Συνθήκη του Νυμφαίου (1261)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία το 1265, λίγο μετά της ανάκτηση της Πόλης.

Η Β΄ Συνθήκη του Νυμφαίου ήταν ένα εμπορικό και αμυντικό σύμφωνο, που υπεγράφη μεταξύ της Αυτοκρατορίας της Νίκαιας και της Δημοκρατίας της Γένοβας στο Νυμφαίο (ανατολικά της Σμύρνης) τον Μάρτιο του 1261. Αυτή η συνθήκη θα είχε σημαντικό αντίκτυπο, τόσο στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία -όταν αποκαταστάθηκε- όσο και στη Δημοκρατία της Γένοβας, και αργότερα πολλά στην ιστορία τους των αιώνων που ακολούθησαν, ήταν αποτέλεσμα αυτής.

Ιστορικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από την Δ΄ Σταυροφορία το 1204, η Αυτοκρατορία μετέβη στη Νίκαια· επίσης δύο ηγεμονίες ιδρύθηκαν, της Ηπείρου στη δύση και της Τραπεζούντας στην ανατολή. Μετά από ένα βίαιο και χαοτικό ξεκίνημα, η Αυτοκρατορία της Νίκαιας μπόρεσε να διατηρήσει την κατοχή της στα εδάφη κατά μήκος της δυτικής ακτής της Μικράς Ασίας, εναντίον της Λατινικής αυτοκρατορίας στα βόρεια και των Σελτζούκων του Ικονίου στα ανατολικά. Μετά την Α΄ Συνθήκη του Νυμφαίου του 1214, η Αυτοκρατορία της Νίκαιας μπόρεσε να επεκτείνει αργά τα σύνορά της σε βάρος των Λατίνων και να ανακτήσει ένα μεγάλο μέρος (όχι όλο) του αρχικού Ρωμαϊκού εδάφους· μέχρι το 1230 η Λατινική αυτοκρατορία αποτελείτο από λίγο περισσότερο από την ίδια την Κωνσταντινούπολη. Σε όλη την ιστορία της ωστόσο, η Πόλη δεν είχε καταληφθεί ποτέ χωρίς πρώτα τον έλεγχο της γύρω θαλάσσιας πρόσβασης στην ίδια την πόλη. Γύρω στα τέλη της δεκαετίας του 1250 και στις αρχές της δεκαετίας του 1260 η Βενετία συνέχισε να διατηρεί μία αρκετά μεγάλη περιπολία τριάντα πλοίων στον Βόσπορο, για να διατηρεί τον έλεγχο των στενών και να κρατά τους Ρωμαίους της Νίκαιας στον κόλπο. [1] Ο στόλος της Αυτοκρατορίας -αρκετά μεγάλος κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου στην ιστορία της- ήταν σε θέση να πάρει πίσω και να ασκήσει τον έλεγχο επάνω σε πολλά από τα νησιά του Αιγαίου, [2] και ήταν μία άμεση απειλή για την από τους Λατίνους ελεγχόμενη Κωνσταντινούπολη, [3] αλλά εξακολουθούσε να μην υπάρχει σύγκριση με τον ενετικό στόλο, με τον οποίο συμμαχούσαν οι Λατίνοι. Αυτό αποδείχθηκε ξεκάθαρα στην κοινή πολιορκία της Κωνσταντινούπολης από τη Νίκαια και τη Βουλγαρία το 1235, όταν ο στόλος της Νίκαιας που απέκλεισε την Πόλη, ο οποίος φέρεται ότι είχε 100 πλοία, ηττήθηκε από μία βενετική δύναμη στο ένα τέταρτο του μεγέθους εκείνου. [4] Η αποτυχία της επόμενης πολιορκίας της Κωνσταντινούπολης από τη Νίκαια το 1260 ανέδειξε την ανάγκη μεγαλύτερου στόλου, για οποιαδήποτε μελλοντική επίθεση στην Κωνσταντινούπολη.

Η συνθήκη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Aυτοκράτορας Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγος (περ. 1259–1282).

