Πιέτρο, βασιλιάς της Ουγγαρίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πέτρος της Ουγγαρίας
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Orseolo Péter (Ουγγρικά)
Γέννηση1011
Βενετία
Θάνατος1046[1] ή 1059
Σέκεσφεχερβαρ
Τόπος ταφήςΚαθεδρικός ναός του Πεκς
Χώρα πολιτογράφησηςΒενετική Δημοκρατία
Ουγγαρία
ΘρησκείαΧριστιανισμός
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταπολιτικός
μονάρχης
Πολιτική τοποθέτηση
Πολιτικό κόμμα/Κίνημαpolitician before the emergence of political parties
Οικογένεια
ΣύζυγοςΙουδήθ του Σβάινφουρτ
Tuta von Formbach
ΓονείςΟττόνε Ορσεόλο και Γκριμέλντα της Ουγγαρίας[2]
ΑδέλφιαΦρότσα Ορσεόλο
ΟικογένειαΟικογένεια Ορσεόλο
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμαβασιλιάς της Ουγγαρίας (1038–1041)[3]
βασιλιάς της Ουγγαρίας (1044–1046)[4]
Θυρεός
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Πέτρος Ορσεόλο ή Πέτρος ο Βενετός (1010 - μετά το 1046), βασιλιάς της Ουγγαρίας (1038 - 1041 και 1044 - 1046) ήταν γιος του Δόγη της Βενετίας Οττόνε Ορσεόλο και της Γκριμέλντας της Ουγγαρίας.[5] [6] Διαδέχτηκε (1038) τον θείο του Στέφανο Α΄ της Ουγγαρίας, η μεγάλη του εύνοια σε ξένους αυλικούς έφερε την εκθρόνιση του (1041). Επανήλθε (1044) με τη βοήθεια του Ερρίκου Γ΄ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και έδωσε όρκο υποτέλειας στον αυτοκράτορα, ανατράπηκε οριστικά ύστερα από παγανιστική εξέγερση (1046). Η τύχη του στη συνέχεια είναι αβέβαιη, πολλοί χρονικογράφοι αναφέρουν ότι τον εκτέλεσε ο διάδοχος του Ανδρέας Α΄ της Ουγγαρίας, αντίθετα άλλοι όπως ο Κοσμάς της Πράγας γράφουν ότι επέζησε και προχώρησε σε δεύτερο γάμο (1055).

Στην Ουγγρική αυλή του θείου του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Πέτρος Ορσεόλο έζησε τα παιδικά του χρόνια στη Δημοκρατία της Βενετίας όπου ο πατέρας του διετέλεσε Δόγης της Βενετίας και εκθρονίστηκε από τους Βενετούς ύστερα από εξέγερση.[7][8] Ο Πέτρος δεν ακολούθησε τον πατέρα του στην εξορία στην Κωνσταντινούπολη, πήγε αντίθετα στην Ουγγαρία όπου ο αδελφός της μητέρας του Στέφανος Α΄ της Ουγγαρίας τον έκανε αρχηγό του Ουγγρικού στρατού.[9] [10][11] Ο μοναδικός γιος του Στέφανου Άγιος Εμέρικ της Ουγγαρίας πέθανε νέος σε ατύχημα (1031).[12] Τα ισχυρότερα δικαιώματα διαδοχής στον Ουγγρικό θρόνο είχαν ο Βαζούλ και η οικογένεια του, ο Στέφανος όμως ήθελε με κάθε μέσο να εξασφαλίσει τη διαδοχή στον ανιψιό του Πέτρο Ορσέολο.[13] Ο Βαζούλ τυφλώθηκε και οι τρεις γιοι του Λεβέντε, Ανδρέας ο μετέπειτα Ανδρέας Α΄ και ο Μπέλα Α΄ της Ουγγαρίας εξορίστηκαν ορίζοντας επίσημα διάδοχο τον Πέτρο.[14][15] Ο βασιλιάς ζήτησε από τον ανιψιό του να πάρει όρκο ότι θα σεβαστεί την περιουσία της συζύγου του Γκιζέλας της Ουγγαρίας επειδή ο Πέτρος δεν είχε καλές σχέσεις με τη θεία του.[16]

