Ελληνικά Αχλαδιών

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Το 1952, στο πλαίσιο ανασκαφής της Αρχαιολογικής Εταιρείας πλησίον του οικισμού Αχλαδίων Σητείας (νομού Λασιθίου), ερευνήθηκε η θέση «Ελληνικά» επί του λόφου Κεφάλα. Βρέθηκαν αφενός κατάλοιπα και κεραμική γεωμετρικής έως αρχαϊκής περιόδου, αφετέρου κτηριακά λείψανα και κιβωτιόσχημοι τάφοι ελληνορωμαϊκών χρόνων.

Εισαγωγή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το χωριό Αχλάδια βρίσκεται στο νομό Λασιθίου (επαρχία Σητείας) περίπου 6 χλμ. νότια της Σητείας, σε μια κατάφυτη περιοχή όπου σχηματίζονται αρκετές μικρές κοιλάδες. Μια από αυτές δημιουργείται, ανατολικά του σύγχρονου οικισμού, στη θέση «Πλατύσκινος», μεταξύ των λοφίσκων Κεφάλα και Χαλέπα. Η υψηλότερη κορυφή και οι νότιες κλιτύες της δυτικότερα κείμενης Κεφάλας φέρουν το τοπωνύμιο «Ελληνικά», όχι τυχαία καθώς στο χώρο είναι εμφανή αρχαία κτηριακά κατάλοιπα.

Η ιστορία των ανασκαφών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η περιοχή γύρω από το λοφίσκο Κεφάλα έχει μεγάλο αρχαιολογικό ενδιαφέρον. Το 1952 ο τότε Έφορος Αρχαιοτήτων Νικόλαος Πλάτων ανέσκαψε, δαπάναις της Αρχαιολογικής Εταιρείας, υστερομινωικό θολωτό τάφο και κεραμικό κλίβανο στον Πλατύσκινο και το 1959 μεσομινωική οικία στη θέση «Ρίζα» (βλ. σχετικά λήμματα). Επιπλέον, το 1952 διενήργησε αυτοψία σε κατάλοιπα ιστορικών χρόνων στα Ελληνικά. Στις αρχές της δεκαετίας του 1990 ελληνοϊταλική αποστολή διεξήγαγε μερική ανασκαφή νεοανακτορικού οικισμού στον Πλατύσκινο και ερεύνησε την ευρύτερη περιοχή των Αχλαδίων. Στο πλαίσιο αυτό, κατά το έτος 1991 πραγματοποιήθηκε και επιφανειακή έρευνα στην Κεφάλα.

Οι αρχαιότητες στο λοφίσκο Κεφάλα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ν. Πλάτων κατά την αυτοψία του το 1952 διαπίστωσε την ύπαρξη εκτεταμένων κτηριακών λειψάνων οικισμού, ο οποίος, κατά τη γνώμη του, πρέπει να χρονολογηθεί στους πρώιμους ιστορικούς χρόνους, λόγω της ύπαρξης αρκετής ανατολίζουσας, αρχαϊκής, αλλά και γεωμετρικής κεραμικής. Ταυτόχρονα, επισημαίνει την ύπαρξη κτισμάτων και τάφων ελληνορωμαϊκών χρόνων. Περιγράφει έναν λαξευτό στο βράχο κιβωτιόσχημο τάφο, ενώ αναφέρει και κόσμημα προερχόμενο από τις ταφές, ένα χρυσό ενώτιο που αγόρασε από εντόπιο, το οποίο φέρει έκτυπο έλασμα που απεικονίζει γρύπα με ανοιχτά φτερά. Κατά την έρευνα του 1991 ήταν ορατές λιθόπλινθοι που επαναχρησιμοποιήθηκαν σε αγροτικές εργασίες, αλλά οι περισσότερες αρχαιότητες που περιέγραψε ο Πλάτων είχαν καταστραφεί. Κοντά σε ένα τοίχο βενετοτουρκικής περιόδου εντοπίστηκαν ίχνη κατάληψης του 7ου-6ου αιώνα π. Χ. και πραγματοποιήθηκε περισυλλογή θραυσμάτων πίθων με εμπίεστη διακόσμηση. Δυτικά του τοίχου βρέθηκαν δύο θαλαμοειδείς τάφοι απροσδιόριστης χρονολογίας, ενώ νοτιοανατολικά, στην περιοχή των Ελληνικών, πέραν κάποιων προϊστορικών λειψάνων καταγράφηκαν τουλάχιστον τρεις λαξευτοί τάφοι, οι οποίοι ταυτίζονται με εκείνους που περιέγραψε ο Πλάτων.

Συμπερασματικά, για τους ιστορικούς χρόνους τα διαθέσιμα ευρήματα δείχνουν χρήση του λόφου Κεφάλας κατά τη γεωμετρική, ανατολίζουσα και αρχαϊκή περίοδο, ενώ κτηριακά κατάλοιπα και τάφοι στα Ελληνικά μαρτυρούν την κατάληψη του χώρου κατά τα ελληνορωμαϊκά χρόνια. Φαίνεται πιθανό ότι τουλάχιστον κατά τους πρώιμους ιστορικούς χρόνους ήταν σε χρήση αρκετές θέσεις στην περιοχή των Αχλαδίων, καθώς η ελληνοϊταλική αποστολή βρήκε κεραμική ανατολίζουσας περιόδου στο λοφίσκο Χαλέπα, ενώ στη θέση «Λαψανάρι» έχουν έρθει στο φως γυναικεία ειδώλια, πλακίδιο με ανδρική μορφή και λύχνος αρχαϊκών χρόνων. Επίσης, το 1961 στη θέση «Παναγιά» βρέθηκε εξάμυξος λύχνος.

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Ν. Πλάτων, Ανασκαφή ΥΜ ΙΙΙ λαξευτών τάφων εις την περιοχήν Επισκοπής και Σταμνιών Πεδιάδος Ηρακλείου. Ανασκαφαί περιοχής Σητείας, ΠΑΕ 1952, 646.
  • Ν. Πλάτων, Η αρχαιολογική κίνησις εν Κρήτη κατά το έτος 1952, Κρητ. Χρον. 6, 1952, 476-477.
  • Ν. Πλάτων, ΑΔ 16, 1961-1960 (1962), Χρον. 261 [θέση «Λαψανάρι»].
  • Ν. Πλάτων – Κ. Δαβάρας, ΑΔ 17, 1961-1962 (1963) Β, Χρον., 290 [θέση «Παναγιά»].
  • I. F. Sanders, Roman Crete. An Archaeological Survey and Gazetteer of Late Hellenistic, Roman and Early Byzantine Crete (Warminister-Wilts 1982), 138 αρ. 1/43.
  • Ν. Π. Παπαδάκης, Σητεία. Η πατρίδα του Μύσωνα και του Κορνάρου. Οδηγός για την ιστορία, αρχαιολογία, πολιτισμό της 2(Σητεία 1989), 22-24.
  • M. Tsipopoulou – L. Vagneti, Achladia. Scavi e ricerche della Missione Greco-Italiana in Creta Orientale (1991-1993) (Roma 1995), 23-24, 70 εικ. 5 [τοπογραφικό περιοχής].
  • M. Prent, Cretan Sanctuaries and Cults. Continuity and Change from Late Minoan IIIC to the Archaic Period (Leiden-Boston 2005), 302 [θέση «Λαψανάρι»].

Αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]