Συνθήκη της Κωνσταντινούπολης (1700)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η Συνθήκη της Κωνσταντινούπολης, που υπογράφηκε στις 13 Ιουλίου 1700 μεταξύ του Βασιλείου της Ρωσίας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, τερμάτισε τον Ρωσοτουρκικό Πόλεμο του 1686-1700. Ο Ρώσος Τράρος Πέτρος ο Μέγας εξασφάλισε την κατοχή της περιοχής του Αζόφ και μετέπειτα ενέπλεξε τις στρατιωτικές του δυνάμεις στον Μεγάλο Βόρειο Πόλεμο. Η συνθήκη αντικαταστάθηκε από τη Συνθήκη της Προύθου το 1711, όταν η Οθωμανική Αυτοκρατορία ενεπλάκη σε αυτόν τον πόλεμο.

Υπόβαθρο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ως μέλος της αντι-οθωμανικής συμμαχίας («Ιερός Συνασπισμός»), το Βασίλειο της Ρωσίας πολέμησε κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στο ανατολικό θέατρο του Μεγάλου Τουρκικού Πολέμου (Ρωσοτουρκικός Πόλεμος (1686-1700)). Όταν τα άλλα μέλη του Συνασπισμού — η Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, η Δημοκρατία της Βενετίας και η Πολωνική-Λιθουανική Κοινοπολιτεία - είχαν επιτύχει τους πολεμικούς τους στόχους, συνάπτοντας ειρήνη με τον Οθωμανό σουλτάνο Μουσταφά Β΄ ́στο Κάρλοβιτς (1699), η οποία αγνοούσε εντελώς τα ρωσικά συμφέροντα.[1] Οι ρωσο-οθωμανικές διαπραγματεύσεις είχαν αρχίσει το 1698, όταν η Ρωσία εξακολουθούσε την εκστρατεία της στην περιοχή του κάτω Δνείπερου και στον Πορθμό του Κερτς.[2] Ο Ρώσος τσάρος Πέτρος ο Μέγας συμμετείχε αυτοπροσώπως στις διαπραγματεύσεις και σύναψε μία διετή ανακωχή με την Οθωμανική Αυτοκρατορία στο Κάρλοβιτς στις 25 Δεκεμβρίου 1698 (παλαιό ημερολόγιο)/26 Ιανουαρίου 1699 (νέο ημερολόγιο).[3][2] Σε αυτό το στάδιο, ένας ρωσο-οθωμανικός διακανονισμός ναυάγησε από την ασυμφωνία μεταξύ των αιτημάτων του Πέτρου, η οποία περιλάμβανε την προστασία των Χριστιανών στις οθωμανικές βαλκανικές επαρχίες, και λόγω της έλλειψης της υποστήριξης από τα άλλα μέλη του Ιερού Συνασπισμού.[3][1]

Το φθινόπωρο, ο τσάρος έστειλε τον Γεμέλιαν Ουκραΐντσεφ στην αυλή του σουλτάνου, στην Κωνσταντινούπολη, για να διαπραγματευτεί τους όρους της ειρήνης.[4][4] Οι κύριοι ρωσικοί στόχοι ήταν η οθωμανική αναγνώριση των ρωσικών εδαφικών κερδών γύρω από το Αζόφ και η ελεύθερη πρόσβαση στη Μαύρη Θάλασσα για τα εμπορικά πλοία της Ρωσίας.[4] Εξαιτίας του γεγονότος ότι οι διαπραγματεύσεις προχωρούσαν αργά και ο Πέτρος ο Μέγας πιεζόταν για να επιτεθεί στη Σουηδική Αυτοκρατορία, προέτρεψε τον Ουκραΐντσεφ να φτάσει σε συμφωνία σύντομα, με αποτέλεσμα ο στόχος της ρωσικής πρόσβασης στη Μαύρη Θάλασσα να αφαιρεθεί.[4][5]

