Παΐσιος Ιεροσολύμων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Παΐσιος Ιεροσολύμων
Γενικές πληροφορίες
Θάνατος2  Δεκεμβρίου 1660
ΘρησκείαΑνατολικός Ορθόδοξος Χριστιανισμός
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταιερέας
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμαεπίσκοπος

Ο Παΐσιος διετέλεσε Πατριάρχης Ιεροσολύμων κατά τα έτη 1645 - 1660.

Βιογραφικά στοιχεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Παΐσιος ήταν υποτακτικός του Πατριάρχη Σωφρονίου[1] και συγγενής του Πατριάρχη Θεοφάνη Γ΄[2]. Περιγράφεται ως ακτήμονας, ζηλωτής των θείων, ανδρείος, εκκλησιαστικός, ειλικρινής, κοντός στο ύψος αλλά μεγαλοπρεπής, με μακρά γενειάδα[2]. Μόνασε σε κάποια Μονή κοντά στον ποταμό Ιορδάνη και κατόπιν διετέλεσε ηγούμενος του αγιοταφιτικού μετοχίου στο Ιάσιο.

Μετά τον θάνατο του Πατριάρχη Θεοφάνη, ο Παΐσιος εξελέγη το 1645 διάδοχός του στην Μολδοβλαχία από τους Αγιοταφίτες που βρίσκονταν εκεί, προκειμένου να προλάβουν επέμβαση του Κωνσταντινουπόλεως Παρθενίου Β΄, ο οποίος ανέκαθεν δεν συμπαθούσε τον Παΐσιο[α]. Την εκλογή πάντως αναγνώρισε αμέσως ο Οικουμενικός Πατριάρχης και έστειλε στο Ιάσιο τον Μητροπολίτη Λαρίσης Γρηγόριο μαζί με άλλους τρεις αρχιερείς, για να χειροτονήσουν τον νέο Πατριάρχη Ιεροσολύμων[3]. Αφού έλαβε επικύρωση των πατριαρχικών του δικαιωμάτων από τον σουλτάνο Ιμπραήμ μετέβη στα Ιεροσόλυμα, όπου έγινε δεκτός με μεγάλες τιμές.

Ως Πατριάρχης ασχολήθηκε με το σιναϊτικό ζήτημα και περιόδευσε στις παραδουνάβιες χώρες και τη Ρωσία για πνευματική καθοδήγηση και συλλογή εράνων[β]. Επί των ημερών του εκδόθηκε απόφαση, με την βοήθεια του Οικουμενικού Πατριάρχη Ιωαννίκιου Β΄, να προπορεύονται οι Ορθόδοξοι στην τελετή του Αγίου Φωτός, να μην δοθεί η πύλη της Βηθλεέμ στους Αρμενίους και να υπάγονται οι Αβησσυνοί στον ορθόδοξο πατριάρχη[1].

Για αρκετά χρόνια έζησε στη Βλαχία, μην θέλοντας να επιστρέψει στην Ιερουσαλήμ ενώ ο Παρθένιος Β΄, με τον οποίο βρισκόταν σε εχθρότητα, παρέμεινε στο θρόνο της Κωνσταντινούπολης[4]. Κατά τον Sukhanov, ο Παΐσιος ήταν αναμεμειγμένος στην οργάνωση της δολοφονίας του Πατριάρχη Παρθενίου από γενίτσαρους (16 Μαΐου 1651)[4].

Πέθανε στο Καστελόριζο το 1660 και ετάφη στην κορυφή κάποιου βουνού[5]. Ήταν ο τελευταίος Πατριάρχης Ιεροσολύμων που εξελέγη από την Αγιοταφιτική Αδελφότητα κατά την περίοδο της Οθωμανοκρατίας, καθώς η εκλογή στο εξής διεξαγόταν στην Κωνσταντινούπολη[3].

Υποσημειώσεις και παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Υποσημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «οἵτινες πρός τοῦτο προσεκάλεσαν τόν ἡγεμόνα τοῦ Βασιλείου, θέλοντες προλάβωσι τήν ἐπέμβασιν τοῦ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Παρθενίου Β’»[3].
  2. Σε εγκύκλιό του αναφέρει ότι «δίκην αλήτου περιπλανάται από τόπου εις τόπον ζητών ελεημοσύνην παρά των ορθοδόξων, ίνα σώζη τον Άγιον Τάφον».

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 «Πατριάρχης Ιεροσολύμων Παΐσιος (1645 – 1660)». Ανακτήθηκε στις 15 Μαΐου 2021. 
  2. 2,0 2,1 Αθηνών Χρυσόστομος 1900, σελ. 81.
  3. 3,0 3,1 3,2 Χατζηιωάννου 2016, σελ. 20.
  4. 4,0 4,1 Арсений. / Православная энциклопедия, Т. 3.
  5. Αθηνών Χρυσόστομος 1900, σελ. 82.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

τίτλοι της Ορθόδοξης Εκκλησίας
Προκάτοχος
Θεοφάνης Γ΄
Πατριάρχης Ιεροσολύμων
1645-1660
Διάδοχος
Νεκτάριος