Βιταλιανός (ύπατος)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Βιταλιανός (ύπατος)
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση5ος αιώνας
Ζάλδαπα
ΘάνατοςΙουλίου 520
Κωνσταντινούπολη
Συνθήκες θανάτουανθρωποκτονία
Χώρα πολιτογράφησηςΒυζαντινή Αυτοκρατορία
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταπολιτικός
Οικογένεια
ΤέκναΒούζης
Κούτζης
Βενίλος
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΡωμαίος συγκλητικός

Ο Βιταλιανός, λατιν.: Vitalianus, (απεβ. το 520) ήταν στρατηγός της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Καταγόμενος από τη Μοισία στα βόρεια Βαλκάνια, και πιθανώς μικτής ρωμαϊκής και γοτθικής ή σκυθικής βαρβαρικής καταγωγής, ακολούθησε τον πατέρα του στον αυτοκρατορικό στρατό και το 513 είχε γίνει ανώτερος διοικητής στη Θράκη.

Εκείνο το έτος επαναστάτησε εναντίον τού Αυτοκράτορα Αναστάσιου Α' (βασ. 491–518), του οποίου η δημοσιονομική αυστηρότητα και η προώθηση του Μιαφυσιτισμού ήταν ευρέως αντιδημοφιλής, και επέτρεψε στον Βιταλιανό να κερδίσει γρήγορα μεγάλα τμήματα τού στρατού και τού λαού της Θράκης για την υπόθεσή του. Αφού σημείωσε μία σειρά από νίκες επί των πιστών στρατών, ο Βιταλιανός ήρθε να απειλήσει την ίδια την Κωνσταντινούπολη και ανάγκασε τον Αναστάσιο Α΄ να αποκηρύξει επίσημα την υιοθέτηση του Μιαφυσιτισμού το καλοκαίρι του 515. Αμέσως μετά, ωστόσο, καθώς ο Αναστάσιος Α΄ δεν τήρησε ορισμένους από τους όρους της συμφωνίας, ο Βιταλιανός βάδισε στην Κωνσταντινούπολη, μόνο για να ηττηθεί αποφασιστικά από τον ναύαρχο του Αναστάσιου, τον Μαρίνο.

