Χρήστης:8SacredTemplar8/πρόχειρο

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Άηχο διπλοχειλικό στιγμιαίο σύμφωνο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το άηχο διπλοχειλικό στιγμιαίο σύμφωνο αποτελεί ένα από τα ευρέως χρησιμοποιούμενα σύμφωνα ανά τον κόσμον.Στο [Διεθνές Φωνητικό Αλφάβητο] συμβολίζεται ως [p],ενώ το αντίστοιχο σύμβολο στο X-SAMPA είναι p.Ελληνιστί,το εν λόγω σύμφωνο γράφεται 'Π' ή 'π'.

Ο ήχος: [1]

Χαρακτηριστικά γνωρίσματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Τρόπος αρθρώσεως
Ανακοπτικό,και ειδικότερα στιγμιαίο ή έκκροτο.Αυτό σημαίνει ότι εμποδίζεται εν όλω η φωνητική και η ρινική οδός.
  • Θέση αρθρώσεως
Διπλοχειλικό,αρθρώνεται δηλαδή από αμφότερα τα χείλη.
  • Είναι στοματικό σύμφωνο,καθώς η μοναδική διέξοδος του αέρος είναι το στόμα.
  • Αρθρωτική διαδικασία

Άηχη,που σημαίνει ότι οι φωνητικές χορδές δεν δονούνται κατά την άρθρωσιν αυτού.

  • Μηχανισμός ρέυματος αέρος

Πνευμονικός,όπως η πλειονότητα των φωνημάτων και ήχων εν γένει.

Μορφές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

[p]=απλό p, []= εκπνεόμενο p,το οποίο αντιστοιχεί στο αρχαιοελληνικό Φ, []= ουρανικοποιημένο p, []= χειλικοποιημένο p, []= with ανελευθέρωτο p, []= ηχηρό p, []= εξωθούμενο p,δηλαδή bilabial ejective.

Συχνότητα εμφανίσεως[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το φώνημα /p/ είναι λίαν σύνηθες διαγλωσσικώς.Μάλιστα,η πλειονοψηφία των γλωσσών έχουν τουλάχιστον το απλό /p/,ενώ κάποιες αναγνωρίζουν και διαφορετικές εκδοχές του (βλέπε άνωθι πίνακα),με τυπικό παράδειγμα τα αρχαία ελληνικά.Περί το 10% των γλωσσών που έχουν το φώνημα /b/ -το αντίστοιχο ελληνικό 'μπ' και στα αρχαία ελληνικά 'Β'-,δεν εμπεριέχουν το /p/.

Σημεία ιδιαιτέρου ενδιαφέροντος του /p/ στην ελληνική γλώσσα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • 1.

Στις αμιγώς ελληνικές και τελείως αφομοιωμένες ξένες λέξεις,στον διφθογγο 'μπ' που υπάρχει εντός αυτών,το 'π' μετατρέπεται στο αντίστοιχον ηχηρό στιγμιαίο /b/. Επι παραδείγματι:<έμπορος>[émboros̠ ,[kambos̠]<κάμπος>. Το ίδιο συμβαίνει και εκτός λέξεως,με τις προσωπικές αντωνυμίες "αυτόν,αυτήν,αυτών",τα οριστικά άρθρα "τον,την" και τα αρνητικά μόρια "μη(ν)" και "δεν".Η μοναδική διαφορά έγκειται στο ότι στην δευτέρα περίπτωσιν,υπάρχει συνεκφορά,δηλαδή ταυτόχρονη μετατροπή του φατνιακού ή φατνιοδοντικού έρρινου /n/ (αναλόγως τον ομιλητή και τα περιβάλλοντα φωνήματα),σε έρρινο διπλοχειλικό /m/.Π.χ.:<τον πατέρα>[tombatéra],<δεν πρέπει>[ðembrépi].

Παρά τον ισχύοντα αυτόν κανόνα,πλείστοι σύγχρονοι ομιλητές της ελληνικής υποπίπτουν σε απορρινικοποίηση του προαναφερθέντος διφωνημικού συμπλέγματος (/mb/</b/),ή σπανιότερα,σε αηχοποίηση (/mb/</np/,το οποίον όμως ισχύει μόνον στην δευτέραν περίπτωσιν).Σύμφωνα με τον συντελεστή ακουστικής ποιότητος κάθε φωνήματος και τους 3 δείκτες ακουστικής ποιότητος,η προτιμητέα προφορά είναι η /mb/.

  • 2.

Ο άηχος συνοδίτης χ (/ç/):Πρόκειται περί ενός φωνήματος που εμφανίζεται αποκλειστικώς ως προϊόν συνεκφοράς των άηχων /p,t,ts,f,s,θ/,και των καταχρηστικών -ή κατερχομένων- διφθόγγων /ia,ie,ii,io,iu/.Ορίζεται ως απαλός μεταβατικός -ή παρασιτικός- φθόγγος.Παράδειγμα:<πια,ποιός,ποιά(το ποίος,ποία είναι ορθότερον,αλλά σπανιότερον),αυτιά,παπούτσια,σπαθιά>[pça,pços̠ ,pça,aftça,s̠paθça].Ωστόσο,τα παραπάνω συμπλέγματα δεν είναι πάντοτε κατερχόμενοι δίφθογγοι.Αυτό εξαρτάται απο το πώς συλλαβίζεται η εξεταζομένη λέξη. Σημειωτέον ότι σύμφωνα με πολλούς γνωστούς παλαιούς δασκάλους της ορθοφωνίας,όπως ο Σ. Καραντηνός,συνιστούσαν την αποφυγήν των συνοδιτών εξ ολοκλήρου.

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]