Καρολίνα της Δανίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Καρολίνα της Δανίας
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Caroline af Danmark (Δανικά)
Γέννηση28  Οκτωβρίου 1793[1][2][3]
Κοπεγχάγη
Θάνατος31  Μαρτίου 1881[1][2][3]
Κοπεγχάγη
Τόπος ταφήςΚαθεδρικός Ναός του Ρόσκιλε
Χώρα πολιτογράφησηςΔανία
ΘρησκείαΛουθηρανισμός
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταπολιτικός
Οικογένεια
ΣύζυγοςΦερδινάνδος της Δανίας (1829–άγνωστη τιμή)[4]
ΓονείςΦρειδερίκος ΣΤ΄ της Δανίας και Μαρία Σοφία της Έσσης-Κάσσελ
ΑδέλφιαΒιλελμίνη Μαρία της Δανίας
ΟικογένειαΟίκος του Όλντενμπουργκ
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Η Καρολίνα της Δανίας (δανικά: Caroline af Danmark, 28 Οκτωβρίου 1793, Κοπεγχάγη - 31 Μαρτίου 1881, Κοπεγχάγη) από τον Οίκο του Όλντενμπουργκ, ήταν η μεγαλύτερη επιζήσασα κόρη του Φρειδερίκου ΣΤ΄ της Δανίας. Ήταν ανεπίσημα γνωστή ως "kronprinsesse Caroline" (εστεμμένη πριγκίπισσα Καρολίνα) πριν από το γάμο της και αργότερα ως "arveprinsesse Caroline" (κληρονομική πριγκίπισσα Καρολίνα). Παντρεύτηκε τον εξάδελφο του πατέρα της, τον Φερδινάνδο της Δανίας, ο οποίος ήταν υποψήφιος κληρονόμος τού θρόνου από το 1848 έως το 1863. [5] [6]

Νεανική ζωή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Πριγκίπισσα Καρολίνα, π. 1820.

Η πριγκίπισσα Καρολίνα γεννήθηκε στο ανάκτορο Κρίστιανσμποργκ στην Κοπεγχάγη στις 28 Οκτωβρίου 1751. Οι γονείς της ήταν ο εστεμμένος πρίγκιπας Φρειδερίκος (ο μελλοντικός Φρειδερίκος ΣΤ΄ της Δανίας) και η σύζυγος και εξαδέλφη του, η πριγκίπισσα Μαρία Σοφία, κόρη του Καρόλου της Έσσης-Κάσσελ. Επειδή ο εκ πατρός πάππος της, ο Χριστιανός Ζ΄, ήταν ψυχικά ασταθής, ο πατέρας της ενεργούσε ως αντιβασιλέας από το 1784. Η γέννησή της ήταν ευπρόσδεκτη από το κοινό, καθώς τα αδέλφια της είχαν αποβιώσει λίγο μετά τη γέννησή τους. Τέσσερις μήνες μετά τη γέννησή της, στις 26 Φεβρουαρίου 1794, το ανάκτορο Κρίστιανσμποργκ καταστράφηκε από πυρκαγιά. Στη συνέχεια η πριγκίπισσα Καρολίνα μετακόμισε με τους γονείς της στο ανάκτορο Αμάλιενμποργκ όπου μεγάλωσε, περνώντας τα καλοκαίρια στο ανάκτορο Φρέντερικσμπεργκ. Μετά το τέλος του πάππου της Χριστιανού Ζ΄ το 1808, ο πατέρας της στέφθηκε βασιλιάς της Δανίας. [7]

Η πριγκίπισσα Καρολίνα και ο σύζυγός της Φερδινάνδος ως κληρονομικός πρίγκιπας, περ. 1863.

