Μαρίνος (πραιτωριανός έπαρχος)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μαρίνος (πραιτωριανός έπαρχος)
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση5ος αιώνας[1]
Απάμεια (Ορόντου)
Θάνατος6ος αιώνας[2]
Χώρα πολιτογράφησηςΒυζαντινή Αυτοκρατορία
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητααξιωματικός
δημόσιος υπάλληλος
Στρατιωτική σταδιοδρομία
Βαθμός/στρατόςναύαρχος
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΈπαρχος του Πραιτωρίου

Ο Μαρίνος, λατιν.: Marinus, ήταν ένας από τους πιο έμπιστους και ανώτερους βοηθούς του Αυτοκράτορα της Ανατολικής Ρώμης Αναστάσιου Α' (βασ. 491–518). Υπηρέτησε δύο φορές ως πραιτοριανός έπαρχος της Ανατολής, επέβλεψε ορισμένες από τις φορολογικές μεταρρυθμίσεις τού Αναστασίου Α΄, υποστήριξε τις φιλομονοφυσιτικές πολιτικές του Αυτοκράτορα και οδήγησε το ρωμαϊκό ναυτικό σε μία κρίσιμη μάχη, που έληξε οριστικά την εξέγερση του στρατηγού Βιταλιανού στη Θράκη. Επέζησε στο καθεστώς του Ιουστίνου Α' (βασ. 518–527), όταν κράτησε τη δεύτερη θητεία του ως πραιτωριανού επάρχου, αλλά σύντομα παραγκωνίστηκε από την εξουσία.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σήμισσις του Αυτοκράτορα Αναστασίου Α' (βασ. 491–518).

Ο Μαρίνος ήταν γηγενής της Απάμειας στη Συρία [3] και, όπως οι περισσότεροι Σύριοι, ήταν μονοφυσίτης . [4] Τίποτε δεν είναι γνωστό για την πρώιμη ζωή του, αλλά το 498 διορίστηκε από τον Αναστάσιο Α΄ ως ανώτερος οικονομικός αξιωματούχος (χειριστής (tractator) και αργότερα χαρτουλάριος) του δημοσιονομικού τμήματος της πραιτωριανής επαρχίας της Ανατολής, υπεύθυνος για τη διοίκηση της Ανατολής, που περιλάμβανε την πατρίδα του Συρία. Ο προκάτοχός του στη θέση, Ιωάννης ο Παφλαγών, συνέχισε να επιβλέπει τη μεταρρύθμιση του Βυζαντινού νομίσματος από τον Αναστάσιο Α΄. [5] Από αυτή τη θέση, ο Μαρίνος έγινε ένας από τους κύριους οικονομικούς συμβούλους του Αυτοκράτορα, ειδικά σε θέματα φορολογίας. Ήταν επίσης υπεύθυνος για τον θεσμό των ελεγκτών (vindices), αξιωματούχων που είχαν επιφορτιστεί με την είσπραξη του φόρου προμηθειών (annona), που μέχρι τότε ήταν ευθύνη των επαρχιακών δημοτικών συμβουλίων. Οι λεπτομέρειες της μεταρρύθμισης είναι ασαφείς και οι σύγχρονες απόψεις για τις επιπτώσεις της διίστανται: ο Ιωάννης ο Λυδός, του οποίου η στάση είναι εχθρική προς τον Mαρίνο, την κατηγορεί για τη φτωχοποίηση των επαρχιών, ενώ ένας πανηγυρικός του Πρισκιανού ισχυρίζεται ότι ήταν μεγάλη ανακούφιση για τους αγρότες. Αν και το νέο σύστημα φαίνεται να ήταν επιτυχές στην αύξηση των κρατικών εσόδων, τροποποιήθηκε εκτενώς και τελικά εγκαταλείφθηκε ως επί το πλείστον στις επόμενες βασιλείες. [3] [6]

