Αντώνιος Κατήφορος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αντώνιος Κατήφορος
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Αντώνιος Κατήφορος (Ελληνικά)
Γέννηση1685[1][2]
Ζάκυνθος
Θάνατος1763[1]
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςλατινική γλώσσα[3]
Ιταλικά[1]
νέα ελληνική γλώσσα[1]
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταποιητής
ιστορικός[1]
βιογράφος[1]
μοναχός[1]

Ο Αντώνιος Κατήφορος (Ζάκυνθος 1696 ή 1685[4]–1763) ήταν επίσκοπος, θεολόγος και ποιητής.

Βίος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Αντώνιος Κατήφορος γεννήθηκε στη Ζάκυνθο και ήταν αθηναϊκής καταγωγής.[5] Ήταν γιος του Αντώνιου Κατήφορου από τη Ζάκυνθο και της Μαρίας Μίχου.[6] Η οικογένειά του ήταν μάλλον μεσοαστική που μετά από χρηματική δωρεά και αφού απορρίφθηκαν δύο φορές ενεγράφησαν στη "Χρυσή Βίβλο".[7] Αφού μαθήτευσε στο Σχολείο της Κοινότητας της πατρίδας του και διδάχθηκε στοιχεία Φιλοσοφίας σε ιδιωτικό σχολείο δυτικών ιερέων, ήλθε στο Κωττουνιανό Ελληνομουσείο της Πάδοβας και έπειτα σπούδασε στο Ελληνικό Κολλέγιο του Αγίου Αθανασίου της Ρώμης.[8] Ενεγράφη εκεί στις 7 Ιουλίου 1702 ως τις 9 Σεπτεμβρίου 1709. Στα δύο πρώτα έτη των σπουδών του πλήρωνε τα έξοδα των σπουδών του και από το καλοκαίρι του 1704 έγινε οικότροφος. Σπούδασε γραμματική και φιλοσοφία. Στα τελευταία έτη των σπουδών του προΐστατο και της βιβλιοθήκης. Στα 1709 διέκοψε ουσιαστικά τις σπουδές του επικαλούμενος λόγους υγείας αλλά και γιατί ήθελε να χειροτονηθεί[9] και επειδή ήθελε να αποφύγει την ομολογία στην καθολική πίστη.[10]

Ένα χρόνο μετά την αποχώρησή του από το Κολλέγιο χειροτονήθηκε στη Βενετία, στις 22 Δεκεμβρίου 1710, διάκονος.[8] Επανήλθε στη γενέτειρά του και έγινε ιεροκήρυκας. Επέστρεψε στη Βενετία όπου διορίσθηκε δάσκαλος στη Φλαγγίνειο Σχολή. Παράλληλα κήρυττε στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου της Βενετίας.[5] Μεταξύ των μαθητών του ήταν οι Ευγένιος Βούλγαρης, Νικηφόρος Θεοτόκης, Ιωάσαφ Κορνήλιος, Ιωάννης ο Λίτινος[11] και ο Βικέντιος Δαμοδός.[12] Επιστρέφει στη Ζάκυνθο για οικογενειακούς λόγους και διεκδικεί τη θέση του "πρωτόπαππα" το 1720, αλλά αποτυγχάνει. Διεκδικεί εκ νέου στα 1725 το ίδιο αξίωμα -επιτυγχάνοντας αυτήν τη φορά- και διοικώντας την τοπική Εκκλησία από τις 28 Ιουνίου 1725 έως τις 7 Σεπτεμβρίου 1730.[7] Λόγω του θανάτου του αρχιεπισκόπου Κεφαλληνίας και Ζακύνθου Αγάπιου Λοβέρδου διετέλεσε επίσης για ένα έτος μεταβατικός επίσκοπος Κεφαλληνίας και Ζακύνθου (1726-1727). Το 1731 ήρθε στη Βενετία όπου μεταξύ 1734 και 1740 δίδασκε τους νέους της Αδελφότητας. Παράλληλα έκανε και μεταφράσεις για λόγους βιοποριστικούς.[13] Το 1751 έθεσε υποψηφιότητα για τοποτηρητής του μητροπολιτικού θρόνου Φιλαδελφείας χωρίς όμως το συμβούλιο της Αδελφότητας να τον εκλέξει.[14]