Είχε πολύ στενή σχέση με τον πατέρα της. Της δόθηκε μία ευρεία, αλλά όχι πολύ λεπτομερής ή βαθιά εκπαίδευση. Η Καρολίνα δεν περιγράφεται ως ταλαντούχα, ούτε όμορφη. Γνώρισε τον Χανς Κρίστιαν Άντερσεν το 1822 και ενδιαφερόταν πολύ για τα έργα του. Ο πατέρας της δεν είχε γιούς και η Καρολίνα και η αδελφή της Βιλελμίνη Μαρία (1808-1891) αποκλείονταν από τη διαδοχή στον θρόνο, ως αποτέλεσμα του Σαλικού Νόμου. Παρά το γεγονός αυτό, απεκαλείτο συνήθως και αναφερόταν ως εστεμμένη πριγκίπισσα πριν από τον γάμο της, καθώς ήταν το μεγαλύτερο παιδί τού πατέρα της, αν και δεν είχε τον τίτλο επίσημα. [8]

Σχεδιάστηκαν αρκετοί πιθανοί γάμοι γι' αυτή, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Μετά την ενθρόνιση του πατέρα της ο Ναπολέων Βοναπάρτης πρότεινε, το 1810, έναν γάμο με τον διάδοχο του Σουηδικού θρόνου, τον Χριστιανό Αύγουστο του Αουγκούστενμποργκ. Ο πατέρας της το απέρριψε, αλλά ξεκίνησε διαπραγματεύσεις, οι οποίες διακόπηκαν από το τέλος του Χριστιανού-Αυγούστου λίγο αργότερα. Μεταξύ των γαμπρών που προτάθηκαν, ήταν και ο Βρετανός Πρίγκιπας Γουλιέλμος, Δούκας του Κλάρενς, μετέπειτα Γουλιέλμος Δ΄. Το 1812 μνηστεύθηκε με τον θείο της Χριστιανό της Έσσης-Κάσσελ, αλλά αυτός απεβίωσε το 1814. Τελικά την 1η Αυγούστου 1829 στο ανάκτορο Φρέντερικσμπεργκ παντρεύτηκε τον πρώτο εξάδελφο τού πατέρα της, τον Φερδινάνδο της Δανίας (1792-1863), ο οποίος ήταν τρίτος στη σειρά διαδοχής του θρόνου. Ο γάμος κανονίστηκε για πολιτικούς λόγους και έμεινε άτεκνος. Μετά τον γάμο της δεν εκαλείτο πια εστεμμένη πριγκίπισσα, ώσπου ο σύζυγός της έγινε κληρονομικός πρίγκιπας. [9]

Το 1830 η Καρολίνα υπέστη τρομερό κάψιμο σε πυρκαγιά, η οποία παραμόρφωσε το πρόσωπό της: ενώ διάβαζε στο κρεβάτι της, το διακοσμητικό των μαλλιών της άρπαξε φωτιά και κάηκε σοβαρά στο πρόσωπο και τα μαλλιά. Η ζημιά στην εμφάνισή της ήταν μόνιμη και αργότερα παρατήρησε, όταν έριξε μία ματιά στον καθρέφτη, ότι ήταν ειλικρινά ευγνώμων, που κατάφερε να αποκτήσει φίλους, που θα μπορούσαν να αντέξουν να κοιτάξουν το πρόσωπό της. Υπέστη παρόμοιο τραυματισμό εγκαύματος το 1858, όταν έκαψε το χέρι και τον ώμο της τόσο άσχημα, που είχε έντονους πόνους για το υπόλοιπο της ζωής της.

Μεταξύ των ετών 1831 και 1839 προέδρευε τακτικά στην επίβλεψη των στρατευμάτων του Ώρχους. Όταν ο σύζυγός της διορίστηκε Γενικός Διοικητής της Βόρειας Γιουτλάνδης (Νόρεγιλαντ) το 1839, τον ακολούθησε στην περιοδεία επιθεώρησης στα χωριά της κομητείας και το κοινό την υποδέχθηκε με εορτασμούς. Ήταν μία επιδέξια ιππέας, και όταν ακολούθησε τον σύζυγό της στις επιθεωρήσεις του στα στρατεύματα της νήσου Σέλαν, παρήλασε με άλογο μπροστά από αυτά. Ίδρυσε ένα άσυλο στο Ώρχους (1836) και έγινε προστάτης του Βάλλο Στιφτ το 1852. [10]

Κληρονομική πριγκίπισσα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Προτομή της κληρονομικής πριγκίπισσας Καρολίνας, από τον Μπέρτελ Τόρβαλντσεν.
Το ανάκτορο Μπέρνστορφ.

