Γερβέργη της Σαξονίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Γερβέργη της Σαξονίας
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Gerberge de Saxe (Γαλλικά)
Προφορά
Γέννηση913
Νορντχάουζεν
Τόπος ταφήςΒασιλική του Σαιν-Ρεμί
Χώρα πολιτογράφησηςΓαλλία
ΘρησκείαΡωμαιοκαθολική Εκκλησία
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΓαλλικά
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταπολιτικός
Οικογένεια
ΣύζυγοςΛουδοβίκος Δ΄ της Γαλλίας (από 939)[1]
Γιλβέρτος της Λωρραίνης (από 928)[1]
ΤέκναΑλμπεράλντε της Λοθαριγγίας
Hedwig von Lothringen
Henry of Lothringia[2]
Γερβέργη της Λοθαριγγίας
Λοθάριος της Φραγκίας
Ματθίλδη της Γαλλίας
Κάρολος της Κάτω Λοθαριγγίας
Prince Charles des Francs[2]
ΓονείςΕρρίκος Α΄ ο Ορνιθοθήρας και Ματθίλδη του Ρίνγκελχαϊμ
ΑδέλφιαΧέντβιχ της Σαξονίας
Ερρίκος Α΄ της Βαυαρίας
Όθων Α΄ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας
Μπρούνο ο Μέγας
Τάνκμαρ
ΟικογένειαΔυναστεία των Οθωνιδών
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμαd:Q50245121 (από 959)[3]
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Η Γερβέργη της Σαξονίας (Gerberga von Sachsen, επίσης γνωστή ως Γερβέργη της Γαλλίας,  913 - Ρενς5 Μαΐου 984)[1] από τον Οίκο των Οθωνιδών ήταν βασίλισσα της Γαλλίας και θρησκευτική μεταρρυθμίστρια που έπαιξε σημαντικό ρόλο στην μεταβίβαση της βασιλικής εξουσίας από τον Οίκο των Καρολιδών στον Οίκο των Οθωνιδών και στην μεταξύ τους επικοινωνία καθώς ήταν μέλος της Οθωνικής Δυναστείας αλλά ήταν και απόγονος του Καρλομάγνου. Ήταν κόρη του βασιλιά της Γερμανίας Ερρίκου του κυνηγού και της Ματθίλδης του Ρίνγκελχαϊμ και αδελφή του Όθωνα Α΄. Περιγράφεται ως μορφωμένη, έξυπνη και ήταν ένας από τους πιο ισχυρούς ανθρώπους της εποχής της. Προς το τέλος της ζωής της έγινε μοναχή.

Η ζωή της[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεννήθηκε περίπου το 913 και κατά πάσα πιθανότητα ήταν το μεγαλύτερο παιδί του Ερρίκου Α΄ και της δεύτερης συζύγου του Ματθίλδης. Ο αμέσως επόμενος γιος της οικογένειας ήταν ο Όθωνας Α΄ που αργότερα διαδέχθηκε και τον πατέρα του στον γερμανικό θρόνο.

Ο γάμος με τον Γιλβέρτο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 928 παντρεύτηκε τον Γιλβέρτο της Λωρραίνης με σκοπό τον έλεγχο της Λοθαριγγίας από την οικογένειά της. Μέσω του γάμου του με την Γκέρμπεργκα που είχε ως συνέπεια την διασύνδεσή του με την βασιλική οικογένεια της Γερμανίας, ο Γιλβέρτος απέκτησε τον τίτλο του Δούκα της Λωρραίνης. Κατά τα επόμενα χρόνια η Γκέρμπεργκα, σύμφωνα με τον σκοπό του γάμου της, καλλιέργησε επαφές και γνωριμίες με διάφορες ισχυρές οικογένειες της Λοθαριγγίας.

Η Γκέρμπεργκα έκανε με τον Γιλβέρτο τέσσερα παιδιά:

  • την Αλβεράδη της Λωρραίνης που γεννήθηκε περίπου το 929,
  • τον Ερρίκο που γεννήθηκε περίπου το 932,
  • την Γερβέργη της Λοθαριγγίας που γεννήθηκε περίπου το 935,
  • την Βιλτρούδη που γεννήθηκε περίπου το 937.

