Ροβέρτος Δ΄ του Λα Μαρκ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ροβέρτος Δ΄ του Λα Μαρκ
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Robert IV de La Marck (Γαλλικά)
Γέννηση5  Ιανουαρίου 1512[1] ή 5  Ιανουαρίου 1513
Σεντάν
Θάνατος4  Νοεμβρίου 1556[1]
Guise
Αιτία θανάτουδηλητήριο
Συνθήκες θανάτουανθρωποκτονία
Χώρα πολιτογράφησηςΓαλλία
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΓαλλικά
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταπολιτικός
στρατιωτικός[2]
Οικογένεια
ΣύζυγοςΦρανσουάζ ντε Μπρεζ (από 1538)[3]
ΤέκναΕρρίκος Ροβέρτος του Λα Μαρκ
Diane de La Marck
Σάρλ Ρομπέρ ντε λα Μαρκ
ΓονείςΡοβέρτος Γ΄ του Λα Μαρκ και Guillemette de Sarrebruck
ΟικογένειαΟίκος του Λα Μαρκ
Στρατιωτική σταδιοδρομία
Βαθμός/στρατόςΣτρατάρχης της Γαλλίας
Πόλεμοι/μάχεςΙταλικοί πόλεμοι

Ο Ροβέρτος Δ΄, γαλλ.: Robert IV de La Marck, (15 Ιανουαρίου 1512 - Guise, 1556) από τον Οίκο τού Λα Μαρκ, ήταν δούκας τού Μπουγιόν, κύριος τού Σεντάν και Στρατάρχης της Γαλλίας . Έγινε γνωστός κατά τη διάρκεια της βασιλείας τού Ερρίκου Β΄ της Γαλλίας ως ευνοούμενος τόσο τού βασιλιά, όσο και της ερωμένης του Ντιάν τού Πουατιέ. Το 1547 αναβιβάστηκε στον βαθμό τού στρατάρχη της Γαλλίας. Το 1549 καθιερώθηκε ως κυρίαρχος πρίγκιπας, καθώς στο Σεντάν της Γαλλίας απονεμήθηκε το καθεστώς τού πριγκιπάτου. Το 1552 τού παραχωρήθηκε το αξίωμα τού κυβερνήτη της Νορμανδίας, ένα αξίωμα που ιστορικά ανήκε σε Νορμανδούς ή μέλη της βασιλικής οικογένειας.

Το 1552 επέτυχε -μαζί με άλλα μέλη του πολεμικού κόμματος- να πιέσουν για επανάληψη των Ιταλικών Πολέμων, όπου πολέμησε στην περίφημη πολιορκία τού Μετς και σύντομα επέτυχε να αποκαταστήσει τον έλεγχο τού δουκάτου του, που βρισκόταν υπό αυτοκρατορικό έλεγχο από το 1521. Τον επόμενο χρόνο, κατά τη διάρκεια της εκστρατείας τού Καρόλου Ε΄ βασιλιά της Γερμανίας στη Γαλλία, συνελήφθη στο Εσντέν, παρέμεινε αιχμάλωτος για τα επόμενα τρία χρόνια, ζώντας σε κακές συνθήκες, έως ότου τελικά εξαγοράστηκε με λύτρα το 1556. Λίγο μετά την απελευθέρωσή του από την αιχμαλωσία, απεβίωσε.

Πρώιμη ζωή και οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ροβέρτος Δ΄ ήταν ο μόνος γιος τού Ροβέρτου Γ΄ και της Γκυγιεμέτ ντε Σαρεμπρύκ. [4] Σε ηλικία 17 ετών έγινε αρχηγός των Ελβετών Φρουρών.

Η βασιλεία του Ερρίκου Β΄[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ανύψωση προς εύνοια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1547, ο Μπουγιόν έγινε στρατάρχης της Γαλλίας από τον Ερρίκο Β΄ της Γαλλίας, που τον έστειλε στη Ρώμη ως Γάλλο πρεσβευτή. Το 1549 θα διεκδικούσε τον Σεντάν ως πριγκιπάτο, ενώ ο γιος του αργότερα αυτοπροσδιορίστηκε ως πρίγκιπας του Σεντάν. [5] Στα πρώτα χρόνια της βασιλείας τού Ερρίκου Β΄, βρέθηκε ως τακτικό μέλος τού συμβουλίου των υποθέσεων (conseil des affairs), που έθετε την κατεύθυνση της βασιλικής πολιτικής. [6]

