Χρήστης:Arst

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια



«Αναλογιστική επιστήμη εφαρμοσμένη σε άλλες μορφές ασφάλισης

Η αναλογιστική επιστήμη επίσης αναφέρεται στην περιουσία, την απώλεια, την υπευθυνότητα και στην γενική ασφάλεια. Σε αυτές τις μορφές ασφάλειας, η κάλυψη γενικά παρέχεται σε μια ανανεώσιμη περίοδο, (όπως κάθε χρόνο). Η κάλυψη μπορεί να ακυρωθεί στο τέλος της περιόδου από κάθε συμβαλόμενο.

Οι εταιρίες ασφάλισης περιουσίας και απώλειας τείνουν να εξειδικεύονται λόγω της πολυπλοκότητας και την ποικιλίας των κινδύνων. Ένας διαχωρισμός είναι να οργανώνται σχετικά με τις προσωπικές και εμπορικές συμφωνίες ασφαλείας. Οι προσωπικές lines ασφαλείας είναι ατομικές και περιλαμβάνουν ασφάλεια πυρκαγιάς, αυτοκίνητου, σπιτιού, κλοπής και αδιάβροχης κάλυψης. Οι εμπορικές lines απευθύνονται στις ανάγκες ασφαλείας των επιχειρήσεων και περιλαμβάνουν ασφάλεια περιουσίας, συνέχειας της επιχείρησης, υπευθυνότητας του προιόντος , του συνόλου των εμπορικών οχημάτων, της αμοιβής των εργαζομένων, της πίστης, της εγγύησης, και την ασφάλεια D&O. Η βιομηχανία ασφαλίσεων παρέχει επίσης κάλυψη για έκθεση σε προβλήματα όπως καταστροφές, κινδύνοι που σχετίζονται με τον καιρό, σεισμοί, παραβίαση (patent) και άλλου είδους (συλογική κατασκοπία), τρομοκρατία, και «μοναδικών στο είδος τους» (π.χ. εκτόξευση δορυφόρου). Η αναλογιστική επιστήμη παρέχει συλλογή δεδομένων, μετρήσεων, εκτιμήσεων, προβλέψεων και εργαλείων υπολογισμού για να προσφέρει οικονομικά και εγγυημένα στοιχεία για διαχείριση ώστε να εκτιμούνται προωθητικές ευκαιρίες και η φύση των κινδύνων. Η αναλογιστική επιστήμη συχνά βοηθάει στην εκτίμηση του συνολικού κινδύνου από καταστροφικά γεγονότα σε σχέση με την εγγυημένη δυνατότητα ή (πλεονασμα).

Στα πεδία της αντασφάλισης, η αναλογιστική επιστήμη μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην σχεδίαση και την κοστολόγηση της αντασφάλισης και (retro-reinsurance) σχεδίου, και για να εγκατασταθεί εφεδρική χρηματοδότηση για παρούσες αποζημιώσεις, μελλοντικές αποζημιώσεις και καταστροφές.

Ανάπτυξη Προ-τυποποίηση

Στον αρχαίο κόσμο δεν υπήρχε χώρος για τους αρρώστου, αυτούς που υπέφεραν, τους ανάπηρους, τους ηλικιωμένους ή τους φτωχούς —δεν ήταν μέρος της πολιτιστικής συνείδησης των κοινωνιών (Perkins 1995). Οι πρώιμες μέθοδοι προστασίας περιλάμβαναν φιλανθρωπίες, θρησκευτικές οργανώσεις ή (γείτονες) θα (συνεπραταν) για τους φτωχούς και τους άπορους. Μέχρι τα μέσα του τρίτου αιώνα, 1,500 άνθρωποι που υπέφεραν υποστηρίζονταν από φιλανθρωπικές ενέργεις στην Ρώμη (Perkins 1995). Η φιλανθρωπική προστασία είναι ακόμη μια ενεργή μορφή υποστήριξης μέχρι και σήμερα (Tong 2006). Όμως το να δέχεσαι φιλανθρωπίες είναι αβέβαιο και συχνά συνοδεύεται με κοινωνικό στιγμα. Βασικές συμφονίες αλληλοβοήθειας και συντάξεις δημιουργήθηκαν στην αρχαιότητα (Thucydides). Νωρίς στη Ρωμαική αυτοκρατορία, δημιουργήθηκαν σύλλογοι για να καλύψουν τα έξοδα της ταφής, της αποτέφρωσης και των μνημείων—προάγγελων της ασφάλειας ταφής και των φιλικών κοινωνιών. Μία μικρή αμοιβή πληρωνόταν σε ένα δημόσιο κεφάλαιο κάθε εβδομάδα, και μετά το θάνατο ενός μέλους, τα κεφάλαια θα κάλυπταν τα έξοδα της τελετής και της ταφής του. Αυτές οι κοινωνίες κάποιες φορές πουλούσαν (μετοχές) σε στο κτίριο της columbāria, ή στο νεκροταφείο, ιδιοκτησία του κεφαλαίου—προάγγελου των εταιριών (κοινωνικής) ασφάλισης (Johnston 1932, §475–§476). Άλλα πρώιμα παραδείγματα κοινής εγγύησης και σιγουριάς συμφωνίας μπορούν να εντοπιστούν στο παρελθόν από τις ποικίλες μορφές (συντροφικότητας) από την (φυλή) των Σαξόνων στην Αγγλία και των γερμανών τους προγόνων μέχρι την κέλτικη κοινωνία (Loan 1992). Όμως, πολλές από αυτές τις πρώιμες μορφές εγγύησης και υποστήριξης συχνά αποτύγχαναν εξαιτίας της έλλειψης κατανόησης και γνώσης (Faculty and Institute of Actuaries 2004).