Στη διάρκεια ταξιδιού του, ο πρίγκιπας Μεντζικώφ -απεσταλμένος του τσάρου Πέτρου στην Ευρώπη- ο οποίος περιόδευε με σκοπό τη συγκέντρωση και αποστολή λογίων στη Ρωσία, προσκάλεσε και τον Κατήφορο. Στη διάρκεια όμως του ταξιδιού στη Βαλτική, το πλοίο που μετέφερε τον Κατήφορο ναυάγησε στις Ολλανδικές ακτές και τότε κάποιος Εβραίος έμπορος τον βοήθησε. Ο Κατήφορος στη Χάγη γνώρισε τον Δούκα της Λωρραίνης και πρίγκιπα της Οράγγης ο οποίος τον πήρε μαζί του και τον προσέλαβε ως δάσκαλο του γιου του. Όμως, πληροφορούμενος τον θάνατο του συζύγου της αδελφής του θέλησε να επιστρέψει στη Ζάκυνθο για να τη βοηθήσει. Στάθμευσε στο Βερολίνο, όπου τον φιλοξένησε ο Φρειδερίκος Β’. Τελικά γύρισε στην πατρίδα του, όπου άνοιξε σχολείο.[15] Πέθανε στις 8 Νοεμβρίου 1763.[16]

Ετάφη στο ναό του Αγίου Νικολάου του Μόλου, όπου ήταν εφημέριος.[17]

Ο Αντώνιος Κατήφορος και ο Τεκτονισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Κατήφορος πιο παλιά είχε διωχθεί στην Ιταλία επειδή είχε αναμιχθεί στην αναταραχή που προκάλεσε ο αφορισμός του τεκτονισμού από τον Πάπα Κλήμη ΙΒ΄, χωρίς ο ίδιος να ανήκει στην οργάνωση. Συγκεκριμένα είχε συντάξει μια διατριβή εναντίον της παπικής Βούλας του 1738. Η επιχειρηματολογία του επικεντρωνόταν σε ένα καθαρά νομικό-θεωρητικό επίπεδο, αν και δεν γνώριζε το περιεχόμενό του Τεκτονισμού. Έτσι, ήταν ο πρώτος Έλληνας που δημοσίευσε μια φιλοτεκτονική απολογία. Τελικά, λόγω των αντιδράσεων της Ιεράς Εξέτασης για αυτή την αντιπαπική ενέργεια, αναγκάστηκε να επιστρέψει στη Ζάκυνθο.[18] Το καλοκαίρι του 1744 ο Άγγλος Alexander Drummond, πρόξενος του Χαλεπίου της Συρίας, ταξιδεύοντας προς την Ανατολή σταματάει για λίγο στη Ζάκυνθο. Εκεί γνωρίστηκε με τον Αντώνιο Κατήφορο. Ο Drummond έδωσε πληροφορίες στον ιερέα σχετικά με τους τέκτονες, όταν ο δεύτερος του ζήτησε πληροφορίες σχετικά με την εταιρεία αυτή για την οποία είχε διωχθεί, χωρίς όμως να σχετίζεται μαζί της. Όταν πήρε τις πληροφορίες που ήθελε, δήλωσε κατά μαρτυρία του Drummond, ενθουσιασμένος και εξέφρασε την επιθυμία να συστήσει μια στοά στη Ζάκυνθο, χωρίς όμως και να πραγματοποιήσει την επιθυμία του.[19]

Πνευματικές επιδράσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα έργα του που έχουν σωθεί δεν έχουν φιλοσοφικό περιεχόμενο. Όμως ο γενικός προσανατολισμός του προς την αγγλική σκέψη τεκμηριώνεται από το γεγονός πως ότι σχετικά μεγάλος έμαθε την αγγλική γλώσσα. Ο Drummond μαρτυρεί πως ο Κατήφορος ήταν επιστημονικά συγκροτημένος, καθώς τού μνημόνευσε τον Ολλανδό φυσικό Graavesand, που ήταν οπαδός του Νεύτωνα. Γενικά στον Κατήφορο αποδίδεται η εισαγωγή στον ελληνικό πνευματικό χώρο η διδασκαλία της αγγλικής φιλοσοφίας.[20] Στο Άμστερνταμ πιθανότατα γνώρισε τις ιδέες του Τζων Λοκ.[21]

