Σφαγή της Σουσά

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Σφαγή της Σουσά
(Shushi massacre)
Ερείπια της αρμενικής μισής Σουσά μετά την καταστροφή της πόλης από τον στρατό του Αζερμπαϊτζάν τον Μάρτιο του 1920. Στο κέντρο: παραμορφωμένος Αρμενικός Καθεδρικός ναός.
ΧώροςΝαγκόρνο-Καραμπάχ, διαφιλοκινούμενη περιοχή από την Λαϊκή Δημοκρατία του Αζερμπαϊτζάν και την Πρώτη Δημοκρατία της Αρμενίας
ΗμερομηνίαΜάρτιος 1920
Επίσης γνωστό ωςΠογκρόμ της Σουσά
ΤύποςΣφαγή, Ταραχές, Πογκρόμ
ΣτόχοςΑρμένιοι άμαχοι
Θάνατοι500 [1] έως 20,000 Αρμένιοι[2]
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Η σφαγή της Σουσά (ή της Σουσί) (αρμενικά: Շուշիի ջարդեր‎‎ , romanized: Shushii charder), γνωστό και ως πογκρόμ της Σουσά, ήταν η μαζική δολοφονία του αρμενικού πληθυσμού της Σουσά και η καταστροφή του αρμενικού μισού της πόλης το 1920. [3]

Η σφαγή έλαβε χώρα μεταξύ 22 και 26 Μαρτίου 1920 και είχε ως φόντο μια σύγκρουση για ανταγωνιστικές αξιώσεις διεκδίκησης της περιοχής από τη Λαϊκή Δημοκρατία της Αρμενίας και τη Λαοκρατική Δημοκρατία του Αζερμπαϊτζάν.

Ιστορικό υπόβαθρο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι αρμενικές συνοικίες της Σούσα μετά την καταστροφή τους από τον στρατό του Αζερμπαϊτζάν τον Μάρτιο του 1920. Στο βάθος: βεβηλωμένος καθεδρικός ναός του Αγίου Σωτήρος και εκκλησία Αγκουλέτσοτς.
Ερείπια του αρμενικού τμήματος της Σουσά μετά το πογκρόμ του 1920. Στο πίσω μέρος βρίσκεται η εκκλησία της Παναγίας (Kanach Zham).
Η αρμενική συνοικία της Σουσά μετά τη σφαγή, με τον καθεδρικό ναό του Αγίου Σωτήρα στο πίσω μέρος.

Στο τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, το καθεστώς κατοχής του Ναγκόρνο-Καραμπάγκ αμφισβητήθηκε μεταξύ των νεοϊδρυθέντων κρατών της Λαϊκής Δημοκρατίας της Αρμενίας και της Λαοκρατικής Δημοκρατίας του Αζερμπαϊτζάν. Η Σουσά– ο μεγαλύτερος οικισμός της επικράτειας, η πρωτεύουσά του και με μικτό πληθυσμό, που αποτελείτο κυρίως από Αρμένιους και Αζέρους– βρέθηκε στο επίκεντρο της διαμάχης.

Η κυβέρνηση του Αζερμπαϊτζάν κήρυξε στο Μπακού την προσάρτηση της αμφισβητούμενης περιοχής και στις 15 Ιανουαρίου 1919 διόρισε τον Χοσρόφ μπεκ Σουλτάνοφ [4] γενικό κυβερνήτη του Καραμπάγκ. Το Ηνωμένο Βασίλειο είχε ένα μικρό απόσπασμα στρατευμάτων, που στάθμευε στη Σούσα και αποδέχθηκε τον διορισμό του Σουλτάνοφ ως προσωρινού κυβερνήτη, αλλά επέμεινε ότι η τελική απόφαση για την κατοχή της περιοχής θα έπρεπε να αποφασιστεί μόνο σε μελλοντική ειρηνευτική διάσκεψη.