Αρχική εξέλιξη

Ο 17ος αιώνας ήταν μία περίοδος προόδου των μαθηματικών στην Γερμανία, την Γαλλία και την Αγγλία. Την ίδια στιγμή υπήρχε μία γρήγορα αυξανόμενη επιθυμία και ανάγκη για δημιουργία μίας εκτίμησης των προσωπικών κινδύνων σε μία πιο επιστημονική βάση. Ανεξάρτητα από τον καθένα, compound interest μελετήθηκε και η θεωρία των πιθανοτήτων αναδύθηκε ως ενας well-understood μαθηματικός κλάδος. Μία άλλη σημαντική πρόοδος ήρθε το 1662 από έναν λονδρέζο υφασματέμπορα που ονομαζόταν John Graunt, ο οποίος έδειξε πως υπήρχαν προβλέψιμα μοτίβα μακροβιότητας και θανάτου σε ένα σύλλογο, ή κοινωνική ομάδα ανθρώπων, ίδιας ηλικίας, ανεξάρτητα από την αβεβαιότητα την ημερομηνίας θανάτου του καθένα ξεχωριστά. Αυτή η μελέτη αποτέλεσε την βάση για (αρχικη-πρωτοτυπη) life table. Κάποιος τώρα θα μπορούσε να ιδρύσει ένα ασφαλιστικό πρόγραμμα για να προσφέρει ασφάλεια ζωής ή συντάξεις σε μία ομάδα ατόμων, και να υπολογίσει με κάποιο βαθμό ακριβείας το πόσο, που ο κάθε άνθρωπος στην ομάδα θα έπρεπε να συνησφέρει σε ένα κοινό κεφάλαιο (assumed) ώστε να κερδίζει ένα σταθερό ρυθμό επιτοκίου. Ο πρώτος άνθρωπος που θα επιδείκνυε δημόσια πώς αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί ήταν ο Edmond Halley (of Halley's comet fame). Ο Halley κατασκεύασε το δικό του life table, και έδειξε πως αυτό θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί στον υπολογισμό της premium ποσότητας, κάποιος μιας δεδομένης ηλικίας θα έπρεπε να πληρώνει για να αγοράσει ένα επίδομα ζωής (Halley 1693).

Πρώιμοι λογιστές

Η πρωτοποριακή δουλειά του James Dodson στα συμβόλαια μακροπρόθεσμης ασφάλειας σύμφωνα με τα οποία τα ίδια ασφάλιστρα χρεώνονταν κάθε χρόνο, οδήγησε στον σχηματισμό του (Συλλόγου Δίκαιας Ασφάλισης στις ζωές και Survivorship (ευρύτερα γνωστού σήμερα ωςEquitable Life), στο Λονδίνο το 1762 (Lewin 2007, p. 38). Πολλές άλλες εταιρίες ασφάλειας ζωής και συνταξιοδοτικά κεφάλαια δημιουργήθηκαν μέσα στα επόμενα 200 χρόνια. Η Equitable Life ήταν η πρώτη που χρησιμοποίησε τη λέξη «λογιστής» για το ανώτερο διοικητικό στέλεχος, το 1762 (Ogborn 1956, p. 235). Νωρίτερα, «λογιστής» σήμαινε ένας αξιωματούχος ο οποίος κατέγραφε τις αποφάσεις, ή τις «ενέργειες», των εκκλησιαστικών πεδίων (Faculty and Institute of Actuaries 2004). Άλλες εταιρίες που δεν χρησιμοποιούσαν τέτοιες μαθηματικές και επιστημονικές μεθόδους πιο συχνά αποτύγχαναν ή αναγκάζονταν να υιοθετήσουν τις μεθόδους που είχαν πρωτοπορήσει από το Δίκαιο (Bühlmann 1997, p. 166).


»