Έργο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Συγγραφικό έργο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το έργο του Κατήφορου είναι ευρύ και περιλαμβάνει μελέτες λεξικογραφικές, γραμματικές, ιστορικοβιογραφικές, θεολογικές και άλλες. Στα 1734 εκδίδεται η ελληνική Γραμματική του: Αντώνιου Κατήφορου γραμματική ελληνική ακριβεστάτη. Περιέχουσα των οκτώ του λόγου μερών τον σχηματισμόν και την σύνταξιν έτι δε και την ποιητικήν μέθοδον (Βενετία 1734). Ήταν αφιερωμένη στον Νικόλαο Καραγιάννη, πλούσιο Γιαννιώτη έμπορο και πρόεδρο της Αδελφότητας της Βενετίας.[22] Επίσης μια Ιστορία της Παλαιάς και Νέας Διαθήκης με εικόνες πασών των υποθέσεων χαλκογραφικάς, και με εξηγήσεις εβγαλμέναις από τους Αγίους Πατέρας.[23] Υπάρχει η μαρτυρία πως άρχισε να συγγράφει επιστημονικό λεξικό το οποίο όμως έμεινε ανολοκλήρωτο λόγω σταδιακής τύφλωσής του. Είχε φτάσει ως το γράμμα "Μ".[15]

Ποιητικό έργο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Του αποδίδονται και κάποια ποιήματα γραμμένα στην αρχαία, τη δημώδη, τη λατινική και ιταλική γλώσσα.[15] Είναι από τους παλαιότερους προσωλομικούς ποιητές και ασχολήθηκε με τη σατιρική ποίηση, ενώ συνέθεσε θρησκευτικούς ύμνους και επιγράμματα.[23] Από τις πιο γνωστές σάτιρές του είναι αυτή κατά των συνυποψηφίων του για τη θέση του Πρωτόπαπα Ζακύνθου, Μπαρμπία και Μπαρζού.[24]

Μεταφραστικό έργο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετέφρασε στα Λατινικά με τη βοήθεια ενός Ιταλού τα συγγράμματα του Μεγάλου Φωτίου[25] όμως δεν το ολοκλήρωσε και δεν το τύπωσε ποτέ[22] και κάποιους λόγους του Ιωάννη Χρυσοστόμου.[17] Επίσης στα λατινικά συνέγραψε εγκώμιο στον Άγιο Σπυρίδωνα.[15]

Ιστορικό έργο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εκδήλωση των πολιτικών ευαισθησιών της επτανησιακής λογιοσύνης θεωρεί ο Πασχάλης Κιτρομηλίδης τη βιογραφία του Κατήφορου για τον Μεγάλο Πέτρο.[26] Η ελληνική κοινότητα της Βενετίας είχε ποικίλους δεσμούς με τη Ρωσία αλλά ο Κατήφορος δεν μπόρεσε να φτάσει ποτέ στη Ρωσία. Γνώρισε σημαντική απήχηση: μεταφράστηκε [27] και γνώρισε αρκετές επανεκδόσεις. Σαφείς είναι οι επιρροές της από ανάλογες έντυπες δυτικές ιστορίες και απηχούν το ευρωπαϊκό ενδιαφέρον για τον Πέτρο και τα επιτεύγματά του.[28]

