515.
  15. 15,0 15,1 15,2 Gagliardo & Packer (2006), pp. 95–98.
  16. 16,0 16,1 16,2 Middleton (1892), a-67, b-66–67, c-69.
  17. Gagliardo & Packer (2006), p. 107.
  18. 18,0 18,1 «The Roman antiquities, t. 4, Plate XXXVIII. Vista of today's surplus of the Theatre of Pompey». WikiArt. Ανακτήθηκε στις 11 Φεβρουαρίου 2016. 
  19. 19,0 19,1 «Giovanni Battista Piranesi, Sketch of the Remains of the Theatrum Pompei». Theatrum Pompei Project. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 17 Φεβρουαρίου 2012. 
  20. Packer, James. «Excavations and Early Studies». King's Visualisation Lab. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 5 Μαΐου 2021. Ανακτήθηκε στις 11 Φεβρουαρίου 2016. 
  21. Packer, James. «Baltard». King's Visualisation Lab. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Δεκεμβρίου 2021. Ανακτήθηκε στις 11 Φεβρουαρίου 2016.  Note: The image being referred to is Fig. 6.
  22. Platner (1911), p. 874.
  23. Tomlinson (1992), p. 169.
  24. Painter (2007), pp. 7–9.
  25. Taylor (2001), p. 159.
  26. Masson (1983), p. 136.
  27. Sear (2006), p. 1.
  28. Dyson (2010), p. 59.
  29. 29,0 29,1 Rehak (2009), p. 19.
  30. 30,0 30,1 30,2 Stamper (2005), p. 89.
  31. Kleiner (2010), p. 57.
  32. Gagarin (2009), p. 33.
  33. Smith (1898), pp. 626f.
  34. Barron (2009), pp. 8f.
  35. Vince (1984), p. 75f.
  36. This identification is preferred over the one as Temple of Iuno Curritis, because Ovid wrote in Fasti I: "Te quoque lux eadem Turni soror aede recepit/Hic, ubi Virginea Campus obitur aqua", thus placing the temple of Juturna near the Aqua Virgo, which ended at the Baths of Agrippa.

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]