Σβερ της Νορβηγίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Σβερ της Νορβηγίας
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση1151[1]
Νορβηγία
Θάνατος9  Μαρτίου 1202[2]
Μπέργκεν
Τόπος ταφήςChrist Church και Καθεδρικός Ναός του Μπέργκεν
Χώρα πολιτογράφησηςΝορβηγία
ΘρησκείαΚαθολικισμός
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΑρχαία σκανδιναβική γλώσσα[3]
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταιερέας
Οικογένεια
ΣύζυγοςΜαργαρίτα της Σουηδίας, βασίλισσα της Νορβηγίας (από 1185)[4]
ΣύντροφοςAstrid Roesdotter[5]
ΤέκναΧριστίνα της Νορβηγίας
Σίγκουρντ Λαβάρντ[6]
Χάακον Γ΄ της Νορβηγίας
Erling Sverkersson[6]
Cecilie (?)[6]
Ingeborg Sverkersdottir[6]
ΓονείςΣίγκουρντ Β΄ της Νορβηγίας και Gunnild Asgautsdatter
ΑδέλφιαΣεσίλια Σίγκουρντσντοτερ
Χάακον Β΄ της Νορβηγίας
Σίγκουρντ Μάρκουσφοστρε
ΟικογένειαΟίκος του Σβέρε και Οίκος του Χορφάγκρε
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΜονάρχης της Νορβηγίας (0000–1202)
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Σβερ της Νορβηγίας ή Σβερ Σίγκουρντσον (Sverrir Sigurðarson, 1145/1151 - 9 Μαρτίου 1202) βασιλιάς της Νορβηγίας (1184 - 1202) ήταν σύζυγος της Μαργαρίτας Έρικσνταττερ κόρης του βασιλιά της Σουηδίας Ερρίκου του Αγίου με την οποία απέκτησε μια κόρη τη Χριστίνα. Πολλοί ιστορικοί θεωρούν τον Σβερ ως τον κορυφαίο βασιλιά στην ιστορία της Νορβηγίας, αναδείχτηκε σαν αρχηγός της επαναστατικής ομάδας των Μπίρκεμπεινερ (1177) κατά τη διάρκεια του αγώνα που έκαναν εναντίον του Μάγκνους Ε΄ της Νορβηγίας. Ο Μάγκνους έπεσε στη μάχη του Φίρμειτ (1184) με αποτέλεσμα να ανακηρυχθεί ο Σβερ νέος βασιλιάς της Νορβηγίας. Οι διαφορές που είχε με την εκκλησία είχαν ως αποτέλεσμα τον αφορισμό του (1194), στη συνέχεια ξέσπασε εμφύλιος πόλεμος με τους Μπάγκλερ οι οποίοι είχαν την υποστήριξη της εκκλησίας, ο εμφύλιος πόλεμος διατηρήθηκε και μετά τον θάνατο του (1202). Η πιο αξιόπιστη πηγή σχετικά με τη βασιλεία του Σβερ ήταν τα Σάγκα του Σβερ τα οποία είχαν συγγραφεί την εποχή που ήταν ακόμα ζωντανός με αποτέλεσμα πολλοί να θεωρούν ότι δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα επειδή γράφτηκαν υπό την καθοδήγηση του. Οι επιστολές του Σβερ με τον πάπα θεωρούνται πιο αξιόπιστες πηγές άλλα τόσο τα Σάγκα όσο και οι επιστολές συμφωνούν με τις σκληρές συγκρούσεις στην εποχή του. Ο Σβερ θεωρείτο κοντός με αποτέλεσμα να διευθύνει τον στρατό του πάντοτε πάνω στο άλογο, o ίδιος εγκατέλειψε τις παραδοσιακές πολεμικές μεθόδους και στηρίχτηκε στον προσωπικό του αυτοσχεδιασμό, οι τακτικές του βοήθησαν σημαντικά τους Μπίρκεμπεινερ να κερδίσουν όλες τις μάχες απέναντι στους αντιπάλους τους. Ο στρατός του χωρίστηκε σε επιμέρους ομάδες που μπορούσαν να ενεργήσουν αυτόνομα με αποτέλεσμα να υπάρχει μεγάλη ευελιξία στους χειρισμούς τους.