Πρώτη βασιλεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Πέτρος διαδέχθηκε τον θείο του Στέφανο Α΄ (15 Αυγούστου 1038), ακολούθησε δυναμική εξωτερική πολιτική.[17][18][19] Τα Ουγγρικά στρατεύματα λεηλάτησαν τη Βαυαρία (1039) και επιτέθηκαν στη Βοημία (1040) για να υποστηρίξουν τον πρίγκιπα Μπρετίσλαφ Α΄ της Βοημίας επί του αυτοκράτορα Ερρίκου Γ΄.[20] Οι Ούγγροι χρονικογράφοι αναφέρουν ότι προτιμούσε τις παρέες των Γερμανών που "φώναζαν σαν άγρια ζώα" και των Ιταλών που "τιτίβιζαν σαν χελιδόνια" και έγινε μισητός στους υπηκόους του.[21][22][23] Έκανε κατάσχεση της εκκλησιαστικής περιουσίας, επέβαλλε νέους φόρους και εκθρόνισε δυο επισκόπους.[24][25]

Ο Πέτρος Ορσεόλο καταπατώντας τον όρκο που έδωσε στον θείο του συνέλαβε την Γκιζέλα και έκανε κατάσχεση της περιουσίας της.[26] Η Γκιζέλα ζήτησε βοήθεια από τους Ούγγρους λόρδους και κατηγόρησε σαν υποκινητή έναν σύντροφο του Πέτρου τον Βούντο, ζήτησαν την παραπομπή του σε δίκη.[27] Ο βασιλιάς αρνήθηκε, οι λόρδοι τότε συνέλαβαν και τύφλωσαν τον Βούντο και έστειλαν τον Πέτρο εξορία (1041).[28][29] Εξέλεξαν νέο βασιλιά τον Σαμουέλ Αμπά που ήταν γαμπρός ή κάποιος άλλος ανιψιός του Στέφανου Α΄.[30][31] Ο Σιμόν του Κέζα στο έργο του "Οι πράξεις των Ούγγρων" γράφει :[32]

"Όταν άρχισε να κυβερνά ο Πέτρος εγκατέλειψε οποιοδήποτε ιπποτική συμπεριφορά ταίριαζε σε μονάρχη, με τους Γερμανούς και Λατίνους συμμάχους του επιτέθηκε με βιαιότητα σε όλους τους Ούγγρους ευγενείς και καταβρόχθισε τις περιουσίες τους με καταχθόνιο βλέμμα και σκληρή καρδιά. Τα κάστρα, οι οχυρώσεις και όλα τα αξιώματα λεηλατήθηκαν από τους Ούγγρους κατόχους τους, ο Πέτρος τα έδωσε όλα σε Γερμανούς και Λατίνους. Ο Πέτρος με τη συνοδεία του ασέλγησαν επίσης με βιαιότητα στις συζύγους και τις κόρες των Ούγγρων, καμιά γυναίκα στη χώρα δεν αισθανόταν ασφάλεια."

Πρώτη εξορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η μάχη του Μένφο' (1044)

Ο Πέτρος μετά την εξορία του δραπέτευσε στην Αυστρία και ζήτησε βοήθεια από τον γαμπρό του Αδαλβέρτο Μπάμπενμπερκ της Αυστρίας, πλησίασε τον αυτοκράτορα Ερρίκο Γ΄ και του ζήτησε βοήθεια εναντίον του Σαμουέλ Αμπά.[33][34] Ο νέος μονάρχης της Ουγγαρίας επιτέθηκε στην Αυστρία τον Φεβρουάριο του 1042 αλλά ο Αδελβέρτος τον συνέτριψε. Ο Ερρίκος Γ΄ έκανε νέα εκστρατεία στην Ουγγαρία στις αρχές του 1042, προχώρησε βόρεια από τον Δούναβη με στόχο να επαναφέρει στον θρόνο της Ουγγαρίας τον Πέτρο αλλά συνάντησε σκληρή αντίσταση από τους κατοίκους.[35] Ο Ερρίκος Γ΄ αναγκάστηκε να διορίσει ένα άλλο μέλος από την Ουγγρική βασιλική οικογένεια για να κυβερνήσει τις περιοχές.[36][37] Ο αυτοκράτορας επιτέθηκε το φθινόπωρο στην Ουγγαρία, κατέστρεψε το Χάινμπουργκ και την Μπρατισλάβα, δέχτηκε την υποταγή όλων των βόρειων περιοχών από τον Δούναβη μέχρι τον ποταμό Γκράν αλλά η νότια ήταν προστατευμένη από τα έλη. Ο στρατός του επιτέθηκε στους Ούγγρους και ακολούθησε μεγάλη σφαγή αλλά αρνήθηκαν σε κάθε περίπτωση να δεχτούν ξανά βασιλιά τον Πέτρο, ο Ερρίκος Γ΄ τοποθέτησε κυβερνήτη έναν εξόριστο δούκα στη Βοημία.

