Σοχέι Ιμαμούρα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Σοχέι Ιμαμούρα
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
今村昌平 (Ιαπωνικά)
Γέννηση15  Σεπτεμβρίου 1926[1][2][3]
Τόκυο
Θάνατος30  Μαΐου 2006[4][1][2]
Τόκυο[5]
Αιτία θανάτουκαρκίνος του ήπατος
Συνθήκες θανάτουφυσικά αίτια
Χώρα πολιτογράφησηςΙαπωνία[6]
Εκπαίδευση και γλώσσες
Μητρική γλώσσαΙαπωνικά
Ομιλούμενες γλώσσεςΙαπωνικά[7][8]
ΣπουδέςΠανεπιστήμιο Ουασέντα
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητασεναριογράφος
σκηνοθέτης κινηματογράφου
παραγωγός ταινιών
καθηγητής
σκηνοθέτης[9]
Περίοδος ακμής1951
Οικογένεια
ΤέκναDaisuke Tengan
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΒραβεύσειςJapan Academy Prize for Director of the Year (1980, 1990 και 1998)
Mainichi Film Award for Best Screenplay (1969)
Blue Ribbon Awards for Best Newcomer (1959)
Βραβεία Μπλέ Κορδέλας για τον Καλύτερο Σκηνοθέτη (1964)
Βραβεία Μπλέ Κορδέλας για τον Καλύτερο Σκηνοθέτη (1980)
Nikkan Sports Film Award for Best Director (1989)
Χρυσός Φοίνικας (1983)
Χρυσός Φοίνικας (1997)
Mainichi Film Award for Best Director
Ιππότης του Τάγματος των Τεχνών και των Γραμμάτων
Order of the Paulownia, 8th class
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Σοχέι Ιμαμούρα (ιαπωνικά: 今村 昌平, 15 Σεπτεμβρίου 1926 – 30 Μαΐου 2006) ήταν Ιάπωνας σκηνοθέτης του κινηματογράφου. Βασικό του σκηνοθετικό ενδιαφέρον ήταν η αποτύπωση των χαμηλότερων κοινωνικών στρωμάτων της Ιαπωνίας.[10][11] Ως κεντρική προσωπικότητα του ιαπωνικού Νέου Κύματος, που συνέχισε να εργάζεται μέχρι και τον 21ό πρώτο αιώνα, ο Ιμαμούρα είναι ο μοναδικός Ιάπωνας σκηνοθέτης που έχει κερδίσει δύο Χρυσούς Φοίνικες.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα πρώτα χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ιμαμούρα γεννήθηκε από μια οικογένεια γιατρών της μεσοαστικής τάξης στο Τόκιο το 1926. Για ένα σύντομο χρονικό διάστημα μετά το τέλος του πολέμου, ο Ιμαμούρα συμμετείχε στη μαύρη αγορά πουλώντας τσιγάρα και ποτά. Σπούδασε δυτική ιστορία στο Πανεπιστήμιο Γουασέντα, αλλά αφιέρωσε περισσότερο χρόνο συμμετέχοντας σε θεατρικές και πολιτικές δραστηριότητες.[10] Ανέφερε την προβολή του Ρασομόν του Ακίρα Κουροσάβα το 1950 ως την πρώτη του έμπνευση και είπε ότι την έβλεπε ως ένδειξη της νέας ελευθερίας στην έκφραση που κατέστη δυνατή στην Ιαπωνία της μεταπολεμικής εποχής.[12]