Ιταλικοί πόλεμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Μπουγιόν ήταν ένθερμος υποστηρικτής της επανέναρξης των Ιταλικών Πολέμων, ελπίζοντας να ανακτήσει την επικράτειά του, και η πεθερά του Ντϊάν ντε Πουατιέ υπερασπίστηκε αυτή την υπόθεση μαζί του. [7] Το 1552 ο Μπουιγιόν συμμετείχε στην Πολιορκία του Μετς και πήρε πίσω την κατοχή τού δουκάτου τού Μπουγιόν, το οποίο είχε καταληφθεί από τα στρατεύματα τού Καρόλου Ε΄ βασιλιά της Γερμανίας από το 1521. Παρά την κατοχή του, δεν θα επέστρεφε στην οικογένειά του με την Ειρήνη τού Σατώ Καμπρεσί. [8] Αντίθετα ο Ερρίκος Β΄ το απέδωσε στον επίσκοπο της Λιέγης. [9]

Το 1552 έγινε κυβερνήτης της Νορμανδίας, και η σταδιοδρομία του στην περιοχή προωθήθηκε προσεκτικά από την προστάτιδά του Ντϊάν ντε Πουατιέ. [10] Η επιρροή του στην επαρχία περιορίστηκε από την έλλειψη διασυνδέσεων με τους ευγενείς της περιοχής. [11]

Φυλακισμένος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ως αντιστράτηγος στη Νορμανδία, ο Μπουγιόν αιχμαλωτίστηκε στο Εσντέν τον Ιούλιο τού 1553. Κρατήθηκε στη φυλακή και του φέρονταν άσχημα στη Φλάνδρα, μέχρι τη Συνθήκη τού Βωσέλ τον Φεβρουάριο τού1556, βάσει της οποίας αφέθηκε ελεύθερος έναντι λύτρων 60.000 Ecu. [8] Τα λύτρα του είχαν οριστεί προηγουμένως στα 80.000 Ecu, ωστόσο η Ντϊάν διαμαρτυρήθηκε ότι δεν μπορούσε να αντέξει οικονομικά ένα τέτοιο ποσό. [12] Η σύζυγος τού Μπουγιόν είχε ταξιδέψει στις Βρυξέλλες, για να ζητήσει ένα πιο προσιτό ποσό λύτρων, ωστόσο αυτό συμφωνήθηκε μόνο λόγω της κακής υγείας του, πράγματι αρκετές ημέρες μετά την απελευθέρωση απεβίωσε. [13] Τάφηκε στο Eγκλίζ Σαντ-Λωράν στο Σεντάν.

Οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Νυμφεύτηκε το 1539 τη Φρανσουάζ τού Μπρεζέ, κόρη τού Λουδοβίκου τού Μπρεζέ και της Ντιάν τού Πουατιέ. [14] Είχαν τέκνα:

  • Ερρίκος-Ροβέρτος (1539–1574), δούκας τού Μπουγιόν και πρίγκιπας τού Σεντάν, παντρεύτηκε τη Φραγκίσκη των Βουρβόνων, κόρη του Λουδοβίκου δούκα τού Μονπανσιέ.
  • Κάρολος-Ροβέρτος (1541–1622), κόμης του Mωλεβριέ.
  • Χριστιανός, απεβ. νέος.
  • Αντουανέτα (1542–1591), παντρεύτηκε τον Ερρίκο Α΄ του Μονμορανσύ [15].
  • Γκυγιεμέτ (1543–1544), απεβ. 1 έτους.
  • Ντιάν (γεν. 1544), παντρεύτηκε 1) τον Ζακ ντε Κλεβ, δούκα τού Νεβέρ, [16] 2) τον Ανρί τού Κλερμόν, [16] 3) τον Ζαν Μπαμπού, κόμη τού Σαγκόν.
  • Γκυγιεμέτ (1545–1592), παντρεύτηκε τον Ιωάννη Γ΄, κόμη τού Λινύ.
  • Φραγκίσκη (γενν. 1547), ηγουμένη.
  • Αικατερίνη (γενν. το 1548), παντρεύτηκε τον Ιάκωβο ντε Αρλαί, κύριο τού Σαμπβαλόν.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 Darryl Roger Lundy: (Αγγλικά) The Peerage.
  2. Ανακτήθηκε στις 14  Ιουνίου 2019.
  3. p32392.htm#i323912. Ανακτήθηκε στις 7  Αυγούστου 2020.
  4. Saulnier 1955, σελ. 216.
  5. Carroll 2013, σελ. 991.
  6. Baumgartner 1988, σελ. 46.
  7. Carroll 2009, σελ. 69.
  8. 8,0 8,1 Carroll 2013, σελ. 998.
  9. Baumgartner 1988, σελ. 226.
  10. Carroll 2009, σελ. 56.
  11. Carroll 1998, σελ. 51.
  12. Baumgartner 1988, σελ. 180.
  13. Baumgartner 1988, σελ. 184.
  14. Carroll 1998, σελ. 20.
  15. Potter 2004, σελ. 60.
  16. 16,0 16,1 Potter 1990, σελ. 23.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]