Ο Βιταλιανός κατέφυγε στην πατρίδα του Θράκη και παρέμεινε κρυμμένος μέχρι το τέλος τού Αναστασίου Α΄ το 518. Ως ένθερμος υποστηρικτής της ορθοδοξίας των δογμάτων της Οικουμενικής Συνόδου στη Χαλκηδόνα, έλαβε χάρη από τον νέο Αυτοκράτορα Ιουστίνο Α' (βασ. 518–527) και συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις με τον πάπα για τον τερματισμό του Ακακινού Σχίσματος. Ονομάστηκε ύπατος για το έτος 520, αλλά δολοφονήθηκε λίγο αργότερα, πιθανώς κατόπιν εντολής τού ανιψιού τού Ιουστίνου Α΄, και διαδόχου, Ιουστινιανού Α΄ (βασ. 527–565), ο οποίος είδε σε αυτόν έναν πιθανό αντίπαλο για τον θρόνο. Οι γιοι του έγιναν επίσης στρατηγοί στον ανατολικό ρωμαϊκό στρατό.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Καταγωγή και οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Βιταλιανός γεννήθηκε στη Ζαλδάπα της Κάτω Μοισίας (συνήθως ταυτίζεται με το σύγχρονο Άμπριτ στη βορειοανατολική Βουλγαρία). [1] Στις βυζαντινές πηγές αποκαλείται «Γότθος» ή «Σκύθης». Εφόσον η μητέρα του Βιταλιανού ήταν αδελφή του Μακεδόνιου Β', Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως το 496–511, αυτό δείχνει έναν μεικτό γάμο και μία πιθανή βαρβαρική καταγωγή για τον πατέρα του, τον Πατρικίολο. [2] [3] Από την άλλη πλευρά, ο ισχυρισμός ότι ήταν «Γότθος» βασίζεται σε μία μόνο συριακή πηγή, και σήμερα θεωρείται αμφίβολος. [4] Ομοίως, ο χαρακτηρισμός «Σκύθης» που συνήθως τού αποδίδεται από ορισμένους σύγχρονους συγγραφείς δεν είναι ακριβής, καθώς ο όρος «Σκύθης» θα μπορούσε να σημαίνει έναν κάτοικο της Μικράς Σκυθίας, ή απλά, στην κλασική γλώσσα που συνηθίζεται στα βυζαντινά κείμενα, κάποιον από τις βορειοανατολικές παρυφές του με κέντρο τη Μεσόγειο ελληνορωμαϊκού κόσμου: ο όρος είχε μία ευρεία έννοια, χωρίς σαφή εθνοτικά χαρακτηριστικά. [5] Επιπλέον, καθώς κανένας από τους «Σκύθιους μοναχούς», με τους οποίους ο Βιταλιανός και τα μέλη της οικογένειάς του φαίνεται να είχαν συγγένεια, δεν είχε συγγένεια, εξ αίματος ή πνευματική, με τους Αρειανούς Γότθους που κυβερνούσαν την Ιταλία εκείνη την εποχή, η Γοτθική προέλευση του Βιταλιανού είναι αμφισβητήσιμη. [6] Όποια και αν ήταν η καταγωγή του Πατρικίολου, το όνομά του ήταν λατινικό, ενώ από τους τρεις γιους τού Βιταλιανού, οι στρατηγοί Μπούζης και Κούτζης είχαν θρακικά ονόματα και ο Βενίλος είχε γοτθικό όνομα. Ο ανιψιός του, Ιωάννης, έγινε αργότερα επίσης διακεκριμένος στρατηγός στους πολέμους κατά των Οστρογότθων της Ιταλίας. [7] [8]

Σύμφωνα με τις περιγραφές των χρονικογράφων, ο Βιταλιανός ήταν μικρόσωμος και τραύλιζε, αλλά η προσωπική του γενναιότητα και οι στρατιωτικές του ικανότητες ήταν ευρέως αναγνωρισμένες. [9] [10]

Το όνομα τού Βιταλιανού φαίνεται ότι ήταν από τοπικό λατινοποιημένο δακικό-γετικό (θρακικό) ιδίωμα, ενώ ο ίδιος ήταν γεννημένος στη Μικρά Σκυθία ή στη Μοισία. Ο πατέρας του έφερε ένα λατινικό όνομα, Patriciolus, ενώ δύο από τους γιους του, δύο είχαν θρακικά ονόματα και ένας γοτθικό. [8]

Εξέγερση κατά του Αναστασίου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Χρυσός σήμισις του Αυτοκράτορα Αναστασίου Α' (βασ. 491–518). Εμπρός όψη.: D.Ν. ΑΝΑSΤΑSIUS P. P. AVG. Πίσω όψη.: VICTORIA AUGGG, XX επάνω σε ασπίδα που κρατά μία Νίκη, ΧΡ, CONOB. 2,25 γραμ.

Ο Βιταλιανός αναφέρεται για πρώτη φορά το 503, όταν συνόδευσε τον πατέρα του στον Αναστασιανό πόλεμο κατά των Περσών. [7] Μέχρι το 513, είχε ανέλθει στο βαθμό του κόμη στη Θράκη, πιθανόν κόμης των υπόσπονδων (comes foederatorum), δηλ. βάρβαρων στρατιωτών που υπηρετούσαν στον ανατολικό ρωμαϊκό στρατό. [7]