Ο δρόμος προς την εξουσία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παιδική ηλικία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σύμφωνα με τις Σάγκα ο Σβερ γεννήθηκε το 1151, ήταν γιος της Γκουνχίλντ και του συζύγου της Ουνάς ενός κομμωτή από τις Φερόες, όταν ο Σβερ ήταν 5 ετών η οικογένεια του μετακινήθηκε στις Φερόες όπου ο ίδιος ανατράφηκε στο Κίρκζουμπουρ στο σπίτι του Ρόε, επισκόπου των Φερόες και αδελφού του Ουνάς. Σπούδασε εκκλησιαστικά και απέκτησε πολύ καλή μόρφωση σε θρησκευτικά θέματα. [7] Ο θρύλος αναφέρει ότι κρύφτηκε σε μια σπηλιά που βρισκόταν στο νησί Στρέιμοϊ σε υψόμετρο 303 μέτρα. Ο Σβερ ωστόσο δεν ακολούθησε εκκλησιαστική σταδιοδρομία επειδή όπως αναφέρουν τα Σάγκα δεν ταίριαζε στον δυναμικό και πολεμικό χαρακτήρα του. Το 1175 η μητέρα του αποκάλυψε ότι ο πραγματικός πατέρας του Σβερ ήταν ο Σίγκουρντ Β΄ της Νορβηγίας, την επόμενη χρονιά μετέβη στη Νορβηγία για να διεκδικήσει τα δικαιώματα του. Οι περισσότεροι ιστορικοί έχουν αμφισβητήσει τις αναφορές των Σάγκα σχετικά με την πατρότητα του Σβερ, αναφέρουν εσφαλμένες τις αναφορές σχετικά με το ότι ήταν πατέρας του ο Σιγκούρντ αλλά δεν επικράτησε επίσημα η γνώμη τους, στο θέμα εξακολουθούν να υπάρχουν μεγάλα ερωτηματικά.[8] Είναι βέβαιο ότι οι Νορβηγοί βασιλείς εκείνη την εποχή είχαν πολλούς νόθους γιους αλλά το γεγονός να ήταν ο Σβερ το 1175 τη χρονιά που μετέβη στη Νορβηγία 30 ετών δηλαδή να γεννήθηκε το 1145 δεν στέκει επειδή ο Σίγκουρντ γεννήθηκε το 1133, είναι αδύνατο να έκανε γιο σε ηλικία 12 ετών. Το θέμα είχε αγνοηθεί από τους Νορβηγούς εκείνη την εποχή αλλά δημιουργούνται άλλα ερωτηματικά αφού ο Σβερ είχε αρνηθεί επίμονα να υποστεί τη διαδικασία ελέγχου πατρότητας κάτι που έκαναν με μεγάλη ευχαρίστηση οι πρίγκιπες εκείνης της εποχής. Άν η δοκιμασία θα είχε καταλήξει σε αποτυχία θα έχανε κάθε δικαίωμα να διεκδικήσει τον θρόνο της Νορβηγίας εκείνη την εποχή ωστόσο ο Σβερ στάθηκε τυχερός επειδή δεν υπήρχαν άλλοι σοβαροί διεκδικητές. Το γεγονός ότι ο Σβερ είχε αναγνωριστεί από την ίδια την κόρη του Σίγκουρντ Μουν Σεσίλλη σαν γιος του βασιλιά είναι ανακριβές, χάρη στην ενέργειες του Σβερ η Σεσίλλη χώρισε από τον σύζυγο της Φόλκβιντ τον νομοθέτη, ένας γάμος που είχε πραγματοποιηθεί με ενέργειες του Έρλινγκ Σκάκκε. Με την υποστήριξη του κυβερνήτη της Σουηδίας Μπίργιερ Μπρόσα ο οποίος αναζητούσε στους Νορβηγούς ένας ισχυρό σύμμαχο ο Σβερ εξελέγη νέος βασιλιάς των Νορβηγών. Ο Σβερ δεν ήταν η πρώτη επιλογή του Μπίργιερ Μπρόσα, είχε υποστηρίξει αρχικά τον Όιστεν Μοιλά ο οποίος έπεσε στη μάχη του Ρε (1177) Στη βασιλική οικογένεια της Σουηδίας ξέσπασε εμφύλιος πόλεμος και οι ίδιοι οι τοπικοί βασιλείς μετά τον Έρικ βρέθηκαν σε πόλεμο με τον Βάλντεμαρ Α΄ της Δανίας. Ο Έρλινγκ Σκάκκε αναγκάστηκε να υποταχθεί στον Βάλντεμαρ κάτι που έκανε τους Σουηδούς να υποστηρίξουν στη Νορβηγία τον Σβερ αντίπαλο του Έρλινγκ Σκάκκε.