Όροι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η συνθήκη συνήφθη στις 3 Ιουλίου (παλαιό ημερολόγιο)/13 Ιουλίου 1700 (νέο ημερολόγιο) στην Κωνσταντινούπολη.[3][4] Το Βασίλειο της Ρωσίας και η Οθωμανική Αυτοκρατορία συμφώνησαν σε μια τριακονταετή ειρήνη.[4] Ο σουλτάνος αναγνώρισε την ρωσική κυριαρχία στην περιοχή του Αζόφ, συμπεριλαμβανομένου του Ταϊγάνιου, του Παβλόφσκ και του Μίους.[3][2][6] Η Ρωσία απέσυρε τις αξιώσεις της για το Στενό του Κερτς, αλλά απαλλάχθηκε από την καταβολή του ετήσιου φόρου προς το Χανάτο της Κριμαίας.[2][7][3] Τα φρούρια κατά μήκος του ποταμού Δνείπερου, ισοπεδωμένα από τον πόλεμο, επιστράφηκαν στον έλεγχο των Οθωμανών.[3] Η περιοχή του κάτω Δνείπερου, νότια του Ζαπορόζιαν Σιχ, και η περιοχή μεταξύ του Περεκόπ και του Μιούσκι Γκορόντοκ κηρύχτηκε αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη.[2] Ο σουλτάνος ​​διαβεβαίωσε ότι οι υποτελείς σε αυτόν, Τάταροι της Κριμαίας, δεν θα επιτεθούν στη Ρωσία. Με τη σειρά του, ο τσάρος υποσχέθηκε ότι οι υποτελείς του, Κοζάκοι του Δον και οι Κοζάκοι του Ζαπορόζ, δεν θα επιτεθούν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.[2]

Και τα δύο μέρη υποσχέθηκαν να μην κατασκευάσουν καμία οχύρωση κατά μήκος των συνόρων τους. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία υποσχέθηκε επίσης να απελευθερώσει Ρώσους αιχμαλώτους πολέμου. Ο σουλτάνος ​​επέτρεψε ακόμη την ελεύθερη διέλευση για τους Ρώσους προσκυνητές στους Αγίους Τόπους και τη δημιουργία μιας ρωσικής διπλωματικής αντιπροσωπείας στην Κωνσταντινούπολη. Ο πρώτος Ρώσος πρέσβης που εγκαταστάθηκε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν ο Πιοτρ Αντρέγιεβιτς Τολστόι (1701).[8]

Επιπτώσεις του Μεγάλου Βορείου Πολέμου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η υπογραφή της συνθήκης και η αντικατάστασή της το 1710 ήταν στενά συνδεδεμένη με τον Μεγάλο Βόρειο Πόλεμο, ο οποίος είχε ξεκινήσει λίγο πριν από τη σύναψή της. Ο τσάρος Πέτρος είχε διαπραγματευτεί μια τριμέτωπη επίθεση κατά της Σουηδικής Αυτοκρατορίας με τους συμμάχους του τον Αύγουστο Β΄ τον Δυνατό και τον Φρειδερίκο Δ΄ της Δανίας-Νορβηγίας.[9] Ωστόσο, η επίθεση του Πέτρου ξεκίνησε μετά τη σύναψη της ρωσο-οθωμανικής ειρήνης.[9] Ως συνέπεια, η ρωσική επίθεση καθυστέρησε σε σημείο όπου η Δανία είχε ήδη ηττηθεί όταν ο Πέτρος ξεκίνησε με τον στρατό του από τη Μόσχα, επιτρέποντας στη Σουηδία να αντιμετωπίσει επιτυχώς τη ρωσική επίθεση στην Ιγγρία.[10][11]

Η Οθωμανική Αυτοκρατορία ενεπλάκη στον πόλεμο εννέα χρόνια αργότερα, όταν ο Κάρολος ΙΒ΄ της Σουηδίας είχε ηττηθεί από τον Πέτρο τον Μέγα στη Μάχη της Πολτάβας.[12] Ο τσάρος που κινήθηκε στην περιοχή του οθωμανικού Μπεντέρι συγκρούστηκε με τα οθωμανικά στρατεύματα στην λεγόμενη Εκστρατεία του Προύθου.[12] Ως αποτέλεσμα, η Συνθήκη της Κωνσταντινούπολης αντικαταστάθηκε από τη Συνθήκη του Προύθου (1711), με την οποία η περιοχή του Αζόφ επεστράφη στον σουλτάνο και στη συνέχεια λεηλατήθηκε.[12] Η Συνθήκη της Αδριανούπολης (1713) αποκατέστησε την ειρήνη μεταξύ των Ρώσων και Τούρκων, που διατηρήθηκε για είκοσι πέντε χρόνια.[12][13]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Anderson (2000), p. 212
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 2,4 2,5 Davies (2007), p. 187
  3. 3,0 3,1 3,2 3,3 3,4 3,5 Torke (1997), p. 110
  4. 4,0 4,1 4,2 4,3 4,4 4,5 Phillips (1995), p. 102
  5. Frost (2000), p. 228; Torke (1997), p. 110
  6. Davies (2007), p. 199.
  7. Davies (2007), p. 187; Torke (1997), p. 110
  8. Oliva (1969), p. 57
  9. 9,0 9,1 Frost (2000), p. 228
  10. Frost (2000), p. 229
  11. Frost (2000), p. 230
  12. 12,0 12,1 12,2 12,3 Frost (2000), p. 294
  13. Frost (2000), p. 295

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]