Βαχτάνγκ Α΄ του Μουχράνι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Βαχτάνγκ Α΄ του Μουχράνι
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
ვახტანგ I მუხრანბატონი (Γεωργιανά)
Γέννηση1511
Θάνατος1  Οκτωβρίου 1580
Πληροφορίες ασχολίας
Οικογένεια
ΤέκναΒαγράτιος Β΄ του Μουχράν
Καϊχοσρό του Μουχράνι
ΓονείςΒαγράτιος Α΄ του Μουχράν και Elene[1]
ΟικογένειαΟίκος του Μουχράνι

Ο Βαχτάνγκ Α΄ (Βασίλειος) πρίγκιπας τού Μουχράνι, γεωργιανά: ვახტანგ I მუხრანბატონი, Vakhtang I Mukhranbatoni, (1511 – 1 Οκτωβρίου 1580) ήταν Γεωργιανός δούκας (tavadi) τού Οίκου τού Μουχράνι, κύριου κλάδου της βασιλικής δυναστείας των Μπαγκρατιόνι τού Κάρτλι, και πρίγκιπας (batoni) τού Μουχράνι από το 1539 μέχρι το τέλος του. Ταυτόχρονα, ήταν ex officio διοικητής τού μπανάτου τού Σίντα Κάρτλι. Ελλείψει τού συγγενή του, βασιλιά Σίμωνα Α΄ τού Κάρτλι, αιχμάλωτου στο Σαφαβιδικό Ιράν, ο Βαχτάνγκ Α΄ τοποθετήθηκε από τους ευγενείς ως αντιβασιλιάς, σε αντίθεση με το φιλο-σαφαβιδικό καθεστώς τού Δαβίδ/Νταούντ-Χαν, από το 1569 έως το 1579.

Οικογενειακό υπόβαθρο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Βαχτάνγκ ήταν γιος τού πρίγκιπα Βαγράτ Α΄, ιδρυτή τού κλάδου τού Μουχράνι (μεταξύ Κάρτλι και Καχέτι) και νεότερου γιου τού Κωνσταντίνου Β΄, τού τελευταίου de jure βασιλιά μίας ενοποιημένης Γεωργίας. Ως εκ τούτου, ήταν εξάδελφος τού βασιλιά Λουαρσάμπ Α΄ τού Κάρτλι (κεντρική Γεωργία), που τον διαδέχθηκε ο γιος του Σίμων Α΄. Αδέλφια του ήταν η Δεδισιμέδη, ο Ασοτάν Α΄ και ο Αρτσίλ. [2] [3]

Πρίγκιπας του Μουχράνι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Βαχτάνγκ έγινε πρίγκιπας τού Μουχράνι, όταν αποσύρθηκε ο πατέρας του σε ένα μοναστήρι το 1539. Κατά τη διάρκεια της θητείας του, το Μουχράνι, μία ουδέτερη ζώνη στα σύνορα με το αντίπαλο γεωργιανό βασίλειο Kαχέτι (ανατολική Γεωργία), γνώρισε αρκετές στρατιωτικές συγκρούσεις. Το 1554, η εισβολή των Σαφαβιδών ανάγκασε τον Βαχτάνγκ και την οικογένειά του σε προσωρινή εξορία στο Σάμτσχε. Ένας από τους αδελφούς, ο Aρτσίλ, συνελήφθη από τον ιρανικό στρατό το 1557 και ένας άλλος, ο Aσοτάν Α΄, σκοτώθηκε όταν οι ορεσίβιοι του Πχόβι επιτέθηκαν στο Mουκράνι το 1561. [4] [2]

