Δημήτριος Παπαδόπουλος (αντιστράτηγος)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Δημήτριος Παπαδόπουλος
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Δημήτριος Παπαδόπουλος (Ελληνικά)
Γέννηση27  Δεκεμβρίου 1889
Ναύπλιο
Θάνατος5  Δεκεμβρίου 1983
Αθήνα
Χώρα πολιτογράφησηςΕλλάδα
Εκπαίδευση και γλώσσες
Μητρική γλώσσαΕλληνικά
Ομιλούμενες γλώσσεςΕλληνικά
ΣπουδέςΣτρατιωτική Σχολή Ευελπίδων (1907–1912)
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταστρατιωτικός
Στρατιωτική σταδιοδρομία
Βαθμός/στρατόςΕλληνικός Στρατός
Πόλεμοι/μάχεςΒαλκανικοί Πόλεμοι
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΒραβεύσειςΑργυρός Σταυρός του Σωτήρος (1915)
Αριστείο Ανδρείας
Μεγαλόσταυρος του Τάγματος Γεωργίου του Α΄ (4  Ιανουαρίου 1947)

Ο Δημήτριος Παπαδόπουλος (Ναύπλιο, 15/27 Δεκεμβρίου 1889 – Αθηνα, 5 Δεκεμβρίου 1983) ήταν αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού που έφτασε στο βαθμό του Αντιστράτηγου. Είναι αξιοσημείωτος για την υπηρεσία του στον ελληνοϊταλικό πόλεμο.

Βίος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πατέρας του ήταν ο στρατιωτικός γιατρός, Σπυρίδωνας Παπαδόπουλος (1853–1930) μητέρα του η Ελένη (1857–1949). Γεννήθηκε στο Ναύπλιο, όπου ο πατέρας του ήταν διοικητής του στρατιωτικού νοσοκομείου Ακροναυπλίας. Είχε πέντε αδέλφια, τον μεγαλύτερο αδελφό Ιωάννη (1887–1913), και τα μικρότερα αδέλφια Άγγελο (1893–1973) και Αθανάσιο (1900–1971) και δύο αδελφές.[1]

1907 - 1923[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όπως ο μεγαλύτερος αδελφός του Ιωάννης, ο Δημήτριος, αφού ολοκλήρωσε το σχολείο, εισήλθε στην Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων στις 10 Οκτωβρίου 1907, αποφοιτώντας με τον βαθμό Ανθυπολοχαγού Πυροβολικού στις 26 Ιουνίου 1912. Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι ξέσπασαν λίγους μήνες αργότερα και ο νεαρός αξιωματικός του πυροβολικού συμμετείχε ως αρχηγός πυροβολικού στην 3η πυροβολαρχία, 1ο τάγμα, του 2ου Συντάγματος Πεδίου Πυροβολικού υπό τη διοίκηση του συνταγματάρχη Λεωνίδα Παρασκευόπουλου. Στη μάχη του Πέχοβο στις 15 Ιουλίου 1913 κατά τον Β' Βαλκανικού Πολέμου, ο αδελφός του Ιωάννης έπεσε στη μάχη.[1] Στις 25 Σεπτεμβρίου 1913 προήχθη σε υπολοχαγός. Το 1915 έλαβε τον Αργυρό Σταυρό του Τάγματος του Σωτήρος (1η Ιανουαρίου), και προήχθη διαδοχικά σε λοχαγό 2ης Τάξης (25 Μαρτίου) και Λοχαγό 1ης Τάξης (5 Οκτωβρίου). Το 1917-1918 πολέμησε στο Μακεδονικό μέτωπο ως διοικητής τάγματος ορεινού πυροβολικού. Κατά τη διάρκεια του πολέμου προήχθη σε ταγματάρχη (13 Δεκεμβρίου 1917) και έλαβε τον Ελληνικό Πολεμικό Σταυρό και τους αντίστοιχους Γαλλικό και Βελγικό. Συμμετείχε επίσης στη Μικρασιατική Εκστρατεία που ακολούθησε ως διοικητής τάγματος πυροβολικού πεδίου. Για την υπηρεσία του κατά τη διάρκεια του πολέμου, έλαβε το Αριστείο Ανδρείας.

Στις 26 Αυγούστου 1923 προήχθη σε αντισυνταγματάρχη, αλλά σύντομα ενεπλάκη στο Κίνημα Λεοναρδόπουλου-Γαργαλίδη κατά της στρατιωτικής επαναστατικής κυβέρνησης. Ως αποτέλεσμα, στις 28 Νοεμβρίου αποστρατεύθηκε μέχρι τις 2 Ιουνίου 1927, όταν ένας αριθμός αξιωματικών που απομακρύνθηκαν για πολιτικούς λόγους έγιναν δεκτοί ξανά στις ένοπλες δυνάμεις. Προήχθη σε συνταγματάρχη στις 31 Δεκεμβρίου 1927. Παρακολούθησε σπουδές στο Κέντρο Ανωτέρας Στρατιωτικής Εκπαίδευσης στην Αθήνα, που ιδρύθηκε και λειτουργούσε υπό την αιγίδα γαλλικής στρατιωτικής αποστολής και στη συνέχεια στάλθηκε στη Γαλλία για σπουδές στο εκεί στρατιωτικές ακαδημίες. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, ως Συνταγματάρχης υπηρέτησε ως διοικητής συντάγματος πυροβολικού, Αρχηγός Πυροβολικού στο ΙΙ Σώμα Στρατού και επικεφαλής της Διεύθυνσης Πυροβολικού στο Υπουργείο Στρατιωτικών. Προήχθη σε υποστράτηγο στις 21 Μαρτίου 1934, υπηρέτησε ως Αρχηγός Πυροβολικού στο Ι Σώμα Στρατού με έδρα την Αθήνα μέχρι το 1935. Ονομάστηκε Επιθεωρητής Πυροβολικού το 1938. Στις 30 Ιανουαρίου 1940 προήχθη σε υποστράτηγο και τοποθετήθηκε στη διοίκηση του Β' Σώματος Στρατού στη Λάρισα.

