Οικογενειακή ευτυχία (Τολστόι)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Οικογενειακή ευτυχία
ΣυγγραφέαςΛέων Τολστόι
ΤίτλοςСемейное счастье
ΓλώσσαΡωσικά
Ημερομηνία δημιουργίας1859
Ημερομηνία δημοσίευσης1859
Μορφήμυθιστόρημα
LC ClassOL457419W
LΤ ID1450206
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Οικογενειακή ευτυχία (ρωσικός τίτλος: Семейное счастие) είναι νουβέλα του Λέοντος Τολστόι που δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1859 στο περιοδικό Ο Ρώσος αγγελιοφόρος. Το έργο αφηγείται τον έρωτα μιας κοπέλας για τον κηδεμόνα της, τον γάμο τους και τα πρώτα χρόνια της έγγαμης ζωής τους.[1]

Η ιστορία της σχέσης του Τολστόι το 1856-1857 με τη Βαλέρια Αρσένιεβα, την οποία σχεδίαζε να παντρευτεί, χρησίμευσε ως υλικό για το έργο. [2]

Χαρακτηριστικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Οικογενειακή ευτυχία διαφέρει από τα άλλα μυθιστορήματα του Τολστόι καθώς εδώ εξετάζεται μόνο η ιδιωτική ζωή των χαρακτήρων, χωρίς σύνδεση με την ευρύτερη εικόνα της πραγματικότητας.

Η αφήγηση διεξάγεται σε πρώτο πρόσωπο, πολύ σπάνια περίπτωση στα έργα του Τολστόι, από την οπτική γωνία της νεαρής Μάσα.[3]

Υπόθεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σε έναν θλιβερό, σκοτεινό χειμώνα, η 17χρονη ορφανή Μάσα περιμένει άπραγη την άνοιξη στο εξοχικό της κτήμα, όπου ζει με τη μικρότερη αδερφή της Σόνια και υπηρέτες. Η επίσκεψη του κηδεμόνα της, του 36χρονου Σεργκέι Μιχαήλοβιτς, γείτονα και φίλου του αείμνηστου πατέρα της, είναι μια ευπρόσδεκτη αλλαγή στη μονοτονία. Η Μάσα θυμάται τα λόγια της μητέρας της που της ευχόταν έναν άντρα σαν τον Σεργκέι μια μέρα. Δεν έχουν ιδωθεί εδώ και έξι χρόνια, ο επισκέπτης μένει έκπληκτος με την ομορφιά της. Η Μάσα σταδιακά τον ερωτεύεται όπως και ο ίδιος, αν και αμφιβάλλει συνεχώς για την επιλογή του καθώς υπάρχει διαφορά ηλικίας, αυτός είναι κουρασμένος από τη ζωή και θέλει μόνο ησυχία, σε αντίθεση με τη νεαρή κοπέλα. Η Μάσα τον πείθει για την ειλικρίνεια των αισθημάτων της και αποφασίζουν να παντρευτούν.[4]

Ο Λέων Τολστόι το 1860

Μετά από λίγο καιρό, η Μάσα αρχίζει να πλήττει από τη ζωή του χωριού, όπου δεν συμβαίνει τίποτε. Ο Σεργκέι Μιχαήλοβιτς μαντεύει τη διάθεση της γυναίκας του και την πηγαίνει στην Αγία Πετρούπολη. Στην πόλη, η Μάσα παρασύρεται στη δίνη της κοσμικής ζωής και κολακεύεται από την εντύπωση που κάνει στους άνδρες. Κάποια στιγμή, η Μάσα συνειδητοποιεί ότι ο σύζυγός της έχει κουραστεί από τη ζωή στην πόλη και αποφασίζει να επιστρέψουν στο χωριό, αλλά ένας ξάδερφος την πείθει να πάει σε μια γιορτή, όπου ο πρίγκιπας Μ., που ήθελε να συναντήσει τη Μάσα από τον τελευταίο χορό, θα έρθει ειδικά για να τη δει. Ένας καυγάς στο ζευγάρι προκύπτει από παρεξήγηση: η Μάσα λέει ότι είναι έτοιμη να «θυσιάσει» τον χορό και να πάει στο χωριό και ο Σεργκέι Μιχαήλοβιτς εξοργίζεται με τη «θυσία» της. Από εκείνη την ημέρα, η σχέση τους αλλάζει: «η σχέση μας... φαινόταν να έχει σταματήσει, πάγωσε και δεν μπορούσε να γίνει χειρότερη ή καλύτερη». Η οικογένεια έχει τον πρώτο της γιο, αλλά το μητρικό συναίσθημα της Μάσα κυριαρχεί για λίγο και αρχίζει και πάλι να κουράζεται από την ήρεμη και ομοιόμορφη οικογενειακή ζωή, αν και πηγαίνουν συχνά στην πόλη.

Η οικογένεια περνά το επόμενο καλοκαίρι στο Μπάντεν-Μπάντεν, η Μάσα είναι ήδη 21 χρονών. Εκεί, βρίσκεται περιτριγυρισμένη από κυρίους, ανάμεσα στους οποίους ένας Ιταλός μαρκήσιος είναι ιδιαίτερα δραστήριος, δείχνει επίμονα το πάθος του φθάνοντας στο σημείο να τη φιλήσει. Νιώθοντας ντροπή και αηδία, η Μάσα πηγαίνει στον σύζυγό της, ο οποίος εκείνη την εποχή βρισκόταν σε άλλη πόλη, και τον πείθει να επιστρέψουν αμέσως στο χωριό, αλλά δεν του λέει τίποτα για το περιστατικό. Στο χωριό, όλα επιστρέφουν στον φυσιολογικό ρυθμό, ωστόσο η Μάσα διακατέχεται από ένα ανείπωτο αίσθημα τύψεων, της φαίνεται ότι ο σύζυγός της έχει απομακρυνθεί από αυτήν και θέλει να επιστρέψει στα αρχικά τους συναισθήματα όταν ήταν ερωτευμένοι.[5]

Το μυθιστόρημα τελειώνει με τη Μάσα και τον Σεργκέι Μιχαήλοβιτς να μιλούν ειλικρινά. Του ζητά να της εξηγήσει: γιατί δεν προσπάθησε να την καθοδηγήσει και να την κατευθύνει μακριά από τους χορούς και τις δεξιώσεις; Γιατί έχασαν τον έντονο έρωτά τους; Γιατί δεν προσπαθούν να τον φέρουν πίσω; Η απάντησή του δεν είναι αυτό που θέλει να ακούσει, αλλά την καθησυχάζει και την προετοιμάζει για μια μακρά ζωή άνετης «οικογενειακής ευτυχίας». Η Μάσα κατανοεί και σημειώνει: «Από εκείνη την ημέρα, το ειδύλλιό μου με τον άντρα μου τελείωσε. Το παλιό συναίσθημα έγινε μια γλυκιά ανάμνηση και το νέο συναίσθημα αγάπης για τα παιδιά και για τον πατέρα των παιδιών μου σηματοδότησε την αρχή μιας άλλης, αλλά εντελώς διαφορετικής ευτυχισμένης ζωής, την οικογενειακή ευτυχία, που διαρκεί μέχρι σήμερα».[6]

Μεταφράσεις στα ελληνικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Οικογενειακή ευτυχία, μετάφραση: Κοραλία Μακρή, εκδόσεις Γκοβόστης, 1993 [7]
  • Οικογενειακή ευτυχία, μετάφραση: Σταυρούλα Αργυροπούλου, εκδόσεις Μεταίχμιο, 2018 [8]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]