Μετά την αποφοίτησή του από το πανεπιστήμιο 1951, ο Ιμαμούρα ξεκίνησε την κινηματογραφική του καριέρα δουλεύοντας ως βοηθός του Γιασουτζίρο Όζου στα στούντιο Σοτσίκου σε ταινίες όπως το Πρώιμο καλοκαίρι και το Tokyo Story.[10] Ο Ιμαμούρα ένιωθε άβολα με την εικόνας-καρτποστάλ[12] με την οποία ο Όζου απεικόνιζε την ιαπωνική κοινωνία, καθώς και με την άκαμπτη σκηνοθεσία των ηθοποιών,[10] αν και αργότερα παραδέχτηκε ότι επωφελήθηκε από τη μαθητεία του στον Όζου όσον αφορά την απόκτηση τεχνικών γνώσεων.[13] Ενώ οι ταινίες του Ιμαμούρα επρόκειτο να έχουν εντελώς διαφορετικό στιλ από αυτό του Όζου, ο Ιμαμούρα, όπως και ο Όζου, επικεντρώθηκε στις ταινίες του σε όσα θεωρούσε κατεξοχήν ιαπωνικά στοιχεία της κοινωνίας. «Πάντα ήθελα να κάνω ερωτήσεις για τους Ιάπωνες, γιατί είναι οι μόνοι άνθρωποι που έχω τα προσόντα να περιγράψω», έλεγε. Εξέφρασε την έκπληξή του για το γεγονός ότι οι ταινίες του εκτιμώνταν στο εξωτερικό, φτάνοντας στο σημείο ακόμα και να αμφιβάλλει ότι μπορούν να γίνουν κατανοητές.[12]

Σκηνοθέτης σε στούντιο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ιμαμούρα έφυγε από το Σοτσίκου το 1954 για να ενταχθεί στα στούντιο Nikkatsu. Εκεί εργάστηκε ως βοηθός σκηνοθέτη του Γιούζο Καβασίμα, με τον οποίο μοιραζόταν το ενδιαφέρον για την «πραγματική» Ιαπωνία και τους «απολιτιστικούς», αμοραλιστικούς πρωταγωνιστές της, σε αντίθεση με την «επίσημη» εκδοχή για τη χώρα.[14] Έγραψε επίσης το σενάριο για την ταινία του Καβασίμα Οι τελευταίες μέρες του σογκουνάτου και πολύ αργότερα επιμελήθηκε ένα βιβλίο για τον Καβασίμα, με τίτλο Σαγιονάρα ντάκε γκα τζίνσεϊ ντα.[15]

Το 1958, ο Ιμαμούρα κάνει το σκηνοθετικό του ντεμπούτο στα στούντιο Nikkatsu με την ταινία Κλεμμένος πόθος,[16] με θέμα έναν περιοδεύοντα θεατρικό θίασο που συνδυάζει το καμπούκι με το στριπτίζ, μια ταινία που «βρίσκει χαρακτηριστικά κάποια ζωντάνια στη χυδαιότητα».[17] Ο Ιμαμούρα συνέχισε να σκηνοθετεί ταινίες τις οποίες του είχε αναθέσει το στούντιο, συμπεριλαμβανομένου του Μπροστά στον Σταθμό Νίσι Γκίνζα,[18] μιας κωμωδίας βασισμένης σε ένα ποπ τραγούδι του Φράνκι Ναγκάι και της μαύρης κωμωδίας Ανεκπλήρωτος πόθος. [19] [20] [17] Ο Δεύτερος αδελφός,[17] μια «ασυνήθιστα τρυφερή ταινία»,[11] απεικονίζει μια κοινότητα ζαϊνίτσι σε μια φτωχή πόλη όπου υπάρχουν ορυχεία.

Η σάτιρα του 1961 Γουρούνια και θωρηκτά, για την οποία ο Ιμαμούρα είπε αργότερα ότι είναι το είδος της ταινίας που πάντα ήθελε να κάνει,[13] απεικονίζει συναλλαγές στη μαύρη αγορά μεταξύ του αμερικανικού στρατού και του τοπικού υπόκοσμου της Γιοκοσούκα. Λόγω της αμφιλεγόμενης φύσης της ταινίας[21] και της υπερβολικά μεγάλης διάρκειας παραγωγής και του κόστους της,[22] η εταιρεία Nikkatsu δεν επέτρεπε στον Ιμαμούρα να σκηνοθετήσει άλλο έργο επί δύο χρόνια, αναγκάζοντάς τον να επικεντρωθεί στη συγγραφή σεναρίων.[22] Μετά από αυτό το διάλειμμα, ακολούθησε το 1963 Η γυναίκα έντομο,[17] η οποία προβλήθηκε στο διαγωνιστικό μέρος του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου, και το Φονική επιθυμία[23] του 1964. Και στις τρεις ταινίες πρωταγωνιστούν γυναίκες που καταφέρνουν να επιζήσουν παρά τις κακοτυχίες. Ο Ιμαμούρα αντιπαθούσε τις γυναίκες που απεικονίζονται γεμάτες αυτοθυσία σε ταινίες όπως το Οχάρου, η γυναίκα της ηδονής[24] του Κέντζι Μιζογκούτσι και το Κυματιστά σύννεφα[25] του Μικίο Ναρούσε, υποστηρίζοντας ότι «δεν υπάρχουν πραγματικά... Οι δικές μου ηρωίδες είναι αληθινές».[14]

