Το έργο Όμπερον, ή Ο όρκος του βασιλιά των ξωτικών (J. 306) είναι μια ρομαντική όπερα 3 πράξεων που συντέθηκε το 1825 – 26 από τον Καρλ Μαρία φον Βέμπερ· πρόκειται για τη μόνη όπερα του Βέμπερ στα αγγλικά. Το λιμπρέτο είναι του Τζέιμς Ρόμπινσον Πλανσέ και βασίστηκε στο γερμανικό ποίημα Όμπερον του Κρίστοφ Μάρτιν Βίλαντ, που με τη σειρά του εμπνεύστηκε από το επικό ειδύλλιο Huon de Bordeaux, μια γαλλική μεσαιωνική ιστορία. Το έργο παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στη Βασιλική Όπερα του Λονδίνου στο Κόβεντ Γκάρντεν στις 12 Απριλίου 1826, με τον συνθέτη στη μουσική διεύθυνση.[1] Τη μεγάλη επιτυχία του διαδέχθηκαν πολλές αναβιώσεις.[2]
Παρά τη συμβουλή του γιατρού του, ο Βέμπερ ανέλαβε τη σύνθεση αυτή, που του είχε αναθέσει ο ηθοποιός – ιμπρεσάριος Τσαρλς Κεμπλ, για οικονομικούς λόγους.[1] Έχοντας την επιλογή του Φάουστ ή του Όμπερον ως θέμα, ταξίδεψε στο Λονδίνο για να ολοκληρώσει τη μουσική, μαθαίνοντας παραλλήλως αγγλικά ούτως ώστε να δύναται να ακολουθεί καλύτερα το λιμπρέτο. Ωστόσο, η πίεση των προετοιμασιών, των κοινωνικών δεσμεύσεων και της σύνθεσης καθαυτής έβλαψαν την υγεία του και, ως αποτέλεσμα, ο Βέμπερ πέθανε στο Λονδίνο στις 5 Ιουνίου 1826.[1]
Brown, Clive (1992). «Oberon». Στο: Stanley Sadie. The New Grove Dictionary of Opera (στα Αγγλικά). 3. London: Macmillan. σελίδες 639–642. ISBN0-333-73432-7.
Kobbé, Gustav (1976). The Complete Opera Book (στα Αγγλικά). New York: G. P. Putnam's Sons.
Brown, Clive· Warrack, John (2001). «Carl Maria von Weber». Στο: Amanda Holden. The New Penguin Opera Guide. New York: Penguin Putnam. σελίδες 1051–1056. ISBN0-14-029312-4.