Σε απάντηση στον διορισμό του Σουλτάνοφ, η Γενική Συνέλευση των Αρμενίων του Καραμπάχ (Αρμενικό Εθνικό Συμβούλιο του Καραμπάχ), που συνήλθε στη Σούσα στις 19 Φεβρουαρίου, «απέρριψε με εύλογη αγανάκτηση κάθε πρόσχημα του Αζερμπαϊτζάν σε σχέση με το Αρμενικό Καραμπάχ, το οποίο είπε ότι η Συνέλευση το είχε κηρύξει αναπόσπαστο μέρος της Αρμενίας». [5]

Στις 23 Απριλίου 1919, το Εθνικό Συμβούλιο του Καραμπάχ συνεδρίασε ξανά στη Σούσα και απέρριψε ξανά την αξίωση του Αζερμπαϊτζάν για κυριαρχία, επιμένοντας στο δικαίωμά τους για αυτοδιάθεση. Μετά από αυτό, ένα τοπικό απόσπασμα του Αζερμπαϊτζάν περικύκλωσε τις αρμενικές συνοικίες της Σουσά, απαιτώντας από τους κατοίκους να παραδώσουν το φρούριο. Ακούστηκαν πυροβολισμοί, αλλά όταν μεσολάβησαν οι Βρετανοί, οι Αρμένιοι συμφώνησαν να παραδοθούν σ' αυτούς. [4]

Στις 4 και 5 Ιουνίου 1919 σημειώθηκαν ένοπλες συγκρούσεις στη Σουσά μεταξύ των δύο κοινοτήτων και ο Σουλτάνοφ ξεκίνησε τον αποκλεισμό των αρμενικών συνοικιών της πόλης. Αμερικανές νοσοκόμες, που εργάζονταν στη Σουσά για τη Near East Relief έγραψαν για μια σφαγή «από Τάρταρους 700 χριστιανών κατοίκων της πόλης». [6] Γρήγορα οργανώθηκε κατάπαυση του πυρός, αφού η αρμενική πλευρά συμφώνησε με τον όρο του Σουλτάνοφ να εγκαταλείψουν τα μέλη του Αρμενικού Εθνικού Συμβουλίου την πόλη. Ωστόσο, ένα νέο κύμα βίας σάρωσε στη συνέχεια τα γειτονικά χωριά, που κατοικούσαν Αρμένιοι: στα μέσα Ιουνίου Αζέροι έφιπποι "άτακτοι", περίπου 2.000 άνθρωποι, επιτέθηκαν, λεηλάτησαν και έκαψαν ένα μεγάλο αρμενικό χωριό, το Χαϊμπαλικέντ, λίγο έξω από τη Σουσά, και περίπου 600 Αρμένιοι σκοτώθηκαν. [4]

Το έβδομο Συνέδριο των Αρμενίων του Καραμπάχ συγκλήθηκε στη Σουσά στις 13 Αυγούστου 1919. Κατέληξε στη συμφωνία της 22ας Αυγούστου, σύμφωνα με την οποία το Ναγκόρνο-Καραμπάχ θα θεωρούνταν ότι βρίσκεται προσωρινά εντός των συνόρων της Δημοκρατίας του Αζερμπαϊτζάν έως ότου αποφασιστεί το τελικό του καθεστώς στη Διάσκεψη Ειρήνης στο Παρίσι.

Στις 19 Φεβρουαρίου 1920 ο Σουλτάνοφ ζήτησε από το Αρμενικό Εθνικό Συμβούλιο του Καραμπάχ «να λύσει επειγόντως το ζήτημα της οριστικής ενσωμάτωσης του Καραμπάχ στο Αζερμπαϊτζάν». Το Συμβούλιο, στο όγδοο συνέδριό του, που πραγματοποιήθηκε από τις 23 Φεβρουαρίου έως τις 4 Μαρτίου, απάντησε ότι η απαίτηση του Αζερμπαϊτζάν παραβίαζε τους όρους της προσωρινής συμφωνίας της 22ας Αυγούστου και προειδοποίησε ότι «η επανάληψη των γεγονότων θα αναγκάσει τους Αρμένιους του Ναγκόρνο-Καραμπάχ να στραφούν στα κατάλληλα μέσα άμυνας". [7] Οι Αρμένιοι του Καραμπάχ προετοίμασαν μια εξέγερση κατά της εξουσίας του Αζερμπαϊτζάν. [8]