Το 936 ο βασιλιάς της Γερμανίας (και πατέρας της Γκερμπέργκας) Ερρίκος πέθανε και στον θρόνο ανέβηκε ο γιος του (και αδερφός της Γκερμπέργκα) Όθωνας Α΄. Η Γκέρμπεργκα και ο Γιλβέρτος αρχικά στήριξαν την υποψηφιότητα του Όθωνα για την κατάληψη του γερμανικού θρόνου αλλά αυτή η στήριξη ήταν ασταθής λόγω των βλέψεων του Γιλβέρτου, που τότε ήταν πολύ πιο ισχυρός από τον Όθωνα,[4] αλλά και λόγω των πολύ άσχημων σχέσεων του τελευταίου με την αδελφή του την Γκέρμπεργκα που προέκυψαν κατά κύριο λόγο από την προσπάθειά του να την ελέγξει και να την χρησιμοποιήσει ως υποχείριο για τις δικές του βλέψεις. Ο Όθωνας μάλιστα είχε πάρει χωρίς την έγκρισή της τα δύο από τα παιδιά της, τον Ερρίκο και την Γκέρμπεργκα, για να μεγαλώσουν στο δικό του παλάτι με την δική του επιρροή έτσι ώστε να τα χρησιμοποιήσει όταν ερχόταν η κατάλληλη στιγμή υπέρ των συμφερόντων του. Το Ερρίκο μάλιστα τον προόριζε να αναλάβει την ηγεσία της Λοθαριγγίας αλλά αυτό δεν έγινε ποτέ γιατί ο μικρός πέθανε νωρίς.

Κατά τα επόμενα χρόνια οι σχέσεις του ζευγαριού Γκέρμπέργκας και Γιλβέρτου με τον Όθωνα Α΄ έγιναν ακόμα χειρότερες και το 938 ο Γιλβέρτος επαναστάτησε ενάντια στον Όθωνα και δήλωσε την στήριξή του στον βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκο Δ΄. Το σχέδιο ήταν να σκοτώσουν τον Όθωνα και να βάλουν στον θρόνο τον μικρότερο αδερφό του τον Ερρίκο. Λίγους μήνες μετά όμως η υπόθεση έληξε άδοξα καθώς ο Γιλβέρτος ηττήθηκε στην μάχη του Άντερναχ και στην προσπάθειά του να διαφύγει διασχίζοντας ένα ποτάμι με άλογο, πνίγηκε.

Ο γάμος με τον Λουδοβίκο Δ΄[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά τον θάνατο του συζύγου της η Γκέρμπεργκα δεν έμεινε για πολύ χήρα γιατί γνώριζε ότι, έχοντας εχθρό τον Όθωνα, η θέση της ήταν εξαιρετικά δυσχερής και χρειαζόταν προστασία. Έτσι με συνοπτικές διαδικασίες παντρεύτηκε τον Λουδοβίκο Δ΄, κάτι που προκάλεσε πολλές συζητήσεις εκείνη την εποχή και για ορισμένους ήταν η απόδειξη ότι εκείνη βρισκόταν πίσω από τις επαναστάσεις και τις αμφισβητήσεις σε βάρος του Όθωνα. Εκείνη την εποχή οι σχέσεις των δύο αδελφών είχαν φτάσει πραγματικά στο ναδίρ. Χαρακτηριστικό είναι ότι ο Όθωνας προσπάθησε να ξεφορτωθεί την αδελφή του και να την βγάλει από τη μέση προτείνοντας στον Δούκα της Βαυαρίας, Μπέρτχολντ, να την παντρευτεί «αν κατάφερνε να την αιχμαλωτίσει». Ο Μπέρτχολντ όμως αρνήθηκε γιατί η Γκέρμπεργκα είχε ήδη παντρευτεί τον Λουδοβίκο. Τότε ήταν που ο Ερρίκος, ο μικρότερος αδελφός του Όθωνα και της Γκερμπέργκας, που κι αυτός ήταν δυσαρεστημένος γιατί ο αδελφός του τον είχε παραγκωνίσει καταλαμβάνοντας τον γερμανικό θρόνο, έφυγε από το παλάτι και πήγε να βρει καταφύγιο στην αδελφή του με σκοπό να συνεχίσει την εξέγερση από εκεί. Τότε, σύμφωνα με τον Λιουτπράνδο, η Γκέρμπεργκα τον απέτρεψε και τον έπεισε να επιστρέψει στο παλάτι του Όθωνα και να δηλώσει υποταγή όπως και έγινε. Αυτό το περιστατικό δείχνει και τον βαθμό στον οποίο ασκούσε επιρροή η Γκέρμπεργκα στον Ερρίκο.

