Δημοκρατία της Γένοβας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Γαληνοτάτη Δημοκρατία της Γένοβας
Serenissima Repubblica di Genova (ιτ.)
Repúbrica de Zêna (λιγ.)
Δημοκρατία

 

1005 – 1797
 

Σημαία Έμβλημα
Σύνθημα
Respublica superiorem non recognoscens
(Λατινικά: "Δημοκρατία η οποία δεν γνωρίζει ανώτερό της")
Τοποθεσία {{{κοινό_όνομα}}}
Μεσογειακή επέκταση της Γένοβας
Πρωτεύουσα Γένοβα
Γλώσσες Λιγουριανά, Λατινικά, Ιταλικά
Θρησκεία Ρωμαιοκαθολικισμός
Πολίτευμα Ολιγαρχική Δημοκρατία
Δόγης
 -  1339–1344 Σιμόνε Μποκκανέγκρα
 -  1795–1797 Τζάκομο Μαρία Μπρινιόλε
 -  1814–1815 Τζιρολάμο Σέρρα
Ιστορία
 -  Ίδρυση 1005
 -  Διάλυση 14 Ιουνίου 1797
 -  Επανίδρυση 26 Απριλίου 1814
 -  Διάλυση 7 Ιανουαρίου 1815
Νόμισμα Genovino
Σήμερα Ιταλία
Γαλλία
Ελλάδα
Μονακό
Ρωσία
Τυνησία
Τουρκία
Ουκρανία

Η Δημοκρατία της Γένοβας (Ιταλικά: Repubblica di Genova, Λιγουριανά: Repúbrica de Zêna) ήταν ανεξάρτητο κράτος στη σημερινή Λιγουρία της βορειοδυτικής Ιταλίας από τον 11ο αιώνα ως το 1797, οπότε και κατελήφθη κατά τους Ναπολεόντειους πολέμους. Υπήρξε σημαντική ναυτική και εμπορική δύναμη στη Μεσόγειο και ανταγωνιστής της Γαληνότατης Δημοκρατίας της Βενετίας.

Ο πληθυσμός της Δημοκρατίας αυτής αναφέρεται από στην ελληνική βιβλιογραφία ως Γενουάτες ή Γενοβέζοι, ή η Δημοκρατία και ως Αυτοκρατορία των Γενουατών.

Γενοβέζικες κτήσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Δημοκρατία της Γένοβας κατείχε, εκτός από την πόλη της Γένοβας, διάφορες περιοχές στη Μεσόγειο για ορισμένα χρονικά διαστήματα, τις οποίες κυρίως χρησιμοποιούσε ως εμπορικούς σταθμούς:

Επίσης έλεγχε τον 14ο και 15ο αιώνα τις περιοχές του Γαλατά και Περάματος στην Κωνσταντινούπολη και στις ακτές τις Τυνησίας την νήσο Ταμπάρκα.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

11ος-15ος αιώνας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Δημοκρατία της Γένοβας ιδρύθηκε τον 11ο αιώνα. Κατά τους πρώτους αιώνες της ύπαρξής της εξελίχθηκε σε σημαντικό εμπορικό κέντρο. Ιδιαίτερη ανάπτυξη γνώρισε κατά τη διάρκεια των Σταυροφοριών, καθώς διέθετε τον στόλο της για τη μεταφορά των σταυροφορικών στρατευμάτων μέσω θαλάσσης. Ως απόρροια αυτής της συμβολής απέκτησε πολλά οικονομικά ανταλλάγματα με τη μορφή ευνοϊκών εμπορικών συμφωνιών, την εκμετάλλευση μονοπωλίων και τη δημιουργία εμπορικών σταθμών στην ανατολική Μεσόγειο.

Κατά τον 13ο αιώνα η Γένοβα συμμάχησε με την Αυτοκρατορία της Νίκαιας, στην προσπάθειά της να καταλάβει ως διάδοχο κράτος της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας την Κωνσταντινούπολη. Όταν αυτό επιτεύχθηκε το 1261, η Βυζαντινή Αυτοκρατορία των Παλαιολόγων σύναψε εκτεταμένης μορφής εμπορική συμφωνία που προέβλεπε εκτός από παροχή ναυτικών ενισχύσεων στους Βυζαντινούς και την κατάληψη πολλών περιοχών και νησιών για λογαριασμό των Γενουατών, όπως της Χίου (η οποία παρέμεινε κάτω από τον έλεγχό τους έως το 1566).[1] Κατά το ίδιο διάστημα το προάστιο του Γαλατά στην Κωνσταντινούπολη παραχωρήθηκε οριστικά από τον βυζαντινό αυτοκράτορα στους Γενουάτες, για την κάλυψη των εμπορικών τους αναγκών. Την ίδια εποχή η εμπορική δραστηριότητα επεκτάθηκε και στον χώρο του Εύξεινου Πόντου, όπου ιδρύθηκαν εμπορική σταθμοί στην περιοχή της Κριμαίας. Για την απερίσπαστη δραστηριότητα στην περιοχή συνήφθηκαν συμφωνίες με την Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας.