Επανάσταση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σύμφωνα με τον Ρίτσαρντ Χοβανισιάν, η αποτυχία στο Στεπανακέρτ σφράγισε την καταστροφή της Σουσά. «Όπως είχε προγραμματιστεί, η πολιτοφυλακή Βαράντα εισήλθε στη Σουσά το βράδυ της 22ης Μαρτίου, υποτίθεται, για να λάβει τον μισθό της και να ευχαριστήσει τον Γενικό Κυβερνήτη Σουλτάνοφ με την ευκαιρία του Νοβρούζ Μπαϊράμ. Το ίδιο βράδυ, περίπου 100 ένοπλοι άνδρες με επικεφαλής τον Νερσές Αζμπεκιάν εισήλθαν στην πόλη, για να αφοπλίσουν τη φρουρά του Αζερμπαϊτζάν στην αρμενική συνοικία. Όμως όλα πήγαν στραβά. Οι πολιτοφύλακες του Βαράντα πέρασαν το μεγαλύτερο μέρος της νύχτας τρώγοντας και πίνοντας και άργησαν να καταλάβουν τις θέσεις τους, ενώ το απόσπασμα του Αζμπεκιάν, αποτυγχάνοντας να συνδεθεί με την πολιτοφυλακή, άρχισε να πυροβολεί από μακριά το οχυρό του Αζερμπαϊτζάν, ξυπνώντας τα στρατεύματα και έστελνοντάς τα να τρέχουν βιαστικά στο όπλα. Μόνο τότε οι πολιτοφύλακες του Βαράντα ξεσηκώθηκαν και άρχισαν να αρπάζουν αξιωματικούς του Αζερμπαϊτζάν, που ήταν εγκατεστημένοι στα σπίτια των Αρμενίων. Η σύγχυση και από τις δύο πλευρές συνεχίστηκε μέχρι την αυγή, όταν οι Αζέροι έμαθαν ότι η φρουρά τους στο Στεπανακέρτ (Χανκέντ) είχε αντισταθεί και, με υψηλό ηθικό, άρχισαν να απλώνονται στην αρμενική συνοικία. Οι μάχες αιφνιδίασαν τους Αρμένιους της Σούσας. Αρκετές χιλιάδες τράπηκαν σε φυγή κάτω από την κάλυψη της πυκνής ομίχλης μέσω του Καριντάκ στην ύπαιθρο του Βαράντα.» [1]

Η Όντρεϊ Λ. Άλτσταντ γράφει, αναφερόμενη σε Βρετανό ανταποκριτή στο Μπακού, ότι οι εκπρόσωποι των Συμμαχικών Δυνάμεων στην περιοχή αποφάσισαν ότι η αστυνομία του Καραμπάχ έπρεπε να αποτελείται από ίσο αριθμό Αρμενίων και Αζερμπαϊτζάν. Ωστόσο, στα τέλη Μαρτίου 1920, το μισό των Αρμενίων της αστυνομίας δολοφόνησε το μισό του Αζέρων κατά τη διάρκεια του πρόσφατου παραδοσιακού εορτασμού του Νοβρούζ Μπαϊράμ. [9]