Β' Παγκόσμιος Πόλεμος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Με το ξέσπασμα του Ελληνοϊταλικού Πολέμου, το Β' Σώμα υπό τον Παπαδόπουλο έλαβε θέση στο κεντρικό τμήμα του μετώπου, αρχικά υπό το Τμήμα Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας του Υποστράτηγου Ιωάννη Πίτσικα. Το II Σώμα συμμετείχε στις επιχειρήσεις κατά τη διεξαγωγή της αρχικής ιταλικής επίθεσης και στην ελληνική αντεπίθεση, καταλαμβάνοντας την Ερσέκα και την Μπορόβα. Από τις 30 Νοεμβρίου το ΙΙ Σώμα πέρασε στον άμεσο έλεγχο του Γενικού Αρχηγείου υπό τον Αντιστράτηγο Αλέξανδρο Παπάγο. Η Πρεμετή απελευθερώθηκε στις 5 Δεκεμβρίου, η οχυρωμένη γραμμή Τσοροβόντα–Βερζεσή–Δοβρουσά προηλάθη στις 26 Δεκεμβρίου και η επίθεση του ΙΙ Σώματος κορυφώθηκε τον Ιανουάριο με την απελευθέρωση της Κλεισούρας.

Στις 14 Φεβρουαρίου 1941, το Β' Σώμα υπάγεται στο νεοσύστατο Τμήμα Στρατού Ηπείρου του Υποστράτηγου Μάρκου Δράκου. Στις 4 Μαρτίου του απονεμήθη ο Ελληνικός Πολεμικός Σταυρός Α' Τάξεως. Ωστόσο, τις πρώτες μέρες του Μαρτίου, παρόλο που οι προετοιμασίες ήταν σε εξέλιξη για την αντιμετώπιση της επερχόμενης μεγάλης ιταλικής εαρινής επίθεσης, ξέσπασε κρίση ηγεσίας κατά τη διάρκεια συνδιάσκεψης των διοικούντων Αντιστρατηγών στην Αθήνα στις 5 Μαρτίου. Όταν ρωτήθηκαν για τη γνώμη τους σχετικά με τη χώρα στάση κατά της επικείμενης γερμανικής εισβολής στην Ελλάδα, ο Παπαδόπουλος, μαζί με τους στρατηγούς Δράκο και Γεώργιο Κοσμά (Α' Σώμα), εξέφρασαν αντιρρήσεις για την παρουσία βρετανικού εκστρατευτικού σώματος, το οποίο θα ήταν ανεπαρκές για να υπερασπιστεί την Ελλάδα κατά των Γερμανών, θα έδινε casus belli στους Γερμανούς. Η αντίθεσή τους οδήγησε στην απόλυσή τους την επόμενη μέρα και στην αποχώρησή τους την επομένη.

Μετά τη γερμανική επίθεση, τη συνθηκολόγηση του ελληνικού στρατού και την κατάληψη της Ελλάδος από τον Άξονα τον Απρίλιο, στις 20 Μαΐου 1941 ο Παπαδόπουλος επανήλθε στον στρατό από τον Υπουργό Άμυνας της νέας δωσιλογικής κυβέρνησης, από υποστράτηγο Γεώργιο Μπάκο, και ηγήθηκε του Ανώτατου Στρατιωτικού Συμβουλίου που εξέτασε τα πολεμικά αρχεία του σώματος αξιωματικών σε σχέση με βραβεία, προαγωγές κ.λπ. Στις 20 Μαΐου 1943 έγινε ιδρυτικό μέλος της «Στρατιωτικής Ιεραρχίας», μιας ομάδας στρατηγών με επικεφαλής τον Αλέξανδρο Παπάγο που προσπάθησε να οργανώσει το σώμα αξιωματικών στην Εθνική Αντίσταση. Η δράση της ομάδας έγινε γρήγορα αντιληπτή από τους Γερμανούς. Από τους κορυφαίους Αντιστράτηγους, μόνο ο Παπαδόπουλος παρέμεινε ελεύθερος, οι υπόλοιποι συνελήφθησαν και εστάλησαν στη Γερμανία, αν και οι Γερμανοί γνώριζαν τον ρόλο του. Πολλά από τα μέλη της επανήλθαν για να επανδρώσουν τη Στρατιωτική Διοίκηση Αττικής, η οποία ανέλαβε τον έλεγχο των Αθηνών και των περιχώρων της μετά την υποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων τον Οκτώβριο του 1944.

Μετέπειτα βίος και θάνατος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αποστρατεύθηκε στις 13 Μαΐου 1946. Στις 4 Ιανουαρίου 1947 έλαβε τον Μεγαλόσταυρο του Τάγματος του Γεωργίου Α. Ο Παπαδόπουλος πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του αποσυρόμενος από τη δημόσια ζωή, μέχρι τον θάνατό του στην Αθήνα στις 5 Δεκεμβρίου 1983. Κηδεύτηκε στη γενέτειρά του, το Ναύπλιο. Αν και παντρεμένος, πέθανε άτεκνος.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 «Παπαδόπουλος Σπ. Δημήτριος (1889-1983)». Argolic Library of History and Culture. 13 Νοεμβρίου 2011. Ανακτήθηκε στις 25 Ιανουαρίου 2015.