Η Γκέρμπεργκα επέλεξε να παντρευτεί τον Λουδοβίκο για τους δικούς της πολιτικούς και άλλους λόγους και, παρά το γεγονός ότι ο νέος της σύζυγος δεν ήταν κάποιος που μπορούσε να χειραγωγήσει, ο γάμος αυτός ήταν σχέδιο της ιδίας και εξυπηρετούσε ξεκάθαρα τα συμφέροντά της. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι όταν παντρεύτηκε για δεύτερη φορά η Γκέρμπεργκα ήταν είκοσι έξι και είχε υπό τον έλεγχό της ολόκληρη την Λοθαριγγία ενώ ο Λουδοβίκος ήταν μόλις δεκαοκτώ και χωρίς ιδιαίτερη πολιτική δύναμη. Η Γκέρμπεργκα ήταν ξεκάθαρα η κινητήριος δύναμη του γάμου τους.

Η Γκέρμπεργκα έκανε με τον Λουδοβίκο οκτώ παιδιά:

  • τον Λοθάριο που γεννήθηκε το 941 και έγινε βασιλιάς της Δυτικής Φραγκίας όταν ενηλικιώθηκε
  • την Χίλντεγκαρντ που γεννήθηκε περίπου το 944
  • τον Κάρολο ή Καρλομάνο που γεννήθηκε περίπου το 945
  • την Ματθίλδη της Γαλλίας που γεννήθηκε περίπου το 943
  • τον Λουδοβίκο που γεννήθηκε περίπου το 948
  • την Αλβεράδη που γεννήθηκε κάποια στιγμή πριν το 953
  • τον Κάρολο που γεννήθηκε το 953 (πέθανε σχεδόν αμέσως μετά την γέννησή του)
  • τον Ερρίκο που γεννήθηκε το 953 (πέθανε σε ηλικία πέντε ετών)

Οι ανταγωνιστικές σχέσεις της Γκερμπέργκας και του Λουδοβίκου με τον Όθωνα αντικατοπτρίζονται και στα ονόματα που έδωσαν στα παιδιά τους καθώς η ονοματοδοσία εκείνη την εποχή, ειδικά για τις οικογένειες των ευγενών, ήταν κάτι εξαιρετικά σημαντικό όχι μόνο σε συμβολικό επίπεδο αλλά και σε επίπεδο διεκδίκησης εξουσίας που στηριζόταν σε κληρονομικά δικαιώματα. Για παράδειγμα, ο πρώτος γιος τους, ο Λοθάριος, ονομάστηκε έτσι ως άμεση και συνεχής υπενθύμιση ότι η Δυτική Φραγκία διεκδικούσε άμεσα την Λοθαριγγία. Ο δεύτερος γιος τους επίσης, ο Κάρολος, πήρε ένα όνομα που είχαν πολλοί πρόγονοί του από την πλευρά του πατέρα του όπως ήταν ο παππούς του ο Κάρολος ο Απλός ή ο Κάρολος ο Φαλακρός ή ακόμα και ο Καρλομάγνος. Αυτό ήταν ένας τρόπος για να έρχεται συνεχώς στο προσκήνιο και να υπενθυμίζεται η νομιμότητα της διεκδίκησης του θρόνου από τον Λουδοβίκο και την οικογένειά του που προέρχονταν από την δυναστεία των Καρολιδών. Παρά το γεγονός ότι σε επίσημο διπλωματικό επίπεδο οι σχέσεις του βασιλιά της Δυτικής Φραγκίας και του βασιλιά της Γερμανίας χαρακτηρίζονταν ως amicitia, δηλαδή φιλικές, στην πραγματικότητα ήταν εξαιρετικά τεταμένες και υπήρξαν ως και προσωπικές προσβολές.

