Από τη μεριά του Σουάν

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Από τη μεριά του Σουάν
Εξώφυλλο έκδοσης του 1913
ΣυγγραφέαςΜαρσέλ Προυστ
ΤίτλοςDu côté de chez Swann
ΓλώσσαΓαλλικά
Ημερομηνία δημιουργίας20ος αιώνας
Ημερομηνία δημοσίευσης14  Νοεμβρίου 1913
Μορφήμυθιστόρημα
ΣειράΑναζητώντας τον χαμένο χρόνο
ΤόποςCombray
LΤ ID18169
ΕπόμενοΣτον ίσκιο των ανθισμένων κοριτσιών
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Από τη μεριά του Σουάν (γαλλικός τίτλος: Du Côté de chez Swann) είναι ο πρώτος τόμος του επτάτομου μυθιστορήματος του Μαρσέλ Προυστ Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο, μια ψυχολογική και αλληγορική αφήγηση της ζωής του συγγραφέα με τη μορφή εσωτερικού μονόλογου.[1] Δημοσιεύθηκε το 1913 και αποτελείται από τρία μέρη, οι τίτλοι των οποίων είναι:[2]

Δημοσίευση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Προυστ άρχισε να γράφει το Από τη μεριά του Σουάν τον Ιούνιο του 1909. Τέσσερα αποσπάσματα από το Κομπραί δημοσιεύθηκαν στην εφημερίδα Le Figaro μεταξύ Μαρτίου 1912 και Μαρτίου 1913. Το έργο απορρίφθηκε από πολλούς εκδότες, πριν εκδοθεί από τις εκδόσεις Γκρασέ, με έξοδα του συγγραφέα, τον Νοέμβριο του 1913.[3]

Πλοκή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κομπραί[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το πρώτο μέρος με τίτλο Κομπραί διαδραματίζεται στο σπίτι της θείας Λεονί όπου ο αφηγητής και οι γονείς του περνούν τις διακοπές τους, παρέα με τη γιαγιά του και δύο θείες. Ο αφηγητής, που φαίνεται να συμπίπτει με τον συγγραφέα και μάλιστα το όνομά του είναι Μαρσέλ, αφηγείται τις αναμνήσεις του από το Κομπραί, όνομα που έδωσε ο Μαρσέλ Προυστ στο χωριό Ιλιέ, που μετονομάστηκε μετά τον θάνατό του σε Ιλιέ-Κομπραί, όπου περνούσε τις διακοπές του όταν ήταν παιδί. Η ιστορία προχωρά πολύ αργά, σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση, με μια λεπτομερή ψυχολογική περιγραφή του αφηγητή, μέσα από την ανάμνηση των προβλημάτων που βιώνει το αγόρι.[4]

Οι μαντλέν του Προυστ

Ο αφηγητής αφηγείται τη σχέση με τη μητέρα του, θυμάται πώς η ώρα του ύπνου ήταν βασανιστική καθώς σήμαινε ότι επρόκειτο να περάσει μια ολόκληρη νύχτα μακριά της, αναβάλει την ώρα που έπρεπε να πάει για ύπνο για να μην χρειαστεί να περιμένει πολύ για το φιλί της μητέρας του, παιδική συνήθεια που ενοχλούσε τον πατέρα του. Μια μέρα, χρόνια μετά την παιδική του ηλικία, ένα φλιτζάνι τσάι και η γεύση των μπισκότων (μαντλέν) ανακάλεσαν από το υποσυνείδητο όλη τη ζωή του στο Κομπραί. Έτσι, μέσω της ασύνειδης μνήμης, θυμάται τα πρώτα του αναγνώσματα, σημαντικά πρόσωπα της παιδικής του ηλικίας, όπως τη θεία Λεονί και τους ανθρώπους του χωριού, καθώς και τοπία, όπως το παλιό γκρίζο σπίτι στο δρόμο, τον κήπο, τους δρόμους, τις ημερήσιες εκδρομές και το πάρκο των Σουάν. Θυμάται ακόμη και τη μυρωδιά του κράταιγου και το θέαμα της φύσης γύρω από το χωριό στους οικογενειακούς περιπάτους. Λατρεύει τη μητέρα και τη γιαγιά του, και γενικότερα, η οικογένειά του εμφανίζεται σαν ένα κουκούλι στο οποίο το παιδί νιώθει χαρούμενο και προστατευμένο.[5]

