Καλομέλας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Καλομέλας
Καλομέλας. Προέλευση: Τέξας, ΗΠΑ
Γενικά
ΚατηγορίαΧλωριούχα
Χημικός τύποςHgCl (ορθότερα Hg2Cl2)
Ορυκτολογικά χαρακτηριστικά
Πυκνότητα5,4 - 6,5 gr/cm3[1]
ΧρώμαΛευκό, γκρίζο, κίτρινο, καστανό, ενίοτε άχρωμος
Σύστημα κρυστάλλωσηςΤετραγωνικό
ΚρύσταλλοιΣυνήθως τραπεζοειδείς ή πρισματικοί, ισοπυραμιδοειδείς
ΥφήΣυμπαγής, γαιώδης. Συνηθέστερα σε επιφλοιώσεις.
ΔιδυμίαΚατά {112} επαφής ή διεισδύσεως, ενίοτε πολύδυμοι
Σκληρότητα1,5
ΣχισμόςΚαλός κατά {110}, ατελής κατά {011}
ΘραύσηΚογχοειδής
ΛάμψηΑδαμάντινη (αλαμπής σε γαιώδεις παραλλαγές)
Γραμμή κόνεωςΑνοικτό κιτρινόλευκο έως λευκό
ΠλεοχρωισμόςΑσθενής
ΔιαφάνειαΔιαφανής έως ημιδιαφανής
ΠαρατηρήσειςΕμφανίζει έντονο κόκκινο φθορισμό σε υπεριώδη ακτινοβολία

Ο καλομέλας (αγγλ. calomel) είναι χλωριούχο ορυκτό του υδραργύρου. Η ετυμολογία της λέξης είναι αρκετά σκοτεινή. Το πρώτο συνθετικό, το καλός (αποδίδεται όμορφος), δεν αμφισβητείται, το δεύτερο όμως μοιάζει να προέρχεται από το μέλας[2], κάτι που ωστόσο δε δικαιολογείται από τις εμφανίσεις του ορυκτού. Κατ' άλλη ερμηνεία [3] το δεύτερο συνθετικό προέρχεται από την ελληνική λέξη μέλι, που δικαιολογείται από το χρώμα του.

Είναι σχετικά σπάνιο ορυκτό: Δεν απαντάται σε πολλές περιοχές του κόσμου και σχεδόν ποτέ σε μεγάλες ποσότητες. Είναι δευτερογενές ορυκτό, προερχόμενο από εξαλλοιώσεις άλλων υδραργυρούχων ορυκτών, όπως ο κινναβαρίτης.

Ορυκτά με τα οποία σχετίζεται είναι ο αυτοφυής υδράργυρος και τα φυσικά αμαλγάματά του, ο κινναβαρίτης, ο τετραεδρίτης, ο μοντροϋδρίτης, ο ασβεστίτης και τα πολύ σπανιότερα κλαϊνίτης, κελυανίτης, μοσχελίτης και κουζμινίτης.

Απαντάται στην περιοχή Landsberg (Ρηνανία-Παλατινάτο), στην οποία αποτελεί και χαρακτηριστικό ορυκτό (type locality), στην περιοχή Alva στη Σερβία, το Almaden της Ισπανίας, την περιοχή του Μονπελιέ στη Γαλλία, την Τούβα της Σιβηρίας στη Ρωσία, το Zacatecas του Μεξικού και τις Πολιτείες Αριζόνα, Τέξας και Νεβάδα των ΗΠΑ.

Δεν έχει αναφερθεί ύπαρξή του στην Ελλάδα.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • James Dwight Dana, Manual of Mineralogy and Lithology, Containing the Elements of the Science of Minerals and Rocks, READ BOOKS, 2008 ISBN 1443742244
  • Frederick H. Pough, Roger Tory Peterson, Jeffrey (PHT) Scovil, A Field Guide to Rocks and Minerals, Houghton Mifflin Harcourt, 1988 ISBN 039591096X
  • Walter Schumann, R. Bradshaw, K. A. G. Mills, Handbook of Rocks, Minerals and Gemstones, Houghton Mifflin Harcourt, 1993 ISBN 0395511372

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Αναφέρεται 7,15 gr/cm3 στο Dana Handbook of Mineralogy
  2. Online Etymology Dictionary
  3. Mindat, Dana Handbook of Mineralogy