Διεκδίκηση του θρόνου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

To 1176 η Νορβηγία άρχισε να ανακάμπτει από τις εμφύλιες συγκρούσεις, ο πραγματικός λόγος των εμφύλιων πολέμων ήταν ότι όλοι οι γιοι του βασιλιά νόμιμοι και νόθοι είχαν στη Νορβηγία ίσα δικαιώματα στη διεκδίκηση του θρόνου κάτι που έφερε μεγάλες συγκρούσεις μεταξύ τους σχετικά αφού ήθελαν όλοι να είναι κληρονόμοι. Ο Σβερ διεκδίκησε τον Σίγκουρντ Μουν ως πατέρα του ο οποίος δολοφονήθηκε από τον αδελφό του Ινγκέ Κροκρίγκ (1155), ο γιος του Χάακον Β΄ της Νορβηγίας επελέγη από τους οπαδούς του Σίγκουρντ ως κληρονόμος του πατέρα του. Η διαμάχη για τη διαδοχή έφερε εμφύλια σύγκρουση, ο βασιλιάς Ίνγκε είχε ισχυρή υποστήριξη στο Βικέν ενώ ο Χάακον αντίστοιχα στο Τρόντελαγκ, ο Ίνγκε Κρόκκινγκ έπεσε στη μάχη (1161), η ομάδα του εξέλεξε τον Μάγκνους Ε΄ της Νορβηγίας σαν νέο βασιλιά. Ο Μάγκνους ήταν γιος του Έρλινγκ Σκάκκε και της Χριστίνας κόρης του βασιλιά Σίγκουρντ Γιόρσαλφαρ, στη μάχη του Βεόι (1162) έπεσε ο Χάακον Χερντέμπρει και η ομάδα του άρχισε να διαλύεται. Ο Μάγκνους στέφθηκε βασιλιάς της Νορβηγίας από τον Όιστεν Έρλεντσον, αρχιεπίσκοπο του Νιδάρος (1164), με την εκκλησία και το μεγαλύτερο τμήμα της αριστοκρατίας στο πλευρό του η θέση του Μάγκνους φαινόταν σίγουρη, όλες οι εξεγέρσεις καταστάλησαν. Ο Έρλινγκ Σκάκκε ήταν ο πραγματικός κυβερνήτης της χώρας όσο ο γιος του ήταν ακόμα ανήλικος και συνέχισε να έχει την πραγματική εξουσία ακόμα και μετά την ενηλικίωση του Μάγκνους. Την εποχή που ήρθε ο Σβερ στη Νορβηγία βρήκε τις πιθανότητες για μια επιτυχημένη εξέγερση πολύ μικρές, ταξίδευσε για το Οέστεργκετλαντ στη Σουηδία λίγο πριν από τα Χριστούγεννα, συνάντησε τον κυβερνήτη Μπίργιερ Μπρόσα που είχε παντρευτεί την αδελφή του Σίγκουρντ Μούν Μπριτζίτ Χάραλσνταττερ. Ο Σβερ αποκάλυψε στον Μπίργιερ Μπόρσα τις φιλοδοξίες του να διεκδικήσει τον θρόνο της Νορβηγίας αλλά εκείνος αρνήθηκε στον Σβερ την οποιαδήποτε υποστήριξη. Στη συνέχεια βρήκε υποστήριξη από την πολιτική ομάδα των Μπίρκεμπεινερ οι οποίοι είχαν δημιουργηθεί το 1174 υπό την ηγεσία του Όιστεν Μοιλά ο οποίος διεκδικούσε τον θρόνο της Δανίας σαν γιος του βασιλιά Όιστεν Χάραλντσον. Το όνομα Μπίρκεμπεινερ το πήραν επειδή λόγω της μεγάλης φτώχειας τους φορούσαν φλοιούς από σημίδες στα πόδια τους αντί για παπούτσια. Τον Ιανουάριο του 11177 στην αποφασιστική μάχη του Ρε οι Μπίρκεμπεινερ γνώρισαν μεγάλη συντριβή και ο Όιστεν έπεσε στο πεδίο της μάχης, ο Σβερ συγκέντρωσε τα υπολείμματα του στρατού και ορκίστηκε νέος βασιλιάς.

Ανασυγκρότηση των Μπίρκεμπεινερ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όταν ο Σβερ ανέλαβε τη διοίκηση των Μπίρκεμπεινερ ο στρατός τους ήταν ήδη διαλυμένος δεν αριθμούσε περισσότερους από 70 άντρες, η ταχύτατη ανασυγκρότηση και ο εξοπλισμός τους από τον Σβερ αποδεικνύει τις ηγετικές του ικανότητες. Τα πρώτα χρόνια της ηγεσίας του οι Μπίρκεμπεινερ αρκέστηκαν μονάχα στο να προξενούν ταραχές στον αγροτικό πληθυσμό αποφεύγοντας τη διεξαγωγή ανοιχτής μάχης. Τον Ιούνιο 1177 ο Σβερ ανακηρύχτηκε βασιλιάς στο Έτινγκερ στην παραδοσιακή θέση εκλογής βασιλέων κάτι που του έδωσε έντονη βαρύτητα. Ο Σβερ βάδισε δυτικά με στόχο την αιφνίδια κατάληψη του Μπέργκεν αλλά στο Βος οι Μπίρκεμπεινερ έπεσαν στην παγίδα από τοπικούς χωρικούς, αν και κατάφεραν να τους νικήσουν εγκατέλειψαν ύστερα από αυτό τις προσπάθειες τους να καταλάβουν το Μπέργκεν και επέστρεψαν ανατολικότερα. Αποφάσισαν να περάσουν τον χειμώνα στο Όστερνταλ λόγω του παγερού ψύχους που συνάντησαν στο Σόγκνεφτζελλ. Την επόμενη άνοιξη ύστερα από στάση στο Βικέν ο Σβερ και οι Μπίρκεμπεινερ επέστρεψαν στο Τρόντελαγκ αποφασίζοντας να αλλάξουν στρατηγική. Μια επίθεση στο Νιδάρος κατέληξε αρχικά σε ήττα αλλά στη συνέχεια συνάντησαν τον στρατό του Μάγκνους στο Ρίνγκερικ και τον νίκησαν, η νίκη αυτή τους έδωσε θάρρος να υποτάξουν το Τρόντελαγκ και στη συνέχεια επέστρεψαν στο Νιδάρος να περάσουν τον χειμώνα. Την άνοιξη του 1179 ο Μάγκνους και ο Έρλινγκ Σκάκκε επιτέθηκαν στο Νιδάρος αναγκάζοντας τον Σβερ να δραπετεύσει. Ο Μάγκνους στη συνέχεια αποδιοργανώθηκε και ο Σβερ έκανε σκληρή αντεπίθεση, οι δυο στρατοί συναντήθηκαν στη μάχη του Κάλβσκιννετ στις 19 Ιουνίου στην οποία ο βασιλικός στρατός συνετρίβη και ο Έρλινγκ Σκάκκε σκοτώθηκε, η νίκη αυτή έφερε οριστικά το Τρόντελαγκ στην κατοχή των Μπίρκεμπεινερ.