Φοβόταν τις επισκέψεις του γείτονα κ. Σουάν που τον ανάγκαζαν να περιμένει περισσότερο για το πολυαναμενόμενο βραδινό φιλί της μαμάς του. Όπως και η οικογένεια του αφηγητή, ο Σαρλ Σουάν περνούσε τις καλοκαιρινές του διακοπές στο κτήμα του στο Κομπραί. Μια μέρα, έμαθαν ότι έκανε έναν ανάρμοστο γάμο με την Οντέτ ντε Κρεσί, μια γυναίκα που είχε πολύ κακή φήμη και την οποία η οικογένεια του αφηγητή δεν εκτιμούσε και οι επισκέψεις του κ. Σουάν έγιναν σπάνιες. Επιπλέον, η θεία του αφηγητή έμαθε ότι η Οντέτ απατούσε τον άντρα της με τον βαρόνο ντε Σαρλύς, μέλος της οικογένειας των Γκερμάντ που έμεναν στο γειτονικό οικογενειακό κάστρο τους για το καλοκαίρι.

Ο πρώτος τόμος του έργου λειτουργεί ως προοίμιο, σκιαγραφεί το πολιτιστικό και συναισθηματικό κόσμο στον οποίο ζουν οι χαρακτήρες της ιστορίας εισάγοντας επαναλαμβανόμενα θέματα και πρόσωπα του Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο: παρουσιάζονται οι οικογένειες του Σαρλ Σουάν και των Γκερμάντ που θα αφήσουν στον αφηγητή ανεξίτηλη ανάμνηση και την επιθυμία να διεισδύσει στον συναρπαστικό κόσμο τους.[6]

Ένας έρωτας του Σουάν[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Ένας έρωτας του Σουάν είναι μια παρένθεση στη διήγηση του αφηγητή. Αφηγείται το μεγάλο πάθος του Σαρλ Σουάν, τον οποίο γνωρίσαμε στο Κομπραί ως γείτονα και φίλο της οικογένειας, για μια εταίρα, την Οντέτ ντε Κρεσί.

Η έλξη για την Οντέτ, την οποία ο Σουάν, ένας εξαιρετικά πλούσιος άνδρας, συλλέκτης έργων τέχνης, μέλος της παριζιάνικης ελίτ και τακτικός θαμώνας των πιο κλειστών αριστοκρατικών σαλονιών, συνάντησε τυχαία στο θέατρο, τον ωθεί να συχνάζει όλο και πιο συχνά στο σαλόνι των Βερντυρέν, ενός εύπορου ζευγαριού αστών, για να τη συναντά. Στη σχέση που δημιουργήθηκε μεταξύ τους, ο Σουάν εμφανίζεται ερωτευμένος μαζί της, ενώ αυτή δείχνει διαθέσιμη για άλλους άνδρες. Αμφιβάλλει ολοένα και περισσότερο για την πίστη της και τον τρελαίνει η ανησυχία μήπως τον απατά. Η νοσηρή ζήλια που τον καταλαμβάνει επιδεινώνει την κατάσταση.