Από αυτό το πόστο, επαναστάτησε εναντίον του Αυτοκράτορα Αναστάσιου Α' (βασ. 491–518), εκμεταλλευόμενος τη διαδεδομένη δυσαρέσκεια για τις στρατιωτικές, θρησκευτικές και κοινωνικές πολιτικές τού Αυτοκράτορα. [2] Το 511 ο Αναστάσιος Α΄ είχε αλλάξει τη μορφή της προσευχής του Τρισάγιου και υιοθέτησε επίσημα το δόγμα των Μιαφυσιτών, εξοργίζοντας τον πληθυσμό των υπέρ-των-δογμάτων-της-Χαλκηδόνας της Αυτοκρατορίας και προσθέτοντας στη δυσαρέσκεια, που προκάλεσε η αυστηρή οικονομική πολιτική του. [11] Επιπλέον, ο Αναστάσιος Α΄ είχε αρνηθεί να προμηθεύσει τα annonae («σιτηρέσια, προμήθειες») λόγω των foederati, επιτρέποντας στον Βιταλιανό να κερδίσει γρήγορα την πίστη των τακτικών στρατευμάτων, που στάθμευαν στις επαρχίες της Θράκης, της Μοισίας II και της Μικράς Σκυθίας από τον μη δημοφιλή magister militum. per Thracia, ανιψιό του Αναστασίου Α΄, Υπάτιο. Οι υφιστάμενοι διοικητές του Υπάτιου είτε σκοτώθηκαν, είτε συμμετείχαν στην εξέγερση. [12] Ταυτόχρονα, υποδυόμενος ως υπέρμαχος της (Γ΄ Οικουμενικής Συνόδου) Χαλκηδονικής Ορθοδοξίας, ο Βιταλιανός κατάφερε να κερδίσει την υποστήριξη των εντοπίων ανθρώπων, που συνέρρεαν για να ενωθούν με τις δυνάμεις του. Σύμφωνα με τους σύγχρονους βυζαντινούς ιστορικούς, συγκέντρωσε γρήγορα έναν στρατό 50.000–60.000 ανδρών, «στρατιώτες και αγρότες» και βάδισε προς την Κωνσταντινούπολη, ελπίζοντας πιθανώς ότι οι κυρίως Χαλκηδόνιοι κάτοικοί της θα ενταχθούν μαζί του. [2] [10] [13] Πράγματι, φαίνεται ότι η εξέγερση του Βιταλιανού υποκινήθηκε κυρίως από θρησκευτικούς λόγους, κάτι που υποδηλώθηκε από την επανειλημμένα επιδεικνυόμενη προθυμία του να φτάσει σε συμφωνία με τον Αναστάσιο Α΄. [14] Για να αντιμετωπίσει την προπαγάνδα του Βιταλιανού, ο Αναστάσιος Α΄ διέταξε να στηθούν χάλκινοι σταυροί στα τείχη της πόλης, οι οποίοι έγραφαν τη δική του εκδοχή των γεγονότων. Ο Αυτοκράτορας μείωσε επίσης τους φόρους στις επαρχίες της Βιθυνίας και της Μ. Ασίας για να τις αποτρέψει από το να συμμετάσχουν στην εξέγερση. [10]

Όταν οι δυνάμεις του Βιταλιαnού έφτασαν στην πρωτεύουσα, στρατοπέδευσαν στο προάστιο Έβδομον και απέκλεισαν την προς την ξηρά πλευρά της πόλης. Ο Αναστάσιος Α΄ επέλεξε τις διαπραγματεύσεις και έστειλε τον πρώην προστάτη τού Βιταλιανού, τον πρώην ύπατο και magister militum praesentalis Πατρίκιο, ως πρεσβευτή. [13] [15] Σε αυτόν, ο Βιταλιανός διακήρυξε τους στόχους του: την αποκατάσταση της Χαλκηδονικής Ορθοδοξίας και τη διευθέτηση των παραπόνων του θρακικού στρατού. Ο Πατρίκιος τότε κάλεσε τον ίδιο και τους αξιωματικούς του στην ίδια την πόλη για διαπραγματεύσεις. Ο Βιταλιανός αρνήθηκε για τον εαυτό του, αλλά επέτρεψε στους ανώτερους αξιωματικούς του να συνεχίσουν την επόμενη ημέρα. [13] [16] Οι αξιωματικοί είχαν καλή μεταχείριση από τον Αναστάσιο Α΄, ο οποίος τους έδωσε δώρα και υποσχέθηκε ότι τα παράπονα των στρατιωτών τους θα διευθετηθούν. Δεσμεύτηκε επίσης να υποβάλει τη θρησκευτική διαφορά για επίλυση στον πάπα Ρώμης. Όταν επέστρεψαν στο στρατόπεδο των εξεγερμένων, αυτοί οι αξιωματικοί πίεσαν ομόφωνα τον Βιταλιανό να αποδεχθεί αυτή τη διευθέτηση. Αντιμέτωπος με καμία εναλλακτική, μόνο οκτώ ημέρες μετά την άφιξή του μπροστά από την πρωτεύουσα, ο Βιταλιανός υποχώρησε και επέστρεψε με τους άνδρες του στην Κάτω Μοισία. [17] [18]

