Τουρκαρέ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Τουρκαρέ
Εικονογράφηση του 1845
ΣυγγραφέαςΑλαίν Ρενέ Λεσάζ
ΓλώσσαΓαλλικά
Ημερομηνία δημοσίευσης1709
Μορφήθεατρικό έργο
Θέματόκος
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Τουρκαρέ (πλήρης γαλλικός τίτλος: Turcaret ou le Financier, Τουρκαρέ ή ο χρηματοδότης) είναι πεντάπρακτη θεατρική κωμωδία σε πεζό του Γάλλου συγγραφέα Αλαίν-Ρενέ Λεσάζ που παίχτηκε για πρώτη φορά το 1709 στην Κομεντί Φρανσαίζ, στο Παρίσι.[1]

Το έργο περιγράφει μια κυνική και διεφθαρμένη κοινωνία όπου κυριαρχεί η βασιλεία του χρήματος και της κερδοσκοπίας, η βασιλεία των οικονομικών αρπακτικών και ο επιδεικτικός πλούτος. Τίποτε άλλο δεν έχει σημασία εκτός από τα χρήματα, το έργο δεν περιλαμβάνει συγκινητικές ερωτικές ιστορίες για να γλυκάνει την ατμόσφαιρα. Ωστόσο, αυτή η κωμωδία καταστάσεων είχε επιτυχία με τους ζωηρούς διαλόγους και τον ξέφρενο ρυθμό χωρίς διακοπή της δράσης αλλά και το θέμα της.

Σε αντίθεση με το θέατρο του Μπωμαρσαί στα τέλη του αιώνα, που οραματίζονταν την κοινωνική αλλαγή, το έργο του Λεσάζ δεν είναι ελπιδοφόρο: είναι «η πορεία της ανθρώπινης ζωής» και ο πονηρός υπηρέτης, που θα είχε κάθε όφελος να ανατρέψει τις κοινωνικές τάξεις, το μόνο που επιδιώκει και καταφέρνει στο τέλος είναι να πάρει ο ίδιος τη θέση των ισχυρών.[2]

Υπόθεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Τουρκαρέ, ένας πρώην υπηρέτης που έγινε πλούσιος ασκώντας την τοκογλυφία, την είσπραξη κρατικών φόρων και παράνομες χρηματιστηριακές σπέκουλες, αν και παντρεμένος, είναι τρελά ερωτευμένος με μια βαρόνη, μια σπάταλη νεαρή χήρα. Της έχει υποσχεθεί να την παντρευτεί, πιστεύοντας ότι μ'αυτόν τον γάμο θα ανεβεί κοινωνικά, και για να τη δελεάσει, της στέλνει ακριβά δώρα και χρήματα, τα οποία η βαρόνη δέχεται ευχαρίστως. Ωστόσο, και η ίδια είναι ερωτευμένη και τα δίνει στον Ιππότη που αγαπάει, τον εραστή της, ο οποίος στην πραγματικότητα αποσκοπεί μόνο στα χρήματά της και τα ξοδεύει ασυλλόγιστα σε χαρτοπαιξίες. [3]

Στο τέλος, ο Τουρκαρέ καταστρέφεται και όλοι οι απατεώνες αποκαλύπτονται: ο Τουρκαρέ συλλαμβάνεται για τοκογλυφία, η περιουσία του κατάσχεται και ανακαλύπτονται και οι άλλες απάτες του. Οι μόνοι δύο που επωφελούνται από αυτή την κατάσταση είναι ο Φροντίν και η Λιζέτ, δύο ερωτευμένοι υπηρέτες, που με την πονηριά τους κατάφεραν να βάλουν στην άκρη ένα υπολογίσιμο χρηματικό ποσό. Το έργο τελειώνει με τα λόγια του Φροντίν, ακόμα πιο άπληστου και δόλιου από τον αφέντη του: «Η βασιλεία του κυρίου Τουρκαρέ έχει τελειώσει, τώρα αρχίζει η δική μου».[4]

Σάτιρα της εποχής[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το έργο είναι μια σάτιρα των άπληστων για κέρδος «ανθρώπων του χρήματος» των αρχών του 18ου αιώνα στη Γαλλία. Περιγράφει τις ταραχές της εποχής: αφενός, την απελπισία των φτωχών εργατικών τάξεων, που κατακλύζονταν από το βάρος των φόρων και υπέφεραν από την πείνα και το κρύο κατά τον φοβερό χειμώνα του 1708-1709 και αφετέρου, την προκλητική ευημερία της ξεχωριστής κοινωνικής ομάδας των φοροεισπρακτόρων, που μίσθωναν φόρους από το κράτος και απομυζούσαν με βαρβαρότητα τον λαό. Στη συνέχεια ως χρηματοδότες έγιναν παντοδύναμοι, καθώς δάνειζαν χρήματα στον βασιλιά και στους ευγενείς. Το τέλος της βασιλείας του Λουδοβίκου ΙΔ' σημαδεύτηκε από βίαιες λαϊκές εξεγέρσεις εναντίον αυτών των «ανθρώπων του χρήματος», αυτών των πλουσίων ανθρώπων. [5]

Λογοκρισία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σε κάθε εποχή, οι άνθρωποι του χρήματος δύσκολα δέχονται την κριτική. Έτσι, ο Τουρκαρέ, μια αχαλίνωτη κοινωνική σάτιρα που περιγράφει με κυνισμό την κατάρρευση των ηθικών αξιών στις αρχές του 18ου αιώνα στη Γαλλία, υπέστη προσπάθεια λογοκρισίας. Έξαλλοι, βλέποντας τους εαυτούς τους να παρουσιάζονται, στον χαρακτήρα του χρηματοδότη Τουρκαρέ, ως αδίστακτοι τοκογλύφοι, εμμονικοί με το χρήμα, ματαιόδοξοι, δόλιοι και επιβλαβείς για τους συγχρόνους τους και έρμαια της λαϊκής καταδίκης, οι επιχειρηματικοί κύκλοι πίεσαν την Κομεντί Φρανσαίζ για την διακοπή των παραστάσεων. Πρόσφεραν μάλιστα στον συγγραφέα ένα μεγάλο χρηματικό ποσό για να αποσύρει το έργο του.[4]

Καθοριστική ήταν η παρέμβαση του δελφίνου, γιου του Λουδοβίκου ΙΔ΄, το 1708, που ζήτησε «να παιχθεί χωρίς καθυστέρηση». Αλλά η παρέμβασή του δεν ήταν ικανή να αφοπλίσει τους ισχυρούς. Ο Τουρκαρέ αφαιρέθηκε μετά από 7 παραστάσεις από το πρόγραμμα του θεάτρου. Αλλά συνέχισε την πορεία του εκτός των επίσημων αιθουσών και έγινε ένα από τα σπουδαία θεατρικά του 18ου αιώνα που εξακολουθεί να παρουσιάζεται μέχρι σήμερα.[6]

Για να υπερασπιστεί το έργο του από τους επικριτές του, το 1709 ο Αλαίν-Ρενέ Λεσάζ δημοσίευσε ένα σύντομο κείμενο, την Κριτική της κωμωδίας Τουρκαρέ.

Ελληνική μετάφραση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Τουρκαρέ, Κωμωδία 1709, μετάφραση: Ανδρέας Στάικος, εκδότης: Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών, 1993

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]