Κόμμα Ορθού Δρόμου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Κόμμα Ορθού Δρόμου
Doğru Yol Partisi
φυλλάδιο του κόμματος
ΠρόεδροςΜεχμέτ Αγκάρ (2007 - 2002)
Τανσού Τσιλέρ (2002 - 1993)
Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ (1993 - 1987)
Χουσαμετίν Τσιντορούκ (1987 - 1985)
Γιλντιρίμ Αβτσί (1985 - 1983)
Αχμέτ Νουσρέ Τούνα (1983)
Ίδρυση23 Ιουνίου 1983
Διάλυση27 Μαΐου 2007
ΠροκάτοχοςΚόμμα Δικαιοσύνης
ΔιάδοχοςΔημοκρατικό Κόμμα (νεότερο)
ΙδεολογίαΦιλελεύθερος συντηρητισμός
Πολιτικό σύστημα Τουρκία
Πολιτικά κόμματα
Εκλογές

Το κόμμα του Ορθού Δρόμου - (Doğru Yol Partisi, DYP) ήταν κεντρο-δεξιό πολιτικό κόμμα στην Τουρκία που δραστηριοποιήθηκε από το 1983 ως το 2007.[1]
Από τα κυρίαρχα πολιτικά κόμματα της δεκαετίας του 1990, υπό την ηγεσία του Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ, κατάφερε να γίνει αξιωματική αντιπολίτευση το 1987 και κυβέρνηση το 1991.
Υπό την ηγεσία της Τανσού Τσιλέρ, έγινε και πάλι κυβέρνηση (σε συνεργασία με το κόμμα Ευημερίας) το 1995, ενώ καταποντίστηκε στις αμέσως επόμενες εκλογές του 1999, για να κατέλθει στη πέμπτη θέση. Στις εκλογές του 2002 δεν κατάφερε να πιάσει το εκλογικό όριο του 10% και έτσι δεν είχε κοινοβουλευτική παρουσία. [2]

Μετά την εξίσου αποτυχημένη πορεία στις εκλογές του 2007, το κόμμα διαλύθηκε επίσημα. Ανασυγκροτήθηκε με την ονομασία Δημοκρατικό Κόμμα, χωρίς ωστόσο να καταφέρει να καταφέρει να επαναλάβει τις επιτυχίες του παρελθόντος.

Ιστορική αναδρομή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το κόμμα του Ορθού Δρόμου θεωρείται συνέχεια του Κόμματος της Δικαιοσύνης με ηγέτη του από το 1987 έως το 1993 τον Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ.[3] Ο Ντεμιρέλ, ήδη αρχηγός του κόμματος Δικαιοσύνης, όταν η χούντα του Κενάν Εβρέν απαγόρευσε όλα τα πολιτικά κόμματα και στέρησε από τους αρχηγούς τους τη δυνατότητα πολιτικής δραστηριότητας, το 1983 όταν και ύστερα από χαλάρωση της πολιτικής, επετράπη να δημιουργηθούν και πάλι πολιτικά κόμματα - παραχώρησε τύποις την Προεδρία στο στενό συνεργάτη του, Χουσαμετίν Τσιντορούκ, παραμένοντας όμως ο ίδιος ως ουσιαστικός ηγέτης του,και η κινητήρια δύναμη πίσω από το κόμμα.

Η άνοδος του Κόμματος του Ορθού Δρόμου από πολιτικό παρία σε κυβερνών κόμμα ήταν σταδιακή. Το 1983 η στρατιωτική κυβέρνηση απαγόρευσε τη συμμετοχή του κόμματος στις βουλευτικές εκλογές, αποκλείοντάς το ουσιαστικά από τη νόμιμη πολιτική διαδικασία. Ωστόσο, όταν το 1986 το Εθνικιστικό Δημοκρατικό Κόμμα που συμμετείχε στο τουρκικό κοινοβούλιο αυτοδιαλύθηκε, 35 από τους βουλευτές του προσχώρησαν στο κόμμα του Ντεμιρέλ, με αποτέλεσμα να αποκτήσει κοινοβουλευτική παρουσία, χωρίς να έχει λάβει μέρος στις εκλογές. Στις βουλευτικές εκλογές του 1987 οι έδρες έγιναν 59, και ο Ντεμιρέλ επέστρεψε στην Εθνοσυνέλευση ως βουλευτής για πρώτη φορά μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα. Τέσσερα χρόνια αργότερα, το κόμμα τριπλασίασε την εκπροσώπησή του, φτάνοντας τους 178 βουλευτές. Ο Ντεμιρέλ, ο οποίος είχε διατελέσει τρεις φορές πρωθυπουργός πριν από το πραξικόπημα του 1980 και δύο φορές είχε καθαιρεθεί από τον στρατό, κατάφερε να σχηματίσει την τέταρτη κυβέρνησή του διαπραγματευόμενος μια συμφωνία συνασπισμού με το Σοσιαλδημοκρατικό Λαϊκό Κόμμα (SHP), του Ερντάλ Ινονού.