Χάρτης της διοίκησης της Θράκης, το θέατρο των επιχειρήσεων κατά την εξέγερση του Βιταλιανού.

Στη συνέχεια, ο Αναστάσιος A΄ διόρισε ως magister militum per Thracias έναν αξιωματικό που ονομαζόταν Κύριλλος, ο οποίος προχώρησε στην επίθεση κατά των δυνάμεων του Βιταλιανού. Μετά από μερικές ασαφείς αψιμαχίες, ο Βιταλιανός κατάφερε να δωροδοκήσει την είσοδο τού στρατού του στην Οδησσό, τη βάση του Κύριλλου, τη νύχτα. Ο Κύριλλος συνελήφθη στην κατοικία του και σκοτώθηκε. [18] [19] Σε αυτό το σημείο, ο Αναστάσιος Α΄ ζήτησε ο Βιταλιανός να κηρυχθεί ως «δημόσιος εχθρός» και έστειλε έναν τεράστιο νέο στρατό –σύμφωνα με πληροφορίες 80.000 άνδρες– υπό τον Υπάτιο, με έναν Ούννο που ονομαζόταν Αλαθάρ ως νέος magister militum της Θράκης. Αφού κέρδισε μία μικρή αρχική νίκη, ο αυτοκρατορικός στρατός τελικά απωθήθηκε προς την Οδησσό (φθινόπωρο 513). Στην Άκρη, στην ακτή της Μαύρης Θάλασσας, οι άνδρες τού Βιταλιανού επιτέθηκαν στο σκοτάδι στο οχυρωμένο τους στρατόπεδο και τους κατάφεραν μία συντριπτική ήττα: το μεγαλύτερο μέρος τού αυτοκρατορικού στρατού σκοτώθηκε και οι δύο αυτοκρατορικοί διοικητές αιχμαλωτίστηκαν και κρατήθηκαν για λύτρα. [17] [20]