Δεύτερη βασιλεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Πέτρος Ορσεόλο

Ο Ερρίκος Γ΄ επέστρεψε στην Ουγγαρία το καλοκαίρι του 1044 για να δώσει την τελική μάχη, μαζί του ενώθηκαν και πολλοί Ούγγροι λόρδοι.[38][39] Στην αποφασιστική μάχη του Μένφο (5 Ιουνίου 1044) κοντά στο Γκιούρ οι δυνάμεις του Σαμουέλ Αμπά ηττήθηκαν.[40] Ο ίδιος δραπέτευσε από το πεδίο της μάχης αλλά οι οπαδοί του Πέτρου τον συνέλαβαν και τον θανάτωσαν.[41] Με τον θάνατο του Σαμουέλ Αμπά ο αυτοκράτορας Ερρίκος μπήκε στο Σεκεσφεχερβάρ και αποκατέστησε τον Πέτρο.[42][43][44] Ο Πέτρος εισήγαγε στο βασίλειο του τους Βαυαρικούς νόμους και ορκίστηκε υποτελής του αυτοκράτορα Ερρίκου Γ΄.[45] Δέχτηκε στο Ουίτσαν την αυτοκρατορική κυριαρχία (1045) και παρέδωσε τιμητικά στον Ερρίκο τη λόγχη του.[46][47] Ακολούθησαν αμέτρητες συνωμοσίες για να ανατρέψουν τον μισητό Πέτρο, δυο άλλα ξαδέλφια του Στεφάνου Α΄ συνωμότησαν (1045) αλλά συνελήφθησαν από τον βασιλιά και θανατώθηκαν με βασανιστήρια.[48] Ο επίσκοπος Γεράρδος του Κσανάντ επισκέφτηκε τους εξόριστους γιους του Βαζούλ στην ύπαιθρο.[49]

Τελική ανατροπή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η τύφλωση του Πέτρου όπως εμφανίζεται στο "Εικονογραφημένο Χρονικό"

Ο Πέτρος ανατράπηκε οριστικά για δεύτερη φορά από παγανιστική εξέγερση (1046), σχεδίαζε να δραπετεύσει στην Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία αλλά ο γιος του Βαζούλ Ανδρέας τον προσκάλεσε να συναντηθούν στο Σεκεσφεχερβάρ.[50] Ο έκπτωτος βασιλιάς κατάλαβε τις προθέσεις που είχε ο Ούγγρος πρίγκιπας εναντίον του και δραπέτευσε σε μια οχυρωμένη βίλα στο Ζαμολί αλλά οι αντίπαλοι του τον συνέλαβαν σε τρεις μέρες.[51] Όλοι οι ιστορικοί του 14ου αιώνα συμφωνούν ομόφωνα ότι ο Πέτρος τυφλώθηκε και πέθανε από τα τραύματα του.[52] Ο σύγχρονος ιστορικός Κοσμάς της Πράγας διαφωνεί ωστόσο και γράφει ότι ο Πέτρος επέζησε. Ο Κοσμάς αναφέρει ότι όταν η χήρα του Μπρετίσλαφ Α΄ της Βοημίας Γιούντιτ του Σβάινφουρτ εξορίστηκε από τον γιο της, δραπέτευσε στην Ουγγαρία και παντρεύτηκε σε δεύτερο γάμο τον ίδιο τον Πέτρο (1055) για να "εκδικηθεί τους Τσέχους".[53][54] Ο Πέτρος σύμφωνα με τη μαρτυρία του Κοσμά πέθανε στα τέλη της δεκαετίας του 1050 και τάφηκε στον Καθεδρικό ναό του Πέκς.[55]