Τα πράγματα άλλαξαν το 945 όταν οι Βίκινγκς κατέλαβαν την Νορμανδία και έπιασαν αιχμάλωτο τον Λουδοβίκο. Τότε η Γκέρμπεργκα αφύπνισε το δίκτυο επιρροής που είχε σχηματίσει κατά την διάρκεια του γάμου της με τον Γιλβέρτο και άσκησε πιέσεις στον Όθωνα να βοηθήσει τον Λουδοβίκο παρά τις άσχημες σχέσεις τους.[5] Έτσι το 946 ο Όθωνας, εκστράτευσε εναντίον των Βίκινγκ και τους εκδίωξε και απελευθέρωσε τον γαμπρό του, τον Λουδοβίκο. Τρία χρόνια μετά και ο Λουδοβίκος ανταπέδωσε την χάρη στηρίζοντας τον Όθωνα σε μία διαμάχη σχετικά με την αρχιεπισκοπή του Ρέιμς. Αυτά τα περιστατικά οδήγησαν στον κατευνασμό της μεταξύ τους διαμάχης.

Η ακμή της[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παρά το γεγονός ότι κατά τη εποχή της διαμάχης της με τον Όθωνα η Γκέρμπεργκα έπαιξε σημαντικό ρόλο στις πολιτικές εξελίξεις αυτό έγινε κατά κύριο λόγο παρασκηνιακά και μέσω των συζύγων της. Η παρουσία της στα επίσημα έγγραφα και στις αποφάσεις είναι ελάχιστη. Για εκείνη (αλλά και για τον σύζυγό της τον Λουδοβίκο Δ΄) ήταν η εποχή της ειρήνης και της ηρεμίας που ακολούθησε από το 946 και μετά που σήμανε την αρχή της επίσημης εξουσίας τους.

Το 946 ήταν μία χρονιά σημαντικών πολιτικών αλλαγών κατά την οποία μετατοπίστηκε ο άξονας ισχύος στην ευρωπαϊκή ήπειρο λόγω του θανάτου του βασιλιά Εδμόνδου Α΄ της Αγγλίας αλλά κυρίως λόγω του θανάτου της βασίλισσας Έντιθ της Αγγλίας που μέχρι τότε ήταν σύζυγος του Όθωνα Α΄. Αυτή ήταν η αρχή της αποσύνθεσης του ισχυρού πολιτικού δικτύου που είχαν σχηματίσει οι ευγενείς γυναίκες της Αγγλίας και μέσω του οποίου επηρέαζαν τις πολιτικές εξελίξεις στην Ευρώπη. Αυτή ήταν και η αρχή της μεταφοράς του κέντρου της εξουσίας από τους Καρολίδες στους Όθωνες. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που η ισχύς της Γκερμπέργκας αυξήθηκε σημαντικά μετά τον θάνατο της Έντιθ όπως επίσης και η ισχύς της μητέρας της, της Ματθίλδης του Ρίγκενχαϊμ, η οποία είχε σχεδόν εξαφανιστεί από το προσκήνιο και ξαναεμφανίστηκε ακριβώς την στιγμή που πέθανε η νύφη της. Τότε ήταν που αποκαταστάθηκαν και οι σχέσεις ανάμεσα στον Όθωνα και τον μικρότερο αδερφό του τον Ερρίκο μετά από παρέμβαση της μητέρας τους, Ματθίλδης. Χαρακτηριστικό επίσης είναι και το γεγονός ότι η κόρη που έκαναν η Γκέρμπεργκα και ο Λουδοβίκος το 948 ονομάστηκε Ματθίλδη, κάτι που έγινε στο εντελώς αντίθετο πνεύμα με την ονοματοδοσία του Λοθάριου.

