Θεατρικός συγγραφέας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Προτομή του Αισχύλου στο Ζάππειον Μέγαρο της Αθήνας

Θεατρικός συγγραφέας είναι το άτομο που γράφει θεατρικά έργα. Μια εναλλακτική, αλλά πιο λόγια, λέξη είναι ο/η δραματουργός.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι πρώτοι θεατρικοί συγγραφείς[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι πρώτοι θεατρικοί συγγραφείς της δυτικής λογοτεχνίας έργα των οποίων έχουν διασωθεί είναι οι αρχαίοι Έλληνες. Αυτά τα πρώτα έργα ήταν γραμμένα για να πάρουν μέρος σε ετήσιους διαγωνισμούς που διοργανώνονταν στην Αθήνα γύρω στον 5ο αιώνα π.Χ.. [1] Αξιόλογοι θεατρικοί συγγραφείς όπως ο Αισχύλος, ο Σοφοκλής, ο Ευριπίδης και ο Αριστοφάνης καθιέρωσαν μορφές που εξακολουθούν να ακολουθούνται από τους σύγχρονους ομολόγους τους. Για τους αρχαίους Έλληνες, η δραματουργία περιλάμβανε την ποίηση, την «πράξη της δημιουργίας». Αυτή είναι η ρίζα της λέξης ποιητής. Γι' αυτό και η αρχαία δραματουργία ονομάζεται και δραματική ποίηση.

Η Ποιητική του Αριστοτέλη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Γρηγόριος Ξενόπουλος (1867-1951), Έλληνας συγγραφέας πολλών επιτυχημένων θεατρικών έργων

Τον 4ο αιώνα π.Χ., ο αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος Αριστοτέλης έγραψε το έργο Περί ποιητικής, στο οποίο ανέλυσε την αρχή της δράσης ή της πράξης ως βάση για την τραγωδία. Στη συνέχεια εξέτασε στοιχεία του δράματος: πλοκή (μύθος), χαρακτήρες (ἔθος), σκέψη (διάνοια), λεξιλόγιο (λέξις), μουσική (μελωδία), και θέαμα (όψις). Δεδομένου ότι οι μύθοι στους οποίους βασίστηκε η ελληνική τραγωδία ήταν ευρέως γνωστοί, η πλοκή είχε να κάνει με την επιλογή και την οργάνωση ήδη υπάρχοντος υλικού. Οι χαρακτήρες καθορίζονταν από επιλογή και από δράση. Η τραγωδία είναι μίμησις — «μίμηση σοβαρής πράξης». Ανέπτυξε την αντίληψη του Αριστοτέλη για την αμαρτία, το τραγικό ελάττωμα, ένα λάθος στην κρίση του πρωταγωνιστή, το οποίο παρέχει τη βάση για το έργο. Η ακόλουθη παράθεση είναι από το πρωτότυπο κείμενο του έργου:

ἔστιν οὖν τραγῳδία μίμησις πράξεως σπουδαίας καὶ τελείας μέγεθος ἐχούσης, ἡδυσμένῳ λόγῳ χωρὶς ἑκάστου τῶν εἰδῶν ἐν τοῖς μορίοις, δρώντων καὶ οὐ δι᾽ ἀπαγγελίας, δι᾽ ἐλέου καὶ φόβου περαίνουσα τὴν τῶν τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν. λέγω δὲ ἡδυσμένον μὲν λόγον τὸν ἔχοντα ῥυθμὸν καὶ ἁρμονίαν [καὶ μέλος], τὸ δὲ χωρὶς τοῖς εἴδεσι τὸ διὰ μέτρων ἔνια μόνον περαίνεσθαι καὶ πάλιν ἕτερα διὰ μέλους. ἐπεὶ δὲ πράττοντες ποιοῦνται τὴν μίμησιν, πρῶτον μὲν ἐξ ἀνάγκης ἂν εἴη τι μόριον τραγῳδίας ὁ τῆς ὄψεως κόσμος· εἶτα μελοποιία καὶ λέξις, ἐν τούτοις γὰρ ποιοῦνται τὴν μίμησιν.[2]