Η δημιουργία των πολεμικής ομάδας του Μάγκνους[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι σημαντικότερες μάχες του Σβερ

Μετά τη νίκη του Σβερ στο Κάλβσκιννετ ο πόλεμος άλλαξε χαρακτήρα, οι δυο πλευρές είχαν γίνει ισοδύναμες. Οι υποστηρικτές του Μάγκνους πήραν το προσωνύμιο Έκλουνγκς από το όνομα ενός παλιού Νορβηγού κληρικού με κουκούλα ώστε με αυτό τον τρόπο να εκδηλώσουν τη βαθιά θρησκευτική τους πίστη. Ακολούθησαν πολλές μάχες, την άνοιξη του 1180 ο Μάγκνους Έρλινγκσον επιτέθηκε ξανά στο Τρόντελαγκ αλλά στη μάχη του Ίλεβολλεν έξω από το Νιδάρος οι Έκλουνγκς γνώρισαν ξανά τη συντριβή. Ο Μάγκνους δραπέτευσε στη Σουηδία και ο Σβερ απέκτησε οριστικά τον έλεγχο του Μπέργκεν αλλά η εξουσία του παρέμενε ασθενής. Οι Μπίρκεμπεινερ παρά τις νίκες τους δεν μπορούσαν να πάρουν την εξουσία από τον Μάγκνους ο οποίος επέστρεψε ξανά με τον στόλο του την επόμενη χρονιά. Οι δυο στόλοι συναντήθηκαν ξανά στις 31 Μαΐου 1181 στη μάχη του Νόρντνες, οι Μπίρκεμπεινερ ήταν ξανά νικητές και οι Έκλουνγκς διαλύθηκαν όταν άκουσαν εσφαλμένα ότι ο βασιλιάς Μάγκνους έπεσε στη μάχη. Ο Σβερ αποφάσισε να αποσυρθεί στο Τρόντελαγκ και να αρχίσει τις διαπραγματεύσεις με τον Μάγκνους οι οποίες τελικά απέτυχαν, ο Μάγκνους δεν ήθελε τον Σβερ ισότιμο συμβασιλέα και ο Σβερ με τη σειρά του αρνήθηκε να είναι υποτελής κόμης στον Μάγκνους.[9] Ο Μάγκνους είχε στον έλεγχο του τη δυτική Νορβηγία ιδιαίτερα τον Μπέργκεν αυτό δημιούργησε μεγάλα προβλήματα στον Σβερ στα θέματα εφοδιασμού του στρατού του, οδήγησε τους άντρες του στο Βικέν ένα ισχυρό οχυρό των Έκλουνγκς αφήνοντας τους άντρες του να λεηλατήσουν την περιοχή. Ο Μάγκνους με τη σειρά του εκμεταλλεύτηκε την απουσία του Σβερ, έκανε επιδρομή στο Τρόντελαγκ και έκαψε τον στόλο των Μπίρκεμπεινερ, ο Σβερ ήθελε να επιστρέψει αλλά θα έχανε την ασφαλή έδρα του.[10]

Οριστική συντριβή του Μάγκνους[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το καλοκαίρι του 1182 ο Μάγκνους επιχείρησε να καταλάβει το Νιδάρος με πολιορκία αλλά οι Μπίρκεμπεινερ τον αιφνιδίασαν με νυχτερινή επίθεση και ο στρατός του διαλύθηκε. Ο Σβερ ξεκίνησε τότε ξεκίνησε πρόγραμμα κατασκευής στόλου προκειμένου να μπορέσει να επεκταθεί νοτιότερα, την άνοιξη του 1183 ο Σβερ επιτέθηκε με τον νέο στόλο του στο Μπέργκεν, ο στόλος των Έκλουνγκς διαλύθηκε, ο Μάγκνους δραπέτευσε στη Δανία αφήνοντας πίσω το στέμμα και το σκήπτρο. Οι Σκανδιναβοί εκείνη την εποχή είχαν τα μεγαλύτερα και ψηλότερα πλοία τα οποία είχαν το πλεονέκτημα να μπορούν να ρίχνουν από ψηλά τα όπλα τους αλλά είχαν το μειονέκτημα στην ικανότητα ευκινησίας, ο Σβερ κατασκεύασε το ψηλότερο πλοίο της εποχής του το Μαριασούνδα. Την άνοιξη του 1184 ο Μάγκνους επέστρεψε στο Βικέν από τη Δανία με τον νέο του στόλο, ο Μάγκνους πήγε στο Σόγκν να καταστείλει μια εξέγερση αλλά όταν ο Μάγκνους έφτασε στο Μπέργκεν τον Ιούνιο ο Μάγκνους βρισκόταν εκεί. Οι δυο στόλοι βρέθηκαν στις 15 Ιουνίου στο Φιρμέιτ για να δώσουν την οριστική μάχη η οποία θα καθόριζε το μέλλον της Νορβηγίας, ο Μάγκνους είχε πολλά ψηλά πλοία αλλά κανένα δεν μπορούσε να συγκριθεί με τη μεγαλοπρέπεια του Μαριασούνδα. Η Μαριασούνδα ανέλαβε να πολεμήσει τον μισό στόλο των Έκλουνγκς, τα υπόλοιπα πλοία του Σβερ θα παρενοχλούσαν τα εξωτερικά εχθρικά πλοία. Η νίκη των Μπίρκεμπεινερ ήταν συντριπτική, πανικός επικράτησε στα πλοία των Έκλουνγκς, τα πλοία άρχισαν να βυθίζονται από το βάρος οι περισσότεροι άντρες πνίγηκαν ανάμεσα τους και ο ίδιος βασιλιάς Μάγκνους. [11] Το κόμμα των Έκλουνγκς διαλύθηκε οριστικά και ο Σβερ έγινε αναμφισβήτητα ο μοναδικός κυρίαρχος βασιλιάς της Νορβηγίας. Μετά τη νίκη του ο Σβερ προσπάθησε να εδραιώσει την εξουσία του και να φέρει την ειρήνη πραγματοποιώντας γάμους ανάμεσα στην παλιά και τη νέα αριστοκρατία, ο ίδιος ο Σβερ παντρεύτηκε τη Μαργαρίτα κόρη του Έρικ του Άγιου και αδελφή του Κνούτου Α΄ της Σουηδίας.