Ο Χέρμανν του Ράιχεναου γράφει :[56]

"Το επόμενο φθινόπωρο οι Ούγγροι θυμήθηκαν την προδοσία και ανέβασαν τον Ανδρέα στη θέση του βασιλιά, σκότωσαν πολλούς ξένους που είχαν πολεμήσει στο πλευρό του Πέτρου. Τραυμάτισαν σοβαρά τον Πέτρο και τη σύζυγο του, τον ίδιο τελικά τον τύφλωσαν και τον οδήγησαν σε μια μυστική θέση, την ίδια εποχή πολλοί ξένοι θανατώθηκαν ή εξορίστηκαν ή βασανίστηκαν"

Το "Εικονογραφημένο Χρονικό" γράφει :[57]

"Ο Πέτρος βλέποντας ότι οι Ούγγροι ανακήρυξαν βασιλιά τους τον Ανδρέα δραπέτευσε στο Μασάν με σκοπό να διασχίσει την Αυστρία και να δραπετεύσει αλλά δεν τα κατάφερε. Οι Ούγγροι έκλεισαν όλες τις εξόδους και ο πρέσβης του Ανδρέα κάλεσε τον Πέτρο με δόλο και με το πρόσχημα ότι ήθελαν να συζητήσουν για να κλείσουν ειρήνη. Ο Πέτρος γνωρίζοντας την παγίδα δραπέτευσε σε ένα αρχοντικό και υπερασπίστηκε γενναία τον εαυτό του τρεις μέρες. Οι στρατιώτες του θανατώθηκαν όλοι από τα βέλη, ο ίδιος συνελήφθη ζωντανός, τυφλώθηκε και μεταφέρθηκε στην Άλμπα όπου τελείωσε τη ζωή του με φρικτούς πόνους".

Οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το όνομα και η οικογένεια της συζύγου του Πέτρου είναι άγνωστα, σύμφωνα με την ιστορικό Γκιούλα Κρίστο (1939 - 2004) ήταν Γερμανικής καταγωγής.[58] Οι ιστορικοί εξετάζουν και την πιθανότητα να είναι αληθινή η μαρτυρία του Κοσμά ότι ο Πέτρος επέζησε και νυμφεύτηκε σε δεύτερο γάμο την Γιούντιτ του Σβάινφουρτ. Η συγγραφέας Λίσα Βόλβρτον (γεν. 1966), που μετέφρασε το Χρονικό, σημειώνει ότι ο Κοσμάς παρερμήνευσε τον γάμο της Ιουδήθ της Σουαβίας με τον σολομώντα της Ουγγαρίας.[59]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Gran Enciclopèdia Catalana» (Καταλανικά) Grup Enciclopèdia. 0050135.
  2. 2,0 2,1 Darryl Roger Lundy: (Αγγλικά) The Peerage.
  3. Zsuzsa Gáspár, Jenő Horváth: «Királyok könyve» (Ουγγρικά) Officina Nova. Βουδαπέστη. 1997. σελ. 22. ISBN-10 963-548-580-8.
  4. Zsuzsa Gáspár, Jenő Horváth: «Királyok könyve» (Ουγγρικά) Officina Nova. Βουδαπέστη. 1997. σελ. 23. ISBN-10 963-548-580-8.
  5. Kristó & Makk 1996, p. 53.
  6. Kontler 1999, p. 59.
  7. Kristó & Makk 1996, p. 53.
  8. Nicol 1999, p. 48.
  9. Kristó & Makk 1996, p. 53.
  10. Nicol 1999, p. 48.
  11. Bartl et al. 2002, p. 26.
  12. Kontler 1999, p. 58.
  13. Engel 2001, pp. 28–29.
  14. Engel 2001, p. 29.
  15. Molnár 2001, p. 26.
  16. Kristó & Makk 1996, p. 54.
  17. Kontler 1999, p. 58.
  18. Bartl et al. 2002, p. 25.
  19. Kristó & Makk 1996, p. 55.
  20. Kristó 2003, p. 75.
  21. Kontler 1999, p. 58.
  22. Engel 2001, p. 29.
  23. The Hungarian Illuminated Chronicle (ch. 71), pp. 107–108.
  24. Kontler 1999, p. 58.
  25. Kristó & Makk 1996, p. 56.
  26. Kontler 1999, p. 58.
  27. Kristó & Makk 1996, p. 57.
  28. Bartl et al. 2002, p. 26.
  29. Kristó & Makk 1996, p. 57.
  30. Kontler 1999, p. 58.
  31. Kristó & Makk 1996, p. 63.
  32. Simon of Kéza: The Deeds of the Hungarians (ch. 2.46), p. 109.
  33. Bartl et al. 2002, p. 26.
  34. Kristó & Makk 1996, p. 57.
  35. Makk 1993, p. 61.
  36. Makk 1993, p. 61.
  37. Herman of Reichenau: Chronicle, note 157 on p. 74.
  38. Bartl et al. 2002, p. 26.
  39. Engel 2001, p. 29.
  40. Engel 2001, p. 29.
  41. Bartl et al. 2002, p. 26.
  42. Kontler 1999, p. 58.
  43. Engel 2001, p. 29.
  44. Kristó & Makk 1996, p. 57.
  45. Kristó & Makk 1996, p. 57.
  46. Engel 2001, p. 29.
  47. Kristó & Makk 1996, p. 58.
  48. Kristó & Makk 1996, p. 58.
  49. Kristó & Makk 1996, p. 58.
  50. Kristó & Makk 1996, p. 59.
  51. Kristó & Makk 1996, p. 59.
  52. Kristó & Makk 1996, p. 59.
  53. Kristó & Makk 1996, p. 59.
  54. Cosmas of Prague: The Chronicle of the Czechs (ch. 2.17), p. 135.
  55. Kristó & Makk 1996, p. 59.
  56. Herman of Reichenau: Chronicle (year 1046), p. 79.
  57. The Hungarian Illuminated Chronicle (ch. 85), p. 113.
  58. Kristó & Makk 1996, p. 57.
  59. Cosmas of Prague: The Chronicle of the Czechs, note 121 on p. 135.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Herman of Reichenau: Chronicle. In: Eleventh-century Germany: The Swabian Chronicles (selected sources translated and annotated with an introduction by I. S. Robinson) (2008); Manchester University Press.
  • Cosmas of Prague: The Chronicle of the Czechs (Translated with an introduction and notes by Lisa Wolverton) (2009). The Catholic University of America Press.
  • Simon of Kéza: The Deeds of the Hungarians (Edited and translated by László Veszprémy and Frank Schaer with a study by Jenő Szűcs) (1999). CEU Press.
  • The Hungarian Illuminated Chronicle: Chronica de Gestis Hungarorum (Edited by Dezső Dercsényi) (1970). Corvina, Taplinger Publishing.
  • Bartl, Július; Čičaj, Viliam; Kohútova, Mária; Letz, Róbert; Segeš, Vladimír; Škvarna, Dušan (2002). Slovak History: Chronology & Lexicon. Bolchazy-Carducci *Publishers, Slovenské Pedegogické Nakladatel'stvo.
  • Engel, Pál (2001). The Realm of St Stephen: A History of Medieval Hungary, 895–1526. I.B. Tauris Publishers.
  • Kontler, László (1999). Millennium in Central Europe: A History of Hungary. Atlantisz Publishing House.
  • Kristó, Gyula; Makk, Ferenc (1996). Az Árpád-ház uralkodói [Rulers of the House of Árpád] (in Hungarian). I.P.C. Könyvek.
  • Kristó, Gyula (2003). Háborúk és hadviselés az Árpád-korban [Wars and Warfare under the Árpáds] (in Hungarian). Szukits Könyvkiadó.
  • Makk, Ferenc (1993). Magyar külpolitika (896–1196) [Hungarian Foreign Policy (896–1196)] (in Hungarian). Szegedi Középkorász Műhely.
  • Molnár, Miklós (2001). A Concise History of Hungary. Cambridge University Press.
  • Nicol, Donald M. (1999). Byzantium and Venice: A Study in Diplomatic and Cultural Relations. Cambridge University Press.