Μπόζο Α΄

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μπόζο Α΄
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση895
Θάνατος935
Σαιν-Κεντέν
Πληροφορίες ασχολίας
Οικογένεια
ΣύζυγοςΜπέρτα της Αρλ
ΓονείςΡιχάρδος της Βουργουνδίας και Adélaïde de Bourgogne
ΑδέλφιαΡοδόλφος της Γαλλίας
Ούγος ο Μελανός
Ermengarde of Burgundy

Ο Μπόζο ή Μπόζων, ιταλ.: Boso ή γαλλ.: Boson (895-935) από τον Οίκο των Μπιβινιδών, ήταν γιος του Ριχάρδου του Δίκαιου, δούκα της Βουργουνδίας και της Αδελαΐδας των Γουέλφων. Ήταν ο ανιψιός του Ροδόλφου Α΄ βασιλιά της Βουργουνδίας, του Καρόλου Β΄ του Φαλακρού, βασιλιά των Φράγκων, και επίσης του Μπόζο βασιλιά της Προβηγκίας .

Ήταν αδελφός του Ροδόλφου/Ραούλ βασιλιά της Γαλλίας και του Ούγου του Μέλανος, δούκα της Βουργουνδίας [1].

Ο Μπόζο έγινε κοσμικός ηγούμενος του αβαείου του Mουαγιανμουτιέ και του αβαείου του Ρεμιρεμόν στα Βοζ (Vosges).

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Υποστήριξε τον Ροδόλφο κατά την εκστρατεία του στη Λοθαριγγία το φθινόπωρο του 923 και του δήλωσε φεουδαλική υποτέλεια [2]. Σκότωσε τον κόμη του Βερντέν, άρρωστο στο κρεβάτι του, στις 14 Μαρτίου 923, για να αρπάξει το Βερντέν [3].

Το 924 [4], μετά από συμφωνία μεταξύ του Ροδόλφου και του Ούγου κόμη της Αρλ/Προβηγκίας, παντρεύτηκε την Μπέρθα της Προβηγκίας (913-965), κόμισσα της Αρλ, της Αβινιόν και του Βιέν, εγγονή του Λοθαρίου Β΄ της Λοθαριγγίας, κόρη του Μπόζο της Αρλ και ανιψιά του Ούγου του Μέλανος, μελλοντική κόμισσα της Αρλ και της Αβινιόν [5].

Εχθρός του Όθωνα της Λωρραίνης [6], γιου του Ρικυίν, αναγκάστηκε να αναγνωρίσει την επικυριαρχία του Ερρίκου Α΄ της Γερμανίας, όταν εισέβαλε στη Λωρραίνη το 925 [7].

Το 928 κατέλαβε περιοχές των επισκοπών του Βερντέν και του Μετς. Πολιορκημένος στο φρούριο του Ντυροφοστύμ [6] στον Μεύση από τον Ερρίκο Α΄, έπρεπε να του υποσχεθεί ενόρκως την πίστη του και να αποκαταστήσει τη λεηλατημένη περιουσία. Πήρε άλλα σε αντάλλαγμα. Συμφιλιώθηκε με τον Γκιζελμπέρ της Λωρραίνης, τον αδελφό του Ρενιέ και όλους τους άλλους κυριάρχους της Λωρραίνης.

Την άνοιξη του 929, άρπαξε το ανεξάρτητο φέουδο (alleux) της Ροθίλδης [6], που προστατευόταν από τον Ούγο τον Μεγάλο, τον γαμπρό του τελευταίου. Τότε ο Χέρμπερτ του Βερμαντουά, ένας σύμμαχος του Ούγου, κατέλαβε το Βιτρύ-αν-Περτουά, ένα προπύργιο του Μπόζο. Τελικά ο Μπόζο σύναψε ανακωχή μέχρι τα τέλη Μαΐου, ακολουθούμενη από οριστική ειρήνη, που υπογράφτηκε με παρέμβαση του βασιλιά Ερρίκου Α΄ του Ορνιθοθήρα.

Ο Μπόζο ανέκτησε το Βιτρύ στο τέλος μιας συμφωνίας, που συνήφθη τον επόμενο χρόνο μεταξύ του Χέρμπερτ και του Ούγου του Μεγάλου, οι οποίοι έπεσαν έξω, χάρη στη μεσολάβηση του Ροδόλφου. Αλλά ο Χέρμπερτ ξαναπήρε το Βιτρύ [6] με την αποστασία του Aνσώ, υποτελούς του Μπόζο. Στη συνέχεια ο Μπόζο συμμάχησε με τον Γκισελμπέρ της Λοθαριγγίας και τον Ούγο τον Μεγάλο εναντίον του Χέρμπερτ, μπήκε στο Βιτρύ και κατέλαβε το Μουζόν, αλλά ο Χέρμπερτ διέσχισε τον Μεύση γύρω στα Χριστούγεννα και ξαναπήρε τη θέση αιφνιδιαστικά.