Ο Σβερ ως βασιλιάς της Νορβηγίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πρώτες αντιδράσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Νόμισμα του Σβερ, επιγρ.: + REX SVERUS MAGNUS.

Ο Σβερ προσπάθησε να φέρει την ειρήνη και να συγχωρέσει τους παλιούς του αντιπάλους αλλά ο δρόμος να το κάνει ήταν πολύ δύσκολος επειδή είχαν χάσει πολλούς άντρες και αναζητούσαν εκδίκηση, επιπλέον πολλοί άντρες μη αριστοκρατικής καταγωγής πήραν θέσεις εξουσίας, η ειρήνη κάτω από αυτές τις συνθήκες κράτησε λίγο. Το φθινόπωρο του 1185 συγκροτήθηκε στο Βικέν η ομάδα των Κουβλούγκς με αρχηγό τον Τζον Κουβλούνγκ έναν μοναχό που ισχυριζόταν ότι είναι γιος του Ίνγκε Κρόγκινγκ. Η ομάδα αυτή θεωρήθηκε σαν διάδοχος των Έκλουνγκς αφού τα περισσότερα μέλη τους ήταν απόγονοι των παλιών ευγενών των Έκλουνγκς, σύντομα κέρδισαν τον έλεγχο των περισσότερων από τα παλιά οχυρά των Έκλουνγκς στην Ανατολική και στη Δυτική Νορβηγία. Το φθινόπωρο του 1186 οι Κουβλούγκς επιτέθηκαν στο Νιδάρος, αιφνιδιασμένος ο Σβερ κατέφυγε στο πρόσφατα κατασκευασμένο από τον ίδιο κάστρο του Σιόρ. Ο Σβερ απέπλευσε με έναν μεγάλο στόλο για να τους αντιμετωπίσει (1188), στην πρώτη τους μάχη στο Τένσμπεργκ δεν υπήρχε νικητής και οι Κουβλούγκς κατέφυγαν στο Μπέργκεν, ο Σβερ επιτέθηκε στο Μπέργκεν τα Χριστούγεννα και τους συνέτριψε, ο Ζον Κουβλούνγκ σκοτώθηκε και η ομάδα του διαλύθηκε. Η επόμενη απειλή προήλθε το 1193 από το Νησί των Γενειοφόρων, η ομάδα αυτή είχε σαν διεκδικητή του θρόνου τον Σίγκουρντ ένα παιδί που ισχυριζόταν ότι είναι νόθος γιος του Μάγκνους Ε΄ της Νορβηγίας. Ο πραγματικός αρχηγός της ομάδας ήταν ο Χόλκτζελλ ο οποίος έδωσε στην ομάδα το δικό του όνομα, ο Χόλκτζελλ με την υποστήριξη του κόμη του Όρκνει Χάραλντ Μάνταντσον συγκέντρωσε τους περισσότερους άντρες από το Όρκνει και τις Σέτλαντ, απέπλευσαν από το Βικέν στο Μπέργκεν λεηλατώντας τις γύρω περιοχές. Μια ομάδα των Μπίρκεμπεινερ βρέθηκε στο κάστρο του Σβέρεσμπουργκ και απέπλευσε την άνοιξη του 1194 προκειμένου να αντιμετωπίσει τους επαναστάτες. Οι δυο στόλοι συναντήθηκαν στη μάχη του Φλόρβαγκ στις 3 Απριλίου, η εμπειρία των πολεμιστών των Μπίρκεμπεινερ στάθηκε για άλλη μια φορά καθοριστική για να συντριβούν οι επαναστάτες, ο Χόλκτζελλ έπεσε με τους περισσότερους άντρες του.