Το 951 ένα άλλο περιστατικό συνέβαλλε και αυτό στην αύξησης της ισχύος της Γκερμπέργκας. Η πεθερά της, Εντγκίβα (που ήταν και αδερφή της Έντιθ), ήρθε σε σύγκρουση με τον γιο της Λουδοβίκο Δ΄ και αποχώρησε από την αυλή του και παντρεύτηκε τον εχθρό του, Κόμη Χέρμπερτ Γ΄ τον Γηραιό. Αυτό εξόργισε το Λουδοβίκο και τον ώθησε στο να δωρίσει όλη τη γη της μητέρας του στην σύζυγό του καθώς και τον έλεγχο όλων των εκκλησιών και των αββαείων που κατείχε μέχρι τότε. Αυτό έδωσε ακόμα μία ώθηση στην εξουσία της Γκερμπέργκας η οποία έφτασε να θεωρείται μία από τις πιο ισχυρές προσωπικότητες της εποχής της. Χαρακτηριστικό είναι ότι το όνομά της εμφανίζεται στην κορυφή της λίστας των υπογραφόντων ενός εγγράφου που τους αποκαλεί συλλογικά «regni nostri primores», δηλαδή «οι πιο εξέχοντες ευγενείς του βασιλείου μας» και είναι η μοναδική γυναίκα ανάμεσα σε μία σειρά από αρχιεπισκόπους, επισκόπους, κόμηδες και άλλους σημαντικούς άντρες της εποχής που υπογράφουν.[6]

Η Γκερμπέργα, οπλισμένη με την εξουσία που της έδιναν η προίκα της στην Λοθαριγγία, τα κληρονομήματα στην Δυτική Φραγκία που έλαβε από την πεθερά της Έντιθ, τα εδάφη και ο έλεγχος των εκκλησιαστικών ιδρυμάτων που έλαβε από τον σύζυγό της μετά την απομάκρυνσή του από την μητέρα του, αλλά κυρίως η αποδέσμευση από το πολιτικό δίκτυο των καρολίγγειων γυναικών, ξεκίνησε μία εκτεταμένη θρησκευτική μεταρρύθμιση που αποσκοπούσε στην προσαρμογή της μοναστικής ζωής στον πιο αυστηρό Βενεδίκτειο Κανόνα και ονομάστηκε Λοθαρίγγεια Μεταρρύθμιση γιατί αφορούσε κατά κύριο λόγο την περιοχή της Λοθαριγγίας. Πρέπει να σημειωθεί ότι μία θρησκευτική μεταρρύθμιση, πέρα από το θρησκευτικό υπόβαθρο που σαφέστατα είχε, διέθετε και μία πολιτική διάσταση που συχνά ήταν και το κύριο κίνητρο για την επιβολή της. Ο ιστορικός Σάιμον Μακλίν έγραψε στο βιβλίο του «Ottonian Queenship»:

«Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα μεγάλα μοναστήρια συνήθως κατείχαν τεράστιες εδαφικές εκτάσεις, τα διοικούσαν και ζούσαν σε αυτά μέλη της κυρίαρχης τάξης και μπορούσαν να παίξουν κομβικό ρόλο στα κοινωνικά δίκτυα της ελίτ. Η μεταρρύθμιση αποτελούσε έναν τρόπο ξεκάθαρης επιβολής εξουσίας (και επιβολής αλλαγών στους διοικούντες) που συνέβαλλε στην ισχυροποίηση του ελέγχου πάνω σε αυτά τα ιδρύματα και τις περιοχές επιρροής τους.»[7]

Ο αρχιεπίσκοπος Άντσο σε επιστολή του προς την Γκέρμπεργκα την αποκαλεί «μητέρα των μοναχών και ηγέτιδα των ιερών παρθένων»,[8] χαρακτηρισμός ιδιαίτερα ασυνήθιστος για μία βασίλισσα, αλλά ο Άντσο μιλούσε με την γλώσσα των Βενδικτίνων. Ο τίτλος «μητέρα των μοναχών» προφανώς ήταν το αντίστοιχο του «πατέρα των μοναχών» με το οποίο προσφωνούσαν τον ίδιον τον Άγιο Βενέδικτο ενώ «παρθένοι» ήταν το όνομα που αποκαλούσαν τους εαυτούς τους οι Βενεδικτίνοι μοναχοί. Αυτό δείχνει την εξαίρετη θέση που κατείχε η Γκέρμπεργκα στην συνείδηση του Τάγματος των Βενεδικτίνων.

