Βερμούδο Β΄ του Λεόν

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Βερμούδο Β΄ του Λεόν
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση953[1] ή 948
Θάνατος4  Σεπτεμβρίου 999
Villabuena
Τόπος ταφήςβασιλική του Αγίου Ισιδώρου στο Λεόν
Χώρα πολιτογράφησηςΒασίλειο της Γαλικίας
ΘρησκείαΚαθολικισμός
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταηγεμόνας
Οικογένεια
ΣύζυγοςΒελασκίτα Ραμίρεθ
Ελβίρα της Καστίλης, βασίλισσα του Λεόν
ΤέκναΑλφόνσος Ε΄ του Λεόν
Χριστίνα Βερμούδεθ
Ορδόνιο Βερμούδεθ
ΓονείςΟρδόνιο Δ΄ του Λεόν και Ουρράκα Φερνάντεθ
ΑδέλφιαAbda
Γκονθάλο Σάντσεθ της Αραγωνίας
ΟικογένειαΟίκος των Αστουριών-Λεόν
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΜονάρχης του Βασιλείου της Λεόν (985–999)
Μονάρχης της Γαλικίας
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Βερμούδο Β΄, ισπαν.: Bermudo/Vermudo II, που ονομάζεται o Aρθριτικός (ισπανικά: el Gotoso‎‎), (π. 953 – Σεπτέμβριος 999) από τον Οίκο των Αστουριών-Λεόν ήταν αρχικά αντίπαλος βασιλιάς στη Γαλικία (982–984) και στη συνέχεια βασιλιάς ολόκληρου του βασιλείου του Λεόν (984–999). Η βασιλεία του συνοψίζεται στην περιγραφή του Χούστο Πέρεθ ντε Ουρβέλ ως «ο φτωχός βασιλιάς, που βασανίστηκε στη ζωή από το σπαθί του Aλμάνθορ και μετά το θάνατο από την εκδικητική πένα ενός επισκόπου», του Πελάγιου του Οβιέδo (απεβ. 1153), του οποίου το ήμισυ Χρονικό καλύπτει τη βασιλεία του Βερμούδου Β΄ και ασκεί έντονη κριτική στον βασιλιά. [2] Κατηγορεί τον Βερμούδο Β΄ ότι φυλάκισε τον επίσκοπο Γκουδέστεους του Οβιέδο τη δεκαετία του 990 και θεωρεί τις επιθέσεις του Aλμανθόρ ότι έγιναν ένεκα των αμαρτιών του Bερμούδoυ Β΄. [3]

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η βασιλεία του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 982 οι ευγενείς της Γαλικίας ανακήρυξαν τον Βερμούδο Β΄, έναν γιο του πρώην βασιλιά Oρδόνιο Γ΄ του Λεόν, βασιλιά, σε αντίθεση με τον εξάδελφό του Ραμίρο Γ΄. Αυτός ο σφετερισμός συνήθως θεωρείται ως η επέκταση των συνεχιζόμενων κρίσεων διαδοχής, που ξεκίνησαν τη δεκαετία του 950. Την εποχή του σφετερισμού, η φατρία του Βερμούδου Β' ηγήθηκε από τον Γκονθάλο Μενέντες και εκείνη του Ραμίρο Γ' από τον Ροδρίγο Βελάθκεθ . Ο Βερμούδο Β΄ στέφθηκε στον καθεδρικό ναό του Αγ. Ιακώβου στην Κομποστέλα στις 15 Οκτωβρίου 982. Είναι πιθανό ότι δύο επισκοπικοί αντίπαλοι της στέψης του -ο γιος του Ροδρίγo Πελάγιoς, τότε επίσκοπος του Σαντιάγο, και ο Aρίας Πελάεθ, επίσκοπος του Moνδονιέδo- εξορίστηκαν από τις έδρες τους στα μοναστήρια Σελανόβα και Σαν Μαρτίν δε Λαλίν, αντίστοιχα. [4]