Το 931 ο Μπόζο περιήλθε σε ρήξη με τον Γκισελμπέρ της Λοθαριγγίας [6], ο οποίος του πήρε το κάστρο Ντυροφοστύμ. Ο Χέρμπερτ του Βερμαντουά συμμάχησε με τον Γκισλεμπέρ και ο Μπόζο αποσύρθηκε από την επικυριαρχία του Ερρίκου Α΄, πεθερού του Γκισλεμπέρ. Κάλεσε τον αδελφό του Ροδόλφο και μετά στράφηκε εναντίον του γείτονά του, του Μπεβ (Beuves) επισκόπου του Σαλόν, κοντά στον κόμη του Βερμαντουά, ο οποίος είχε ασκήσει σκληρότητα σε αρκετούς από τους ανθρώπους του. Το Σαλόν (Châlons) καταλήφθηκε και πυρπολήθηκε. Στη συνέχεια [6] ο Μπόζο συνόδευσε τον Ροδόλφο στην πολιορκία του Ρενς.

Μετά την αναχώρηση του πεθερού του Μπόζο από την Αρλ της Ιταλίας γύρω στο 931, κατείχε την Προβηγκία, της οποίας η γυναίκα του ήταν κόμισσα.

Κατά τη διάρκεια της συνάντησης στις 8 Ιουνίου 934 στο Σιέρ (Chiers) μεταξύ του Ραούλ της Βουργουνδίας και του Ερρίκου Α΄ Ορνιθοθήρα, ο Μπόζο υποτάχθηκε στον Ερρίκο, που του έδωσε πίσω σχεδόν όλους τους τομείς της Λωρραίνης [8].

Ως υποτελής του βασιλιά της Γερμανίας, ο Μπόζο συμμετείχε σε μια εκστρατεία των κυρίων της Λωρραίνης εναντίον του Ούγου του Μεγάλου, ο οποίος αρνήθηκε να επιστρέψει το Σαιν-Κεντέν στον κόμη του Βερμαντουά [6], Απεβίωσε λίγο μετά τις 13 Σεπτεμβρίου 935 [9], όταν σύμφωνα με ένα δίπλωμα συνάντησε τον βασιλιά στο Ατινύ (Attigny). Έχει ταφεί στο Βασιλικό Αβαείο του Σαιν-Ρεμύ του Ρενς, [6] στο οποίο είχε παραχωρήσει κάποτε το Ντομρεμύ.

Ένας συγγραφέας όπως ο Πωλ-Αλμπέρ Φεβριέ [10] προσδιορίζει τον Μπόζο Α΄ και Μπόζο Β΄, πατέρα του Γουλιέλμου της Προβηγκίας, ως ένα και το αυτό πρόσωπο, και ως εκ τούτου θεωρεί ότι ο Μπόζο απεβίωσε το 968. Ενάντια σε αυτόν τον άσκοπο ισχυρισμό, βλέπουμε ότι ο Μπόζο έζησε 73 έτη και είχε παιδιά σε προχωρημένη ηλικία, σχεδόν 60 ετών. Επιπλέον, αυτό έρχεται σε αντίθεση με τα Χρονικά του Φλοδοάρδου, μια αξιόπιστη πρωτογενή πηγή.

Σημειώσεις και παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Lauer 1910, σελ. 16.
  2. Lauer 1910, σελ. 48.
  3. Lauer 1910, σελ. 137.
  4. Les dates de 931 et 933 sont parfois avancées. Mais son épouse Berthe était déjà mariée lorsque son père partit en Italie en 931 ; la date de 924 est donc plus probable, malgré le jeune âge de la mariée.
  5. Lauer 1910, σελ. 94.
  6. 6,0 6,1 6,2 6,3 6,4 6,5 6,6 6,7 Flodoard 1905.
  7. Lauer 1910, σελ. 120.
  8. Lauer 1910, σελ. 233-234.
  9. Dans le livre de Philippe Lauer, on peut lire ceci : « Après sa femme, Raoul perdit son frère. Boson avait pris part à l'expédition lorraine contre Hugues. Le 13 septembre 935, selon un diplôme, il (Boson) s'était rencontré avec le roi à Attigny. Peu après il mourut et fut enseveli en l'abbaye royale de Saint-Remy de Reims, à laquelle il avait jadis concédé Domrémy. C'était un précieux auxiliaire de Raoul et un utile représentant des intérêts français en Lorraine qui disparaissait. »
  10. Dans La Provence des origines à l’an mil (publié sous la direction de P.A. Février, page 487 – Éditions Ouest-France Université, 1989 – (ISBN 2737304563)), on peut lire : « C’est en 949, après la mort d’Hugues, qu’apparaît un nouveau comte d’Arles, Boson, sur l’identité duquel les historiens ont beaucoup hésité. Il a été finalement été identifié avec le premier mari de Berthe, la nièce d’Hugues, qu’il aurait répudié afin de dissocier son sort de celui des proches du marquis au moment de ses revers de fortune. Il aurait alors épousé Constance, une inconnue par ailleurs. Il en eut deux fils, Roubaud et Guillaume Boson (qui) avec son frère appelé aussi Guillaume, exercèrent de manière indivise l’autorité comtale, toujours unique, en temps (tant ?) que représentants de Conrad. Berthe, quant à elle, se remariait avec le comte de Rodez et terminait ses jours en Aquitaine. »

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

document utilisé comme source pour la rédaction de cet article.

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σχετικά Άρθρα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]