Ανεξάρτητος σκηνοθέτης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1965, ο Ιμαμούρα ίδρυσε τη δική του εταιρεία παραγωγής, την Imamura Productions. Η πρώτη του ανεξάρτητη ταινία ήταν μια ελεύθερη μεταφορά ενός μυθιστορήματος του Ακιγιούκι Νοσάκα με τίτλο Ο πορνογράφος[26] (1966), η οποία θεωρείται σήμερα μία από τις πιο γνωστές ταινίες του στη Δύση.[27][28] Το 1967, ακολούθησε με το ψευδο-ντοκιμαντέρ Η εξαφάνιση ενός ανθρώπου,[11] στο οποίο, ενώ παρακολουθεί μια γυναίκα που ψάχνει να βρει τον εξαφανισμένο αρραβωνιαστικό της, όλο και περισσότερο θολώνει η γραμμή μεταξύ πραγματικότητας και μυθοπλασίας. Η ταινία του 1968 Η βαθιά επιθυμία των θεών διερευνά τη σύγκρουση μεταξύ σύγχρονης και παραδοσιακής κοινωνίας σε ένα νησί της νότιας Ιαπωνίας. Αν και είναι από τα πιο φιλόδοξα και δαπανηρά έργα του Ιμαμούρα, η κακή απόδοση της ταινίας σε εισπράξεις οδήγησε σε υποχώρησή του σε μικρότερες παραγωγές, αναγκάζοντάς τον την επόμενη δεκαετία να σκηνοθετήσει μια σειρά ντοκιμαντέρ, συχνά για την ιαπωνική τηλεόραση.[29]

Η ιστορία της Ιαπωνίας από μια μπαργούμαν και το Καραγιούκι-σαν, η δημιουργία μιας πόρνης ήταν δύο από αυτά τα έργα, τα οποία επικεντρώνονται σε ένα από τα αγαπημένα του θέματα: δυνατές γυναίκες που επιβιώνουν στο περιθώριο της ιαπωνικής κοινωνίας.[29]

Ο Ιμαμούρα επέστρεψε στη μυθοπλασία με το Η εκδίκηση είναι δική μου του 1979, που βασίζεται στην αληθινή ιστορία του κατά συρροή δολοφόνου Ακίρα Νισιγκούτσι. Ακολούθησαν δύο μεγάλης κλίμακας ριμέικ, το Εϊτζανάικα (1981), μια διασκευή των Τελευταίων ημερών του σογκουνάτου και Η μπαλάντα του Ναραγιάμα (1983), μια διασκευή της Μπαλάντας του Ναραγιάμα του 1958 του Κεϊσούκε Κινοσίτα. Για το τελευταίο, ο Ιμαμούρα έλαβε τον πρώτο του Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ των Καννών το 1983.

Το Μαύρη βροχή (1989) απεικονίζει την επίδραση του βομβαρδισμού της Χιροσίμα σε μια οικογένεια χρόνια μετά το περιστατικό.[11] Το χέλι (1997) εξασφαλίζει και πάλι τον Χρυσό Φοίνικα στον Ιμαμούρα, τον οποία αυτή τη φορά μοιράζεται με την ταινία Η γεύση του κερασιού του Αμπάς Κιαροστάμι.

