Πάγαρχος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ο Πάγαρχος ήταν βυζαντινό διοικητικό και στρατιωτικό αξίωμα που εφαρμόστηκε στην Αίγυπτο. Ο Πάγαρχος ήταν διοικητής του "Πάγου" και έπειτα της "Παγαρχίας", βυζαντινή υποδιαίρεση που εφαρμόστηκε μόνο στην Αίγυπτο, ο πάγος ήταν κατώτερη διοικητική διαίρεση από την Νομή που αντικατέστησε[1], περιελάμβανε μερικά χωριά ή μία πόλη ή μία συνοικία[2].

Το αξίωμα του Πάγαρχου εμφανίζεται πρώτη φορά τον 5ο αιώνα και διατηρήθηκε και λίγο και μετά την Αραβική κατάκτηση της Αιγύπτου τον 7ο αιώνα[1]. Ο Πάγαρχος ήταν συνήθως κάποιος πλούσιος και γαιοκτήμονας της περιοχής, και η θητεία του ήταν έως τον θάνατο του ενώ το αξίωμα ήταν κληρονομικό[3], και μόνο ο αυτοκράτορας είχε δικαίωμα να διορίσει ή να παύση κάποιον από το αξίωμα[4].

Μετά την Αραβική κατάκτηση της Αιγύπτου τον 7ο αιώνα το αξίωμα διατηρήθηκε με όλες τις εξουσίες της Παγαρχίας να περνάνε αποκλειστικά σε αυτόν[5]. Συγκεκριμένα ήταν υπεύθυνος για την συλλογή των φόρων, την συντήρηση και κατασκευή έργων και εκτός της Παγαρχίας του, είχε επίσης δικαστικές, στρατιωτικές και και αρμοδιότητες δημοσίας τάξης[5]. Το όνομα του σταδιακά αντικαταστάθηκε με το αραβικό Σαχίμπ αλ Κούρα[6].

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Μπανταουΐ, σελ. 35
  2. Μπανταουΐ, σελ. 38
  3. Μπανταουΐ, σελ. 36
  4. Μπανταουΐ, σελ. 37
  5. 5,0 5,1 Μπανταουΐ, σελ. 74
  6. Μπανταουΐ, σελ. 75

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]