Αυτός ο συσχετισμός της ιδιότητάς της ως βασίλισσα με τον μοναχισμό ήταν κάτι που στην εποχή της (τέλη του 9ου αι.) είχε προκύψει ως ανάγκη έτσι ώστε να δικαιολογήσει αλλά και να κάνει πιο ανεκτή την ολοένα και πιο αυξανόμενη εξουσία των γυναικών στις βασιλικές αυλές της Ευρώπης. Μία ισχυρή βασίλισσα έδειχνε επικίνδυνη και απρόβλεπτη στα μάτια εκείνων που είχαν συνηθίσει στις ξεκάθαρα αντρικές δυναστείες και ο μόνος τρόπος για να γίνει αποδεκτή ήταν να περάσει μέσα από το πρίσμα της θρησκείας έτσι ώστε να «καθαγιασθεί» και να αποκτήσει έναν πιο οικείο χαρακτήρα όπως εκείνον που είχαν οι μυθικές βασίλισσες του Ισραήλ όπως η Εσθήρ και η Ιουδήθ αλλά και η ίδια η Παρθένος Μαρία, η Βασίλισσα των Ουρανών. Σε μία κοινωνία που οι μοναχοί αποκαλούνται «παρθένοι» και οι γυναίκες θεωρούνται ηγέτιδές τους, η γυναικεία εξουσία, και συγκεκριμένα η εξουσία της Γκερμπέργκας, μπορούσαν να γίνουν πιο εύκολα αποδεκτές.[9] Αυτό επέτρεψε στην Γκέρμπεργκα να παίξει έναν κρίσιμο πολιτικό ρόλο κατά τα πέντε τελευταία χρόνια ζωής του συζύγου της Λουδοβίκου.

Μέχρι το 950 οι γνωριμίες της Γκερμπέργκας και η επιρροή της είχαν αποκαταστήσει την επικοινωνία ανάμεσα στις αυλές των Οθωνιδών και της Φραγκίας ενώ το 953 που ο πρωτότοκος γιος του Όθωνα Α΄ από την πρώτη του γυναίκα, την Έντιθ, ο Λιούντολφ, επαναστάτησε εναντίον του, η Γκέρμπεργκα και κατά συνέπεια όλη η Δυτική Φραγκία αρνήθηκε να τον βοηθήσει. Αυτό δείχνει και το πόσο καλές ήταν πια οι σχέσεις της με τον Όθωνα. Από το 956 που πέθανε ο Ούγος ο Μέγας και τον διαδέχτηκε η σύζυγός του η Χέντβιχ της Σαξονίας, που ήταν η μικρότερη αδερφή της Γκερμπέργκας, όλα τα εδάφη βόρεια των Άλπεων που άνηκαν στους Καρολίδες είχαν περάσει πλέον στα χέρια τεσσάρων Οθωνιδών αδελφών: Της Γκερμπέργκας, της Χέντβιχ, του Όθωνα Α΄ και του αρχιεπίσκοπου Μπρούνο της Κολονίας.