Σύγκρουση με την εκκλησία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η εκκλησία στη Νορβηγία οργανώθηκε υπό την αρχιεπισκοπή του Νιδάρος (1152), ο Όιστεν Έρλεντσπν ο οποίος εξελέγη αρχιεπίσκοπος (1161) ήταν ένας από τους πιο πιστούς υποστηρικτές του Μάγκνους Έρλινγκσον. Ο Όιστεν επέστρεψε στο Νιδάρος από την Αγγλία (1183) και τα τελευταία χρόνια μέχρι τον θάνατο του στις 26 Ιανουαρίου 1188 οι σχέσεις του με τον βασιλιά Σβερ ήταν ειρηνικές. Στη συνέχεια νέος αρχιεπίσκοπος εξελέγη ο Έρικ Ίβαρσον επίσκοπος του Στάβανγκερ, ο Σβερ προσπάθησε να συμφιλιωθεί με την εκκλησία για να τον αναγνωρίσει ως βασιλιά αλλά ο Έρικ θεωρούσε πάντοτε τον βασιλιά σφετεριστή και δολοφόνο.[12] Οι σχέσεις του Σβερ με τον αρχιεπίσκοπο Έρικ κλιμακώθηκαν επικίνδυνα όταν ο αρχιεπίσκοπος κατηγόρησε τον βασιλιά ότι παραβίασε τους εκκλησιαστικούς κανόνες που είχαν θεσπιστεί από τον Άγιο Όλαφ, τον ιδρυτή της Νορβηγικής εκκλησίας, ο Έρικ έστειλε γράμματα στον πάπα για να διαμαρτυρηθεί για τον βασιλιά. Ο Σβερ με τη σειρά του κατηγόρησε τον Έρικ ότι παραβίασε τους νόμους επειδή χρησιμοποιούσε για την προσωπική του φρουρά 90 οπλισμένους άντρες ενώ ο νόμος απαγόρευε πάνω από 30. Ο Έρικ δραπέτευσε στο Λουντ στην αυλή του αρχιεπισκόπου της Δανίας, σε συνεργασία με τον Δανό αρχιεπίσκοπο έστειλε ξανά επιστολές διαμαρτυρίας στον πάπα.[13] Με τον αρχιεπίσκοπο απόντα ο Σβερ προσπάθησε να υποτάξει τους υπόλοιπους επισκόπους ιδιαίτερα τον Νίκολας Άρνεσσον ετεροθαλή αδελφό του Ίνγκε Κρόγκιγκ ο οποίος είχε γίνει επίσκοπος του Όσλο παρά τη θέληση του Σβερ (1190). Μετά τη διάλυση των επαναστατών στη μάχη του Φλόρβαγκ ο Σβερ κάλεσε τον Νικόλαο τον οποίο κατηγόρησε για προδοσία και συνεργασία μαζί τους. Οι επίσκοποι τελικά υποτάχθηκαν και δέχτηκαν να στέψουν βασιλιά τον Σβερ, η στέψη έγινε στις 29 Ιουνίου, ο προσωπικός ιερέας του Σβερ εξελέγη επίσκοπος του Μπέργκεν.

Ο Έρικ τελικά δέχτηκε την απάντηση από τον πάπα Κελεστίνο Γ΄ σε μια επιστολή στις 15 Ιουνίου 1194, ο πάπας συμφωνούσε σε όλα τα αιτήματα του Έρικ και τον εξουσιοδότησε να αφορίσει τον Σβερ και όλους τους επισκόπους που συντάχθηκαν μαζί του στη διάρκεια της απουσίας του.[14] Την επόμενη άνοιξη ο Σβερ έστειλε στη Ρώμη τον έμπιστο του Τορ, επίσκοπο του Χαμάρ να υπερασπιστεί τον βασιλιά στον πάπα, ο Τορ επέστρεψε στη Νορβηγία (1197) με μια επιστολή στον πάπα στην οποία ακύρωνε τον αφορισμό στον Σβερ αλλά αρρώστησε και πέθανε στη Δανία κάτω από ύποπτες συνθήκες.[15] Οι ενεχειροδανειστές μετέφεραν το περιεχόμενο της αποστολής στον Σβερ αλλά δεν υπάρχουν περισσότερες πηγές γύρω από αυτό το θέμα.[16] Με τον θάνατο του πάπα Κελεστίνου Γ΄ τον Ιανουάριο του 1198, ο νέος πάπας Ιννοκέντιος Γ΄ με επιστολές του έστειλε το βασίλειο της Νορβηγίας υπό απαγόρευση κατηγορώντας τον Σβερ για προδοσία.[17] Έστειλε επίσης επιστολές σε γείτονες βασιλείς στους οποίους τους ζητούσε να κηρύξουν τον πόλεμο στη Νορβηγία αλλά χωρίς καμιά ανταπόκριση, ο βασιλιάς της Σουηδίας συνέχισε να υποστηρίζει τους Μπίρκεμπεινερ ενώ ο Ιωάννης της Αγγλίας έστειλε στρατό να βοηθήσει τον Σβερ. Το 1200 ο Ιννοκέντιος Γ΄ έστειλε επιστολή στον αρχιεπίσκοπο του Καντέρμπουρι να αρνηθεί οποιοδήποτε δώρο από τον Σβερ.[18] Την ίδια εποχή κάποιος επίσκοπος από το στενό περιβάλλον του Σβερ έγραψε ένα έργο εναντίον των επισκόπων υπερασπιζόμενος τον Σβερ ο οποίος πέρα από τους εκκλησιαστικούς κανόνες ήταν υποχρεωμένος να υπακούσει και στους πατροπαράδοτους Νορβηγικούς νόμους, οι Μπάγκλερ εκμεταλλεύτηκαν την ευκαιρία της σύγκρουσης του Σβερ με την εκκλησία να οργανωθούν ξανά.

