Μεταφορέας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Έλληνας μεταφορέας, στο Αιγάλεω Αττικής το 1981

Ο μεταφορέας (αλλιώς αχθοφόρος, ή και περιπεκτικά χαμάλης) είναι χειρωνακτικό επάγγελμα, που ασκήθηκε σε ατομικό επίπεδο από αρχαιοτάτων χρόνων, έως και τη σύγχρονη εποχή. Ωστόσο, από τα τέλη του 20ού αιώνα η άσκησή του έχει, σχεδόν αποκλειστικά, περάσει σε μεγάλες μεταφορικές εταιρίες.

Ιστορική εξέλιξη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον 21ο αιώνα η συντριπτική πλειοψηφία των μεταφορών, όταν δεν εξυπηρετείται από ίδια μέσα, εκτελείται από μεγάλες εταιρείες που αναλαμβάνουν τόσο τις μετακομίσεις ιδιωτών, όσο και τις παραλαβές και παραδόσεις υλικών και αγαθών, απαραίτητων για την ομαλή λειτουργία της επαγγελματικής δραστηριότητας.

Η ιστορία της μεταφοράς διαθέτει τεράστιο βάθος και δεν εξαντλείται σε ορίζοντα ενός- δύο αιώνων, αφού οι απαρχές της έχουν σημείο εκκίνησης στην αρχαιότητα.

Με τους Φοίνικες να πρωταγωνιστούν στην καθιέρωσή της ως απαραίτητου μέσου ανάπτυξης του θαλάσσιου εμπορίου, η μεταφορά αποτέλεσε επιπλέον τον ακρογωνιαίο λίθο για την επαφή διαφορετικών μεταξύ τους πολιτισμών.

Διαχρονικά και σταδιακά, οι μεταφορές πέρασαν στη συνείδηση των λαών σαν απαραίτητο στοιχείο του διαμετακομιστικού εμπορίου, της ναυτιλίας, αλλά και των ανταλλαγών προϊόντων γειτονικών κοινοτήτων.

Στο Μεσαίωνα έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη διατήρηση της καθεστηκυίας τάξεως των πραγμάτων, ενώ κατά την Αναγέννηση σπουδαία ήταν η συνεισφορά τους για την πρόοδο επιστημών και τεχνών.

Αλλά και αργότερα, στη βιομηχανική εποχή, δικαιούνται τη «μερίδα του λέοντος» όσον αφορά στη βοήθεια που πρόσφεραν για την έγκαιρη προμήθεια των πρώτων υλών που απαιτούσαν οι εκάστοτε ανάγκες της παραγωγής.

Στις πόλεις και τα μεγάλα αστικά κέντρα, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα, η μεταφορά έλαβε και ένα επιπλέον χαρακτηριστικό, εκείνο της κοινωνικής εξυπηρέτησης, αλλά ήταν και μία από τις απαραίτητες συνιστώσες για το μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας, από την καθαρά αγροτική στη νέα της μορφή. Εμβληματική φυσιογνωμία όλης αυτής της μακράς πορείας αποτέλεσε η δυναμική φιγούρα του μεταφορέα, ενός ηλιοκαμένου βιοπαλαιστή που πάλευε, συχνά μέσα στις πιο αντίξοες καταστάσεις, για τον επιούσιο. Είτε επρόκειτο για έναν «χαμάλη», είτε για έναν οργανωμένο επαγγελματία του είδους, ο «μεταφορεύς» σήκωνε στις πλάτες του (κυριολεκτικά και μεταφορικά) το βάρος της έγκαιρης ολοκλήρωσης μιας διαδικασίας, που συχνά είχε το χρόνο για εχθρό και τις συνθήκες για τροχοπέδη.

Από τους αχθοφόρους των λιμανιών έως τους τρικυκλιστές του ’70, οι γεροδεμένοι άνθρωποι του μόχθου φάνταζαν στα μάτια του νεοέλληνα σαν μια εικόνα ασυμβίβαστης «μαγκιάς», η οποία δημιουργούσε σε αρκετό κόσμο αντιφατικά συναισθήματα. Δεν πρέπει να λησμονείται, εξάλλου, πόσος χρόνος απαιτήθηκε έως ότου με τη συμπεριφορά τους οι μεταφορείς, απεκδυθούν το μανδύα του απεχθούς παρακρατικού Σπ. Γκοτζαμάνη, που οδήγησε το τρίκυκλό του πάνω στον αγωνιστή της δημοκρατίας Γρηγόρη Λαμπράκη στις αρχές της δεκαετίας του ’60.

Οι σταθμοί στην πορεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, στους Αθηναϊκούς δρόμους έκαναν την εμφάνισή τους οι γερμανικού τύπου μηχανές «με πλάι κασόνι», ένα θλιβερό κατάλοιπο της κατοχής, που ωστόσο μετατράπηκε σε χρήσιμο «εργαλείο» της μεταφορικής δραστηριοποίησης.

Οι ιδιοκτήτες τους, ήταν τις περισσότερες φορές «πειρατές», εργάζονταν δηλαδή χωρίς άδεια από το Υπουργείο Συγκοινωνιών, αλλά και χωρίς καμιά ασφάλεια για οτιδήποτε τους συνέβαινε κατά την εκτέλεση της δουλειάς τους.

Στα τέλη του ’50 τις πεπαλαιωμένες εκείνες μηχανές διαδέχθηκαν τα τρίκυκλα, ενώ αρκετά αργότερα (λίγο πριν το 1980) δόθηκε η δυνατότητα τα τελευταία να αντικατασταθούν από φορτηγάκια, που έφεραν πάνω τους μια χαρακτηριστική διαγράμμιση βαφής, προκειμένου να πιστοποιείται ο νόμιμος χαρακτήρας τους.

Συμβολισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο μεταφορέας έμεινε στο συλλογικό θυμικό ως μια σκληροτράχηλη μορφή που σηματοδοτούσε, όπως άλλωστε τόσοι και τόσοι εκπρόσωποι επαγγελμάτων που σιγά-σιγά σβήνουν, μιαν άλλη σχεδόν ξεχασμένη εποχή. Εκείνη, όπου τα πάντα κατακτιόνταν με ιδρώτα και κόπο, πέρα από τις σημερινές, συχνά τεχνητές επιθυμίες μιας παγκοσμιοποιημένης αγοράς, αλλά και μιας κοινωνίας που αναζητεί μπερδεμένη, το χαμένο προσανατολισμό της.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί Σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]