Σφαγή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σύμφωνα με τον Ρίτσαρντ Χοβανισιάν, «τα στρατεύματα του Αζερμπαϊτζάν, μαζί με τους Αζέρους κατοίκους της πόλης, μετέτρεψαν την αρμενική Σουσά σε κόλαση. Από τις 23 έως τις 26 Μαρτίου, περίπου 2.000 κατοικίες κάηκαν στις φλόγες, συμπεριλαμβανομένων των εκκλησιών και των κατοικιών, των πολιτιστικών ιδρυμάτων, των σχολείων, των βιβλιοθηκών, του επιχειρηματικού τμήματος και των μεγάλων κατοικιών της τάξης των εμπόρων. Ο επίσκοπος Βαχάν (Ter-Grigorian), επί μακρόν υπέρμαχος του συμβιβασμού με τις αρχές του Αζερμπαϊτζάν, πλήρωσε το τίμημα της αντεκδίκησης, καθώς πρώτα του έκοψαν τη γλώσσα και μετά του έκοψαν το κεφάλι και το περιδιάβαιναν στους δρόμους πάνω σε μια ακίδα. Ο αρχηγός της αστυνομίας, Αβέτις Τερ-Γκουκασιάν, μετατράπηκε σε ανθρώπινη δάδα και πολλοί διανοούμενοι ήταν ανάμεσα στα 500 θύματα των Αρμενίων» [1]

Ο πρώην υπουργός Εσωτερικών της Λαοκρατικής Δημοκρατίας του Αζερμπαϊτζάν, Μπεχούντ Χαν Τζαβανσίρ, δολοφονήθηκε κατά τη διάρκεια της επιχείρησης Νέμεσις της Αρμενικής Επαναστατικής Ομοσπονδίας για τη συμμετοχή του σε αυτά τα γεγονότα. [10]

Ανθρώπινο τίμημα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σύμφωνα με τα τελευταία στατιστικά στοιχεία, που δημοσιεύθηκαν στο Ημερολόγιο του Καυκάσου το 1917, το 1916 λίγο πριν τη Ρωσική επανάσταση, ο πληθυσμός της Σουσά ήταν 43.869, εκ των οποίων 23.396 (53%) ήταν Αρμένιοι και 19.121 (44%) Τάταροι (Αζέροι). [11] Μια συντηρητική εκτίμηση του Χοβανισιάν τοποθετεί τον αριθμό των νεκρών σε 500 Αρμένιους και την καταστροφή πολλών κτηρίων στη Σουσά. [1]

Μνήμη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο εξέχων Ρώσος ποιητής Όσιπ Μαντελστάμ, που βρισκόταν στη Σούσα το 1931 έγραψε ένα ποίημα ("Ο Οδηγός της άμαξας") αφιερωμένο στις σφαγές της Σουσά:

Έτσι στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ
Αυτοί ήταν οι φόβοι μου
Σαράντα χιλιάδες νεκρά παράθυρα
Είναι ορατά εκεί από όλες τις κατευθύνσεις,
Το κουκούλι της άψυχης δουλειάς
Θαμμένο στα βουνά.[12][13]

Επισκεπτόμενος τη Σουσά αρκετά χρόνια μετά την καταστροφή της μαζί με τον Όσιπ, η Ναντέζντα Μαντελστάμ έγραψε: «Σε αυτήν την πόλη, που παλαιότερα, φυσικά, ήταν υγιής και προικισμένη με κάθε άνεση, η εικόνα της καταστροφής και των σφαγών ήταν τρομερά ζωντανή. . . Λένε ότι μετά τις σφαγές όλα τα πηγάδια ήταν γεμάτα πτώματα. . . . Δεν είδαμε κανέναν στους δρόμους ή στο βουνό. Μόνο στο κέντρο της πόλης, στην πλατεία της αγοράς, υπήρχε πολύς κόσμος, αλλά δεν υπήρχε κανένας Αρμένιος ανάμεσά τους, ήταν όλοι μουσουλμάνοι.» [14] Πολλοί άλλοι κομμουνιστές αξιωματούχοι θυμήθηκαν την καταστροφή της πόλης, συμπεριλαμβανομένων των Σέργκο Ορντζονικίντζε, [15] Όλγα Σατουνόφσκαγια, [16] και Αναστάς Μικογιάν και Μαριέτα Σαγκινιάν, [17] Η ρωσο-γεωργιανή συγγραφέας Αναΐδα Μπεσταβασβίλι έκανε μια σύγκριση μεταξύ της πυρπόλησης της Σούσα με την καταστροφή της Πομπηίας στο έργο της Οι άνθρωποι και τα μνημεία. [18]