Θρησκευτικός ουμανισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Κατήφορος ενδιαφέρθηκε για την αναμόρφωση της παιδείας, όπως φαίνεται από την επιστολή που συντάσσει στη «Γραμματική Ελληνική ακριβεστάτη».[29] η οποία απευθύνεται σε κάποιον «Κηδεμόνα».[30] Προέβαλε την αύξηση των σχολείων στην Ελλάδα και τη στροφή των Ελλήνων προς τις επιστήμες.[31] Επίσης, εισήγαγε τη διάκριση επιστήμης και θρησκείας: «Καίπερ γαρ εν τη πίστει πάσα καινότης και μεταβολή κινδυνώδης τε και ψυχόλεθρος, όμως εν ταις επιστήμαις τουναντίον ξυμβέβηκεν».[32]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 1,5 1,6 1,7 Τσεχική Εθνική Βάση Δεδομένων Καθιερωμένων Όρων. js20211112937. Ανακτήθηκε στις 8  Ιουνίου 2022.
  2. 2,0 2,1 Catalogue of the National Library of Greece. 20595. Ανακτήθηκε στις 8  Νοεμβρίου 2022.
  3. «Identifiants et Référentiels». (Γαλλικά) IdRef. Agence bibliographique de l'enseignement supérieur. Ανακτήθηκε στις 4  Μαΐου 2020.
  4. Για το έτος γέννησής του υπάρχουν αλληλοσυγκρουόμενες εκδοχές. Για τη χρονολογία οι βιογράφοι του Κατήφορου δεν συμφωνούν, οι απόψεις είναι μοιρασμένες «μη υπαρχόντος του βαπτιστηρίου εγράφου αυτού» Κατραμής, σελ. 345: 1685 ή 1696, Μπόμπου-Σταμάτη (1982), σελ. 297.
  5. 5,0 5,1 Καραθανάσης, σελ. 119.
  6. Μπόμπου-Σταμάτη (1982), σελ. 297.
  7. 7,0 7,1 Βιάζης, σελ. 109.
  8. 8,0 8,1 Μπόμπου-Σταμάτη (1982), σελ. 299.
  9. Μπόμπου-Σταμάτη (1982), σελ. 298.
  10. Μπόμπου-Σταμάτη (1998), σελ. 27.
  11. Βιάζης, σελ. 111.
  12. αν και ο Δαμοδός δεν τον μνημονεύει πουθενά. Δείτε Μπόμπου-Σταμάτη (1998), σελίδες 26–27, 57.
  13. Καραθανάσης, σελίδες 119–120.
  14. Καραθανάσης, σελ. 121.
  15. 15,0 15,1 15,2 15,3 Βιάζης, σελ. 110.
  16. Βιάζης, σελ. 115.
  17. 17,0 17,1 Κατραμής, σελ. 348.
  18. Λουκάς, σελ. 50, 58.
  19. Αγγέλου (1978–1979), σελίδες 230–231.
  20. Αγγέλου (1954), σελίδες 130–131.
  21. Κιτρομηλίδης (1999), σελ. 48.
  22. 22,0 22,1 Καραθανάσης, σελ. 121.
  23. 23,0 23,1 Μερακλής, σελ. 1061.
  24. Ζώρας, σελ. 135. Για τις επιφυλάξεις περί της πατρότητας του σατιρικού αυτού στιχουργήματος από τον Κατήφορο, δείτε Μπουμπουλίδης, σελίδες 100–101.
  25. Γρόλλιος, σελ. 35.
  26. Κιτρομηλίδης (2004), σελ. 252.
  27. και στα Ελληνικά από τον Αλέξανδρο Καγκελλάριο και εκδόθηκε στη Βενετία το 1737. Μακρίδης, σελ. 15.
  28. Πίσσης, σελ. 57.
  29. Δελλής, σελ. 40.
  30. Κιτρομηλίδης (1999), σελ. 49.
  31. Δημαράς, σελ. 109.
  32. Κιτρομηλίδης (1999), σελ. 50.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Αβούρης, Σπύρος (1965). «Κατήφορος Αντώνιος». Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια. τ.7, σελ. 454. 