Η ερωτική ιστορία μετατρέπεται έτσι σε μια βασανιστική σχέση, τόσο που γίνεται η ιστορία μιας ασθένειας: από τη μια ο Σαρλ θα ήθελε να εγκαταλείψει την Οντέτ, αλλά από την άλλη ξέρει ότι δεν μπορεί να ζήσει χωρίς αυτήν. Σταδιακά όμως απομακρύνεται και το μυθιστόρημα τελειώνει με τη φράση: «Και να σκεφθείς πως άσκοπα ξόδεψα χρόνια από τη ζωή μου, πως θέλησα να πεθάνω, πως είχα τον πιο μεγάλο μου έρωτα, για μια γυναίκα που δεν μου άρεσε, που δεν ήταν ο τύπος μου!».

Παρόλα αυτά, όπως μαθαίνουμε ήδη από το πρώτο μέρος Κομπραί, την παντρεύτηκε.

Αυτή η παρένθεση προμηνύει παρόμοιους βασανιστικούς έρωτες που βίωσε ο αφηγητής και θα περιγράψει σε επόμενο τόμο του Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο.[3]

Ονόματα χωρών: Το όνομα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η αφήγηση επιστρέφει πάλι στο πρώτο πρόσωπο. Ο αφηγητής είναι τώρα περίπου 12 ετών, στην αρχή της εφηβείας του. Ονειρεύεται το Μπαλμπέκ (μια φανταστική πόλη εμπνευσμένη από το παραθαλάσσιο θέρετρο Καμπούρ στη Μάγχη, τόπος συνάντησης της ευρωπαϊκής ανώτερης τάξης κατά τη διάρκεια της Μπελ Επόκ και του Μεσοπολέμου, όπου ο Προυστ παραθέριζε από το 1907 έως το 1914) και άλλες νορμανδικές πόλεις μέσα από τα ονόματά τους που τον παραπέμπουν σε εικόνες, η μία πιο μαγευτική από την άλλη. Η φαντασία του τον οδηγεί να ενδιαφερθεί και για τις πόλεις της Ιταλίας, την Πάρμα, τη Φλωρεντία, τη Βενετία, την Πίζα, τις οποίες ονειρεύεται να επισκεφτεί. Το όνειρό του πρόκειται να γίνει πραγματικότητα καθώς γονείς του αποφασίζουν να τον πάνε στη Βενετία, όμως αρρωσταίνει και το σχέδιο εγκαταλείπεται.[7]

Οι μοναδικές έξοδοί του περιορίζονται στο εξής σε βόλτες στα Ηλύσια Πεδία με την υπηρεσία τους Φρανσουάζ, βόλτες που δεν του αρέσουν, μέχρι που μια μέρα, συναντά τη Ζιλμπέρτ, την κόρη του Σαρλ Σουάν και της Οντέτ, την οποία είχε ήδη δει από μακριά σε μια βόλτα στο Κομπραί. Τη συναντά συχνά και χαίρεται πολύ να παίζει μαζί της και με τις φίλες της. Την ερωτεύεται κρυφά, αλλά δεν τολμά να της το πει. Η Ζιλμπέρτ φαίνεται να τον συμπαθεί, του δείχνει μερικές φορές δείγματα φιλίας, αλλά ευχαριστιέται να τον κάνει να ζηλεύει. Θαυμάζει επίσης τους γονείς της, ιδιαίτερα την κυρία Σουάν, τόσο όμορφη και κομψή στις βόλτες της. Μερικοί που την αναγνωρίζουν, δεν διστάζουν να αναφέρουν την ανάρμοστη συμπεριφορά της.[8]

Τη συνέχεια βρίσκουμε στον δεύτερο τόμο του Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο: Στον ίσκιο των ανθισμένων κοριτσιών.

Μετάφραση στα ελληνικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ταινία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το δεύτερος μέρος Ένας έρωτας του Σουάν μεταφέρθηκε στην οθόνη το 1984 σε σκηνοθεσία Φόλκερ Σλέντορφ με πρωταγωνιστές τον Τζέρεμι Άιρονς, τον Αλαίν Ντελόν, την Ορνέλα Μούτι και την Φανί Αρντάν.

Σχετικά άρθρα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]