Νικόδημος Ιεροσολύμων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Νικόδημος Ιεροσολύμων
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση30  Νοεμβρίου 1828
Κωνσταντινούπολη
Θάνατος18  Φεβρουαρίου 1910
Χάλκη
Χώρα πολιτογράφησηςΟθωμανική Αυτοκρατορία
ΘρησκείαΑνατολικός Ορθόδοξος Χριστιανισμός
Εκπαίδευση και γλώσσες
ΣπουδέςΙερά Θεολογική Σχολή της Χάλκης
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταχριστιανός ιερέας
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΠατριάρχης Ιεροσολύμων (1883–1890)
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Νικόδημος (κατά κόσμον Νικόλαος Τσιντσώνης) διετέλεσε Πατριάρχης Ιεροσολύμων την περίοδο 1883-1890.

Βιογραφικά στοιχεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σκίτσο του Πατριάρχη Ιεροσολύμων Νικόδημου από το περιοδικό Ποικίλη Στοά του 1882

Καταγόταν από τη Μηχανιώνα της Κυζίκου[1] και γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη στις 18 Νοεμβρίου 1828. Σε μικρή ηλικία τέθηκε υπό την προστασία του Πατριάρχη Ιεροσολύμων Αθανασίου Ε΄ και το 1845 προσελήφθη από το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων[1].

Εκάρη μοναχός το 1847 από τον Πατριάρχη Κύριλλο Β΄ και πήρε το όνομα Νικόδημος. Την ίδια χρονιά χειροτονήθηκε διάκονος και το 1849 μπήκε στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης, την οποία όμως δεν τελείωσε, λόγω προβλημάτων υγείας[1]. Από το 1851 ήταν αρχιδιάκονος και το 1860 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και ορίστηκε πρωτοσύγκελλος του Πατριαρχείου. Με την ιδιότητα αυτή διετέλεσε έξαρχος του Παναγίου Τάφου στο Κισνόβιο της Βεσσαραβίας από το 1860 ως το 1872, οπότε μετέβη στην Κωνσταντινούπολη. Αντιτάχθηκε στον Πατριάρχη Ιεροσολύμων Κύριλλο Β΄, ο οποίος αρνήθηκε να καταδικάσει το Βουλγαρικό σχίσμα[1].

Το 1875 ορίστηκε δραγουμάνος του Πατριαρχείου και από το 1877 ηγούμενος του Μετοχίου του Παναγίου Τάφου στη Μόσχα, θέση από την οποία εργάστηκε για την εξομάλυνση των σχέσεων της Εκκλησίας της Ρωσίας με το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων, οι οποίες είχαν διαταραχθεί επί Πατριάρχου Κυρίλλου Β΄. Στις 3 Ιανουαρίου 1882 χειροτονήθηκε αρχιεπίσκοπος Θαβωρίου.

Εξελέγη Πατριάρχης στις 4 Αυγούστου 1883 μετά την ακύρωση από την Οθωμανική κυβέρνηση της εκλογής του Φωτίου. Κατά την Πατριαρχία του έκτισε και ανακαίνισε σημαντικό αριθμό ναών και μονών, ενώ σχεδόν διπλασίασε τον αριθμό των δημόσιων σχολείων. Ως Πατριάρχης προώθησε τη ρωσική επιρροή στους Αγίους Τόπους, πράγμα το οποίο οδήγησε στην εξέγερση της Αγιοταφικής Αδελφότητας εναντίον του. Στις 18 Μαρτίου 1888 μάλιστα υπέστη αποτυχημένη δολοφονική επίθεση από κάποιον μοναχό Γαλακτίωνα, ο οποίος τον πυροβόλησε τέσσερις φορές[1]. Στις 28 Μαρτίου 1888 ανακοίνωσε το κλείσιμο της Θεολογικής Σχολής του Σταυρού Ιεροσολύμων και υπέβαλε την παραίτησή του, η οποία όμως δεν έγινε δεκτή από την Ιερά Σύνοδο.

Η κακή κατάσταση των οικονομικών του Πατριαρχείου τον οδήγησε σε οριστική παραίτηση στις 30 Νοεμβρίου 1828. Η Αδελφότητα του έδωσε το δικαίωμα να αποσυρθεί στο Μετόχι του Αγίου Γεωργίου του Κρημνού στη Χάλκη των Πριγκηποννήσων. Εκεί παρέμεινε μέχρι τις 18 Φεβρουαρίου 1910, οπότε πέθανε από αποπληξία.

Επιστολόχαρτο του Πατριάρχη Ιεροσολύμων Νικοδήμου (1889)

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]


τίτλοι της Ορθόδοξης Εκκλησίας
Προκάτοχος
Γρηγόριος Παπακυριακού
Αρχιεπίσκοπος Θαβωρίου
1882-1883
Διάδοχος
Σπυρίδων
Προκάτοχος
Ιερόθεος
Πατριάρχης Ιεροσολύμων
1883-1890
Διάδοχος
Γεράσιμος Α΄