Φρίντριχ Ούμπελχερ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Φρίντριχ Ούμπελχερ
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Friedrich Uebelhoer (Γερμανικά)
Γέννηση25  Σεπτεμβρίου 1893
Ρότενμπουργκ ομπ ντερ Τάουμπερ
Εξαφάνιση1945
Θάνατος1945
Χώρα πολιτογράφησηςΓερμανία
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΓερμανικά
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταπολιτικός
Πολιτική τοποθέτηση
Πολιτικό κόμμα/ΚίνημαΕθνικοσοσιαλιστικό Γερμανικό Εργατικό Κόμμα
Στρατιωτική σταδιοδρομία
Βαθμός/στρατόςΣούτσσταφφελ
Πόλεμοι/μάχεςΑ΄ Παγκόσμιος Πόλεμος
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμαμέλος του Ράιχσταγκ της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης
Βουλευτής του Γερμανικού Ράιχ
δήμαρχος
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Φρίντριχ Ούμπελχερ (γερμανικά: Friedrich Uebelhoer, 25 Σεπτεμβρίου 1893, Ρότενμπουργκ ομπ ντερ Τάουμπερ, Βασίλειο της Βαυαρίας - θεωρήθηκε νεκρός το 1945) ήταν Γερμανός πολιτικός και αξιωματούχος του ναζιστικού Εθνικοσοσιαλιστικού Γερμανικού Εργατικού Κόμματος.

Πρώιμος βίος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ούμπελχερ υπηρέτησε ως αξιωματικός στον Αυτοκρατορικό Γερμανικό Στρατό στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο.[1] Έγινε μέλος του ναζιστικού Κόμματος αρχικά το 1922 και πάλι το 1925, μετά την ανάκληση της απαγόρευσης που επιβλήθηκε στο κόμμα μετά το πραξικόπημα του Μονάχου.[2]

Έγινε Κράισλαϊτερ στο Νάουμπουργκ το 1931.[2] Διετέλεσε δήμαρχος του Νάουμπουργκ από το 1933 έως το 1939 και διετέλεσε επίσης επικεφαλής της Εθνικής Σοσιαλιστικής Λαϊκής Πρόνοιας στο Γκάου Χάλε-Μέρζενμπουργκ.

Δραστηριότητα στη Σούτσσταφφελ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ούμπελχερ κατείχε το βαθμό του Μπριγκάντεφυρερ (Ταξιάρχου) στη Σούτσσταφφελ και έλαβε επαίνους για τη συμμετοχή του στην προσάρτηση της Σουδητίας και για τον ρόλο του στην προσάρτηση της Αυστρίας.[3] Μετά την κατοχή της Πολωνίας, υπηρέτησε ως επιθεωρητής στο Ράιχσγκαου Βάρτελαντ.[2] Διέταξε την κατασκευή του Γκέτο του Λοτζ στις 10 Δεκεμβρίου 1939, ένα μέτρο που χαρακτήρισε ως προσωρινό, προσθέτοντας ότι τελικά οι Ναζί σκόπευαν να «κάψουν αυτό το χωματερή πανούκλας».[4]

Στις αρχές Οκτωβρίου 1941, ο Ούμπελχερ προκάλεσε την οργή του Ράινχαρντ Χάιντριχ, όταν διαμαρτυρήθηκε έντονα ενάντια στην προβλεπόμενη απέλαση 60.000 Γερμανοβραίων στο ήδη γεμάτο γκέτο. Σε μια επιστολή προς τον Ούμπελχερ, ο Χάιντριχ απείλησε να βγάλει «κατάλληλα συμπεράσματα» εάν ο Ούμπελχερ δεν άλλαζε τη στάση του. Μέσα από διαπραγματεύσεις με τον Άντολφ Άιχμαν, ο αριθμός που τελικά έφτασε ήταν 20.000 Εβραίοι και 5.000 τσιγγάνοι που στάλθηκαν στο Λοτζ, ενώ δεκάδες χιλιάδες στάλθηκαν σε άλλα γκέτο.[5][6] Το Νοέμβριο του ίδιου έτους, για να κατευνάσει τους προβληματισμούς του Ούμπελχερ σχετικά με τον εμπρησμό του γκέτο που ξεκίνησε από τους τσιγγάνους, ο Χάινριχ Χίμλερ συμβούλεψε τον Ούμπελχερ να πυροβολήσει δέκα τσιγγάνους για κάθε πυρκαγιά που ξέσπασε μέσα στο γκέτο.Όσοι τσιγγάνοι δεν χάθηκαν στο Γκέτο του Λοτζ σκοτώθηκαν από φορτηγά αερίων τον Ιανουάριο του 1942 στο στρατόπεδο εξόντωσης του Χέλμνο.[7]

Ο Ούμπελχερ απολύθηκε από τη θέση του ως κυβερνήτης του Λοτζ τον Δεκέμβριο του 1942, αφού κατηγορήθηκε για υπεξαίρεση από τον Άρτουρ Γκράιζερ (Arthur Greiser).[3] Οι κατηγορίες τελικά δεν αποδείχθηκαν, αλλά η υποψία έβλαψε τη φήμη του και σταμάτησε την πρόοδό του στη Σούτσσταφφελ. Θα επέστρεφε τον Ιανουάριο του 1944, στον μικρότερο ρόλο του κυβερνήτη της περιοχής Μέρζεμπουργκ.

Ο Ούμπελχερ εξαφανίστηκε τις τελευταίες μέρες του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και παρέμεινε αγνοούμενος. Κηρύχθηκε νομικά νεκρός το 1950.[8]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Michal Unger, Reassessment of the Image of Mordechai Chaim Rumkowski, Wallstein Verlag, 2004, p. 24
  2. 2,0 2,1 2,2 Ernst Klee, Das Personenlexikon zum Dritten Reich. Wer war was vor und nach 1945, Fischer Taschenbuch Verlag, Zweite aktualisierte Auflage, Frankfurt am Main 2005, p. 633.
  3. 3,0 3,1 Michal Unger, Reassessment of the Image of Mordechai Chaim Rumkowski, Wallstein Verlag, 2004, p. 24
  4. Willi Jasper, "‚Wozu noch Welt?‘", Die Zeit 1995
  5. Gerwarth 2011, σελ. 205.
  6. Longerich 2012, σελ. 546–47.
  7. Longerich 2012, σελ. 669.
  8. «UEBELHOER, Friedrich». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 10 Ιουνίου 2021. Ανακτήθηκε στις 24 Σεπτεμβρίου 2020. 

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]