Πολιορκία του Μπάρι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η πολιορκία του Μπάρι έγινε το 1068 - 71 κατά τον Μεσαίωνα, όταν οι Νορμανδικές δυνάμεις υπό τη διοίκηση του Ροβέρτου Γυισκάρδου πολιόρκησαν την πόλη του Μπάρι, ένα σημαντικό προπύργιο των Βυζαντινών στην Ιταλία και την πρωτεύουσα του Κατεπανάτου της Ιταλίας, ξεκινώντας από τις 5 Αυγούστου 1068. Το Μπάρι κατελήφθη στις 16 Απριλίου 1071 όταν ο Ροβέρτος Γυισκάρδος εισήλθε στην πόλη, τελειώνοντας πάνω από πέντε αιώνες βυζαντινής παρουσίας στη Νότια Ιταλία.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πριν την επίθεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  Μέχρι το 1060 μόνο μερικές παράκτιες πόλεις στην Απουλία ήταν ακόμα σε βυζαντινά χέρια: τις προηγούμενες δεκαετίες, οι Νορμανδοί είχαν αυξήσει τις κτήσεις τους στη νότια Ιταλία και τώρα είχαν ως στόχο την πλήρη εκδίωξη των Βυζαντινών από τη χερσόνησο, πριν επικεντρωθούν στην κατάκτηση της Σικελίας, τότε κυρίως υπό ισλαμική κυριαρχία.

Μεγάλες στρατιωτικές μονάδες κλήθηκαν έτσι από τη Σικελία και, υπό τον Γοδεφρείδο κόμη του Κονβερσάνο πολιόρκησαν το Oτράντο. [1]

Η πολιορκία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η επόμενη κίνηση ήταν η άφιξη του Ροβέρτου Γυισκάρδου, με ένα μεγάλο σώμα, ο οποίος πολιόρκησε τη βυζαντινή πόλη του Μπάρι στις 5 Αυγούστου 1068. Μέσα στην πόλη υπήρχαν δύο μερίδες: η μία ήθελε να διατηρήσει την πίστη της στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία και η άλλη ήταν φιλο-Νορμανδική. Όταν πλησίασαν τα στρατεύματα των Νορμανδών, οι πρώτοι είχαν επικρατήσει: οι ντόπιοι βαρόνοι έκλεισαν τις πύλες της πόλης και έστειλαν μία πρεσβεία με επικεφαλής τον Βυζάντιο Γουιδελίκου στον Αυτοκράτορα Ρωμανό Δ΄ Διογένη, προκειμένου να ζητήσουν στρατιωτική βοήθεια. Έτσι οι διαπραγματεύσεις που προσέφερε ο Ροβέρτος, απορρίφθηκαν. [2]

Το Οτράντο έπεσε τον Οκτώβριο [1], αλλά στο Μπάρι οι Νορμανδικές επιθέσεις εναντίον των τειχών απωθήθηκαν επανειλημμένα από τους Βυζαντινούς. Ο Ροβέρτος αποφάσισε να αποκλείσει το λιμάνι της πόλης με μία οχυρωμένη γέφυρα, προκειμένου να ματαιώσει κάθε προσπάθεια ανακούφισης. Ωστόσο οι Βυζαντινοί κατέστρεψαν τη γέφυρα και κατάφεραν να διατηρήσουν έναν σύνδεσμο με την Κωνσταντινούπολη. [2]

Τότε ο Ρωμανός Δ΄ όρισε έναν νέο κατεπάνω, τον Αβαρτουτέλη, και του έδωσε έναν στόλο με άνδρες και προμήθειες για το Μπάρι. Ο βυζαντινός στόλος έφτασε στην πόλη στις αρχές του 1069, αλλά εν τω μεταξύ ένας βυζαντινός στρατός ξηράς νικήθηκε από τους Νορμανδούς, οι οποίοι κατέλαβαν τη Γκραβίνα και το Oμπιάνο. Ο Ροβέρτος δεν επέστρεψε αμέσως στο Μπάρι και τον Ιανουάριο του 1070 μετακόμισε στο Μπρίντιζι για να βοηθήσει τις Νορμανδικές δυνάμεις, που πολιορκούσαν τότε το παράκτιο αυτό φρούριο. Το Μπρίντιζι συνθηκολόγησε το φθινόπωρο του 1070. [2]