Νεοκλασική θεωρία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Ιταλική Αναγέννηση έφερε μια πιο αυστηρή ερμηνεία του κειμένου του Αριστοτέλη, καθώς αυτό το χαμένο έργο ήρθε στο φως στα τέλη του 15ου αι. Το νεοκλασικό ιδεώδες, που επρόκειτο να φτάσει στο απόγειό του στη Γαλλία του 17ου αι., βασιζόταν στις ενότητες δράσης, τόπου και χρόνου. Αυτό σήμαινε ότι ο θεατρικός συγγραφέας έπρεπε να δομήσει το έργο έτσι ώστε ο «εικονικός» του χρόνος να μην ξεπερνά τις 24 ώρες, ότι θα περιοριζόταν σε ένα μόνο σκηνικό και ότι δεν θα υπήρχαν δευτερεύουσες πλοκές. Άλλοι όροι, όπως η αληθοφάνεια, περιόρισαν σημαντικά το θέμα. Στη Γαλλία, τα έργα συχνά περιείχαν υπερβολικά πολλά γεγονότα, παραβιάζοντας έτσι τον 24ωρο περιορισμό της ενότητας του χρόνου. Ο νεοκλασικισμός δεν ήταν ποτέ το ίδιο δημοφιλής στην Αγγλία, με αποτέλεσμα τα έργα του Ουίλιαμ Σέξπιρ να έρχονται σε άμεση αντίθεση με αυτά τα μοντέλα, ενώ στην Ιταλία, η αυτοσχέδια κομέντια ντελ άρτε και η όπερα ήταν πιο δημοφιλείς μορφές. Στην Αγγλία, μετά τη μεσοβασιλεία και την παλινόρθωση της μοναρχίας το 1660, υπήρξε μια τάση προς τη νεοκλασική δραματουργία.

Μια δομική ενότητα που εξακολουθεί να είναι χρήσιμη στους θεατρικούς συγγραφείς σήμερα είναι η «γαλλική σκηνή», η οποία είναι μια σκηνή ενός έργου με αρχή και τέλος που χαρακτηρίζονται από αλλαγή στη σύνθεση των χαρακτήρων στη σκηνή και όχι από τα φώτα ή κάτω ή τα σκηνικά που αλλάζουν.[3]

Καλοφτιαγμένο θεατρικό έργο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Αγκάθα Κρίστι, συγγραφέας της Ποντικοπαγίδας, του μακροβιότερου θεατρικού έργου στην ιστορία

Τον 19ο αι., οι Γάλλοι θεατρικοί συγγραφείς Εζέν Σκριμπ και Βικτοριέν Σαρντού καθιέρωσαν το «καλοφτιαγμένο έργο»[4] ίσως το πιο σχηματικό από όλα τα είδη, που βασίζεται σε μια σειρά από συμπτώσεις (καλές ή κακές) οι οποίες καθορίζουν τη δράση. Αυτή η μορφή, που βασίζεται στην πλοκή βασίζεται συχνά σε κάποιο σκηνικό εύρημα, όπως ένα ποτήρι νερό[5] ή μια επιστολή που αποκαλύπτει ένα μυστικό. Στις περισσότερες περιπτώσεις, ο χαρακτήρας που μαθαίνει το μυστικό παρερμηνεύει το περιεχόμενό του, πυροδοτώντας μια αλυσίδα γεγονότων. Έτσι, τα «καλοφτιαγμένα έργα» βασίζονται σε διάφορες πλοκές που οδηγούν σε «αποκαλύψεις» και «ανατροπές», αντί να βασίζονται στους χαρακτήρες τους. Το κουκλόσπιτο του Χένρικ Ίψεν είναι ένα παράδειγμα καλοφτιαγμένης δομής (χτισμένης γύρω από την ανακάλυψη της επιστολής του Κρόγκσταντ) που άρχισε να ενσωματώνει μια πιο ρεαλιστική προσέγγιση των χαρακτήρων. Η αποχώρηση του χαρακτήρα της Νόρας υποκινείται τόσο από την «επιστολή» και την αποκάλυψη ενός «παλιού μυστικού» όσο και από τη δική της αποφασιστικότητα. Το καλοφτιαγμένο έργο διείσδυσε σε άλλες μορφές γραφής και εξακολουθεί να εμφανίζεται σε δημοφιλείς μορφές όπως το αστυνομικό μυθιστόρημα.