Στη δυτική Μεσόγειο η Γένοβα είχε να αντιμετωπίσει την Πίσσα, η οποία γρήγορα δεν άντεξε τον ανταγωνισμό. Μετά την Κορσική αποκτήθηκε και ο έλεγχος σημαντικών λιμανιών της Σαρδηνίας. Κατά τον Σικελικό Εσπερινό το 1283, οι Γενουάτες αφού είχαν συνάψει οικονομικές συμφωνίες με την Αραγωνία, κατάφεραν να ελέγξουν εμπορικά και τη Σικελία. Το εμπόριο ζάχαρης, μεταξιού και σιταριού στην ευρύτερη περιοχή κατά τον 13ο αιώνα μονοπωλούνταν από τη Δημοκρατία της Γένοβας.

Προς το τέλος του 15ου αιώνα, σταδιακά η δύναμη των Γενουατών άρχιζε να φθίνει: ο μακροχρόνιος πόλεμος και ανταγωνισμός με τους Βενετούς, η επικράτηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στο Αιγαίο και τον Εύξεινο Πόντο, είχαν ως αποτέλεσμα οι εμπορικές δραστηριότητες να περιοριστούν σημαντικά.

16ος αιώνας-1797[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Άποψη της Γένοβας και του στόλου της από τον Κριστοφόρο ντε Γκράσσι (αντίγραφο του 1597, με βάση σχέδιο του 1481), Galata Museo del Mare, Γένοβα

Η Γένοβα καταλήφθηκε από του Γάλλους και τους Μιλανέζους για κάποιο χρονικό διάστημα μεταξύ 15ου και 16ου αιώνα. Το 1528 ανέκτησε την ανεξαρτησία της.

Τις επόμενες δεκαετίες, οι Γενουάτες σύναψαν συμμαχία με την Ισπανία. Γενουάτες τραπεζίτες χρηματοδότησαν πολλές ισπανικές ναυτικές αποστολές προς την Αμερική και τον εκτός Ευρώπης κόσμο, μέσω των τραπεζικών τους οίκων στη Σεβίλλη. Αυτή η μορφή οικονομικής σχέσης είχε ευεργετικά αποτελέσματα για τη Γένοβα για όσο διάστημα η ισπανική αυτοκρατορία ήταν δυνατή στο παγκόσμιο στερέωμα. Από τον 17ο αιώνα με την πτώχευση όμως της ισπανικής οικονομίας πολλοί γενουατικοί εμπορικοί οίκοι έπαψαν να υπάρχουν.

Το 1768, μετά από επανάσταση των Κορσικανών, η Γένοβα υποχρεώθηκε να παραχωρήσει την Κορσική στη Γαλλία. Το 1742 απωλέσθηκε η τελευταία γενουατική κτήση, η νήσος Ταμπάρκα στις ακτές της Τυνησίας. Κατά το 1797 η ίδια η πόλη της Γένοβας καταλήφθηκε από τον επαναστατικό στρατό του Ναπολέοντα Α΄ Βοναπάρτη, ο οποίος κατάργησε όλα τα προνόμια των παλιών αριστοκρατικών οικογενειών, εγκαθιδρύοντας στη θέση της τη Λιγουριανή Δημοκρατία.

Το 1805 η πόλη έγινε τμήμα της Γαλλικής Αυτοκρατορίας, όμως το 1814 με την πτώση του Ναπολέοντα, αποφασίστηκε η πόλη να ενσωματωθεί στο Βασίλειο της Σαρδηνίας, το οποίο αποτέλεσε τον πυρήνα του μετέπειτα ιταλικού κράτους.

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Τσουρής, Ι. (2018, Σεπτέμβριος). Α' Γενοβενετικός Πόλεμος 1261-1270. Στρατιωτική Ιστορία, τ. 258, 45-51.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Braudel, Fernand (1984). "The Perspective of the World". Civilization and Capitalism. p. 157-174. (Αγγλικά)
  • Τσουρής, Ι. (2018, Σεπτέμβριος). Α' Γενοβενετικός Πόλεμος 1261-1270. Στρατιωτική Ιστορία, τ. 258, 45-51.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]