Αντιβασιλιάς τού Κάρτλι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1569 οι δυνάμεις των Σαφαβιδών αιχμαλώτισαν τον Σίμωνα Α΄ τού Κάρτλι και ο σάχης Ταχμάσπ Α΄ τοποθέτησε τον εξισλαμισμένο αδελφό τού Σίμωνα, Δαβίδ (Νταούντ-Χαν) στον θρόνο τού Κάρτλι. Η εξουσία τού Δαβίδ περιοριζόταν στις περιοχές, που ελέγχονταν αυστηρά από τον ιρανικό στρατό, καθώς οι περισσότεροι από τους χριστιανούς ευγενείς τού Κάρτλι αρνήθηκαν να αναγνωρίσουν έναν μουσουλμάνο άρχοντα και έκαναν τον Βαχτάνγκ αντιβασιλιά τού Κάρτλι. Το 1578 το Κάρτλι έγινε και πάλι πεδίο μάχης ενός Οθωμανο-Σαφαβιδικού πολέμου. Αφού ο Νταούντ-Χαν έκαψε την πρωτεύουσά του Τιφλίδα, προτού την εγκαταλείψει στον οθωμανικό στρατό υπό τον Λάλα Καρά Μουσταφά Πασά, ο Βαχτάνγκ, ως αντιβασιλέας τού Κάρτλι, έστειλε τον Μπαρντζίμ πρίγκιπα τού Αμιλαχβάρι, και τον Ελιζμπάρ δούκα τού Κσάνι να έρθουν σε κοινές συμφωνίες με τον νικητή, σώζοντας, όπως είπε ο ιστορικός του 18ου αι. πρίγκιπας Βαχούστι, «τον λαό από τον αφανισμό». [4]

Τον Οκτώβριο του 1578 ο Σίμων Α΄, που απελευθερώθηκε από την αιχμαλωσία τού σάχη, επέστρεψε στο Κάρτλι και χτύπησε τις οθωμανικές φρουρές, καθώς και τους παλαιούς του εχθρούς. Ένας από αυτούς, ο Μπαρτζίμ Aμιλαχβάρι, συνελήφθη και, καθώς ο Βαχτάνγκ προσπάθησε να μεσολαβήσει, φυλακίστηκε από τον Σίμωνα στο κάστρο τού Kέχβι. Η σύζυγος τού Σίμωνα, Nεστάν-Νταρετζάν, μετρίασε την οργή τού βασιλιά και ο Βάχτανγκ αφέθηκε σύντομα ελεύθερος. Απεβίωσε λίγο αργότερα, το 1580 και τον διαδέχθηκε ως πρίγκιπας τού Μουχράνι ο γιος του, Τεϊμουράζ Α΄, υπό την αντιβασιλεία τού ανιψιού τού Βαχτάνγκ, Ηρακλή Α΄. [4]

Οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Νυμφεύτηκε κάποια Χβαραμζέ και είχε τρεις γιους, τον:

  • Τεϊμουράζ Α΄ πρίγκιπας τού Μουχράνι (απεβ. την 1η Ιουλίου 1625), τον
  • Καϊχοσρό (απεβ. στις 3 Οκτωβρίου 1629) και τον:
  • Μπαγκράτ (γενν. στις 16 Ιουλίου 1572). [5]

Ο ιστορικός Κύριλ Τουμανόφ θεωρεί ότι ο Tεϊμουράζ και ο Bαγράτ ήταν το ίδιο πρόσωπο. [6]

Βιβλιογραφικές αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Leo van de Pas: (Αγγλικά) Genealogics. 2003.
  2. 2,0 2,1 Bagrationi, Vakhushti (1976). Nakashidze, N.T., επιμ. Αρχειοθετημένο αντίγραφο (PDF) (στα Ρωσικά). Tbilisi: Metsniereba. σελίδες 39–43. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 29 Οκτωβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 7 Δεκεμβρίου 2013. 
  3. Allen, W.E.D., επιμ. (1970). Russian Embassies to the Georgian Kings, 1589-1605. Cambridge: Cambridge University Press. σελ. 545. 
  4. 4,0 4,1 4,2 Brosset, Marie-Félicité (1831). Chronique géorgienne, traduite par m. Brosset jeune membre de la Société asiatique de France (στα French). Paris: De l'Imprimerie royale. σελίδες 13–22. CS1 maint: Μη αναγνωρίσιμη γλώσσα (link)
  5. Metreveli, Roin, επιμ. (2003). ბაგრატიონები. სამეცნიერო და კულტურული მემკვიდრეობა (στα Georgian και English). Tbilisi: Neostudia. σελ. Table 8. ISBN 99928-0-623-0. CS1 maint: Μη αναγνωρίσιμη γλώσσα (link)
  6. Toumanoff, Cyrille (1990). Les dynasties de la Caucasie Chrétienne: de l'Antiquité jusqu'au XIXe siècle: tables généalogiques et chronologique (στα French). Rome. σελ. 556. CS1 maint: Μη αναγνωρίσιμη γλώσσα (link)