Βίβλος του βασιλιά Ιακώβου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Βίβλος του βασιλιά Ιακώβου
Εξώφυλλο της πρώτης έκδοσης του 1611
ΤίτλοςKing James Version
Γλώσσαπρώιμα σύγχρονα αγγλικά
Ημερομηνία δημοσίευσης1611
Βασίζεται σεΜασοριτικό κείμενο
Κείμενο του Εράσμου
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Η Βίβλος του βασιλιά Ιακώβου (αγγλικά: King James Bible) ονομάζεται και Εξουσιοδοτημένη Έκδοση (Authorized Version), είναι αγγλική μετάφραση της Βίβλου που έγινε κατά τη διάρκεια της βασιλείας και κατόπιν αιτήματος του Ιακώβου Α' της Αγγλίας για την Αγγλικανική Εκκλησία. Εκδόθηκε το 1611 και υπήρξε η πιο σημαντική μετάφραση της Βίβλου στην αγγλική γλώσσα. Η έκδοση του 1769 έγινε αποδεκτή ως η τυπική αγγλική Βίβλος από τα μέσα του 17ου έως τις αρχές του 20ού αιώνα και συχνά χρησιμοποιείται έως σήμερα.[1]

Ιστορικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Προκειμένου να δοθεί σε κάθε Χριστιανό πρόσβαση στην Αγία Γραφή, η Μεταρρύθμιση κατέστησε αναγκαία τη μετάφραση της Βίβλου στις τοπικές γλώσσες. Ήδη από τον πρώιμο Μεσαίωνα - πριν η Καθολική Εκκλησία επιβάλει την αποκλειστική χρήση της λατινικής Βίβλου - υπήρχαν μεταφράσεις τμημάτων της Βίβλου στα αγγλοσαξονικά. Η Βίβλος του βασιλιά Ιακώβου ήταν η τρίτη πλήρης μετάφραση στην αγγλική γλώσσα που εγκρίθηκε από τις αρχές της Αγγλικής εκκλησίας: Η πρώτη ήταν η Μεγάλη Βίβλος, που εκδόθηκε στη βασιλεία του βασιλιά Ερρίκου Η' (1535). Η δεύτερη εγκεκριμένη ήταν η Βίβλος των Επισκόπων που δημοσιεύθηκε κατά τη βασιλεία της Ελισάβετ Α' το 1568.[1]

Τον 16ο αιώνα, η Αγγλία περνούσε μια ταραγμένη περίοδο Μεταρρύθμισης και ένα κύμα επιστροφής στον Καθολικισμό. Ως αποτέλεσμα, στα τέλη του 16ου αιώνα, το 1560 δημιουργήθηκε η καινοτόμος Βίβλος της Γενεύης, που μεταφράστηκε από μια ομάδα Προτεσταντών λογίων που διέφυγαν από την Αγγλία για να γλιτώσουν από τη θρησκευτική δίωξη και την απειλή του θανάτου κατά τη διάρκεια της αιματηρής βασιλείας της Μαρίας Α΄ της Αγγλίας (1553-58), η οποία προσπάθησε να αναβιώσει τον Καθολικισμό.

Την εποχή του Ιακώβου Α' επικρατέστερες και αντιμαχόμενες, προκαλώντας σύγχυση και διχόνοια, ήταν η επίσημα εγκεκριμένη Βίβλος των Επισκόπων, που χρησιμοποιούσε η Αγγλική Εκκλησία, και η Βίβλος της Γενεύης, που ήταν πιο δημοφιλής στον πληθυσμό. Ωστόσο, η Βίβλος της Γενεύης είχε πολλές αντιβασιλικές αναφορές στις σημειώσεις στα περιθώρια και τις εισαγωγές που αντιπροσώπευαν έναν ριζοσπαστικό καλβινιστικό πουριτανισμό, αναφερόμενη στις διώξεις των Προτεσταντών από τη βασίλισσα Μαρία Α' αλλά και στον θεσμό της βασιλείας: η λέξη βασιλιάς είχε μεταφραστεί ως τύραννος περίπου τετρακόσιες φορές — η λέξη τύραννος δεν εμφανίζεται ούτε μία φορά στη νέα μετάφραση. Η βιαστικά δημοσιευμένη Επισκοπική Βίβλος, αν και φιλοβασιλική, αποδείχθηκε γλωσσικά αδύναμη και μη δημοφιλής. Θέλοντας να επιλύσει αυτή την κατάσταση και να ενισχύσει την εικόνα του ως πολιτικού και πνευματικού ηγέτη ο βασιλιάς Ιάκωβος ανέθεσε μια νέα μετάφραση της Βίβλου που έλαβε το όνομά του, παρά τον ανύπαρκτο ρόλο του ίδιου στην ίδια τη μετάφραση.[2]