Η νίκη εδραίωσε τη θέση του Βιταλιανού. Με τα λάφυρα, μπόρεσε να ανταμείψει αφειδώς τους οπαδούς του και με την είδηση τού αφανισμού τού αυτοκρατορικού στρατού, οι υπόλοιπες πόλεις και οχυρά στην Κάτω Μοισία και τη Σκυθία παραδόθηκαν σε αυτόν. Αμέσως μετά, είχε άλλη μία τύχη: στη Σωζόπολη, οι άνδρες του κατέλαβαν μία πρεσβεία, που είχε στείλει ο Αναστάσιος για να λύσει τον Υπάτιο, συμπεριλαμβανομένου του χρημάτων λύτρων 1.100 λιβρών χρυσού. Ο Υπάτιος, τον οποίο ο Βιταλιανός μισούσε, επειδή κάποτε είχε προσβάλει τη γυναίκα του, αφέθηκε ελεύθερος μόνο έναν χρόνο αργότερα. [18] [21] Το 514 ο Βιταλιανός βάδισε ξανά προς την Κωνσταντινούπολη, συγκεντρώνοντας αυτή τη φορά, εκτός από τον στρατό του, έναν στόλο 200 πλοίων από τα λιμάνια τού Εύξεινου Πόντου, τα οποία έπλευσαν στον Βόσπορο απειλώντας την πόλη και από τη θάλασσα. Ο Αναστάσιος Α΄ ανησυχούσε περαιτέρω από τις ταραχές στην πόλη, που άφησαν πολλά θύματα, και αποφάσισε να διαπραγματευτεί ξανά με τον Βιταλιανό. [18] [21] Ο Βιταλιανός δέχθηκε, υπό τους όρους της υποψηφιότητάς του στη θέση του magister militum per Thracias και τη λήψη λύτρων και δώρων αξίας 5.000 λιβρών χρυσού για την απελευθέρωση του Υπατίου. Ο Αναστάσιος Α΄ συμφώνησε επίσης στην αφαίρεση των αλλαγών από το Τρισάγιο, στην αποκατάσταση των έκπτωτων Χαλκηδόνων επισκόπων και στη σύγκληση γενικού εκκλησιαστικού συμβουλίου στην Κωνσταντινούπολη την 1η Ιουλίου 515 [18] [22]

Η σύνοδος δεν υλοποιήθηκε ποτέ, αφού ο πάπας Ορμίσδας και ο Αναστάσιος Α΄ συνέχισαν να διαφωνούν για το Σχίσμα τού Ακάκιου. Ούτε οι έκπτωτοι επίσκοποι επέστρεψαν στις έδρες τους. Βλέποντας τον ΑναστάσιοΑ΄ να μην τηρεί τις υποσχέσεις του, στα τέλη του 515 ο Βιταλιανός κινητοποίησε τον στρατό του και βάδισε ξανά προς την Κωνσταντινούπολη. [23] Ο στρατός τού Βιταλιανού κατέλαβε το προάστιο Συκές (σημερινό Γαλατά) απέναντι από τον Κεράτιο Κόλπο από την πόλη, και στρατοπέδευσε εκεί. Οι δύο magistri militum praesentalis, ο Πατρίκιος και ο Ιωάννης, δεν ήταν πρόθυμοι να συμπλακούν με τον παλαιό τους φίλο Βιταλιανό, έτσι ο Αναστάσιος έδωσε τη διοίκηση των δυνάμεών του στον πρώην πραιτωριανό έπαρχο της Ανατολής, Mαρίνο, έναν έμπιστο και ισχυρό βοηθό. [23] Παρά την έλλειψη στρατιωτικής του εμπειρίας, ο Μαρίνος νίκησε τον στόλο των επαναστατών σε μία μάχη στην είσοδο του Κεράτιου Κόλπου. Σύμφωνα με την αναφορά του Ιωάννη Μαλάλα, αυτό επιτεύχθηκε με τη χρήση μίας χημικής ουσίας με βάση το θείο, που εφευρέθηκε από τον φιλόσοφο Πρόκλο των Αθηνών, παρόμοια με το μετέπειτα ελληνικόν πυρ. Στη συνέχεια ο Μαρίνος αποβιβάστηκε με τους άνδρες του στην ακτή των Συκών, και νίκησε τους επαναστάτες που βρήκε εκεί. Απογοητευμένος από τις απώλειες που υπέστη, ο Βιταλιανός και ο στρατός του διέφυγαν βόρεια υπό την κάλυψη της νύχτας. [24] Ως ένδειξη της νίκης του, ο Αναστάσιος Α΄ οδήγησε μία πομπή στο χωριό Σωσθένιον, όπου ο Βιταλιανός είχε εγκαταστήσει την έδρα του, και παρευρέθηκε σε ευχαριστήρια λειτουργία στη φημισμένη τοπική εκκλησία αφιερωμένη στον Αρχάγγελο Μιχαήλ. [25]