Σύγχρονοι θεατρικοί συγγραφείς[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι σύγχρονοι θεατρικοί συγγραφείς συχνά δεν φτάνουν το ίδιο επίπεδο φήμης όπως παλιότεροι συγγραφείς, καθώς το θέατρο δεν είναι πλέον η μόνη διέξοδος ψυχαγωγίας. Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι θεατρικές σκηνές κατακλύζονται από αναβιώσεις δημοφιλών παραστάσεων, όπως Η ποντικοπαγίδα της Άγκαθα Κρίστι, και οι μεγάλες παραγωγές μιούζικαλ. Έτσι, για παράδειγμα, στη θεατρική σκηνή του Μπρόντγουεϊ της Νέας Υόρκης, οι θεατρικοί συγγραφείς δυσκολεύονται να κερδίσουν τα προς το ζην μέσω της συγγραφής, πόσο μάλλον να δημιουργήσουν μεγάλες επιτυχίες.[6]

Ανάμεσα στους σημαντικούς σύγχρονους Έλληνες θεατρικούς συγγραφείς που θεωρούνται κλασικοί είναι οι: Γρηγόριος Ξενόπουλος (Το μυστικό της Κοντέσσας Βαλέραινας, Στέλλα Βιολάντη, Ο ποπολάρος),[7] Παντελής Χορν (Ο Σέντζας, Το φιντανάκι, Φλαντρώ),[8] Σπύρος Μελάς (Ρήγας Βελεστινλής, Ιούδας, Ο μπαμπάς εκπαιδεύεται),[9] Ιάκωβος Καμπανέλλης (Η αυλή των θαυμάτων, Αόρατος θίασος, Η έβδομη ημέρα της δημιουργίας),[10] και Λούλα Αναγνωστάκη (Ο ουρανός κατακόκκινος, Η συναναστροφή, Ο ήχος του όπλου).[11]

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Fraser, Neil. playwright History Explained, The Cowood Press, 2004, page 11
  2. «ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ: Ποιητική». www.greek-language.gr. Ανακτήθηκε στις 23 Μαρτίου 2024. 
  3. Internet Archive, Kathleen (1994). Playwriting : the first workshop. Boston : Focal Press. σελ. 154. ISBN 978-0-240-80190-2. 
  4. Φαρίνου-Μαλαματάρη, Γεωργία (2015). «Γ. Μ. Βιζυηνός, «Ερρίκος Ίβσεν»: Οι πηγές». Σκηνή (7). ISSN 2241-0813. https://ejournals.lib.auth.gr/skene/article/view/4927. 
  5. Όπως στο έργο του Εζέν Σκριμπ Ένα ποτήρι νερό.
  6. Soloski, Alexis (21 Μαΐου 2003). «The Plays What They Wrote: The Best Scripts Not Yet Mounted on a New York Stage». The Village Voice. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 10 Δεκεμβρίου 2007. Ανακτήθηκε στις 23 Απριλίου 2012. 
  7. «Γρηγόριος Ξενόπουλος». Εθνικό Θέατρο. Ανακτήθηκε στις 23 Μαρτίου 2024. 
  8. «Παντελής Χορν». Εθνικό Θέατρο. Ανακτήθηκε στις 23 Μαρτίου 2024. 
  9. «Σπύρος Μελάς». Εθνικό Θέατρο. Ανακτήθηκε στις 23 Μαρτίου 2024. 
  10. «Ιάκωβος Καμπανέλλης». Εθνικό Θέατρο. Ανακτήθηκε στις 23 Μαρτίου 2024. 
  11. «Λούλα Αναγνωστάκη». Εθνικό Θέατρο. Ανακτήθηκε στις 23 Μαρτίου 2024. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]