Μετά το τέλος του Χριστιανού Η΄ το 1848 (ήταν αδελφός του συζύγου της Φερδινάνδου), ο σύζυγός της έγινε υποψήφιος κληρονόμος του θρόνου της Δανίας και έλαβε τον τίτλο του κληρονομικού πρίγκιπα. Η Καρολίνα έγινε πλέον κληρονομική πριγκίπισσα, αλλά σε αντίθεση με την περίπτωση πριν από τον γάμο της, έλαβε τώρα τον τίτλο επίσημα. Ωστόσο δεν έγινε ποτέ βασίλισσα, καθώς ο κληρονομικός πρίγκιπας Φερδινάνδος απεβίωσε τον Ιούνιο του 1863, πέντε μήνες πριν από τον ανιψιό του Φρειδερίκο Ζ΄ (γιο του Χριστιανού Η΄), και ο θρόνος πέρασε στον Χριστιανό Θ΄ (σύζυγο της Λουίζας, ανιψιάς του Φερδινάνδου).

Οι σύζυγοι ζούσαν στο παλάτι Μπέρνστορφ (Bernstorffske Palæ) στο Μπρέντγκαντε, το οποίο είχε ανακαινιστεί γι' αυτούς από τον Φρειδερίκο ΣΤ΄, αλλά δεν έπαιξαν ενεργό ρόλο στη βασιλική αυλή. Γενικά η Καρολίνα έζησε αρκετά αρμονικά με τον σύζυγό της· ανεχόταν τα προβλήματα μοιχείας και χρημάτων, που αυτός είχε. Μετά το τέλος τού πατέρα της το 1839, απομακρύνθηκε από την Αυλή. Στον σύζυγό της δόθηκε το καθήκον να συνοδεύει τη βασιλική ερωμένη Κόμισσα Ντάννερ (1815–1874), ενόσω αυτή είχε απομακρυνθεί από το βασιλικό ζεύγος. [11]

Περιγράφεται ως υπάκουη, ικανή και ακριβής. Ήταν ιδιαίτερα πιστή προς την Αυλή της Κοπεγχάγης. Αυτή και ο σύζυγός της ήταν τα μόνα μέλη της βασιλικής οικογένειας κατά τη διάρκεια της επιδημίας χολέρας του 1853, που έμειναν στην πόλη. [12]

Ως χήρα έζησε μία απομονωμένη ζωή, αναλαμβάνοντας να πληρώνει τα χρέη του συζύγου της. Κατά τα τελευταία χρόνια έγινε κωφή. Η κληρονομική πριγκίπισσα Καρολίνα απεβίωσε στην κατοικία της στην Κοπεγχάγη στις 31 Μαρτίου 1881.

Καταγωγή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βιβλιογραφικές αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 12  Μαΐου 2014.
  2. 2,0 2,1 2,2 Darryl Roger Lundy: (Αγγλικά) The Peerage. p10230.htm#i102298. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  3. 3,0 3,1 3,2 «Dansk Biografisk Lexikon». (Δανικά) Dansk Biografisk Leksikon. Caroline.
  4. p10230.htm#i102298. Ανακτήθηκε στις 7  Αυγούστου 2020.
  5. Kongeriget Danmark--Personalregister til Trap - Volume 1 - Page 144
  6. «Caroline, 1793-1881, Arveprinsesse». Dansk biografisk Lexikon. Ανακτήθηκε στις 1 Νοεμβρίου 2019. 
  7. «Caroline (1793 - 1881)». Dansk Kvindebiografisk Leksikon. Ανακτήθηκε στις 1 Νοεμβρίου 2019. 
  8. «Vilhelmine». kongernessamling.dk. Ανακτήθηκε στις 1 Νοεμβρίου 2019. 
  9. «Arveprins Frederik Ferdinand». aarhuswiki.dk. Ανακτήθηκε στις 1 Νοεμβρίου 2019. 
  10. «Vallø». Store norske leksikon. Ανακτήθηκε στις 1 Νοεμβρίου 2019. 
  11. «Countess Danner». kongernessamling.dk. Ανακτήθηκε στις 1 Νοεμβρίου 2019. 
  12. «Det Bernstorffske Palæ». Bygningernes historie. Ανακτήθηκε στις 1 Νοεμβρίου 2019. 

Άλλες πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]