Μέχρι τη δεκαετία του 500, ο Μαρίνος είχε αναδειχθεί ως «ο πιο έμπιστος σύμβουλος» ( Τζων Μπ. Μπιούρυ) του Αναστάσιου Α΄ και ανταμείφθηκε με την υποψηφιότητά του στην πραιτωριανή επαρχία της Ανατολής, πιθανότατα στις αρχές του 512. Φαίνεται ότι κράτησε τη θέση μέχρι τις αρχές του 515. [7] Το φθινόπωρο του 512 ο Μαρίνος ενθάρρυνε τον Αναστάσιο Α΄ να υποστηρίξει ανοιχτά τη μονοφυσιτική εκδοχή τούΤρισαγίου, την οποία ο Πατριάρχης Τιμόθεος είχε εισαγάγει στη λειτουργία ακόμη και στην Αγία Σοφία. Ως αποτέλεσμα, ο κυρίως Χαλκηδόνιος (πιστός στη Γ΄ Οικουμενική σύνοδο στη Χαλκηδόνα) πληθυσμός της Κωνσταντινούπολης ξεκίνησε μία μεγάλη εξέγερση στις 4 Νοεμβρίου ενάντια στην «αιρετική» εκδοχή, αναγκάζοντας τον Μαρίνο και τον Πλάτωνα, τον έπαρχο της πόλης, να απαντήσουν με δύναμη σε μία προσπάθεια να καταπνίξουν την αναταραχή. Οι συγκρούσεις συνεχίστηκαν, ωστόσο, και στις 6 Νοεμβρίου ο Χαλκηδόνιος λαός συγκεντρώθηκε στην Αγορά τού Κωνσταντίνου και ξεκίνησε μία ταραχή, που παραλίγο να κοστίσει στον Αναστάσιο Α΄ τον θρόνο του: τα αγάλματα του Αναστασίου Α΄ έπεσαν, ο ηλικιωμένος στρατηγός Αρεόβινδος, που είχε σχέση με τη δυναστεία τού Θεοδοσίου, ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας και το σπίτι του Μαρίνου πυρπολήθηκε. Χρειάστηκε μία προσωπική εμφάνιση του Αναστάσιου Α΄ στον Ιππόδρομο της Κωνσταντινούπολης για να ηρεμήσει τα πλήθη, που απαιτούσαν να πεταχτούν ο Μαρίνος και ο Πλάτωνας στα θηρία. [8]

Το 515 ο Αναστάσιος Α΄ ανέθεσε στον Μαρίνο να ηγηθεί της εκστρατείας κατά του Βιταλιανού, του στρατηγού της Θράκης που είχε επαναστατήσει ενάντια στις φιλομονοφυσιτικές πολιτικές του Αναστάσιου Α΄ και βάδιζε στην αυτοκρατορική πρωτεύουσα, την Κωνσταντινούπολη. Αυτός ο ασυνήθιστος διορισμός ενός πολιτικού αξιωματούχου για τη διοίκηση ενός στρατού,οφειλόταν στην απροθυμία των δύο στρατηγών που διοικούσαν τα αυτοκρατορικά στρατεύματα γύρω από την Κωνσταντινούπολη, τού Πατρίκιου και τού Ιωάννη, να αντιμετωπίσουν τον Βιταλιανό, τον οποίο γνώριζαν προσωπικά. Παρά την έλλειψη στρατιωτικής του πείρας, ο Mαρίνος νίκησε τον στόλο των επαναστατών σε μία μάχη στην είσοδο του Κεράτιου Κόλπου. Σύμφωνα με την αναφορά του Ιωάννη Μαλάλα, αυτό επιτεύχθηκε με τη χρήση μίας χημικής ουσίας με βάση το θείο, ουσία που είχε εφευρεθεί από κάποιον Πρόκλο από την Αθήνα, παρόμοια με το μετέπειτα ελληνικόν πυρ. Στη συνέχεια, ο Mαρίνος αποβιβάστηκε με τους άνδρες του στην ακτή των Σικεών, και νίκησε τους επαναστάτες που βρήκε εκεί. Απογοητευμένος από τις απώλειες που υπέστη, ο Βιταλιανός και ο στρατός του διέφυγαν βόρεια υπό την κάλυψη της νύχτας. [9]

Παρόλο που έχει καταγραφεί ότι ενώθηκε με τον πραιπόσιτο τού ιερού κοιτώνα Aμάντιο, υποκινώντας αναταραχές στην Αγία Σοφία λίγο μετά την άνοδο του Ιουστίνου Α' (βασ. 518–527) στο θρόνο, ο Μαρίνος κατάφερε να επιβιώσει από τη μετάβαση στο νέο καθεστώς: ονομάστηκε πραιτωριανός έπαρχος για δεύτερη φορά το 519, και μάλιστα λέγεται ότι είχε διακοσμήσει ένα δημόσιο λουτρό με σκηνές από τη ζωή του Ιουστίνου Α΄, συμπεριλαμβανομένης της άφιξής του στην Κωνσταντινούπολη ως πτωχού αγρότη. [10] Απεβίωσε λίγο πριν το 539. [4] Από την οικογένειά του είναι γνωστό μόνο ότι είχε μία κόρη, και ότι ο γιος της ονομάστηκε κυβερνήτης στη Λιβύη (τη Μαρμαρική ή την Κυρηναϊκή), όπου αποδείχθηκε ιδιαίτερα αρπακτικός. [11]

Βιβλιογραφικές αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Bury, John Bagnell (1958) [1923]. History of the Later Roman Empire: From the Death of Theodosius I to the Death of Justinian, Volume 1. Mineola, New York: Dover Publications, Incorporated. ISBN 0-486-20398-0.
  • Martindale, John Robert; Jones, Arnold Hugh Martin; Morris, J., eds. (1980). The Prosopography of the Later Roman Empire, Volume II: A.D. 395–527. Cambridge, United Kingdom: Cambridge University Press. ISBN 978-0-521-20159-9.