Πέτρος της Κανταβρίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πέτρος της Κανταβρίας
Γενικές πληροφορίες
ΓέννησηΔεκαετία του 680 (περίπου)
Κανταβρία
Θάνατος730
Χώρα πολιτογράφησηςΒασίλειο του Τολέδο
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΙσπανικά
Πληροφορίες ασχολίας
Οικογένεια
ΤέκναΦρουέλα της Κανταβρίας
Αλφόνσος Α΄ των Αστουριών[1]
Froiluba
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΔουξ
Θυρεός

Ο Πέτρος, λατινικά: Petrus‎‎, ισπανικά: Pedro‎‎, (απεβ. το 730) ήταν δούκας της Κανταβρίας. Ενώ διάφοροι συγγραφείς προσπάθησαν να ορίσουν την καταγωγή του, (για παράδειγμα, κάνοντάς τον γιο ή αδελφό του βασιλιά Έρβιγκ), οι πρώτες πηγές δεν αναφέρουν τίποτε πιο συγκεκριμένο από το χρονικό του «Ψευδο-Αλφόνσo»: ότι ήταν "κατάγεται από τη γραμμή αίματος του Λιούβιγκιλντ και του Ρέκαρεντ Α΄ (ex semine Leuvigildi et Reccaredi progenitus). Ακόμη και αυτό αμφισβητήθηκε ως μία πιθανή μυθοπλασία με πολιτικά κίνητρα, που δημιουργήθηκε για να υποστηρίξει την μετέπειτα αξίωση των απογόνων του για αποκλειστική βασιλεία.

Σύμφωνα με τους μουσουλμάνους χρονικογράφους, το έτος 714 ο Mουσά ιμπν Νουσάιρ λεηλάτησε την Aμάγια, πρωτεύουσα της Κανταβρίας, για δεύτερη φορά μετά από τον Tαρίκ τον προηγούμενο χρόνο. Ο Πέτρος, ο επαρχιακός δούκας, οδήγησε τον λαό του να καταφύγει στα βουνά. Όταν ο τοπικός ευγενής Πελάγιος των Αστουριών ξεκίνησε μία εξέγερση ενάντια στη φρουρά των Βερβέρων, την οποία είχαν καταφέρει να εγκαταστήσουν επάνω από τα ορεινά περάσματα στη γειτονική Αστούριας, ο δούκας Πέτρος και άλλοι ευγενείς της δυτικής Γαλικίας, υποστήριξαν την εκλογή του Αλφόνσο ως νέου πρίγκηπα (βασιλιά) για να ηγηθεί εναντίον του κοινού εχθρού. Άλλοι μελετητές είπαν ότι ο Πελάγιος μπορεί να ήταν συγγενής του δούκα της Κανταβρίας, που υπερασπιζόταν τη δυτική πρόσβαση στο δουκάτο μέσω της έδρας της κομητείας του, καθώς αυτό το τμήμα της σύγχρονης επαρχίας των Αστουριών ήταν μέρος τότε του δουκάτου της Κανταβρίας και της Κανταβρίας της κλασικής λατινικής καταγραφής. Εν πάση περιπτώσει, η Κανταβρία και τα υπόλοιπα μέρη που θα ονομάζονταν Αστούριες συγχωνεύτηκαν ως ένα βασίλειο. Μετά τη μάχη της Κοβαδόνγα, στην οποία ο Πελάγιος απέφυγε την ήττα από τη μεγαλύτερη δύναμη εισβολής, και κατάφερε να απομακρύνει τον κυβερνήτη Mουνούζα εντελώς από τις Αστούριες, φαίνεται πιθανό ότι ο Πέτρος έστειλε τον γιο του στην αυλή του Πελάγιου στο Κάνγας δε Όνις. Ήταν μία Βησιγοτθική πρακτική να στέλνουν ευγενή παιδιά στη βασιλική αυλή: αυτό ήταν επομένως μία σιωπηρή παραδοχή της βασιλείας του Πελάγιου. Σύμφωνα με τα Χρονικά της Αλβέλδα (Crónica Albeldense), τα εδάφη των δύο ηγετών ενώθηκαν με γάμο μεταξύ του γιου του Πέτρου, Αλφόνσου και της κόρης του Πελάγιου, Ερμεσίνδας:

Αδεφόνσος, γαμπρός του Πελαγίου, που βασ. έτη 18, ήταν γιος του Πέτρου, δούκα της Κανταβρίας. Και όταν επρόκειτο να έρθει στις Αστούριες, πήρε την Ερμεσίνδαν, κόρη του Πελαγίου, και εμπρός στον Πελάγιο, την έλαβε [σύζυγο]. (Adefonsus, Pelagi gener, reg. an. XVIII. Iste Petri Cantabriae ducis filius fuit; et dum Asturias venir Ermesindam Pelagii filiam Pelagio proecipiente, accepit).

Ο Αλφόνσος διαδέχθηκε αργότερα τον θρόνο των Αστουριών και ήταν ο πρώτος, που χρησιμοποίησε τον τίτλο τού βασιλιά. Ενώ οι Ιβηρικοί Μουσουλμάνοι μελετητές αποκαλούσαν τους απογόνους του Μπενί Αλφόνς (αραβικά: بن إذفنش‎‎, Beni Iḍfunš) μετά τον γιο του, αναφέρονται πιο συχνά ως η δυναστεία των Αστουριών-Λεόν.

Οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ήταν ο πατέρας του βασιλιά

Παραπομπές σε πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]