Αρχές - Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1604 διατυπώθηκαν οι βασικές αρχές της νέας μετάφρασης. Η Βίβλος δεν έπρεπε να έχει αμφιλεγόμενες υποσημειώσεις, η γλώσσα της έπρεπε να είναι κατανοητή, η μετάφραση να είναι πιστή και ακριβής και να γίνει με βάση επιστημονικές τεχνικές. Για το σκοπό αυτό, ο βασιλιάς διόρισε ένα σύνολο 47 λογίων επιλεγμένων από διάφορους κύκλους, από Πουριτανούς μέχρι τους ανώτατους αξιωματούχους της Εκκλησίας, το έργο των οποίων διήρκεσε τεσσεράμισι χρόνια, από τον Αύγουστο του 1604 έως το τέλος του 1608. Χωρίστηκαν σε έξι ομάδες, καθεμία από τις οποίες επρόκειτο να μεταφράσει ένα διαφορετικό μέρος των Αγίων Γραφών. Η Παλαιά Διαθήκη ανατέθηκε σε τρεις ομάδες, η Καινή Διαθήκη σε δύο και τα Απόκρυφα σε μία. Οι μεταφραστές συνέκριναν παλαιότερες αγγλικές μεταφράσεις με τα πρωτότυπα εβραϊκά, αραμαϊκά, ελληνικά και λατινικά κείμενα. Υπεύθυνος για την τήρηση των αρχών, την οργάνωση και την εποπτεία ολόκληρης της μετάφρασης ήταν ο Αρχιεπίσκοπος του Καντέρμπερι Ρίτσαρντ Μπάνκροφτ.[3]

Οι μεταφραστές άντλησαν εκτενή αποσπάσματα από τη μετάφραση του Γουίλιαμ Τίντεϊλ του 1526, η πρώτη μετάφραση της Βίβλου στην αγγλική γλώσσα που μεταφράστηκε απευθείας από εβραϊκά και ελληνικά κείμενα. [4]Σύμφωνα με λεπτομερείς αναλύσεις, περίπου το 75% της Παλαιάς Διαθήκης και το 84% του κειμένου της Καινής Διαθήκης της Βίβλου του Βασιλιά Ιακώβου διατηρεί τη διατύπωση της μετάφρασής του.[5]

Λογοτεχνική ποιότητα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αυτή η μετάφραση είχε βαθιά επιρροή όχι μόνο σε όλες τις επόμενες αγγλικές μεταφράσεις της Βίβλου, αλλά και σε όλη την αγγλική και αργότερα στην αμερικανική λογοτεχνία και στην αγγλική γλώσσα συνολικά. Η ποιητική του γλώσσα έχει επηρεάσει γενιές καλλιτεχνών και πολλές βιβλικές φράσεις εισήχθησαν στην αγγλική γλώσσα. Τα έργα διάσημων συγγραφέων όπως ο Τζον Μπάνυαν, ο Τζον Μίλτον, ο Τζον Ντράιντεν, ο Γουίλιαμ Γουόντσγουορθ και ο Χέρμαν Μέλβιλ χρησιμοποιούν αναφορές και περιεχόμενο που προφανώς ήταν εμπνευσμένο από αυτή την έκδοση της Βίβλου. Η Βίβλος του βασιλιά Ιακώβου (γνωστή και ως η Έκδοση του Βασιλιά Ιακώβου ή η Εξουσιοδοτημένη Έκδοση) ήταν επίσης σημαντική πηγή για έργα συνθετών, όπως ο Γκέοργκ Φρίντριχ Χαίντελ.[6]

Αν και πολλές πρόσφατες σύγχρονες μεταφράσεις όπως η Αναθεωρημένη Τυπική Έκδοση (1952), η Νέα Διεθνής Έκδοση (1978) και η Νέα Αναθεωρημένη Τυπική Έκδοση (1989) έχουν κερδίσει σε δημοτικότητα, παραμένει το πρότυπο για όλες τις νέες μεταφράσεις και εξακολουθεί να παραμένει ένα από τα σημαντικότερα λογοτεχνικά επιτεύγματα της πρώιμης σύγχρονης Αγγλίας. [7]

Εκδόσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι σύγχρονες εκδόσεις βασίζονται στο κείμενο που δημοσιεύτηκε από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης το 1769, το οποίο υποδείκνυε ότι λείπουν λέξεις στο πρωτότυπο χρησιμοποιώντας στη θέση τους πλάγιους χαρακτήρες και διόρθωσε ορισμένα τυπογραφικά λάθη και εκφράσεις που ήταν ήδη αναχρονιστικές εκείνη την εποχή. Στις νέες εκδόσεις της Βίβλου του βασιλιά Ιακώβου τα Απόκρυφα και τα Δευτεροκανονικά Βιβλία που περιλαμβάνονταν αρχικά παραλείπονται, παράλειψη που ακολουθεί τη διδασκαλία της Αγγλικανικής Εκκλησίας, η οποία θεωρεί αυτά τα βιβλία ως μη θεόπνευστα.

Αυτή η μετάφραση χρησίμευσε στους Προτεστάντες ιεραπόστολους ως βάση για τη μετάφραση σε άλλες γλώσσες. Η συνολική κυκλοφορία όλων των εκδόσεων υπολογίζεται σε πάνω από ένα δισεκατομμύριο αντίτυπα.[8]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]