  • Αγγέλου, Άλκης (1954). «Πώς η νεοελληνική σκέψη εγνώρισε το "Δοκίμιο" του John Locke». Αγγλοελληνική Επιθεώρηση 7: 128–149. 
  • Αγγέλου, Άλκης (1978–1979). «Η καθίδρυση του ελεύθερου τεκτονισμού στον νέον ελληνισμό». Ο Ερανιστής (Όμιλος Μελέτης του Ελληνικού Διαφωτισμού) 15: 182–252. doi:10.12681/er.359. 
  • Βιάζης, Σπύρος (1890). «Αντώνιος Κατήφορος». Εκκλησιαστική Αλήθεια. τ.14, σελίδες 108–111, 114–117. 
  • Γρόλλιος, Κωνσταντίνος (1970). «Λατινομαθείς Επτανήσιοι λόγιοι από τον ΙΖ΄ έως τον ΙΘ΄ αιώνα». Κερκυραϊκά χρονικά 15: 21–42. 
  • Δελλής, Ιωάννης (1999–2003). «Η φιλοσοφία στα Επτάνησα (Μια σύντομη επισκόπηση της από τον 15ο αιώνα μέχρι την ίδρυση της Ιονίου Ακαδημίας». Κεφαλληνιακά Χρονικά 9: 29–53. 
  • Δημαράς, Κωνσταντίνος (1964). Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Αθήνα: Ίκαρος. 
  • Ζώρας, Γεώργιος (1960). Επτανησιακά μελετήματα. τ.1. Αθήνα. σελίδες 134–135. 
  • Καραθανάσης, Αθανάσιος (1975). Η Φλαγγίνειος Σχολή της Βενετίας. Θεσσαλονίκη: Αφοί Κυριακίδη. 
  • Κατραμής, Νικόλαος (1997) [1880]. Φιλολογικά Ανάλεκτα Ζακύνθου. Ιερά Μητρόπολις Ζακύνθου και Στροφάδων. σελίδες 345–348. 
  • Κιτρομηλίδης, Πασχάλης (1999). Νεοελληνικός Διαφωτισμός. Αθήνα: Μ.Ι.Ε.Τ. 
  • Κιτρομηλίδης, Πασχάλης· και συν. (2004). «Επτανησιακός Διαφωτισμός: Τα όρια της ιδιομορφίας». Ζ' Πανιόνιο συνέδριο Ζητήματα πολιτισμικής ιστορίας: Πρακτικά, Λευκάδα, 26-30 Μαΐου 2002. τ.Α΄. Αθήνα: Εταιρεία Λευκαδικών Μελετών. σελίδες 241–257. ISBN 978-960-7498-28-1.  Unknown parameter |author-separator= ignored (βοήθεια)
  • Λουκάς, Ιωάννης (1991). Ιστορία της Ελληνικής Μασονίας και Ελληνική Ιστορία. Αθήνα: Εκδόσεις Παπαζήση. 
  • Μακρίδης, Βασίλειος (1997). «Στοιχεία για τις σχέσεις του Αλέξανδρου Ελλάδιου με τη Ρωσία» (pdf). Μνήμων (Εταιρεία Μελέτης Νέου Ελληνισμού) 19: 9–39. doi:10.12681/mnimon.287. http://ejournals.epublishing.ekt.gr/index.php/mnimon/article/view/7989. 
  • Μερακλής, Μιχαήλ (2007). «Κατήφορος Αντώνιος». Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Αθήνα: Πατάκης, σελίδες 1060–1061. 
  • Μπόμπου-Σταμάτη, Βασιλική (1982). Δ΄ Πανιόνιο Συνέδριο Πρακτικά. τ.Β΄. «Στοιχεία για τον Αντώνιο Κατήφορο και τον Φραγκίσκο Μηνιάτη». Κερκυραϊκά Χρονικά 26: 297–310. 
  • Μπόμπου-Σταμάτη, Βασιλική (1998). Ο Βικέντιος Δαμοδός. Βιογραφία-Εργογραφία 1700–1754. Αθήνα: Μ.Ι.Ε.Τ. 
  • Μπουμπουλίδης, Φαίδων (1959). Νέαι έρευναι περί τους Ζακύνθιους ποιητάς και πεζογράφους (Άγνωστοι πηγαί και ανέκδοτα κείμενα). Αθήναι. 
  • Πίσσης, Νικόλαος (2009). «Τροπές της "ρωσικής προσδοκίας" στα χρόνια του Μεγάλου Πέτρου» (pdf). Μνήμων (Εταιρεία Μελέτης Νέου Ελληνισμού) 30: 37–60. doi:10.12681/mnimon.42. http://ejournals.epublishing.ekt.gr/index.php/mnimon/article/view/7750.