Η εποχή της χηρείας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 954 όμως ο Λουδοβίκος πέθανε ξαφνικά από πτώση από άλογο σε ηλικία τριάντα τεσσάρων ετών. Αυτό κάτω από άλλες συνθήκες θα ήταν το τέλος της εξουσίας της Γκερμπέργκας καθώς μία χήρα αναμενόταν να αποσυρθεί και φυσικά να μην ξαναπαντρευτεί αλλά η Γκέρμπεργκα ήταν πολύ ισχυρή για κάτι τέτοιο. Δεν ήταν μόνο οι διασυνδέσεις της, η περιουσία της και η στήριξη της Εκκλησίας που την ισχυροποιούσαν αλλά και το γεγονός ότι ο μεγαλύτερος γιος της με τον Λουδοβίκο, ο Λοθάριος, ήταν πια έφηβος, δηλαδή αρκετά μεγάλος για να διεκδικεί την διαδοχή, όχι μόνο του θρόνου της Δυτικής Φραγκίας, αλλά και εκείνου της Γερμανίας καθώς οι γιοί του Όθωνα ήταν ακόμα πολύ μικροί. Ταυτόχρονα ήταν ακόμα πολύ μικρός για να μπορεί να ασκεί την διεκδίκησή του μόνος του, δηλαδή χωρίς την συμμετοχή της μητέρας του. Έτσι η Γκέρμπεργκα εξασφάλισε γρήγορα την στέψη του Λοθάριου ως βασιλιά της Δυτικής Φραγκίας και βασίλεψε για λογαριασμό του μέχρι τη ενηλικίωσή του. Το αξιοσημείωτο στην περίπτωσή της ήταν πως εξακολούθησε να ασκεί βασιλική εξουσία ακόμα και μετά.

Το γεγονός ότι η Γκέρμπεργκα όντας χήρα και με έναν ενήλικο γιο βασιλιά εξακολουθούσε να ασκεί εξουσία ήταν κάτι όχι μόνο πρωτόγνωρο για την εποχή της αλλά και σκανδαλιστικό. Μία χήρα ήταν εύκολος στόχος για σκληρή κριτική που συχνά επικεντρώνονταν στην ηθική της όσον αφορά τα κίνητρά της και τον χαρακτήρα της. Τέτοιου είδους ισχυρές και πολιτικά ενεργές χήρες συχνά κατηγορούνταν για μακιαβελισμό και τους αποδίδονταν ένα σωρό εγκληματικές πράξεις όπως προδοσίες και πολιτικές δολοφονίες. Ο τρόπος που επίλυαν τέτοιου είδους προβλήματα οι Όθωνες συνήθως ήταν μέσω της «αγιοποίησης» της γυναικείας εξουσίας και αυτός ήταν και ο λόγος που, με την ενηλικίωση του Λοθάριου, η Γκέρμπεργκα έγινε μοναχή στο μοναστήρι Νοτρ Νταμ στο Σουασόν. Τότε ήταν που γράφτηκε το Vita S. Chrothildis reginae francorum (Ο Βίος της Κλοτίλδης της βασίλισσας των Φράγκων). Αυτό το κείμενο ήταν μια ιστορική καταγραφή της ζωής της βασίλισσας Κλοτίλδης της Φραγκίας που προσηλύτισε τον Κλόβι Α΄στον Χριστιανισμό και μετά τον θάνατό του συνέχισε να ασκεί εξουσία και να βοηθά τους τέσσερις γιους της ενώ έχτισε πολλά μοναστήρια και εκκλησίες. Ο σκοπός που γράφτηκε αυτό το κείμενο ήταν προφανώς ένας έμμεσος τρόπος να νομιμοποιηθεί η εξουσία της Γκερμπέργκας μέσω ενός ιστορικού παραδείγματος από το παρελθόν. Αυτός ήταν προφανώς και ο λόγος που ο Βίος της Κλοτίλδης, παρά το γεγονός ότι η βασική πηγή για την βογραφία της ήταν οι Ιστορίες (Histories) του Γρηγορίου της Τουρς, στηρίζεται κατά κύριο λόγο σε ένα άλλο κείμενο, το Liber Historiae Francorum (Το Βιβλίο της Ιστορίας των Φράγκων) που γράφτηκε γύρω στο 727 από μία γυναίκα, της οποίας το όνομα σήμερα δεν γνωρίζουμε αλλά ξέρουμε ότι ήταν μοναχή στο μοναστήρι της Νοτρ Νταμ, και δίνει πολύ μεγαλύτερη έμφαση στον ρόλο των γυναικών στην ιστορία.