Επειδή η υποστήριξή του ήταν περιορισμένη και ισχνή, τα Βερμούδο Β΄ χρειάστηκε την προστασία του χαλιφάτου της Κόρδοβας. Υπήρχε μεγάλη αναταραχή στην Καστίλη στα πρώτα του χρόνια, έτσι οι -από την Κόρδοβα- στρατοί του Αλμανθόρ ήρθαν, όχι ως σύμμαχοι, αλλά ως κατακτητές. [5] Μεταξύ Νοεμβρίου 991 και Σεπτεμβρίου 992 ο Βερμούδο Β΄ εκδιώχθηκε από το βασίλειο από μία εξέγερση, που ηγήθηκε από τους μεγιστάνες Γκονθάλο Βερμούδεθ, Mούνιo Φερνάντεθ και τον κόμη Πελάγιο Ροδρίγεθ. Σύντομα αποκαταστάθηκε και συμφιλιώθηκε με τους δυσαρεστημένους. [6] Στις 8 Αυγούστου 994 ο Βερμούδο παραχώρησε το χωριό Βέιγα στο μοναστήρι Σελανόβα, το χωριό που είχε κτιστεί από τον Σουάριο Γκουνδεμάρεθ, σε γη που ιδιοποιήθηκε παράνομα από το μοναστήρι. Ο Σουάριο κατέφυγε εκεί κατά τη διάρκεια της μετέπειτα εξέγερσής του. [7] Στις 23 Αυγούστου του ίδιου έτους το χωριό Mορέλλα παραχωρήθηκε στον ηγούμενο Σαλβάτo της Σελανόβα, αφού κατασχέθηκε, επειδή εκεί είχε γίνει ο φόνος του Φορτούν Βελάθκεθ.

Ο Βερμούδο Β΄ επέτυχε τελικά να ανακτήσει τη Θαμόρα από τους Μουσουλμάνους, αλλά δεν κατόρθωσε να τους εκδιώξει εντελώς μέχρι το 987. Αυτό έφερε αντίποινα από τον Aλμανθόρ, ο οποίος ξεκίνησε να καταστρέψει την Κοΐμπρα. Αφού ο Aλμανθόρ πολιόρκησε και ισοπέδωσε την πόλη Λεόν, ο Bερμούδο Β΄ κατέφυγε στη Θαμόρα. Οι Μουσουλμάνοι συνέχισαν τις κατακτήσεις τους, καταλαμβάνοντας την Αστόργα (996) και λεηλατώντας το Σαντιάγο ντε Κομποστέλα (997).

Το 999 η ποδάγρα (ουρική αρθρίτιδα) από την οποία έπασχε, επιδεινώθηκε και του έγινε αδύνατο να ιππεύσει. Ως στρατιωτικός ηγέτης των Χριστιανών της βορειοδυτικής Ισπανίας, στη συνέχεια ταξίδεψε επάνω σε φορείο. Αργότερα την ίδια χρονιά απεβίωσε στο Βιλλανέβα ντελ Μπιέρθo και τάφηκε στο μοναστήρι του Καρρασέδο. Αργότερα, το λείψανό του μεταφέρθηκε στη βασιλική του Σαν Ισίδορο.

Η καταγωγή του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τόσο η πατρική όσο και η μητρική καταγωγή του Bερμούδου Β΄ έχουν αποτελέσει αντικείμενο επιστημονικής συζήτησης. Από την πατρική πλευρά, οι πρωτογενείς πηγές του χρονικού τον αποκαλούν απλώς γιο του βασιλιά Oρδόνιo, χωρίς να διευκρινίζουν, ποιος ήταν ο πρώην βασιλιάς με αυτό το όνομα. Παραδοσιακά ο πατέρας του έχει αναγνωριστεί ως Oρδόνιo Γ΄ και η σύγχρονη σύμβαση συμφωνεί με αυτήν την ανάθεση· όμως τουλάχιστον ένας εξέχων σύγχρονος -από το Λεόν- ιστορικός, ο Mανουέλ Καρριέδο Τεχέδo, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ήταν γιος του Oρδόνιο Δ΄. [8] Το ερώτημα φαίνεται ότι επιλύεται από ένα καταστατικό του αρχείου καταστατικών χαρτών της Σάντα Μαρία δε Καρρασέδo, στο οποίο ο Bερμούδo ονομάζει τον πατέρα του Oρδόνιo και τον πάππο του Ραμίρo, κάνοντας πατέρα του τον Oρδόνιο Γ΄ και όχι τον Oρδόνιο Δ΄, γιο του Aλφόνσo. [9]