Από Το χέλι και μετά, ο μεγαλύτερος γιος του Ιμαμούρα, Νταισούκε Τένγκαν, συνεργαζόταν στα σενάρια των ταινιών του, συμπεριλαμβανομένης της συμβολής του Ιμαμούρα στη σκονδυλωτή ταινία 11 Σεπτεμβρίου (2002), που αποτέλεσε την τελευταία του σκηνοθετική δουλειά. Το 2002, ο Ιμαμούρα έπαιξε τον ρόλο ενός ιστορικού στη νοτιοκορεάτικη ταινία 2009: Χαμένες αναμνήσεις.[30]

Ο Ιμαμούρα πέθανε στις 30 Μαΐου 2006, σε ηλικία 79 ετών.

Θέματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βλέποντας τον εαυτό του ως πολιτιστικό ανθρωπολόγο, ο Ιμαμούρα είχε δηλώσει: «Μου αρέσει να κάνω ακατάστατες ταινίες» [31] και «Με ενδιαφέρει η σχέση του κάτω μέρους του ανθρώπινου σώματος και του κάτω μέρους της κοινωνικής δομής. . . Αναρωτιέμαι τι διαφοροποιεί τους ανθρώπους από τα άλλα ζώα. Τι είναι ο άνθρωπος; Αναζητώ την απάντηση συνεχίζοντας να κάνω ταινίες».[32]

Φιλμογραφία (επιλεγμένη)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • 1958: Κλεμμένος πόθος
  • 1958: Μπροστά στον σταθμό Νίσι-Γκίνζα
  • 1958: Ατελείωτος πόθος
  • 1959: Ο δεύτερος αδερφός
  • 1961: Γουρούνια και θωρηκτά
  • 1963: Η γυναίκα έντομο
  • 1964: Φονική επιθυμία
  • 1966: Ο πορνογράφος
  • 1967: Η εξαφάνιση ενός ανθρώπου
  • 1968: Η βαθιά επιθυμία των θεών
  • 1970: Η ιστορία της Ιαπωνίας από μια μπαργούμαν
  • 1979: Η εκδίκηση είναι δική μου
  • 1981: Εϊτζανάικα
  • 1983: Η μπαλάντα του Ναραγιάμα
  • 1987: Ζέγκεν
  • 1989: Μαύρη βροχή
  • 1997: Το χέλι
  • 1998: Δρ Ακάγκι
  • 2001: Χλιαρό νερό κάτω από την κόκκινη γέφυρα
  • 2002: 11 Σεπτεμβρίου (επεισόδιο "Ιαπωνία")