Η Γκέρμπεργκα συνέχισε να ασκεί την εξουσία της από το μοναστήρι της Νοτρ Νταμ με τις ευλογίες και την υποστήριξη της Εκκλησίας μέχρι τον θάνατό της γύρω στο 969, γεγονός που της έδωσε τον τίτλο της πιο πολιτικά ενεργής χήρας από την εποχή της ιταλίδας αυτοκράτειρας Ενγκελμπέργκα.[10] Το τελευταίο έγγραφο που υπέγραψε από όσο γνωρίζουμε ήταν μία δωρεά στην εκκλησία του Αγίου Ρεμιγίου στη Ρέιμς που θεωρείται ως η τελική εγκατάλειψη της διεκδίκησης της Λοθαριγγίας από τους Καρολίδες. Σε αυτό το έγγραφο η Γκέρμπεργκα, αντίθετα με ότι θα περίμενε κανείς σε μια τέτοια περίπτωση στο παρελθόν, δεν αναφέρεται πουθενά ως πρώην βασίλισσα, ή χήρα θανόντος βασιλέα ή βασιλομήτωρ ή έστω αντιβασίλισσα και δεν αναφέρονται πουθενά τα ονόματα του Λουδοβίκου Δ΄ ή του Λοθάριου. Αναφέρεται μόνο εκείνη και μάλιστα ως ηγεμόνας από μόνη της. Αποκαλείται "humilis Francorum regina", δηλαδή "ταπεινή βασίλισσα των Φράγκων" που δρα σύμφωνα με τα αρχαία έθιμα (morem antiquorum sequentes) ενώ υπάρχει η προειδοποίηση για όποιον σκεφτεί να αμφισβητήσει την "βασιλική της δωρεά" (regalis donatio) ότι θα θεωρηθεί "υπόλογος προδοσίας" (reus maiestatis).[11] Αυτό δείχνει τον βαθμό εξουσίας που είχε κατακτήσει μέχρι το τέλος της ζωής της.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 p10325.htm#i103242. Ανακτήθηκε στις 7  Αυγούστου 2020.
  2. 2,0 2,1 Darryl Roger Lundy: (Αγγλικά) The Peerage.
  3. Charles Cawley: «Medieval Lands». (Αγγλικά) Charles Cawley, "Medieval Lands", 2006-2020. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 25  Μαρτίου 2012.
  4. Simon,, MacLean,. Ottonian queenship (First edition έκδοση). Oxford. σελ. 52. ISBN 019880010X. 961410084. CS1 maint: Extra text (link)
  5. Simon,, MacLean,. Ottonian queenship (First edition έκδοση). Oxford. σελ. 62. ISBN 019880010X. 961410084. CS1 maint: Extra text (link)
  6. Simon,, MacLean,. Ottonian queenship (First edition έκδοση). Oxford. σελ. 61. ISBN 019880010X. 961410084. CS1 maint: Extra text (link)
  7. Simon,, MacLean,. Ottonian queenship (First edition έκδοση). Oxford. σελ. 59. ISBN 019880010X. 961410084. CS1 maint: Extra text (link)
  8. Simon,, MacLean,. Ottonian queenship (First edition έκδοση). Oxford. σελ. 65. ISBN 019880010X. 961410084. CS1 maint: Extra text (link)
  9. MacLean, Simon (2003). «Queenship, Nunneries and Royal Widowhood in Carolingian Europe». Past & Present (178): 3–38. doi:10.2307/3600756. http://www.jstor.org/stable/3600756. 
  10. Simon,, MacLean,. Ottonian queenship (First edition έκδοση). Oxford. σελ. 67. ISBN 019880010X. 961410084. CS1 maint: Extra text (link)
  11. Simon,, MacLean,. Ottonian queenship (First edition έκδοση). Oxford. σελ. 92. ISBN 019880010X. 961410084. CS1 maint: Extra text (link)

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Simon, MacLean (2017). Ottonian Queenship. Oxford University Press. ISBN 019880010X.