Μετέπειτα ζωή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μόλις επέστρεψε στη βόρεια Θράκη, ο Βιταλιανός κρύφτηκε, ενώ πολλοί από τους παλαιούς βοηθούς του συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν. Τίποτε δεν είναι γνωστό γι' αυτόν για τα επόμενα τρία χρόνια, αν και μία σύντομη παρατήρηση ενός χρονικογράφου φαίνεται να δείχνει, ότι επανεμφανίστηκε και ηγήθηκε μίας άλλης ένοπλης εξέγερσης κατά τους τελευταίους μήνες της ζωής του Αναστασίου Α΄. [25] Όταν ο Αναστάσιος Α΄ απεβίωσε τον Ιούλιο του 518, τον διαδέχθηκε ο Ιουστίνος Α', ο comes excubitorum (διοικητής της αυτοκρατορικής σωματοφυλακής). Ο νέος Αυτοκράτορας κινήθηκε γρήγορα για να ενισχύσει την κυριαρχία του, απορρίπτοντας έναν αριθμό πιθανών αντιπάλων ή εχθρών. Παράλληλα, κάλεσε τον Βιταλιανό να έρθει στην Κωνσταντινούπολη. [26]

Κατά την άφιξή του, ο Βιταλιανός έγινε magister militum in praesenti, ονομάστηκε επίτιμος ύπατος και αμέσως μετά ανέβηκε στον βαθμό του patricius. [27] Ως γνωστός υπέρμαχος της Χαλκηδονικής Ορθοδοξίας, ο Βιταλιανός επρόκειτο να διαδραματίσει ρόλο στην επιβεβαίωση των Χαλκηδονικών δογμάτων, και στη συμφιλίωση με τη Ρώμη από το νέο καθεστώς. Έπαιξε ενεργό ρόλο στις διαπραγματεύσεις με τον πάπα, και το 519 ήταν ένας από τους εξέχοντες άνδρες που συνόδευσαν παπική αντιπροσωπεία στην πρωτεύουσα. [2] [28] Ο Βιταλιανός εκδικήθηκε επίσης τον σταθερά μονοφυσίτη Πατριάρχη Αντιοχείας Σεβήρο, ο οποίος είχε εορτάσει την ήττα του Βιταλιανού στο πανηγυρικό του Για τον Βιταλιανό τον τύραννο και για τη νίκη του φιλόχριστου Αναστάσιου του βασιλιά: ο Ιουστίνος Α΄ διέταξε να κόψουν τη γλώσσα του Σεβήρου και ο Σεβήρος κατέφυγε στην Αίγυπτο μαζί με τον Ιουλιανό, επίσκοπο Αλικαρνασσού. [29]

Τελικά το 520, ο Βιταλιανός διορίστηκε τακτικός ύπατος για το έτος, μοιράζοντας το αξίωμα με τον Ρουστίκιο. Παρ' όλα αυτά, ο πρώην επαναστάτης συνέχισε να αποτελεί μία πιθανή πρόκληση για τον Ιουστίνο Α΄, και -το πιο σημαντικό- για τον ανιψιό και διάδοχό του, Ιουστινιανό Α΄ (βασ. 527–565). Έτσι, τον Ιούλιο τού ίδιου έτους δολοφονήθηκε μέσα στο Μεγάλο Παλάτιο μαζί με τον γραμματέα του Παύλο και τον domesticus (βοηθό) του Κελεριανό. [30] Σύμφωνα με τον Ιωάννη του Νικίου, σκοτώθηκε επειδή συνωμοτούσε εναντίον του Ιουστίνου Α΄. Οι περισσότεροι χρονικογράφοι, ωστόσο, έθεσαν την ευθύνη για το έγκλημα στην επιθυμία του Ιουστινιανού Α΄ να απαλλαγεί από έναν πιθανό αντίπαλο, όταν θα διαδεχόταν τον θείου του. [2] [9] [31]

Βιβλιογραφικές αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κύριες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δευτερεύoυσες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]