Στις 20 Μαρτίου 2000, τοποθετήθηκε μνημείο στη Σούσα στον χώρο του σχεδιαζόμενου μνημείου για τα θύματα του πογκρόμ. Η κυβέρνηση της Δημοκρατίας του Ναγκόρνο-Καραμπάχ υπέβαλε πρόταση στην Εθνοσυνέλευση για την καθιέρωση της 23ης Μαρτίου ως ημέρας μνήμης των θυμάτων των πογκρόμ της Σούσα. [19]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 Richard G. Hovannisian. The Republic of Armenia, Vol. III: From London to Sèvres, February–August 1920 p. 152.
  2. «The Nagorno-Karabagh Crisis: A Blueprint for Resolution» (PDF). Public International Law & Policy Group and the New England Center for International Law & Policy. Ιουνίου 2000. σελ. 3. 
  3. Chorbajian, Levon (1994). The Caucasian Knot: The History & Geopolitics of Nagorno-Karabagh. London: Zed Books. σελ. 141. ISBN 9781856492881. The city of Shushi, formerly the third largest city in Transcaucasia, saw its Armenian population decimated by the massacre of March 1920. 
  4. 4,0 4,1 4,2 "Armenia: The Survival of a Nation", revised second edition, 1990, by Christopher J. Walker, page 270
  5. «"letter from Avetis Aharonian, president of the delegation of the Republic of Armenia, addressed to the presidents of the delegations of Italy, France, England, and the U.S."». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 14 Σεπτεμβρίου 2007. Ανακτήθηκε στις 30 Μαρτίου 2022. 
  6. "Nurses Stuck to Post," The New York Times, 4 September 1919.
  7. Σφάλμα αναφοράς: Σφάλμα παραπομπής: Λανθασμένο <ref>. Δεν υπάρχει κείμενο για τις παραπομπές με όνομα Nagorno Karabagh in 1918-1920.
  8. The Armenian People from ancient to modern times, ed. by Richard G. Hovannisian, USA, 1997, Vol.
  9. Audrey L. Altstadt.
  10. "Помимо лидеров младотурок руководство операции "Немезис" приняло решение о ликвидации некоторых деятелей мусаватистского правительства Азербайджана, виновных, по их мнению, в организации резни армян в Баку в сентябре 1918 г. – бывшего премьер-министра Фатали хана Хойского (июнь 1920 г.), а также бывшего министра Бехбуд хана Дживаншира (июль 1921 г.
  11. Kavkazskii Kalendar na 1917 god.
  12. Osip Mandelstam, "Faetonshchik," «Archived copy». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 13 Αυγούστου 2007. Ανακτήθηκε στις 29 Αυγούστου 2007. 
  13. Osip Mandelstam. Sochineniia. 2 vols. (Moscow, 1990) 1: pp. 517–519.
  14. (in Russian) N. Ya. Mandelstam.
  15. Partizdat TsK VKP (b), 1936, pp. 60–63.
  16. (in Russian) Шатуновская О.
  17. "Here during the 3 days in March 1920, 7000 houses were destroyed and burnt, and the people are marking different numbers of that who were massacred...". (in Russian) Marietta Shaginyan, "Soviet Transcaucasus", Armgiz, 1947, p. 254
  18. Anaida Bestavashvili, Lyudi i pamyatniki (in Russian) // Армянский вестник, # 1–2, 2000
  19. Nagornyy Karabakh marks 80th anniversary of 1920 Armenian pogroms, Noyan Tapan, 24 Mar. 2000

Περαιτέρω ανάγνωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]