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 27  Απριλίου 2014.
  2. 2,0 2,1 2,2 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data.bnf.fr/ark:/12148/cb138954631. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  3. 3,0 3,1 (Αγγλικά) SNAC. w6bc73pk. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  4. «Japan mourns film-maker Imamura». 30  Μαΐου 2006.
  5. (Αγγλικά) Union List of Artist Names. 11  Μαΐου 2018. 500331996. Ανακτήθηκε στις 25  Οκτωβρίου 2018.
  6. (Αγγλικά) Museum of Modern Art online collection. 37021. Ανακτήθηκε στις 4  Δεκεμβρίου 2019.
  7. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data.bnf.fr/ark:/12148/cb138954631. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  8. CONOR.SI. 34657891.
  9. www.acmi.net.au/creators/30861.
  10. 10,0 10,1 10,2 10,3 Kim, Nelson (July 2013). «Shohei Imamura». Senses of Cinema (27): 3–10. http://sensesofcinema.com/2003/great-directors/imamura/. Ανακτήθηκε στις 18 July 2015. 
  11. 11,0 11,1 11,2 11,3 Jacoby, Alexander (2008). Critical Handbook of Japanese Film Directors: From the Silent Era to the Present Day. Berkeley: Stone Bridge Press. σελίδες 65–68. ISBN 978-1-933330-53-2. 
  12. 12,0 12,1 12,2 Nigel Kendall (14 Μαρτίου 2002). «All you need is sex. Japanese director Shohei Imamura tells Nigel Kendall the secret of life». The Guardian. Ανακτήθηκε στις 3 Αυγούστου 2021. 
  13. 13,0 13,1 Tessier, Max (1999). «Shohei Imamura interview». Στο: Quandt, James. Shohei Imamura. Toronto International Film Festival Group. σελ. 58. 
  14. 14,0 14,1 Richie, Donald (2005). A Hundred Years of Japanese Film (Revised έκδοση). Tokyo, New York, London: Kodansha International. σελίδες 183–191. ISBN 978-4-7700-2995-9. 
  15. Imamura, Shōhei (1991). Sayonara dake ga jinsei da: eiga kantoku Kawashima Yūzō no shōgai. Tokyo: Nōberu Shobō. 
  16. Team, Flash (16 Σεπτεμβρίου 2002). «Το πρόγραμμα των προβολώνΣύντομη περιγραφή των ταινιών | Flash.gr». www.flash.gr. Ανακτήθηκε στις 14 Νοεμβρίου 2021. 
  17. 17,0 17,1 17,2 17,3 Rosenbaum, Jonathan. «Stolen Desire». Chicago Reader. Ανακτήθηκε στις 4 Αυγούστου 2021. 
  18. Μουράτης, Θωμάς (27 Σεπτεμβρίου 2002). «Η βαθιά επιθυμία του Shohei Imamura». Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Ανακτήθηκε στις 14 Νοεμβρίου 2021. 
  19. Kehr, Dave (1999). «The Last Rising Sun». Στο: Quandt, James. Shohei Imamura. Toronto International Film Festival Group. σελίδες 71–73. 
  20. «Lights of Night, My Second Brother». Harvard Film Archive. 
  21. Berra, John (5 Ιουλίου 2011). «Pigs and Battleships». www.electricsheepmagazine.co.uk. Electric Sheep. Ανακτήθηκε στις 15 Ιουλίου 2015. 
  22. 22,0 22,1 Conversations between Shohei Imamura and critic Tadao Sato about The Insect Woman and Intentions of Murder, in: Pigs, Pimps, & Prostitutes: 3 Films by Shohei Imamura (DVD). The Criterion Collection. 2009. 
  23. «Akai satsui». imdb. 
  24. Mizoguchi, Kenji (1964-04-20), Saikaku ichidai onna, Koi Productions, Shintoho Film Distribution Committee, https://www.imdb.com/title/tt0045112/?ref_=fn_al_tt_1, ανακτήθηκε στις 2021-11-14 
  25. Naruse, Mikio (1980-06-06), Ukigumo, Toho Company, https://www.imdb.com/title/tt0048757/?ref_=nv_sr_srsg_0, ανακτήθηκε στις 2021-11-14 
  26. Μουράτης, Θωμάς (27 Σεπτεμβρίου 2002). «Η βαθιά επιθυμία του Shohei Imamura». Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Ανακτήθηκε στις 14 Νοεμβρίου 2021. 
  27. Sklar, Robert (2002). Film: An International History of the Medium (2nd έκδοση). New York: Prentice Hall. σελ. 365. ISBN 978-0-130340498. 
  28. Keirstead, Thomas· Lynch, Deidre (1995). «Eijanaika: Japanese Modernization and the Carnival of Time». Στο: Rosenstone, Robert A. Revisioning History: Film and the Construction of a New Past. Princeton, NJ: Princeton University Press. σελ. 226. 
  29. 29,0 29,1 «今村昌平TVドキュメンタリー傑作集 (Shohei Imamura TV documentary masterpiece collection)». Kawasaki Art Center (στα Ιαπωνικά). Ανακτήθηκε στις 30 Ιουλίου 2021. 
  30. «今村昌平 (Imamura Shōhei)» (στα Ιαπωνικά). Japanese Movie Database. Ανακτήθηκε στις 3 Ιουλίου 2008. 
  31. Botti, Salvatore (29 Οκτωβρίου 1999). «Pigs, Pimps, and Pornographers. Austin Film Society Free Cinema Series: Shohei Imamura». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 10 Μαΐου 2006. Ανακτήθηκε στις 1 Ιουνίου 2006. 
  32. «Modern Japan - Famous Japanese - Imamura Shohei». Japan-zone.com. 16 Νοεμβρίου 2006. Ανακτήθηκε στις 31 Δεκεμβρίου 2012. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]