Εμφύλιες συγκρούσεις με τους Μπάγκλερ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Την άνοιξη του 1196 η ομάδα των Μπάγκλερ οργανώθηκε στο Χάλορ της Δανίας με επικεφαλής τον Νίκολας Άρνεσσον, τον ευγενή Ρέινταρ Σέντεμαν από το Βικέν και τον Σίγκουρντ Τζάρλσον έναν νόθο γιο του Έρλινγκ Σκάκκε, στο πλευρό τους συντάχθηκε και ο αρχιεπίσκοπος. Ανακήρυξαν νέο βασιλιά της Νορβηγίας τον Ίνγκε Μάγκνουσον ο οποίος ισχυριζόταν ότι είναι γιος του Μάγκνους Έρλιγκσον και επέστρεψαν στη Νορβηγία. Ο Σβερ έτυχε να βρίσκεται στο Βικέν την εποχή που έφτασαν οι εχθροί του, έδωσε στον μεγαλύτερο γιο του Σίγκουρντ Λαβάρντ τη φύλαξη του κάστρου το οποίου είχε κτίσει, οι Μπάγκλερ κατάφεραν να καταστρέψουν το κάστρο, ο Σίγκουρντ Λαβάρντ και οι άντρες του κατάφερε να δραπετεύσει. Εξοργισμένος από την κατάσταση ο Σβερ αποφάσισε να μην αναθέσει ξανά στον γιο του καμιά άλλη αποστολή, απέπλευσε για το Τρόντχαϊμ όπου πέρασε τον χειμώνα. Οι Μπάγκλερ έστεψαν τον Ίνγκε νέο τους βασιλιά ο οποίος διοίκησε την περιοχή του Βικέν στην οποία βρισκόταν και το Όσλο. Την άνοιξη του 1197 ο Σβερ έκανε κάλεσμα στις βόρειες και δυτικές επαρχίες κατορθώνοντας να συγκεντρώσει 7000 άντρες. Οι Μπίρκεμπεινερ επιτέθηκαν στις 26 Ιουλίου στο Όσλο, μετά από μερικές αψιμαχίες οι Μπάγκλερ υποχώρησαν στο εσωτερικό της χώρας. Ο Σβερ αποφάσισε να πάει στο Μπέργκεν για να περάσει τον χειμώνα αλλά αυτό αποδείχτηκε θανάσιμο λάθος. Οι Μπάγκλερ ταξίδευσαν βόρεια στο Τρόντελαγκ όπου μπήκαν στο Νιδάρος με ελάχιστη αντίσταση, πολιόρκησαν στη συνέχεια το Σβέρεσμποργκ, ο αρχηγός της φρουράς δωροδοκήθηκε από τον Τόρστειν Κούγκαντ με αποτέλεσμα η ίδια η πατρίδα του Σβερ να πέσει σε εχθρικά χέρια.

Το 1198 η κακοτυχία του Σβερ έφτασε στο μεγαλύτερο σημείο της, τον Μάιο κατέπλευσε να ανακαταλάβει το Τρόντελαγκ αλλά αυτή τη φορά ο στόλος του δεν είχε τόσο μεγάλα πλοία, ο στόλος των Μπίρκεμπεινερ γνώρισε τη συντριβή, οι Μπάγκλερ πιστεύοντας ότι είναι οι νικητές είχαν στην κατοχή τους το Τρόντελαγκ. Μετά την ήττα του ο Σβερ επέστρεψε στο Μπέργκεν αλλά σύντομα τον ακολούθησαν πολλοί από την ομάδα των Μπάγκλερ υπό την ηγεσία του Νίκολας Αρνεσσον και του Χάλβαρντ του Σαστάντ. Το επόμενο καλοκαίρι το οποίο αποκαλείται "καλοκαίρι του Μπέργκεν" λόγω των συγκλονιστικών επεισοδίων στην περιοχή στις 11 Αυγούστου οι Μπάγκλερ έβαλαν φωτιά και έκαψαν την πόλη, η καταστροφή ήταν ολοκληρωτική κάηκαν ακόμα και οι εκκλησίες, ο Σβερ επέστρεψε στο Τρόντχαϊμ. Στην πόλη του Τρόντχαϊμ το μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού ήταν πιστοί στον Σβερ, ενώθηκαν μαζί του και πολλοί από την ομάδα των Μπάγκλερ οι οποίοι είχαν εξοργιστεί από την καταστροφή του Μπέργκεν. Ο Σβερ κατασκεύασε ξανά στρατό με 8 μεγάλα πλοία και απέπλευσε από την ακτή του Τρόντχαϊμ στις αρχές του Ιουνίου, οι δυο στόλοι συναντήθηκαν στις 18 Ιουνίου 1199 στη μάχη του Στράινταφτζορντ, η συντριβή των Μπάγκλερ ήταν ολοκληρωτική όσοι επέζησαν επέστρεψαν στη Δανία.