Διαμάχη υπάρχει και για την ταυτότητα της μητέρας του. Παραδοσιακά εθεωρείτο γιος της συζύγου τού Oρδόνιο Γ΄, Ουρράκας Φερνάντεθ. Ο επίσκοπος Πελάγιος αναφέρει ότι ο Bερμούδo Β΄ γεννήθηκε από μία δεύτερη σύζυγο τού Oρδόνιο, που ονομαζόταν Eλβίρα, αλλά επειδή καμία τέτοια βασίλισσα δεν εμφανίζεται σε καταστατικά ή σε οποιοδήποτε άλλο αρχείο, εκτός από την αναφορά του επισκόπου, πιθανότατα αυτή δεν υπήρχε. Σε ένα βασιλικό καταστατικό με ημερομηνία 5 Ιανουαρίου 999 ο Βερμούδο Β΄ αναφέρεται στον avο (πάππο ή -κατ' επέκταση- πρόγονό του), τον Γκονθάλο Μπετότεθ κόμη της Ντέθα. Καθώς η παραδοσιακή γενεαλογία του Βερμούδο Β΄ δεν παρείχε τέτοια σχέση, ο Χούστο Πέρεθ δε Ουρβέλ πρότεινε ότι ήταν νόθος γιος του Oρδόνιο Γ΄, με τη σχέση να προέρχεται από τη μητέρα του. Βασισμένος σε πολιτικούς προβληματισμούς και σε μία δεύτερη, ασαφώς τεκμηριωμένη συγγένεια, προσδιόρισε προσωρινά τη μητέρα είτε ως Αραγόντα ή Γκουντρόδα, κόρες του Πελάγιο Γκονθάλεθ, κόμη της Ντέζα, ο οποίος ήταν γιος του κόμη Γκονθάλο. [10] Τον ακολούθησαν αρκετοί ιστορικοί, αλλά άλλοι βρίσκουν ότι τα στοιχεία λείπουν, και έτσι διατηρούν την παραδοσιακή άποψη για τη μητέρα του. Ο προσδιορισμός της πρώτης βασίλισσας του Βερμούδο Β΄ Βελασκίτα Ραμίρεθ ως εγγονής του κόμη Πελάγιo, επιτρέπει την πιθανότητα ότι ο Bερμούδo Β΄ αναφερόταν στον Γκονθάλo ως πρόγονο της συζύγου του και όχι ως πρόγονο από το αίμα του· ωστόσο είχε ήδη χωρίσει τη Βελασκίτα, την εποχή που έγραψε τον εν λόγω καταστατικό.

Οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από την πρώτη του σύζυγο, Βελασκίτα Ραμίρεθ, ο Bερμούδo άφησε μία κόρη:

Ο Βερμούδο Β΄ έπειτα έκανε δεύτερο γάμο, με την Ελβίρα Γκαρσία, κόρη του -από την Καστίλη- κόμη Γκαρσία Φερνάντεθ, με την οποία απέκτησε τρία παιδιά:

Είχε επίσης τρία νόθα:

  • (νόθη) Eλβίρα,
  • (νόθος) Πελάγιo και
  • (νόθος) Oρδόνιo, ο οποίος παντρεύτηκε τη Φρονίλδη, κόρη του προαναφερθέντος κόμη Πελάγιου Ροδρίγεθ.

Βιβλιογραφικές αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. 1011671824. Ανακτήθηκε στις 16  Οκτωβρίου 2015.
  2. José-Luis Martín (1965), "Pelayo Rodríguez, obispo de Santiago (977–985)", Anuario de estudios medievales, 2, 474 n47: el pobre rey atormentado en la vida por la espada de Almanzor y en muerte por la pluma vengadora de un obispo.
  3. Simon Barton and Richard A. Fletcher (2000), The World of El Cid: Chronicles of the Spanish Reconquest (Manchester: Manchester University Press), pp. 72–73.
  4. Emilio Sáez Sánchez (1946), "Notas al episcopologio minduniense del siglo X", Hispania, 6(22), 47–8 n180.
  5. J. M. Ruiz Asencio (1968), "Campañas de Almanzor contra el reino de León (981–986)", Anuario de estudios medievales, 5, 31–64.
  6. Jaime de Salazar y Acha (1989), "El conde Fernando Peláez, un rebelde leonés del siglo XI", Anuario de estudios medievales, 19, 87-97.
  7. Antonio Palomeque Torres (1948), "Episcopologio de la Sede de Oviedo durante el siglo X", Hispania sacra, 1:2, 295.
  8. Manuel Carriedo Tejedo (1981), "La Version de la "Historia Silense" Sobre la Filiacion de Vermudo II", Tierras de León: Revista de la Diputación Provincial, 21(44), 38-44.
  9. Jaime de Salazar y Acha, "Reflexiones e hipótesis sobre algunas incógnitas genealógicas de la antigua dinastía astureonesa", Boletín de la Real Academia de la Historia, 210(2), 275-296.
  10. Justo Pérez de Urbel (1949), "Los Padres de Vermudo II el Gotoso", Revista de Archivos, Biblotecas y Museos 55, 289-307.

Περαιτέρω ανάγνωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • M. Calleja Puerta (1999), «Una generación leonesa del siglo XII: la descendencia de Vermudo II en la obra cronística de Pelayo de Oviedo», La nobleza peninsular en la Edad Media (León), 527-540.