Η κατάσταση στο Μπάρι ήταν τότε κρίσιμη και ο πληθυσμός υπέφερε από λιμό. Ο Αβαρτουτέλης σχεδίασε να δολοφονήσει τον Ροβέρτο, αλλά ο Βυζαντινός πατρίκιος Βυζάντιος Γουιδελίκου απέτυχε. Μία αντιπροσωπεία πολιτών ζήτησε από την κατεπάνω να βελτιωθεί η άμυνα της πόλης, ή αλλιώς να την παραδώσει στους Νορμανδούς. Ο Αβαρτουτέλης έστειλε άλλη πρεσβεία στην Κωνσταντινούπολη και έλαβε την άφιξη ενός στόλου με σιτηρά στο Μπάρι. Όταν τελείωσαν τα σιτηρά, μία ομάδα πολιτών ζήτησε ξανά από τον κατέπανω να παρακαλέσει τον Αυτοκράτορα να στείλει στρατό το συντομότερο δυνατό. [3]

Ο Ρωμανός Δ΄, οι στρατηγοί του οποίου είχαν ηττηθεί επανειλημμένα από τους Νορμανδούς, και με λίγα ελεύθερα στρατεύματα για αποστολή, έστειλε είκοσι πλοία υπό τη διοίκηση του Γκοσελίν, ενός Νορμανδού αντάρτη που είχε καταφύγει στην Κωνσταντινούπολη. Ο Στέφανος Πατεράνος, διορισμένος ως νέος κατεπάνω της Ιταλίας, ήρθε μαζί του. Ωστόσο οι Νορμανδοί αναχαίτισαν τα βυζαντινά πλοία ανοικτά του Μπάρι και τα σκόρπισαν. Οι Νορμανδοί ναύτες αναγνώρισαν το πλοίο του Γκοσελίν και, παρά την απώλεια 150 ανδρών τους, το κατέλαβαν. Τελικά ο Στέφανος μπόρεσε να φτάσει στο Μπάρι. Σύντομα αναγνώρισε ότι η άμυνα είχε καταστεί αδύνατη. Ένας τοπικός ευγενής, ο Αργυρίτζος, στάλθηκε να διαπραγματευτεί με τους Νορμανδούς. Οι τελευταίοι προσέφεραν αποδεκτούς όρους και το Μπάρι παραδόθηκε τον Απρίλιο του 1071. [4]

Συνέπειες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Στέφανος Πατεράνος φυλακίστηκε αρχικά, αλλά αργότερα του επιτράπηκε να επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη μαζί με άλλους Βυζαντινούς επιζώντες. [5]

Με την πτώση του Μπάρι, η βυζαντινή παρουσία στη νότια Ιταλία (που είχε ανακαταληφθεί πριν 536 έτη) έληξε. Ο αυτοκράτορας Μανουήλ Α΄ Κομνηνός προσπάθησε να ανακαταλάβει τη νότια Ιταλία το 1156-1158, αλλά η προσπάθεια δεν ευοδώθηκε. [6]

Σύμφωνα με τον Γουλιέλμο της Απουλίας, ο Ροβέρτος «εμπιστεύτηκε την πόλη» στον Αργυρίτζο. Το παλαιότερο έγγραφο της νορμανδικής κυριαρχίας, ωστόσο, δείχνει κάποιον Λίζιο, πιθανότατα έναν Νορμανδό, ως υποκόμη και έναν πατρίκιο, που ονομάζεται Μαυρηλιανός, πιθανώς γηγενή του Μπάρι, ως κατεπάνω. [7]

Βιβλιογραφικές αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Ravegnani, Giorgio (2004). I bizantini in Italia (στα Italian). Bologna: Il Mulino. σελ. 201. CS1 maint: Μη αναγνωρίσιμη γλώσσα (link)
  2. 2,0 2,1 2,2 William of Apulia, Gesta Roberti Wiscardi
  3. Ravegnani, Giorgio (2004). I bizantini in Italia (στα Italian). Bologna: Il Mulino. σελ. 202. CS1 maint: Μη αναγνωρίσιμη γλώσσα (link)
  4. Ravegnani, Giorgio (2004). I bizantini in Italia (στα Italian). Bologna: Il Mulino. σελ. 212. CS1 maint: Μη αναγνωρίσιμη γλώσσα (link)
  5. Ravegnani, Giorgio (2004). I bizantini in Italia (στα Italian). Bologna: Il Mulino. σελ. 203. CS1 maint: Μη αναγνωρίσιμη γλώσσα (link)
  6. Lilie, Ralph-Johannes (2005). Bisanzio la seconda Roma (στα Italian). Rome: Newton & Compton. ISBN 88-541-0286-5. CS1 maint: Μη αναγνωρίσιμη γλώσσα (link)
  7. G. A. Loud, The Age of Robert Guiscard: Southern Italy and the Norman Conquest (Routledge, 2013), p. 136.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]