Θάνατος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Σβέρ μπορούσε να αναλάβει τον έλεγχο στο Βίκεν και ετοιμαζόταν να περάσει τον χειμώνα στο Όσλο αλλά η ύπαιθρος στο μεγαλύτερο τμήμα της ήταν εχθρική. Στις αρχές του επόμενου μεγάλος αριθμός χωρικών εξεγέρθηκε αλλά τα μέσα που είχαν για να αντιμετωπίσουν τους Μπίρκεμπεινερ ήταν ελάχιστα, ηττήθηκαν σε μάχη στις 6 Μαΐου 1200 αλλά η επιρροή του Σβερ στην περιοχή ήταν πολύ αδύναμη. Οι Μπάγκλερ σύντομα είχαν ξανά υπό την κατοχή τους την ανατολική Νορβηγία, οι δυο πλευρές σπατάλησαν έναν χρόνο σε επιδρομές αλλά οι Μπίρκεμπεινερ ήταν αυτοί που είχαν πάντοτε το πάνω χέρι. Την άνοιξη του 1201 ο Σβερ απέπλευσε με έναν μεγάλο στόλο από το Μπέργκεν προκειμένου να πραγματοποιήσει την τελευταία του εκστρατεία. Τον Σεπτέμβριο ξεκίνησε την πολιορκία στο κάστρο του Τένσμπεργκ το οποίο φύλαγαν ο Ρειντάρ Σέντεμαν και οι άντρες του, η πολιορκία κράτησε πολύ χρόνο επειδή δεν μπορούσαν να αλώσουν το κάστρο και η βοήθεια που περίμεναν οι Μπάγκλερ δεν ερχόταν τελικά στις 25 Ιανουαρίου ο Ρέιντερ παραδόθηκε και ο Σβερ αποφάσισε να επιστρέψει στο Μπέργκεν. Στο ταξίδι της επιστροφής ο Σβερ αρρώστησε και πέθανε όταν έφτασε στο Μπέργκεν στις 9 Μαρτίου 1202, στο νεκροκρέβατο του όρισε διάδοχο τον γιο του Χάακον με την εντολή να συμφιλιωθεί με την εκκλησία.

Οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Νυμφεύτηκε πρώτα την Άστριντ Ρόεσντοτερ και απέκτησε τέκνα:

Έπειτα το 1185 έκανε δεύτερο γάμο με τη Μαργαρίτα των Έρικ, κόρη του Ερρίκου Θ΄ της Σουηδίας, και απέκτησε τέκνο:

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. 13052509X. Ανακτήθηκε στις 12  Αυγούστου 2015.
  2. «Encyclopædia Britannica» (Αγγλικά) biography/Sverrir-Sigurdsson. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  3. «Identifiants et Référentiels». (Γαλλικά) IdRef. Agence bibliographique de l'enseignement supérieur. Ανακτήθηκε στις 5  Μαρτίου 2020.
  4. p11302.htm#i113020. Ανακτήθηκε στις 7  Αυγούστου 2020.
  5. p11302.htm#i113020.
  6. 6,0 6,1 6,2 6,3 Darryl Roger Lundy: (Αγγλικά) The Peerage.
  7. Debes, Hans Jacob (2000). "1". Hin lærdi skúlin í Havn (in Faroese). Sprotin. pp. 12–15.
  8. https://nbl.snl.no/Sverre_Sigurdsson
  9. Krag 2005:113–116
  10. Krag 2005:117
  11. The saga gives 2160 as the total number of dead for both side. The various numbers given in the saga are generally plausible, though some over estimation is likely.
  12. Krag 2005:151
  13. http://www.dokpro.uio.no/perl/middelalder/diplom_vise_tekst.prl?b=5739&s=4&str=
  14. http://www.dokpro.uio.no/perl/middelalder/diplom_vise_tekst.prl?b=5739&s=4&str=
  15. Jonsson 1995:153
  16. Bagge 2005:164
  17. http://www.dokpro.uio.no/perl/middelalder/diplom_vise_tekst.prl?b=5739&s=4&str=
  18. http://www.dokpro.uio.no/perl/middelalder/diplom_vise_tekst.prl?b=5739&s=4&str=

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Karl Jonsson; et al. (1995) [1967]. Sverresoga. translation to Norwegian by Halvdan Koht (6th ed.). Oslo: Det Norske Samlaget. ISBN 82-521-4474-8.
  • Claus Krag (2005). Sverre – Norges største middelalderkonge. Oslo: H. Aschehoug & Co. ISBN 82-03-23201-9.
  • Geoffrey Malcolm Gathorne-Hardy (1956). A royal impostor: King Sverre of Norway. London: Oxford University Press.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σβερ της Νορβηγίας
 Θάνατος: 9 Μαρτίου 1202
Βασιλικοί τίτλοι
Προκάτοχος
Μάγκνους Έρλινγκσον
Βασιλιάς της Νορβηγίας

1184 - 1202
Διάδοχος
Χάακον Σβέρενσον