Νικηφόρος Βρυέννιος (εθνάρχης)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Νικηφόρος Βρυέννιος
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση11ος αιώνας
Αδριανούπολη
Θάνατος1058
Χώρα πολιτογράφησηςΒυζαντινή Αυτοκρατορία
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταστρατιωτικός
Περίοδος ακμήςΔεκαετία του 1050
Οικογένεια
ΤέκναΝικηφόρος Βρυέννιος ο Πρεσβύτερος[1]
John Bryennios
Στρατιωτική σταδιοδρομία
Βαθμός/στρατόςεθνάρχης
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμαστρατηγός

Ο Νικηφόρος Βρυέννιος (άκμασε 1060-1057) ήταν σημαντικός Βυζαντινός στρατηγός, εθνάρχης (διοικητής) των ξένων μισθοφόρων. Συμμετείχε στις εξεγέρσεις εναντίον της Αυτοκράτειρας Θεοδώρας Μακεδόνων και του διαδόχου της Μιχαήλ ΣΤ΄.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Καταγόταν από την Αδριανούπολη και από τα μέσα του 11ου αι. ανήλθε στο να γίνει ο εθνάρχης (υπεύθυνος) των ξένων μισθοφόρων στο θέμα της Μακεδονίας.[2] Εμφανίζεται για πρώτη φορά το 1050 όταν οι Πετσενέγκοι, που είχαν εισβάλλει στις Βαλκανικές επαρχίες εδώ και έτη, έπαθαν βαριά ήττα από αυτόν. Η νίκη αυτή σταμάτησε τις επιδρομές τους για χρόνια.[3] Στις αρχές του 1055 ο Κωνσταντίνος Θ΄ Μονομάχος Αυτοκράτορας των Ρωμαίων (1042-55), σύζυγος της Ζωής ήταν έτοιμος να αποβιώσει· οι σύμβουλοί του, κυρίως ο Ιωάννης λογοθέτης του Δρόμου, τον έπεισαν να δώσει το θρόνο στο δούκα του θέματος Βουλγαρίας, τον Νικηφόρο Πρωτεύοντα. Ωστόσο τα σχέδιά τους ακυρώθηκαν από τη Θεοδώρα, αδελφή της Ζωής, που -λίγο πριν την αποβίωση του Κωνσταντίνου Θ΄- βγήκε από τη μονή, που είχε αποσυρθεί και ανακηρύχθηκε από τη βασιλική Φρουρά Αυτοκράτειρα (1055-56).[4][5] Ακολούθησε εκκαθάριση των ανώτατων αξιωματικών και της ηγεσίας του στρατού της Ευρώπης. Ο Βρυέννιος, που τα δυτικά τάγματά του θα ήθελαν να τον δουν αυτοκράτορα, απολύθηκε και εξορίστηκε.[2][6]

Το επόμενο έτος απεβίωσε η Θεοδώρα, τελευταία της Δυναστείας των Μακεδόνων και ο Βρυέννιος επέστρεψε στην Αυλή. Στην αναστάτωση των ημερών οι αριστοκράτες έθεσαν τον Μιχαήλ ΣΤ΄ τον στρατιωτικό στο θρόνο (1056-57), ο οποίος αποκατέστησε τον Βρυέννιο στον βαθμό του, αλλά αρνήθηκε να του επιστρέψει τα κατασχεθέντα κτήματα και την περιουσία αυτού.[7] Το 1057 τον διέταξε με 3.000 άνδρες να ενισχύσει τον στρατό της Καππαδοκίας· ο Βρυέννιος έφυγε από τη Βασιλεύουσα με οργή και άρχισε να σχεδιάζει την έξωση του Μιχαήλ ΣΤ΄. Εκεί ένας αντιπρόσωπος του Αυτοκράτορα αναιρούσε τις διαταγές του Νικηφόρου· τότε ο Βρυέννιος του επιτέθηκε, τον χτύπησε και τον φυλάκισε. Οι αξιωματικοί του κατάλαβαν από αυτό ότι ο Νικηφόρος ήταν έτοιμος να στασιάσει.[8] Ελευθέρωσαν τον αξιωματούχο, συνέλαβαν τον Βρυέννιο, τον τύφλωσαν και τον έστειλαν στη φυλακή. Η σύλληψή του ακύρωσε την εξέγερση και έφερε έναν άλλο στρατηγό, τον Ισαάκιο Α΄ Κομνηνό στο θρόνο (1057-59).[2][6]

Οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Νυμφεύτηκε την κουροπαλάτισσα Άννα[2] και είχε τέκνα:

Αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Ανακτήθηκε στις 24  Σεπτεμβρίου 2016.
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 2,4 Kazhdan (1991), p. 329
  3. Treadgold (1997), pp. 594–595
  4. Garland (1999), pp. 165–166
  5. Treadgold (1997), pp. 596–597
  6. 6,0 6,1 Treadgold (1997), p. 597
  7. Finlay (1853), p. 533
  8. Finlay (1853), pg. 534
  9. Kazhdan (1991), pp. 329–331

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Finlay, George (1853). History of the Byzantine Empire from 716–1057. William Blackwood & Sons.
  • Garland, Linda (1999), Byzantine Empresses: Women and Power in Byzantium AD 527–1204, Routledge, ISBN 978-0-415-14688-3
  • Kazhdan, Alexander, ed. (1991), Oxford Dictionary of Byzantium, Oxford University Press, ISBN 978-0-19-504652-6
  • Treadgold, Warren T. (1997), A History of the Byzantine State and Society, Stanford, CA: Stanford University Press, ISBN 978-0-8047-2630-6