Όταν η κυβέρνηση Ντεμιρέλ ανέλαβε τα καθήκοντά της τον Νοέμβριο του 1991, αντιμετώπισε πολλές πολιτικές και οικονομικές προκλήσεις. Δύο σημαντικά πολιτικά ζητήματα που ταλάνιζαν την χώρα ήταν η αυξανόμενη μαχητικότητα των κουρδικών οργανώσεων για πολιτικά δικαιώματα και η αυξανόμενη σκληρότητα της αντιπαράθεσης μεταξύ θρησκευτικών και κοσμικών στοιχείων της κοινωνίας. Αν και το Κόμμα του Ορθού Δρόμου δεν υποστήριζε τις πολιτικές επιδιώξεις των Κούρδων , οι εταίροι του στην κυβέρνηση έτειναν να υποστηρίζουν την πολιτιστική ελευθερία των Κούρδων και είχαν μια σχετικά ισχυρή πολιτική βάση στις κουρδικές επαρχίες. Ωστόσο, η ικανότητα του SHP να επηρεάσει τη συνολική κυβερνητική πολιτική στο κουρδικό ζήτημα ήταν περιορισμένη επειδή ο στρατός είχε αναλάβει de facto την εξουσία λήψης αποφάσεων για θέματα που αφορούσαν τη νοτιοανατολική Τουρκία και περίμενε ότι οι πολιτικοί θα αποδέχονταν αυτόν τον ρόλο. [4] Επίσης, δεν υπήρχε συναίνεση μεταξύ των ηγετών του Ορθού Δρόμου και αυτών του SHP στο πώς να χειριστούν τις ισλαμιστικές φιλοδοξίες. Ενώ ορισμένα μέλη του Κόμματος του Ορθού Δρόμου ήταν διαλλακτικά, οι φανατικοί «κοσμικοί» αντιτάχθηκαν σε οποιεσδήποτε παραχωρήσεις σε αυτούς τους οποίους ονόμασαν «ισλαμιστές φονταμενταλιστές».

Όταν ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Τουργκούτ Οζάλ, υπέστη θανατηφόρο καρδιακό επεισόδιο τον Απρίλιο του 1993, ο Ντεμιρέλ αποφάσισε να διεκδικήσει την θέση. Παραιτούμενος από αρχηγός του κόμματος, ως όφειλε, σύμφωνα με το Σύνταγμα, κατάφερε να εκλεγεί ως διάδοχος του Οζάλ. Τον Ιούνιο του 1993, οι βουλευτές του κόμματος επέλεξαν ως νέο αρχηγό τους την Τανσού Τσιλέρ, την πρώτη γυναίκα επικεφαλής τουρκικού πολιτικού κόμματος.[4]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Rubin, Barry (2013). Political Parties in Turkey. σελ. 82. 
  2. «Turkey». parties-and-elections.eu. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 20 Νοεμβρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 9 Μαρτίου 2018. 
  3. Heper, Metin· Landau, Jacob M. (1991). Political Parties and Democracy in Turkey (στα Αγγλικά). I.B. Tauris. σελ. 188. ISBN 1-85043-300-3. 
  4. 4,0 4,1 Loc.

Πηγή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αυτό το λήμμα περιέχει ύλη από τη Βιβλιοθήκη Μελετών Χωρών του Κογκρέσου (Library of Congress Country Studies), που είναι κυβερνητικές εκδόσεις των ΗΠΑ στο κοινό κτήμα.

Helen Chapin Metz (1995). «Turkey: A Country Study». GPO for the Library of Congress.