Αυτή η ναυτική ανεπάρκεια οδήγησε τον Αυτοκράτορα στη Νίκαια Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγο (π. 1259–1282), να επιδιώξει μία συμμαχία με τον εμπορικό και ναυτικό αντίπαλο της Βενετίας, τη Δημοκρατία της Γένοβας, που είχε ήδη εμπλακεί σε πόλεμο με τη Βενετία. [5] Στις 13 Μαρτίου 1261 υπογράφηκε εμπορική και αμυντική συμφωνία, σύμφωνα με την οποία η Γένοβα συμφώνησε να συμμαχήσει με τους Ρωμαίους της Νίκαιας σε περίπτωση πολέμου και να παράσχει στόλο έως πενήντα πλοίων κατά τη διάρκεια της προβλεπόμενης πολιορκίας της Κωνσταντινούπολης, ενώ δεκαέξι πλοία παρέχονται αμέσως. Επιπλέον η συνθήκη προέβλεπε την άδεια για την αγορά αλόγων και όπλων για τη Νίκαια από τα εδάφη των Γενουατών· και για τους υπηκόους της Γένουας να εισέλθουν στην υπηρεσία της Νίκαιας. Σε αντάλλαγμα, οι Γενουάτες ελάμβαναν φορολογικές και τελωνειακές παραχωρήσεις σε όλη τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, συμπεριλαμβανομένης της δικής τους εμπορικής συνοικίας στο Πέραν, στην ακτή του Κεράτιου κόλπου απέναντι από την Κωνσταντινούπολη, καθώς και άλλα λιμάνια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. [1] [6] Η Συνθήκη του Νυμφαίου ήταν πολύ παρόμοια στους στόχους της με τη Βυζαντινο-Βενετική συνθήκη του 1082, στην οποία η Βενετία είχε κερδίσει σημαντικές παραχωρήσεις από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. [7]

Αποτελέσματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παρά τη συνθήκη αυτή, η Κωνσταντινούπολη ανακτήθηκε με απρόβλεπτο τρόπο από τον Αλέξιο Στρατηγόπουλο στις 25 Ιουλίου 1261, χωρίς να χρειαστεί βοήθεια από τους Γενουάτες. Έτσι η Συνθήκη του Νυμφαίου έγινε σχεδόν περιττή για τους Βυζαντινούς και ο Μιχαήλ Η΄ ξεκίνησε τη δημιουργία ενός ισχυρού «εθνικού» ναυτικού. Ωστόσο, καθώς η Βενετία και άλλες καθολικές δυνάμεις συνέχισαν να απειλούν τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία με εισβολή, η συνθήκη παρέμενε σε ισχύ, με μικρές τροποποιήσεις. Για τη Γένουα η συνθήκη είχε σημαντικό αντίκτυπο, δεδομένου ότι έθεσε τις βάσεις για την εμπορική αυτοκρατορία τους στην Εγγύς Ανατολή, [8] ιδίως μέσω του μετασχηματισμού του Γαλατά (του Γενουατικού προάστιου στο Πέραν κατά μήκος του Κεράτιου) στο μεγαλύτερο εμπορικό κέντρο της περιοχής. Πάντως αυτό έγινε ένας άμεσος ανταγωνισμός προς τη Βενετία, καθώς αυτή απειλούσε την εμπορική θέση της Γένουας και στην Ανατολή.

Μακροπρόθεσμα, και ειδικά μετά το θάνατο του Μιχαήλ Η΄, η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία θα ήταν αιχμάλωτη των ενεργειών τόσο της Γένοβας, όσο και της Βενετίας, καθώς την εμπορική και ναυτική υπεροχή την οποία κάποτε είχε, θα την σφετερίζονταν οι δύο δυνάμεις. [6]

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βιβλιογραφικές αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Bartusis, Mark C. (1997). The Late Byzantine Army: Arms and Society 1204–1453. Philadelphia, Pennsylvania: University of Pennsylvania Press. ISBN 0-8122-1620-2.
  • Ostrogorsky, George (1969). History of the Byzantine State. New Brunswick, New Jersey: Rutgers University Press. ISBN 0-8135-1198-4.
  • Nicol, Donald M. (1988). Byzantium and Venice: A Study in Diplomatic and Cultural Relations. Cambridge: Cambridge University Press. ISBN 0-521-34157-4.
  • Norwich, John Julius (1997). A Short History of Byzantium. New York, New York: Alfred A. Knoff. ISBN 0-679-45088-2.
  • Shepherd, William R. (1911). Historical Atlas. New York, New York: Henry Holt and Company.